Ενα-ένα μας τα σερβίρει τα «καλούδια» το Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, που διεξάγει τον «διάλογο» για την Παιδεία, υπό την προεδρία του Μπαμπινιώτη. Η τελευταία ανακοίνωσή του μας πληροφορεί ότι η «αξιολόγηση» θα πρέπει να «αποτελεί κεντρικό θέμα, το οποίο συνδέεται άμεσα με όλους τους παράγοντες ποιότητας στην εκπαίδευση». Και ότι αυτή είναι «θεμελιώδης παράμετρος κάθε εκπαιδευτικής στρατηγικής, διέπει ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα και σχετίζεται με τους στόχους και τα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής πρακτικής». Δηλαδή, μαθητές, εκπαιδευτικοί και σχολικές μονάδες, θα μπουν οσονούπω στη ζυγαριά της «αξιολόγησης» και θα κατατάσσονται σύμφωνα με την «απόδοσή» τους, η οποία θα κρίνεται, προφανώς, σύμφωνα με τα κριτήρια και τους δείκτες που θέτουν ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Παιδείας και οι σύγχρονες ανάγκες της αγοράς (προσφορά εξειδικευμένων και απόλυτα απαραίτητων γνώσεων και δεξιοτήτων, συμμετοχή σε προγράμματα ανάλογου περιεχομένου και κατεύθυνσης, άντληση και διαχείριση πόρων από τη «συνεργασία» με διάφορους «φορείς», κ.λ.π.). Και βέβαια, τα αποτελέσματα αυτής της αξιολόγησης θα έχουν πολλές «παρενέργειες», που θα αφορούν στην κατάταξη των μαθητών και στην μετάβασή τους από τη μια βαθμίδα στην άλλη, στη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών και στην κρατική χρηματοδότηση των σχολικών μονάδων.
Κατά το πρότυπο δε της αξιολόγησης των Πανεπιστημίων, η αξιολόγηση στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση θα είναι εσωτερική (με τη συμμετοχή όλων όσων εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία) και εξωτερική. Για το λόγο αυτό, προτείνεται η ανάληψη της αξιολόγησης από «ανεξάρτητη» Αρχή.