«Χθες είχαμε ένα γεγονός βαρύνουσας πολιτικής σημασίας. Είδε το φως της δημοσιότητας η έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την ελληνική οικονομία. Εκθεση που αποτελεί μια μεγάλη δικαίωση για την ελληνική κυβέρνηση, καθώς επιβεβαιώνει το αυτονόητο, ότι δηλαδή το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Ο μόνος τρόπος, λένε οι ίδιοι, για να καταστεί βιώσιμο το χρέος και να ανοίξει ο δρόμος στην ανάκαμψη, είναι να κουρευτεί κατά 30% και να δοθεί 20ετής περίοδος χάριτος». Αυτά δήλωσε, μεταξύ άλλων, ο Α. Τσίπρας, στο διάγγελμά του στις 3 Ιούλη.
Η δικαίωση (μεγάλη μάλιστα) της «πρώτη φορά Αριστεράς» ήρθε από τα γεράκια του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου! Φαίνεται απίστευτο, αλλά το είπε ο ίδιος ο πρωθυπουργός κι εμείς καλούμαστε να το πιστέψουμε. Τα πράγματα, βέβαια, έκτοτε άλλαξαν. Στην έκτακτη σύνοδο κορυφής των ηγετών των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, που έγινε την περασμένη Τρίτη στις Βρυξέλλες, το ζήτημα του χρέους δεν απασχόλησε τους ιμπεριαλιστές ηγέτες του γερμανογαλλικού άξονα, οι οποίοι εμφανίστηκαν και πάλι με κοινή γραμμή, την οποία διαμόρφωσαν σε συνάντησή τους στο Παρίσι την προηγούμενη μέρα. Οπως είπε η Α. Μέρκελ, το χρέος θα συζητηθεί αργότερα, αφού προηγουμένως η ελληνική κυβέρνηση ανταποκριθεί θετικά (με πλήρη υποταγή δηλαδή) στο τελεσίγραφο που της επιδόθηκε: πρώτα θα κλείσετε το προηγούμενο Μνημόνιο, θα προσθέσετε ένα πακέτο επιπλέον μέτρων, θα μπείτε σ’ ένα νέο πολυετές τρίτο «πρόγραμμα», που θα συνοδεύεται από το Μνημόνιο-3, και μετά θα δούμε και το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους, όπως προβλέπεται και από την απόφαση που πήρε το Eurogroup το Νοέμβρη του 2012.
Και ο Α. Τσίπρας, στη δική του δήλωση, παρέλειψε να αναφέρει οτιδήποτε για τη «μεγάλη δικαίωση» των θέσεων της κυβέρνησής του για το χρέος από το ΔΝΤ. Επανέλαβε με δικά του λόγια ό,τι είχε αποφασιστεί, φροντίζοντας να αποφορτίσει όσα είχαν πει προηγουμένως ο Γιούνκερ, ο Τουσκ, η Μέρκελ, ο Ολάντ, ο Ρέντσι. Το τελεσίγραφο (που δεν το χαρακτήρισε έτσι, βέβαια) «περιλαμβάνει ως αντάλλαγμα τη δέσμευση για επαρκή κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας στο μεσοπρόθεσμο διάστημα, ένα ισχυρό επενδυτικό πακέτο, πακέτο επενδύσεων, για να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα προβλήματα κυρίως της ανεργίας, καθώς και έναρξη ουσιαστικής συζήτησης για την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους».
Μνημόνιο-3 με αντάλλαγμα και την «έναρξη ουσιαστικής συζήτησης για την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους», θα είναι το μότο της κυβερνητικής προπαγάνδας τις επόμενες ώρες και μέρες. Κι επειδή αυτή η προπαγάνδα εμπνέεται στο σχεδιασμό και τη διεκπεραίωσή της από τους Μουσολίνι και Γκέμπελς, είναι σίγουρο ότι θα χρησιμοποιήσει και την έκθεση του ΔΝΤ. Γι’ αυτό και αξίζει ν’ ασχοληθούμε λίγο με αυτή την έκθεση του ΔΝΤ, ανατρέχοντας φυσικά στην ίδια, όπως δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του διεθνούς ιμπεριαλιστικού οργανισμού (https://www.imf.org/external/pubs/cat/longres.aspx?sk=43044.0), και όχι καταπίνοντας αμάσητα τα ασύστολα ψεύδη και τις μισές αλήθειες του Τσίπρα και του προπαγανδιστικού επιτελείου του μεγάρου Μαξίμου.
