Αν η πραγματικότητα δε συμφωνεί μαζί μας, τόσο χειρότερο για την πραγματικότητα. Η διαστροφή αυτή είναι κανόνας για το υπουργείο Παιδείας, η γκεμπελική προπαγάνδα του οποίου δε γνωρίζει όρια. Τελευταίο χαρακτηριστικό περιστατικό η συμπεριφορά της Αννας Διαμαντοπούλου μετά το πέρας της 66ης συνόδου των πρυτάνεων στο Ναύπλιο. Με τη δήλωση που έκανε εξερχόμενη της συνόδου, η υπουργός Παιδείας, θέλησε να πείσει ότι υπάρχει συμφωνία των πρυτάνεων στα βρόμικα σχέδια που προωθεί για το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Ωστόσο τα 12 σημεία «ολικής ή μερικής συμφωνίας» που παρουσίασε αποτελούν μέρος της εισήγησης που η ίδια έκανε στη σύνοδο. Από την πλευρά τους, οι πρυτάνεις, στο ψήφισμα που υιοθέτησαν, «άδειασαν» την υπουργό Παιδείας, τονίζοντας ότι:
«Η Σύνοδος Πρυτάνεων διαπιστώνει ότι στο διάστημα που μεσολάβησε από την Εκτακτη Σύνοδο του Λαυρίου μέχρι σήμερα δεν υπήρξε καμία ουσιαστική μεταβολή στις θέσεις του Υπουργείου για τα Πανεπιστήμια. Ως εκ τούτου, διατηρεί τις θέσεις και τις συγκεκριμένες προτάσεις της όπως αυτές καταγράφηκαν στις αποφάσεις του Λαυρίου για όλα τα κρίσιμα θέματα διοίκησης και λειτουργίας των ελληνικών Πανεπιστημίων». Για το λόγο αυτό, στη σύνοδο δεν έγινε καμιά περαιτέρω συζήτηση με την υπουργό Παιδείας επί του «σχεδίου διαβούλευσης» και οι πρυτάνεις δήλωσαν ότι αναμένουν γραπτό κείμενο, στο οποίο θα τοποθετηθούν με έκτακτη σύνοδο.
Θυμίζουμε ότι η σύνοδος του Λαυρίου (65η) δεν αποδέχθηκε ως βάση διαλόγου το «σχέδιο διαβούλευσης» του υπουργείου Παιδείας, ενώ το χαρακτήρισε αντισυνταγματικό και καταλόγισε στην κυβέρνηση αντιδημοκρατική συμπεριφορά και επιδιώξεις έξω από τις ακαδημαϊκές αρχές. Η απόφαση αυτή πόνεσε πολύ την κυβέρνηση που δέχθηκε ένα ισχυρό ράπισμα από ένα θεσμικό κομμάτι του ίδιου του συστήματος. Σημειώναμε τότε ότι είναι τόση η αγριότητα των αλλαγών στο «DNA της λειτουργίας» των Πανεπιστημίων, που ακόμη και αυτή η κάστα των πανεπιστημιακών, που εκπροσωπείται στο ανώτατο επίπεδο (πρυτάνεις) και αποτελεί θεσμό του αστικού συστήματος εξουσίας, δεν αντέχει να τη σηκώσει στις πλάτες της, αισθανόμενη ταυτόχρονα ότι η κυβέρνηση την φτύνει κατάμουτρα (οι υποτιμητικές, εξευτελιστικές αναφορές των Παπανδρέου-Διαμαντοπούλου στα ελληνικά Πανεπιστήμια και το έργο τους έδωσαν και πήραν κατά την παρουσίαση των προτάσεων, αλλά και οι ίδιες οι προτεινόμενες ρυθμίσεις στο κείμενο «διαλόγου» έχουν στον πυρήνα τους αυτή την ποταπή αντιμετώπιση).
