Την κατά κράτος ήττα του προέδρου, της εισαγγελέα και της πολιτικής αγωγής σηματοδότησε η Τετάρτη 22 του Γενάρη, μέρα κατά την οποία απολογήθηκε ο Τάσος Θεοφίλου. Η ύστατη προσπάθεια του προέδρου να δημιουργήσει κάποιες εντυπώσεις, μέσω των ερωτήσεών του, από τη μια κατέδειξε προκατάληψη και από την άλλη απετέλεσε παραδοχή ότι το κατηγορητήριο έχει καταρρεύσει.
Ο Τ. Θεοφίλου ξεκίνησε με μια εκτενή αναφορά στη σημασία που αποδίδουν οι αναρχικοί στην απολογία στα αστικά δικαστήρια και στο πως ο ίδιος βλέπει την ποινική δικαιοσύνη, και μετά άρχισε να αναφέρει τις πολλές περιπτώσεις που έγινε φανερή η προκατάληψη του προέδρου, γεγονός που ενόχλησε τον τελευταίο, που δε δίστασε να διακόψει την απολογία του για να του υπενθυμίσει ότι η Δικονομία του δίνει το δικαίωμα να του αφαιρέσει το λόγο, αν ξεφεύγει από το θέμα. Οπως είπε, δε θα το κάνει, αλλά και ο Θεοφίλου πρέπει να συντομεύει! Η προκλητική αυτή τοποθέτηση προκάλεσε την αντίδραση τόσο των αλληλέγγυων όσο και των συνηγόρων υπεράσπισης. Ο Τ. Θεοφίλου δεν πτοήθηκε και συνέχισε να παραθέτει στοιχεία για την προκατάληψη σε βάρος του.
Αναφέρθηκε στην κοινωνικοπολιτική συγκυρία που επέτρεψε να είναι διώξεις σαν τη δική του ανεκτές και επιβεβλημένες και σχολίασε το ρόλο και τη δράση της Αντιτρομοκρατικής. Σχολιάζοντας την προπαγάνδα ότι στη σύγχρονη δημοκρατία δεν δικάζονται ιδέες αλλά πράξεις, τόνισε πως όταν δεν υπάρχουν στοιχεία αυτά εφευρίσκονται.
Με τη ΣΠΦ διευκρίνισε ότι δεν έχει καμία σχέση, γιατί είναι αναρχοατομικιστική οργάνωση, ενώ ο ίδιος είναι αναρχοκομουνιστής. Το ότι δεν έχει καμία σχέση πιστοποιείται από το χάος που χωρίζει τις αντιλήψεις τους. Επισήμανε, ακόμη, ότι η ΣΠΦ έγινε –παρά τη θέλησή της– όπως συνέβη και στην Ιταλία, η οργάνωση-ομπρέλα για να της φορτώνουν όλη την παραβατική δράση των αναρχικών.
Παραδέχτηκε ότι πήγε στο σπίτι του Κ. Σακκά, αφού ήταν φίλος του, και ότι επισκέφτηκε μερικά από τα στέκια που αναφέρει η Αντιτρομοκρατική, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν έχει καμία σχέση ούτε μ’ αυτά για τα οποία κατηγορούνται οι Γ. Καραγιαννίδης, Α. Μητρούσιας και Κ. Σακκάς. Τα μόνα πραγματικά γεγονότα που αναφέρει η Αντιτρομοκρατική είναι ότι πήγε στο σπίτι του Κ. Σακκά δύο ή τρεις φορές και ότι συναντιόνταν στον ηλεκτρικό, γιατί δεν γνώριζε την Καλλιθέα. Δεν πήγε ποτέ στο Αγρίνιο, ενώ μέχρι τη μεταγωή του στις φυλακές Κορυδαλλού γνώριζε τον Γ. Καραγιαννίδη μόνο από φωτογραφίες.