Δε φταίνε τα Μνημόνια!
Θα ξεκινήσουμε με τις διαπιστώσεις του ΔΝΤ που αναφέρονται στην εισαγωγή της έκθεσης. Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι η μη βιωσιμότητα του χρέους δεν οφείλεται στα αυστηρά μέτρα που τέθηκαν με τα Μνημόνια, αλλά στη μη πιστή εφαρμογή τους! Το ΔΝΤ θεωρεί ότι ήταν η μη συνεπής εφαρμογή αυτών των μέτρων που οδήγησε στην αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού κράτους και κατ’ επέκταση στην επιβάρυνση του ήδη υπέρογκου δημόσιου χρέους!
Σύμφωνα με την έκθεση, μέχρι το τέλος του περσινού καλοκαιριού φαινόταν ότι δε θα χρειαζόταν παραπέρα ελάφρυνση του χρέους, αν τηρούνταν τα Μνημόνια όπως συμφωνήθηκαν. «Ομως οι σημαντικές αλλαγές στις πολιτικές από τότε –αν μη τι άλλο, τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα και μία αδύναμη προσπάθεια μεταρρυθμίσεων που θα επιβαρύνει την ανάπτυξη και τις ιδιωτικοποιήσεις– οδηγούν σε σημαντικές νέες χρηματοδοτικές ανάγκες. Επιβαρύνοντας το πολύ υψηλό υπάρχον χρέος, αυτές οι νέες χρηματοδοτικές ανάγκες κάνουν τη δυναμική του χρέους ασταθή».
Το ΔΝΤ δικαιώνει τον εαυτό του και τους υπόλοιπους ιμπεριαλιστές δανειστές (ΕΕ και ΕΚΤ): αν είχαν τηρηθεί τα Μνημόνια, το χρέος θα ήταν βιώσιμο, όπως το είχαμε σχεδιάσει. Ο Τσίπρας θεωρεί ότι δικαιώνονται και οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και της συγκυβέρνησης! Ο καθένας μπορεί να συναγάγει τα συμπεράσματά του. Ο δικός μας σχολιασμός καθίσταται περιττός.
Το «κούρεμα» δεν είναι μονόδρομος
Η ερμηνεία του Τσίπρα, ότι το ΔΝΤ υποστηρίζει πως το «κούρεμα» του χρέους είναι μονόδρομος, είναι ένα παραμύθι για να ενισχύσει τις αυταπάτες των οπαδών του πως ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί σαν το ΔΝΤ μπορούν να αποτελέσουν «συμμάχους» στον αγώνα για τη λύτρωση από το χρέος. Δεν έχουν, όμως, καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Ιδού τι λέει το ίδιο το ΔΝΤ: «Για να εξασφαλιστεί ότι το χρέος είναι σταθερό με μεγάλη πιθανότητα, οι ελληνικές πολιτικές θα πρέπει να επανέλθουν σε τροχιά, αλλά επίσης, κατ’ ελάχιστον, οι λήξεις των υπαρχόντων ευρωπαϊκών δανείων θα πρέπει να επιμηκυνθούν σημαντικά, ενώ ένα νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο για να ικανοποιηθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες τα επόμενα χρόνια θα απαιτηθεί να δοθεί με παρόμοιους προνομιακούς όρους».
Η πρόταση του ΔΝΤ, λοιπόν, έχει τρία σκέλη: εμμονή στις σκληρές μνημονιακές πολιτικές, όπως είχαν σχεδιαστεί, επιμήκυνση της αποπληρωμής των δανείων που ήδη «τρέχουν» και νέο δάνειο για τα επόμενα χρόνια. Για να μη μείνει, δε, η παραμικρή αμφιβολία ότι θα απαιτηθεί εμβάθυνση των μνημονιακών πολιτικών, το ΔΝΤ δεν μένει στη γενική κατεύθυνση, αλλά την εξειδικεύει: «Ομως, αν το πακέτο των υπό εξέταση μεταρρυθμίσεων αδυνατίσει περισσότερο –ειδικά μέσω μιας περαιτέρω μείωσης των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα, είτε με πιο αδύναμες δομικές μεταρρυθμίσεις– το κούρεμα του χρέους θα γίνει αναγκαίο».
