Ολο και συχνότερα τελευταία, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δημαγωγεί με τις εξαγωγές, παρουσιάζοντάς τες σαν δείγμα δυναμισμού της ελληνικής οικονομίας. Ευλόγως, βέβαια, θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος: «τότε γιατί δεν γίνονται επενδύσεις ώστε να εκμεταλλευτούν τον εξαγωγικό δυναμισμό;». Πέρα, όμως, απ’ αυτή την εύλογη απορία, που μένει αναπάντητη από τους παραμυθατζήδες Παπακωνσταντίνου και σία, τα ίδια τα επίσημα στοιχεία αποδεικνύουν ότι πρόκειται για εξαγωγές της πλάκας, που δεν μπορούν ούτε καν να επηρεάσουν την πορεία του ελληνικού καπιταλισμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕλΣτατ για τις Εμπορευματικές Συναλλαγές της Ελλάδας (εκτιμήσεις, Νοέμβρης 2010), η συνολική αξία των εισαγωγών-αφίξεων κατά των δωδεκάμηνο Δεκέμβρη 2009 – Νοέμβρη 2010 παρουσίασε μείωση 20,7%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο προηγούμενο δωδεκάμηνο. Αντίθετα, η συνολική αξία των εξαγωγών-αποστολών κατά το ίδιο δωδεκάμηνο παρουσίασε αύξηση 6,3% σε σύγκριση με το προηγούμενο δωδεκάμηνο.
Η μείωση των εισαγωγών αντικαθρεφτίζει τη βαθιά «ύφεση» στην οποία έχει μπει ο ελληνικός καπιταλισμός και την προϊούσα υποκατανάλωση των πλατιών εργαζόμενων μαζών. Οσο για την αύξηση των εξαγωγών, για την οποία καμαρώνει η κυβέρνηση, το συνολικό επίπεδο μετά βίας φτάνει αυτό του 2008 και εξακολουθεί να είναι σχεδόν το ένα τρίτο των εισαγωγών. Δηλαδή, ακόμα και τώρα, στις συνθήκες της κρίσης, ο ελληνικός καπιταλισμός εξακολουθεί να είναι μια εισαγωγοδίαιτη οικονομία, η οποία αδυνατεί να υποκαταστήσει μέρος των εισαγωγών της με εγχώρια παραγωγή.
Οι εισαγωγές ήταν το 2008 61,6 δισ. ευρώ, το 2009 48,6 δισ. ευρώ και στο ενδεκάμηνο του 2010 35,5 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, οι εξαγωγές ήταν το 2008 17,9 δισ. ευρώ, το 2009 14,7 δισ. ευρώ και στο ενδεκάμηνο του 2010 14,4 δισ. ευρώ. Στο σύνολο του 2010, αποκλείεται να φτάσουν το επίπεδο του 2008. Το πολύ να το προσεγγίσουν. Και σε απόλυτα μεγέθη το ποσό είναι πραγματικά αστείο, για να μιλάμε για καθοριστική συνδρομή σε μια πορεία οικονομικής ανάκαμψης.
Η πορεία του ελληνικού καπιταλισμού αντικαθρεφτίζεται καλύτερα στην πορεία της βιομηχανικής παραγωγής, η οποία εξακολουθεί να κατρακυλά.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕλΣτατ, που αφορούν το Νοέμβρη του 2010, οι πτωτικές τάσεις γίνονται πιο έντονες. Το Νοέμβρη του 2010 ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής σημείωσε μείωση 7,6%, έναντι μείωσης 5,2% που είχε σημειώσει το Νοέμβρη του 2009. Σε μέσα επίπεδα (δωδεκάμηνο) το 2010 η βιομηχανική παραγωγή έπεσε κατά 5,5%, έναντι μείωσης κατά 9,6% το προηγούμενο δωδεκάμηνο. Αυτό κάθε άλλο παρά ανακοπή της πτωτικής τάσης σημαίνει. Συγκρίνοντας το 2010 με το 2005, που αποτελεί έτος αναφοράς για την έρευνα της ΕλΣτατ, βλέπουμε ότι η βιομηχανική παραγωγή είναι μειωμένη κατά 18,7%! Κι αυτοί μας παραμυθιάζουν με ανακάμψεις των εξαγωγών και τα παρόμοια.
Μόνο αν διαμορφωθούν συνθήκες Κίνας στα μεροκάματα και τις εργασιακές σχέσεις υπάρχει περίπτωση να γίνουν κάποιες επενδύσεις στον παραγωγικό τομέα (μεταποίηση). Αυτό, άλλωστε, αποτελεί και στρατηγική του ευρωπαϊκού κεφάλαιου. Να διαμορφώσει, δηλαδή, στη στενή του περιφέρεια ζώνες εργατικής εξαθλίωσης και να μεταφέρει σ’ αυτές κάποιες από τις παραγωγικές του δραστηριότητες από τις χώρες της Ασίας. Βρισκόμαστε, όμως, ακόμα πολύ μακριά από ένα τέτοιο στόχο. Η κοινωνική κατάσταση είναι ρευστή, η απειλή ταξικών εκρήξεων κρέμεται στον αέρα και καμιά μεγάλη καπιταλιστική επιχείρηση δεν μπορεί να ρισκάρει επενδύσεις μεγάλης κλίμακας. Μόνο αεριτζήδες και αρπαχτικά, τύπου Καταριανών (και αυτών που τους έχουν εμπιστευτεί τα κεφάλαιά τους) δείχνουν ενδιαφέρον για επενδύσεις καθαρά αντιπαραγωγικές, με χαρακτήρα πλιάτσικου.