Ποιο είναι το πορτραίτο του «μνημονιακού» νοικοκυριού; Με παλέτα τη συρρίκνωση των δαπανών και το συνεχώς μειούμενο εισόδημα σχηματίζεται στον καμβά, με φόντο την καπιταλιστική κρίση, η εικόνα ενός νοικοκυριού βουτηγμένου στην αθλιότητα και τη φτώχεια. Ας αφήσουμε τη σκληρή γλώσσα των αριθμών να περιγράψει τον πίνακα, όπως προκύπτει μέσα από την Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών (2013) της ΕΛΣΤΑΤ, από την Ερευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών της ίδιας υπηρεσίας και από στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους.
Ας ξεκινήσουμε με τα στατιστικά της φτώχειας. Την τετραετία 2008-2012, το ποσοστό του πληθυσμού που βρισκόταν σε «κίνδυνο φτώχειας» κινήθηκε ως εξής: 20,1% (2008), 19,7% (2009), 20,1% (2010), 21,4% (2011) και 23,1% (2012). Σε «κίνδυνο φτώχειας» βρίσκονται εκείνοι που ζουν σε νοικοκυριά των οποίων το συνολικό ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα είναι μικρότερο από το 60% του εθνικού διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος. Αυτή η μακροσκελής ακολουθία επιθετικών προσδιορισμών είναι το εισόδημα που χωρίζει το σύνολο των εισοδημάτων της χώρας σε δύο ίσα μέρη. Με τον όρο ισοδύναμο ορίζεται το πηλίκο της διαίρεσης του συνολικού εισοδήματος του νοικοκυριού με το ισοδύναμο μεγεθός του και ουσιαστικά μετράει επίπεδο διαβίωσης και όχι χρηματική απολαβή. Με λίγα λόγια, το εισόδημα διαιρείται με κάποιους συντελεστές που έχει ορίσει ο ΟΟΣΑ για τα μέλη του νοικοκυριού (π.χ. 1 για τον πρώτο ενήλικα, 0,5 για το δεύτερο και 0,3 για παιδια κάτω των 13 ετών). Το παραπάνω (το 60%) λέγεται και «κατώφλι φτώχειας» και για το 2012 ήταν 5.708 ευρώ ανά άτομο και 11.986 ευρώ για νοικοκυριό που αποτελείται από δύο ενήλικες και δύο παιδιά (μικρότερα των 14 ετών).
Κοντολογίς, σε «κίνδυνο φτώχειας» βρίσκονταν 2.535.700 άτομα ή 914.873 νοικοκυριά. Αν προσθέσουμε και τον «κοινωνικό αποκλεισμό», που ορίζεται ως η στέρηση τεσσάρων από εννιά συγκεκριμένες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών, και την ανεργία που τσακίζει τα μέλη του νοικοκυριού, λαμβάνουμε τα εξής ποσοστά : 28,1% (2008), 27,6% (2009), 27,7% (2010), 31,0% (2011) και 34,6% (2012).
Αξιοσημείωτος είναι επίσης ο «κίνδυνος φτώχειας» πριν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα), ο οποίος για το 2012 ανέρχεται στο 49,8% . Για το 2013, από στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής η σχετική φτώχεια (υπολογισμένη με τον τρόπο που αναφέραμε παραπάνω) εκτιμάται στο 22%, με κατώφλι φτώχειας τα 432 ευρώ για ένα άτομο και 908 ευρώ για μια τετραμελή οικογένεια. Αν υπολογίσουμε τη φτώχεια χωρίς το βάρος του πληθωρισμού (σε τιμές 2009), η εκτίμηση για το 2013 αγγίζει το 44%.