Συνεπώς, το «κούρεμα» δεν είναι μονόδρομος. Θα απαιτηθεί αν αδυνατίσουν οι μνημονιακές πολιτικές (σφιχτή δημοσιονομική πολιτική, δραστικές μειώσεις στις κρατικές δαπάνες και αύξηση της φορολογίας, συν αντεργατικές-αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις) και δεν πιαστούν οι στόχοι για πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν τεθεί. Το ΔΝΤ δεν έρχεται να αβαντάρει το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για απομείωση του χρέους (το οποίο έτσι κι αλλιώς αποσύρθηκε την επομένη του σχηματισμού της συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου), αλλά έρχεται να προειδοποιήσει τους υπόλοιπους δανειστές: αν κάνετε πίσω στην εφαρμογή και εμβάθυνση των μνημονιακών πολιτικών, θα χρειαστεί «κούρεμα» του χρέους, κι αυτό δεν το θέλετε. Το ΔΝΤ ενεργεί ως σύμβουλος της ΕΕ και της ΕΚΤ, γιατί για τα δικά του δάνεια δεν ανησυχεί: εξαιρούνται από το κούρεμα όπως εξαιρέθηκαν και το 2012.
Ας μας απαντήσουν, λοιπόν, οι εραστές του ΔΝΤ και της έκθεσής του: σε μια χώρα χωρίς βιομηχανία, χωρίς υποδομές και με ισχυρή ιμπεριαλιστική εξάρτηση, σε συνθήκες αναιμικής και εξαιρετικά ασταθούς παγκόσμιας ανάκαμψης, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να μετατραπεί σε νέα οικονομική κατρακύλα, μπορούν να επιτευχθούν τα σχεδιασμένα «πρωτογενή πλεονάσματα» με άλλο τρόπο πέραν του βαθέματος των μνημονιακών πολιτικών; Οι ευρωπαίοι δανειστές έδωσαν ήδη την απάντησή τους με το τελεσίγραφο της 7ης Ιούλη, συμφωνώντας απόλυτα με τις υποδείξεις-προειδοποιήσεις του ΔΝΤ (γι’ αυτό, άλλωστε, επιμένουν ότι το ΔΝΤ θα συνεχίσει να εμπλέκεται και στο τρίτο ελληνικό «πρόγραμμα»).
Απαραίτητα τα σκληρά μέτρα
Επομένως, μονόδρομος είναι μόνο τα μέτρα που σύμφωνα με το ΔΝΤ πρέπει να παρθούν για να επανέλθει η οικονομία «σε τροχιά». Αυτό υποστηρίζει ο διευθυντής του Τμήματος Ερευνών του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ, σε ανάρτησή του στο blog του ΔΝΤ στις 14/6/15 (https://blog-imfdirect.imf.org/2015/06/14/greece-a-credible-deal-will-require-difficult-decisions-by-all-sides/). Οι διαπιστώσεις του Μπλανσάρ παρουσιάζονται ως «ο καλύτερος τρόπος για να βοηθηθεί η Ελλάδα», στην απάντηση που δίνει το ΔΝΤ στην πρώτη από εννιά ερωτήσεις που ανήρτησε στην επίσημη ιστοσελίδα του την 1η Ιούλη, υπό τον τεχνοκρατικό (αλλά εύγλωττο) τίτλο: «Εννιά ερωτήσεις κλειδιά για την Ελλάδα» (https://www.imf.org/external/country/grc/greecefaq.htm).
Λέει ο Μπλανσάρ: «Σε αυτό το τοπίο, πόσο θα μπορούσαν να μειωθούν οι στόχοι για πρωτογενή πλεονάσματα; Ενας χαμηλότερος στόχος οδηγεί σε μία λιγότερο επίπονη δημοσιονομική και οικονομική προσαρμογή για την Ελλάδα. Ομως οδηγεί επίσης σε ανάγκη για περισσότερη εξωτερική οικονομική χρηματοδότηση και δέσμευση σε μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους από την πλευρά των ευρωπαϊκών χωρών-πιστωτών. Καθώς υπάρχει ένα όριο σε αυτά που μπορεί να κάνει η Ελλάδα, υπάρχει όριο στο ποσό της χρηματοδότησης και ελάφρυνσης του χρέους που είναι πρόθυμοι οι δανειστές ρεαλιστικά να δώσουν, δεδομένου ότι πρέπει να λάβουν υπόψη τους τους δικούς τους φορολογούμενους».
