Οι σχολάρχες των ιδιωτικών σχολείων ξεσάλωσαν και ζητούν από την κυβέρνηση να τους στηρίξει με κρατικό παραδάκι μέσω της καθιέρωσης «του κουπονιού του μαθητή». Η πρακτική αυτή, που έχει μεγάλη εφαρμογή στο εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ (θαυμαστής του οποίου είναι οι Γιωργάκης, Πανάρετος, Διαμαντοπούλου), με καταστροφικά αποτελέσματα για το δημόσιο σχολείο, συνίσταται στην καταβολή σε κάθε μαθητή «συγκεκριμένου ποσού», το οποίο αυτός καταθέτει στο εκπαιδευτικό ίδρυμα, από το οποίο θέλει «να αγοράσει υπηρεσίες εκπαίδευσης».
Την πρότασή τους αυτή (που ήρθε «καπάκι» μετά την ανακοίνωση από το υπουργείο Παιδείας της καθιέρωσης του «κουπονιού» στη «διά βίου μάθηση»), οι σχολάρχες την παρουσίασαν μέσα από την «επιστημονική» ανάλυση για τις «προκλήσεις και προοπτικές της ιδιωτικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα», που ανέλαβε να κάνει το ινστιτούτο «μελέτης» των βιομήχανων, το ΙΟΒΕ. Βέβαια, το υπουργείο Παιδείας, κρίνοντας ότι τα πράγματα δεν είναι και τόσο «ώριμα» στην ελληνική εργαζόμενη κοινωνία για ένα τέτοιου είδους απροκάλυπτο αβαντάρισμα της ιδιωτικής εκπαίδευσης, είπε «όχι». Ομως, η υφυπουργός Χριστοφιλοπούλου, που παρέστη στην παρουσίαση της σχετικής μελέτης, δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει ότι «σκοπός μας δεν είναι να κρατήσουμε την ιδιωτική εκπαίδευση πίσω. Θέλουμε να σταθούμε αρωγοί στη δουλειά που κάνουν τα ιδιωτικά σχολεία και οι δάσκαλοί τους, να στηρίξουμε τα καινοτόμα προγράμματα που εφαρμόζουν, να δώσουμε την ευελιξία που ζητούν στο ωρολόγιο πρόγραμμα».
Η Χριστοφιλοπούλου έκανε σαφές ότι οι ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούνται ως πεδίον πειραματισμού για τις αλλαγές που σχεδιάζονται ευρύτερα για την εκπαίδευση, αφού οι σχολάρχες είναι πρόθυμοι να βάλλουν πλάτη. «Δική μας απόφαση -τόνισε- είναι να επιτρέπεται στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια να παρεκκλίνουν από το ωρολόγιο πρόγραμμα, όπου αυτό κρίνεται συμφέρον για τα παιδιά. Ταυτόχρονα δίνεται η δυνατότητα να διδάσκεται η ξένη γλώσσα σε επίπεδα με ολιγομελή τμήματα. Εξάλλου, στο Νέο Σχολείο το ωρολόγιο πρόγραμμα θα έχει ευέλικτο και ελαστικό χαρακτήρα προκειμένου να αναβαθμιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης». Και συνέχισε, δίνοντας παραδείγματα λειτουργίας του «ανοικτού σχολείου», δηλαδή του ανοικτού σχολείου στην αγορά, στις επιχειρήσεις και στις επιχειρηματικές δραστηριότητες των λαμόγιων της τοπικής αυτοδιοίκησης: «Με την ίδια εγκύκλιο δίνεται η δυνατότητα χρήσης των κτηριακών εγκαταστάσεων, μετά το πέρας των μαθημάτων, για δραστηριότητες, όπως πολιτισμός, αθλητισμός, ψυχαγωγία και βεβαίως Διά Βίου Μάθηση, που συνάδουν με τη φύση της εκπαίδευσης. Ετσι ακριβώς θέλουμε και τα δημόσια σχολεία, να είναι ανοικτά». Ταυτόχρονα, η κυρία υφυπουργός απηύθυνε έπαινο στα ιδιωτικά μαγαζιά εκπαίδευσης, που τόσο πρόθυμα ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του υπουργείου Παιδείας για την πιλοτική εφαρμογή της «αυτοαξιολόγησης».