Σύμφωνα με όσα δήλωσε ο πρύτανης του ΑΠΘ Μυλόπουλος, η μόνη συζήτηση που έγινε στην 66η σύνοδο, αφορούσε στην κατάργηση των Τμημάτων και στον ορισμό της Σχολής ως βασικής ακαδημαϊκής μονάδας (ύστερα από εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα Ανώτατης Εκπαίδευσης Βασίλη Παπάζογλου). Οι αντιδράσεις που προκάλεσε στα μέλη της συνόδου αυτή η τοποθέτηση ήταν πολλές και έντονες, γεγονός που καταδεικνύει την αντίθεση των πανεπιστημιακών σ’ αυτή την προοπτική. Η αντίθεση αυτή, άλλωστε, έχει δηλωθεί με τις πάμπολλες απορριπτικές τοποθετήσεις του συνόλου σχεδόν των πανεπιστημιακών διοικήσεων και των συλλόγων του εκπαιδευτικού και ερευνητικού προσωπικού. Παρολαυτά, η Διαμαντοπούλου δε δίστασε να συμπεριλάβει και την πρόταση αυτή (βασική μονάδα η Σχολή) στα σημεία στα οποία έχει επέλθει «ολική ή μερική συμφωνία».
Σημειώνουμε ότι η υπουργός Παιδείας, προκειμένου να δώσει την αίσθηση της σύμπλευσης πρυτάνεων-υπουργείου Παιδείας επί του σχεδίου διαβούλευσης, ακολούθησε μια ύπουλη τακτική. Αποστέωσε η ίδια τη «μεταρρύθμισή» της από τη φιλοσοφία της και τους στρατηγικούς σκοπούς της, επιλέγοντας αποσπασματικά κάποια σημεία της (δώδεκα τον αριθμό), τα οποία παρουσίασε μάλιστα με γενικές και ασαφείς διατυπώσεις, στις οποίες μπορεί να χωρέσει οποιαδήποτε «συμφωνία», αποσιωπώντας σκόπιμα -από τα σημεία στα οποία ήταν αναγκαίο να υπάρχει- οποιαδήποτε αναφορά στην υποχρέωση της καθολικής κρατικής χρηματοδότησης. Τον αέρα αυτό της τον έδωσαν οι ίδιοι οι πρυτάνεις: Γιατί δεν κατήγγειλαν την υπουργό Παιδείας για την απίστευτη αυτή λαθροχειρία. Και γιατί όλο το προηγούμενο διάστημα υιοθέτησαν θέσεις (αξιολόγηση, πιστωτικές μονάδες, Κοινός Ευρωπαϊκός Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης, κ.λπ.), που μάλιστα εφαρμόζονται σ’ ένα βαθμό από τα Πανεπιστήμια, που σήμερα διευκολύνουν αυτή την επίθεση.
Σύμφωνα με τη δήλωση της Διαμαντοπούλου τα 12 σημεία «ολικής ή μερικής συμφωνίας» είναι τα εξής:
– Λειτουργία του Πανεπιστημίου με όρους διαφάνειας, λογοδοσίας, και αξιολόγησης (εσωτερικής και εξωτερικής). Θέσπιση θεσμικών αντιβάρων για έλεγχο και λογοδοσία.
– Ανάδειξη της αριστείας και της καινοτομίας.
– Ενεργός συμμετοχή στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας.
– Θεσμοθέτηση περιφερειακών οργάνων για την εκπόνηση σχεδίου στρατηγικού σχεδιασμού ανάπτυξης της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
– Τα Πανεπιστήμια να έχουν την πλήρη ευθύνη για τις σπουδές (δομή, τίτλοι, οργάνωση, περιεχόμενο, κλπ) με βασική μονάδα τη Σχολή.
– Επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών, δημιουργία περισσότερων διατμηματικών προγραμμάτων και ίδρυση μεταπτυχιακών σχολών.
– Πλήρης εφαρμογή του συστήματος πιστωτικών μονάδων (ECTS).
– Χρήση δεικτών ποιότητας και αποτελεσματικότητας για ένα ποσοστό της χρηματοδότησης.
– Πλήρης οικονομική διαχείριση από τα ίδια τα ιδρύματα.