Η «δυσκολία» των δανειστών είναι να βρουν το «σημείο αντοχής» του δανειζόμενου, που ορίζει το ύψος των τοκοχρεολυσίων που θα αντλούν κάθε χρόνο. Η δυσκολία της άλλης πλευράς (της Ελλάδας δηλαδή) είναι πόσο θα στύψει το ήδη εξουθενωμένο εργατικό της δυναμικό για να το μετατρέψει σε σίγουρη πηγή εσόδων για το χρηματιστικό κεφάλαιο που κρύβεται πίσω από τον μύθο της υπεράσπισης των «δικών του φορολογούμενων».
Θα «λυτρωθούμε» από το δημόσιο χρέος;
Για να τελειώνουμε με τη «μεγάλη δικαίωση» από το ΔΝΤ, σημειώνουμε ότι σύμφωνα με την έκθεση, ακόμη και με «κούρεμα», με χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα (της τάξης του 2.5%), με νέα δάνεια με σταθερά επιτόκια και με διπλασιασμό του χρόνου λήξης των ευρωπαϊκών δανείων (εκτός αυτών που δόθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών), οι στόχοι για το χρέος που τέθηκαν το Νοέμβρη του 2012 (124% του ΑΕΠ το 2020 και 110% του ΑΕΠ το 2022) δεν πρόκειται να πιαστούν! Η δε μείωση του χρέους σε ποσοστό κάτω από το 100% του ΑΕΠ, που προβλεπόταν για το 2025, μεταφέρεται στο 2031, με αυστηρή εφαρμογή ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 2.5% του ΑΕΠ και υποθέτοντας ότι η ετήσια αύξηση του ΑΕΠ δε θα είναι μικρότερη του 1%.
Στον Πίνακα 8 της έκθεσης του ΔΝΤ (φωτογραφία) αποτυπώνονται οι προοπτικές του χρέους σύμφωνα με το «αισιόδοξο» από τα σενάρια που επεξεργάστηκαν οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ.
GG Debt: General Government Debt (χρέος γενικής κυβέρνησης). Με κόκκινη διακεκομμένη γραμμή αποτυπώνεται η εκτίμηση για την πορεία του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ μέχρι το 2064, με «κούρεμα», διπλασιασμό του χρόνου λήξης των ευρωπαϊκών δανείων (εκτός αυτών που διατέθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών), αλλά και νέα δάνεια με σταθερά επιτόκια (που σημαίνει νέα Μνημόνια), με πρωτογενή πλεονάσματα 2.5% του ΑΕΠ και ανάπτυξη όχι κάτω του 1%. Με μπλε συνεχή γραμμή αποτυπώνεται η μέχρι τώρα εκτίμηση της πορείας του χρέους στο πλαίσιο της πέμπτης αξιολόγησης.
GFN: Government Financial Needs (χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης). Οι χρηματοδοτικές ανάγκες για την εξυπηρέτηση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, μέχρι το 2064. Η μείωση των χρηματοδοτικών αναγκών, μετά το κούρεμα και με όλους τους υπόλοιπους όρους του σεναρίου, θα αυξηθούν μετά από μία εικοσαετία στα επίπεδα που προβλέπονταν με την πέμπτη αξιολόγηση, λόγω των χαμηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και της αναιμικής ανάπτυξης, όπως επισημαίνεται.
Για ποια λύτρωση από το χρέος γίνεται λόγος, λοιπόν; Πρόκειται για ένα ακόμη ψεύδος των πολιτικών απατεώνων του ΣΥΡΙΖΑ. Το χρέος θα παραμείνει σε εφιαλτικά επίπεδα για πολλές δεκαετίες ακόμη (σύμφωνα και με τα πιο αισιόδοξα σενάρια) και θα χρησιμοποιείται από τη μια σαν μηχανή απομύζησης μεγάλου μέρους των αξιών που παράγει ο ελληνικός λαός και από την άλλη σαν εργαλείο για τη διατήρηση και το βάθεμα της κινεζοποίησης του ελληνικού λαού.