Εξετάζοντας την κατάσταση των νοικοκυριών από τη μεριά των δαπανών τους, για την τετραετία 2009-2013 έχουμε σε σταθερές τιμές μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης της τάξης του 31,5%. Από 2065,18 σε 1509,39 ευρώ. Την ίδια περίοδο, έχουμε καθ’ όλη τη διάρκειά της το μεγαλύτερο ποσοστό της δαπάνης προσανατολισμένο στα είδη διατροφής: από 17,3% το 2009 σε 20,4% το 2013. Οι περικοπές δαπανών που έχουν γίνει από τα νοικοκυριά αυτή την τετραετία ξεκινούν από 13,8% στα είδη διατροφής, φτάνουν στο 39,5% στα λεγόμενα διαρκή αγαθά και εκτινάσσονται στο 46,3% στα είδη ένδυσης και υπόδησης. Σε χειρότερη κατάσταση βρίσκονται οι συνταξιούχοι και οι άνεργοι, οι οποίοι συρρικνώνουν τις δαπάνες τους στο 45,5% και στο 82,1% της μέσης μηνιαίας δαπάνης, αντίστοιχα.
Aπό την ίδια έρευνα προκύπτουν και ορισμένα στοιχεία για την κοινωνική ανισότητα. Για παράδειγμα, το μερίδιο της μέσης δαπάνης του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι κατά 5,7% μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του φτωχότερου 20%, με τα φτωχά νοικοκυριά να δαπανούν το 33,6% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής, ενώ αυτό το ποσοστό στα µη φτωχά είναι 18,8%.
Τέλος, στη γλώσσα των αριθμών μπορεί να μεταφραστεί και η τεράστια «επιτυχία» του ΕΦΚ στο πετρέλαιο, αφού στο διάστημα 2012-2013 παρατηρείται μείωση στη χρήση κεντρικής θέρμανσης σε ποσοστό 31,3% (από 2.317.127 νοικοκυριά σε 1.592.385). Aξίζει επίσης να συμπληρωθεί ότι πληθυσμιακές ομάδες που είναι κατά τεκμήριο φτωχές, όπως Ρομά, άστεγοι, μετανάστες χωρίς άδεια παραμονής, άτομα σε ιδρύματα, δεν περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη έρευνα.
Συνοψίζοντας, παρατηρούμε ότι μηνιαία για το 2013 το κατώφλι της φτώχειας από τη μεριά του εισοδήματος διαμορφώνεται (πιθανότατα) στα 432 ευρώ για ένα άτομο, ενώ από τη μεριά των δαπανών στα 437,9 (αν λάβουμε υπόψη τις δαπάνες μόνο από τις πραγματοποιημένες αγορές και όχι και τις τεκμαρτές). Γίνεται εύκολα κατανοητό, ότι οι αριθμοί αυτοί περιγράφουν μια απειλή για ολόκληρο το λαό, αφού ακόμα και όσοι εργάζονται ή «εργάζονται» (παίρνοντας 2.500 ευρώ το πεντάμηνο σε κάποιο πρόγραμμα του ΟΑΕΔ) «φλερτάρουν» καθημερινά με τη φτώχεια (όπως ορίζεται επίσημα). Βλέπουμε επίσης καθαρά τις κινήσεις των μεγεθών αυτών μέσα στα δεδομένα χρονικά διαστήματα και έχουμε μπροστά μας την πλήρη εικόνα που δημιούργησαν τα αποτελέσματα των πολιτικών που ακολουθούνται. Παρατηρούμε ότι ένας στους τρείς ήδη κινδυνεύει να περάσει το «κατώφλι της φτώχειας» ή να «αποκλειστεί κοινωνικά», καθώς και πόσο μεγάλη σημασία έχει αποκτήσει η ικανοποίηση βασικών αναγκών, όπως η διατροφή.
Με απλά λόγια, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού έχει επιδοθεί σε ένα ανελέητο κυνήγι επιβίωσης μέσα στη σαπίλα του καπιταλισμού και η κινεζοποίηση καλά κρατεί και θα συνεχίσει, όσο αφήνουμε το σύστημα αυτό να ξεσπά πάνω μας με την μεγαλύτερη δυνατή βία: τη φτώχεια.