Πλησιάζει σιγά-σιγά το «απαγορευτικό» όριο του 5% το επιτόκιο των βραχυπρόθεσμων τίτλων που εκδίδει το ελληνικό δημόσιο, στο πλαίσιο των προβλέψεων του Μνημόνιου. Αγριο χορό έχουν στήσει οι τοκογλύφοι των ελληνικών κυρίως τραπεζών, που εξασφαλίζουν έτσι σίγουρα κέρδη με εξωφρενικές αποδόσεις. Αυτός είναι ο πατριωτισμός του ελληνικού κεφάλαιου.
Στο 4,88% διαμορφώθηκε την περασμένη Τρίτη το επιτόκιο των εξάμηνων εντόκων γραμματίων, έναντι 4,8% που ήταν στην προηγούμενη δημοπρασία (12 Απρίλη). Το δημόσιο ζητούσε να αντλήσει 1,625 δισ. ευρώ και οι τραπεζίτες έκαναν προσφορές για 4,474 δισ. Κι ενώ η ζήτηση υπερκαλύφτηκε πάνω από δυο φορές, το επιτόκιο αυξήθηκε αντί να μειωθεί, κάνοντας σκόνη την ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών περί αμφισβήτησης της αξιολόγησης της S&P, που υποβίβασε ξανά την πιστοληπτική αξιοπιστία του ελληνικού κράτους.
Σημειώνουμε και πάλι ότι ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός δεν συμπεριλαμβάνεται σε ενδεχόμενο «κούρεμα», αν αποφασιστεί κάτι τέτοιο. Δηλαδή, οι αποδόσεις είναι απολύτως εγγυημένες. Ομως, οι τραπεζίτες εκμεταλλεύονται το κλίμα που δημιουργείται και αυξάνουν συνεχώς τα επιτόκια, την ίδια ώρα που κρατούν κλειστές τις στρόφιγγες του δανεισμού προς νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις. Η τοκογλυφία που ασκούν έναντι του κράτους έχει συνένοχες τις κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν θεσπίσει και διατη- ρούν το σύστημα των «βασικών διαπραγματευτών αγοράς». Δηλαδή, δεν πωλούν έντοκα γραμμάτια απευθείας στο κοινό (γεγονός που θα έριχνε τα επιτόκια), αλλά τα διαπραγματεύονται με τις τράπεζες, οι οποίες διαμορφώνουν τα επιτόκια στο ύψος που γουστάρουν και μετά μεταπωλούν τμήμα των εντόκων γραμματίων στους ιδιώτες.