Θα πληρώνουν και τα εγγόνια μας!
Στα 52 δισ. ευρώ περίπου υπολογίζει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού κράτους το ΔΝΤ για την ερχόμενη τριετία (από Οκτ. 2015 μέχρι τέλη 2018), πράγμα που θα οδηγήσει στην ανάγκη πρόσθετου δανείου της τάξης των 36 δισ. ευρώ. Η υστέρηση των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις (μόλις 3 δισ. ευρώ μέσα σε πέντε χρόνια), τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από τους στόχους που είχαν τεθεί, η χαμηλότερη ανάπτυξη, οι ανεξόφλητες κρατικές οφειλές και το πολύ χαμηλό αποθεματικό του κράτους στις τράπεζες (μόλις 1 δισ. ευρώ το Μάη του 2015, έναντι τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ που ήταν ο στόχος, ενώ το κράτος κατανάλωσε ακόμη και 0.7 δισ. ευρώ από τη συμμετοχή του στο κεφάλαιο του ΔΝΤ, προκειμένου να πληρώσει τη δόση του περασμένου Μάη), είναι οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την εκτίναξη των χρηματοδοτικών αναγκών, σύμφωνα με την έκθεση.
Τι θα έπρεπε να γίνει για να αποφευχθεί αυτό; Κατά το ΔΝΤ, θα έπρεπε να εφαρμοστεί αυστηρά το Μνημόνιο («πρόγραμμα» είναι ο όρος που χρησιμοποιούν), προκειμένου να επιτυγχάνονται πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 4% του ΑΕΠ και ανάπτυξη της τάξης του 2%! Οι στόχοι αυτοί αποδείχτηκαν ανέφικτοι καθώς, παρά το στραγγάλισμα του ελληνικού λαού τα πρωτογενή πλεονάσματα της γενικής κυβέρνησης δεν ξεπέρασαν ποτέ το 1% του ΑΕΠ! Το 2013 το περιβόητο «πρωτογενές πλεόνασμα» έφτασε το 0.8% και το 2014 το 0.4%, παρά τις άγριες περικοπές δαπανών του κράτους στο εσωτερικό. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, πρωτογενές πλεόνασμα 4% του ΑΕΠ σημαίνει κονδύλια της τάξης των 7.2 δισ. ευρώ (με ΑΕΠ γύρω στα 179 δισ. ευρώ περίπου, όσο εκτιμάται η ονομαστική του τιμή για το 2014 από την ΕΛΣΤΑΤ), όταν το 2013 ήταν 1.5 δισ. ευρώ, δηλαδή το ένα πέμπτο!
Η εφαρμογή του Μνημονίου θα οδηγούσε, σύμφωνα με το ΔΝΤ, σε μια «επιτρεπτή» εξυπηρέτηση του χρέους σε ετήσιο ποσοστό ίσο με το 15% του ΑΕΠ μέχρι το 2045! Δηλαδή, κάθε χρόνο να δίνονται σε τοκοχρεολύσια ποσά της τάξης των 27 δισ. ευρώ περίπου σε σημερινές τιμές!
Νέα δάνεια στη θέση των παλιών
Υπάρχει λύση; Φυσικά και υπάρχει: ένα νέο δάνειο στα πρότυπα των παλιών! Το ΔΝΤ θεωρεί απίθανο η Ελλάδα να κατορθώσει να καλύψει το χρηματοδοτικό της κενό από τις αγορές με όρους συμβατούς με τη βιωσιμότητα του χρέους, χωρίς νέο δάνειο «τουλάχιστον 36 δισ. ευρώ με προνομιακούς όρους (δάνεια υψηλής εξασφάλισης, ΑΑΑ, μεγάλη χρονική περίοδος αποπληρωμής και περίοδος χάριτος), ώστε να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες μέχρι τα τέλη του 2018, στο πλαίσιο ενός τρίτου ευρωπαϊκού προγράμματος».