– Θεσμοθέτηση δυνατότητας για την οικονομική αξιοποίηση των κληροδοτημάτων των ΑΕΙ.
– Εξειδίκευση λειτουργικών ιδιαιτεροτήτων μέσω των εσωτερικών κανονισμών.
– Μεταβατική περίοδος μέχρι το 2013 για την πλήρη εφαρμογή.
Το κλίμα «γενικευμένης αποδοχής», που θέλει να καλλιεργήσει η υπουργός Παιδείας, σκοντάφτει και στα φοβερά προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά τα δημόσια Πανεπιστήμια. Οπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στο ψήφισμα
«η Σύνοδος Πρυτάνεων επισημαίνει την έντονη και συστηματική απαξίωση των Πανεπιστημίων που επιχειρείται μέσω εγκυκλίων του ΥΠΔΒΜΘ και οι οποίες έχουν οδηγήσει στην αναστολή λειτουργίας Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών, χορήγησης υποτροφιών του ΙΚΥ, εξελίξεων μελών ΔΕΠ και της χρηματοδότησης της έρευνας….
Η Σύνοδος Πρυτάνεων εκφράζει τη βαθιά ανησυχία της για τη διασφάλιση της λειτουργίας των Ελληνικών Πανεπιστημίων και ιδιαί-τερα των Περιφερειακών λαμβάνοντας υπόψη την εκκρεμότητα διορισμού 800 περίπου μελών ΔΕΠ, τη δραματική μείωση των συμβασιούχων διδασκόντων με βάση το Π.Δ 407/80 καθώς και την αναστολή των διορισμών ΕΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ και διοικητικών υπαλλήλων.
Η Σύνοδος των Πρυτάνεων επισημαίνει, επίσης, ότι σειρά προβλημάτων όπως η αναστολή της λειτουργίας των υπηρεσιακών συμβουλίων, της επικαιροποίησης των οργανισμών, της διοικητικής αναδιάρθρωσης και της εν γένει ανάπτυξής τους, με πρόσχημα την κατάθεση του νέου νόμου, σε συνδυασμό με τη μείωση κατά 40% του τακτικού προϋπολογισμού και κατά 60% του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, οδηγεί τα Πανεπιστήμια σε ασφυξία».
Μπορεί οι πρυτάνεις να έδειξαν με το ψήφισμά τους τη δυσφορία τους απέναντι στην πολιτική του υπουργείου Παιδείας, δεν παρέλειψαν, όμως, να επιβεβαιώσουν για μια ακόμη φορά το ρόλο τους, ως θεματοφύλακα του συστήματος. Μαύρο σημείο αποτελεί το ψήφισμα που εξέδωσαν για την υποτιθέμενη κατάληψη της Νομικής από τους 300 μετανάστες απεργούς πείνας, όπου υπογραμμίζουν την απόλυτη ταύτισή τους με την επιλογή του πρύτανη του Πανεπιστήμιου Αθηνών να ζητήσει την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Μάλιστα, κάνουν γνωστή την απόφασή τους «το εκάστοτε προεδρείο της Συνόδου να θέτει τις υπηρεσίες του στη διάθεση κάθε πανεπιστημίου για την αντιμετώπιση ανάλογης κρίσης».
ΥΓ: Βουτηγμένη μέχρι τα μπούνια στην τακτική να απορρίπτει κάθε τι που δεν ελέγχει και δε διευ-κολύνει τη συλλογή κουκιών για την ευπρόσωπη εκπροσώπηση του Περισσού στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι εξουσίας, η σέχτα αυτή αστικού τύπου, διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι δεν πιστεύ-ει σε κανέναν αγώνα και στη σημασία που μπορεί να έχει για την ανάπτυξη του κινήματος επιμέρους στάσεις, όπως αυτή της αρνητικής τοποθέτησης της συνόδου των πρυτάνεων επί του «σχεδίου διαβούλευσης». Ο «Ριζοσπάστης» επιδίδεται και αυτός σε μια γκεμπελική προπαγάνδα από την ανάποδη.
Γιούλα Γκεσούλη