Δεν πρέπει να υπάρχουν μεγάλες προσδοκίες, όμως. Γιατί ούτε με αυτό το δάνειο θα μπορέσει να μειωθεί ουσιαστικά το φορτίο του χρέους. Οπως επισημαίνει η έκθεση, το χρέος θα παραμείνει πολύ υψηλό για δεκαετίες και ιδιαίτερα ασταθές σε κλονισμούς που τυχόν θα υπάρξουν! Ακόμη και με την υπόθεση της λήψης νέου δανείου ύψους 36 δισ. ευρώ την προσεχή τριετία, όμως, το χρέος θα εξακολουθήσει να βρίσκεται στο επίπεδο του 150% του ΑΕΠ το 2020 και κοντά στο 140% του ΑΕΠ το 2022. Δηλαδή, πολύ πάνω από τους στόχους που τέθηκαν το Νοέμβρη του 2012, που ήταν 124% του ΑΕΠ το 2020 και 110% του ΑΕΠ το 2022! Για να πιαστούν οι στόχοι του 2022 θα απαιτούνταν ένα κούρεμα της τάξης του 30%. Χωρίς κούρεμα, για να πέσει το χρέος κάτω από το 100% του ΑΕΠ θα πρέπει να περάσουν άλλα 25 χρόνια από σήμερα (μετά το 2040), ακόμα και αν ληφθεί το δάνειο των 36 δισ. ευρώ την ερχόμενη τριετία!
Προσέξτε όμως. Ακόμη κι αυτά τα ποσοστά είναι αισιόδοξα, αφού προϋποθέτουν μέση ετήσια ανάπτυξη 1.5%, πρωτογενή πλεονάσματα 3.5% του ΑΕΠ και ετήσια έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις 0.5 δισ. ευρώ! Οποιαδήποτε απόκλιση από τα παραπάνω θα εκτινάξει το χρέος σε ακόμη πιο δυσθεώρητα ύψη προειδοποιεί το ΔΝΤ. Δηλαδή, κάθε χρόνο θα πρέπει τα πλεονάσματα να είναι της τάξης των 6.3 δισ. ευρώ (με ΑΕΠ 179 δισ. ευρώ) σε σημερινές τιμές! Από πού θα βγουν αυτά τα πλεονάσματα, αν όχι από το στραγγαλισμό του ελληνικού λαού μέσω της άγριας φορολογίας και των περικοπών των όποιων κοινωνικών δαπανών έχουν απομείνει;
Αδηφάγο τέρας
Γι’ αυτό το λόγο το ΔΝΤ εξετάζει διάφορες εναλλακτικές «λύσεις», με πρώτη την επέκταση της περιόδου χάριτος στα 20 χρόνια και της περιόδου λήξης στα 40 χρόνια για τα δάνεια από την ΕΕ (εκτός από αυτά που χρησιμοποιήθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, που έχουν ήδη μεγάλη περίοδο χάριτος) και νέα δάνεια για να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες για την αποπληρωμή του χρέους. Και σ’ αυτή την περίπτωση οι στόχοι που τέθηκαν το Νοέμβρη του 2012 δε θα επιτευχθούν. Οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες για την περίοδο 2015-2045 θα είναι της τάξης του 10% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, αλλά το χρέος θα πέσει κάτω από το 100% του ΑΕΠ σε είκοσι χρόνια… θεού θέλοντος!
Κι αυτές οι υποθέσεις, όμως, μπορούν να γίνουν πραγματικότητα μόνο με την προϋπόθεση ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 3.5% του ΑΕΠ και ετήσιας ανάπτυξης 1.5% του ΑΕΠ. Τι θα γίνει αν η ανάπτυξη δε βγει όπως τη θέλει το ΔΝΤ; Αν η αύξηση του ΑΕΠ είναι 1% αντί 1.5%, τότε οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού κράτους για την αποπληρωμή του χρέους θα ανέβουν στο 11.5% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο και το χρέος θα πέσει κάτω από το 100% του ΑΕΠ μετά το 2040! Αν η ανάπτυξη διατηρηθεί στο 1.5% του ΑΕΠ, αλλά τα πρωτογενή πλεονάσματα πέσουν στο 3% του ΑΕΠ, τότε το χρέος θα πέσει κάτω του 100% του ΑΕΠ μετά το 2050 και θα χρειαστούν και άλλα δάνεια (και άλλα Μνημόνια φυσικά) για να μην ξεπεράσουν το 15% του ΑΕΠ οι χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους για την εξυπηρέτηση του χρέους.
Αν τα πρωτογενή πλεονάσματα μειωθούν στο 2.5% του ΑΕΠ και η ανάπτυξη είναι στο 1% του ΑΕΠ, τότε το χρέος δεν αναμένεται να μειωθεί ποτέ κάτω του 120% του ΑΕΠ και το 2064 θα βρίσκεται στο επίπεδο του 140% του ΑΕΠ, όπως φαίνεται από το σενάριο Νο. 7 της έκθεσης (φωτογραφία)! Δηλαδή, τα… εγγόνια μας θα βρίσκονται στην ίδια κατάσταση που βρισκόμαστε εμείς σήμερα!
Στον Πίνακα 7 της έκθεσης του ΔΝΤ βλέπουμε αριστερά το Χρέος της Γενικής Κυβέρνησης (GG Debt: General Government Debt): Με διακεκομμένη γραμμή αποτυπώνεται η εκτίμηση για την πορεία του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ μέχρι το 2064 χωρίς «κούρεμα», αλλά με διπλασιασμό του χρόνου λήξης των ευρωπαϊκών δανείων (πλην αυτών που διατέθηκαν στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών), και με λήψη νέων δανείων με σταθερά επιτόκια, υπό τον όρο πρωτογενών πλεονασμάτων 2.5% και ανάπτυξης όχι κάτω του 1% του ΑΕΠ. Με συνεχή γραμμή αποτυπώνεται η μέχρι τώρα εκτίμηση της πορείας του χρέους στο πλαίσιο της πέμπτης αξιολόγησης.
Δεξιά βλέπουμε τις χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης (GFN: Government Financial Needs) για την εξυπηρέτηση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, μέχρι το 2064: η κόκκινη διακεκομμένη γραμμή αποτυπώνει την πορεία των χρηματοδοτικών αναγκών, που αρχικά μειώνονται, χάρη στις ρυθμίσεις που προβλέπει το σενάριο, και μετά από μια δεκαπενταετία εκτινάσσονται πολύ πάνω από τα επίπεδα που προβλέπονταν με την πέμπτη αξιολόγηση (γαλάζια συμπαγής γραμμή).
Σ’ αυτήν την περίπτωση, θα απαιτηθεί οπωσδήποτε ένα ακόμη «κούρεμα» 50 δισ. ευρώ τουλάχιστον (δηλαδή ίσο περίπου με το 30% του ΑΕΠ), εκτός από τα πρόσθετα δάνεια και την επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής. Το «κούρεμα» το έχουμε ήδη σχολιάσει παραπάνω, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι απορρίπτεται από τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, διότι δεν προβλέπεται στις Συνθήκες. Εκείνο που πρέπει να τονιστεί είναι πως η «βιωσιμότητα» του χρέους, ακόμη και με «κούρεμα» και με όλες τις «διευκολύνσεις» που προϋποθέτει το σενάριο του ΔΝΤ (διπλασιασμός χρόνου λήξης των ευρωπαϊκών δανείων και νέα δάνεια με σταθερά επιτόκια -που θα συνοδεύονται από νέα Μνημόνια, φυσικά-), έχει ως βασική προϋπόθεση να μην πέσει το πρωτογενές πλεόνασμα κάτω από το 2.5% (δηλαδή, τριπλάσιο από αυτό του 2013 και εξαπλάσιο από αυτό του 2014) και το ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 1% το χρόνο. Η λιτότητα θα συνεχιστεί και στην υποθετική περίπτωση ενός «κουρέματος» του χρέους.
Συγκοινωνούντα δοχεία
Ενα «επιχείρημα» της σημερινής κυβέρνησης ήταν η διεκδίκηση χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων. Αντί του δυσβάστακτου (και πρακτικά ανέφικτου) 4% που είχε καθοριστεί το 2012, οι δανειστές δέχτηκαν χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα και αυτό παρουσιάστηκε σα «νίκη» της κυβερνητικής διαπραγμάτευσης (πριν φτάσει στην υποτιθέμενη «σύγκρουση» και τις συνεχείς κυβερνητικές κωλοτούμπες).
Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα (τα πλεονάσματα δηλαδή των κρατικών εσόδων έναντι των δαπανών, χωρίς στις δαπάνες να περιλαμβάνονται οι τόκοι) οδηγούν σε αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών (πρόκειται για το περιβόητο «δημοσιονομικό κενό), και όταν σ’ αυτές τις αυξημένες χρηματοδοτικές ανάγκες προστεθεί και το δεδομένο ποσό των ετήσιων χρεολυσίων, οδηγούμαστε σε διόγκωση του χρηματοδοτικού κενού και στην ανάγκη για περισσότερο νέο δανεισμό προκειμένου να καλυφθεί αυτό το κενό.
Αυτό το συμπέρασμα, που τόσες φορές το έχουμε επισημάνει από τις στήλες της «Κ», προκύπτει αβίαστα και από την έκθεση του ΔΝΤ, που δείχνει με ανάγλυφο τρόπο ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα και το χρηματοδοτικό κενό είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Οσο μειώνεται το ένα τόσο αυξάνεται το άλλο. Ετσι, στην έκθεση διαβάζουμε: «Η προτεινόμενη μείωση στους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα από 3% του ΑΕΠ το 2015 και 4.5% του ΑΕΠ από το 2016 και μετά, σε 1% του ΑΕΠ το 2015, 2% το 2016, 3% το 2017 και 3.5% από το 2018 και μετά, θα προσθέσει σωρευτικά περίπου 7% του ΑΕΠ στις χρηματοδοτικές ανάγκες το διάστημα 2015-18. Τα επόμενα τρία χρόνια, οι ανάγκες θα είναι αυξημένες κατά 13 δισ. ευρώ λόγω αυτού του παράγοντα, σε σχέση με την τελευταία επιθεώρηση».
Μ’ άλλα λόγια, η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων οδηγεί στην αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών κατά 7% του ΑΕΠ την ερχόμενη τριετία και όχι σε ανάπτυξη, όπως ψευδώς ισχυρίζεται η προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ. Κι επειδή οι ιμπεριαλιστές δανειστές δεν έχουν κανένα σκοπό να καλύπτουν και το δημοσιονομικό κενό με νέα δάνεια (το πολύ να καλύψουν με νέα δάνεια μόνο τα χρεολύσια) είναι δεδομένο ότι θα υπάρχει συνεχής πίεση για νέα αντιλαϊκά μέτρα. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα δηλαδή.
Υπάρχει λύση;
Πριν από ενάμιση αιώνα ο θεωρητικός του κομμουνισμού Καρλ Μαρξ είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το κρατικό χρέος είναι ένα εργαλείο για την εξασφάλιση σίγουρων κερδών από το κεφάλαιο. Στην περίπτωση του ελληνικού κρατικού χρέους, η διαχείριση του οποίου γίνεται τα τελευταία χρόνια υπό συνθήκες κρίσης, η ανάλυση του Μαρξ δέχεται μια ακόμη επιβεβαίωση. Δεν υπάρχει άλλη λύση εκτός από την πλήρη διαγραφή του χρέους. Το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται να επιβεβαιώσει ένα άλλο συμπέρασμα. Οι αστικές κυβερνήσεις είτε δε θέλουν να προχωρήσουν σε διαγραφή του χρέους είτε, όταν εκφράζουν κάποια τέτοια πρόθεση, έστω και μέσα σε περιορισμένο πλαίσιο διαγραφής, αποτυγχάνουν πλήρως, διότι ο συσχετισμός δύναμης στη διεθνή καπιταλιστική σκηνή είναι πάντοτε εξαιρετικά δυσμενής για μια υπερδανεισμένη και εξαρτημένη καπιταλιστική χώρα. Στο τέλος, η αστική κυβέρνηση που τόλμησε κάποια στιγμή να ψελλίσει κάτι για απομείωση του χρέους εξαναγκάζεται σε έναν εξευτελιστικό συμβιβασμό. Και τότε, ξεφτίζουν και τα λαμπερά… αριστερά χρώματα με τα οποία έχει ντυθεί αυτή η κυβέρνηση.
Το χρέος πρέπει να διαγραφεί στην ολότητά του, για ν’ ανασάνει ο ελληνικός λαός. Αυτό μπορεί να το κάνει μόνο μια νικηφόρα προλεταριακή επανάσταση, όπως το έκανε η Ρωσική Επανάσταση του 1917. Οι μπολσεβίκοι το είπαν και το έκαναν, δεν το διαπραγματεύθηκαν με καμιά ιμπεριαλιστική δύναμη.