Αναφερόμενος στο θόρυβο που προκλήθηκε όταν ο Νίκος και ο Λευτέρης κατέθεσαν ότι ήταν μαζί στην ανακαίνιση του Στεκιού Μεταναστών, αλλά δεν πήγαν να το καταθέσουν στους ανακριτές, τόνισε ότι ο ίδιος δεν ήθελε να καταθέσουν, γιατί δεν είχε αντιληφθεί πού το πάει η Αντιτρομοκρατική και ήθελε να προστατεύσει το κοινωνικό του περιβάλλον. Αναρωτήθηκε γιατί έπρεπε εκείνος να προσκομίσει στοιχεία για την προσωπική του δραστηριότητα, τη στιγμή που δεν υπάρχει το παραμικρό ενοχοποιητικό στοιχείο σε βάρος του και είναι το δικαστήριο αυτό που καλείται να αποδείξει την ενοχή του; Οι μόνοι μάρτυρες που του χρειάζονταν ήταν οι δύο επιστήμονες βιολόγοι.
Σχολίασε τις καταθέσεις των υπαλλήλων της τράπεζας, οι οποίοι, παρά τα μαθήματα που τους έγιναν και τον εκβιασμό που τους ασκήθηκε από την εργοδοσία, δεν τον αναγνώρισαν. Αναφερόμενος στο DNA, είπε ότι θα μπορούσε κάλλιστα να πει ότι το φύτεψε η Αντιτρομοκρατική, αλλά δε θα τον πίστευαν. Γι’ αυτό σας λέω, ότι έγινε λάθος στο εργαστήριο, κατέληξε. Μίλησε για τις δουλειές που έκανε, επανέλαβε ότι από τις 2 μέχρι τις 10 Αυγούστου του 2012 απασχολήθηκε στην ανακαίνιση του Στεκιού Μεταναστών και αναφέρθηκε στο λόγο της εγκατάστασής του στην Λαμία.
ολοκλήρωσε αναφερόμενος στην κατάθεση της μητέρας του που βρισκόταν σε σύγχυση, στις συχνές μετακινήσεις του μετά το Μάη και μέχρι τον Αύγουστο του 2012 και στο αν έπαιρνε κατά περιόδους μικροποσά από την οικογένειά του, τονίζοντας πως εκείνοι που χρησιμοποίησαν την κατάθεση της μητέρας του που ήταν σε σύγχυση είναι ανήθικοι.
Οταν ολοκλήρωσε την τοποθέτησή του, ρωτήθηκε από τον προεδρεύοντα αν θα δεχτεί ερωτήσεις και απάντησε καταφατικά. Ο προεδρεύων, λες και δεν άκουσε τίποτα απ’ όσα είχε εκθέσει προηγουμένως ο Θεοφίλου, άρχισε να τον ρωτάει για τα ίδια πράγματα, με το αιτιολογικό ότι τώρα το δικαστήριο δίνει μεγάλη σημασία στην απολογία! Λες και προέκυψε κάτι κατά την ακροαματική διαδικασία, λες και δεν ήταν ο αρχισκευωρός που παραδέχτηκε ότι «μπορεί να μην ήταν ο άνθρωπος στη ληστεία», λες και δεν ήταν ο προεδρεύων που παραδέχτηκε ότι «ενδέχεται να μη φόρεσε το καπέλο»!
Μόνο μια ερμηνεία μπορούμε να δώσουμε στην τοποθέτηση του προεδρεύοντα. Οτι αποτελεί έμμεση παραδοχή για την απουσία έστω και ενδείξεων (πόσο μάλλον ακλόνητων αποδείξων) σε βάρος του Θεοφίλου και ταυτόχρονα προσπάθεια να μεταφερθεί το βάρος της απόδειξης στον κατηγορούμενο και όχι στην κατηγορούσα αρχή, κατ’ αντιστροφή των όσων προβλέπονται και στην ΕΣΔΑ και στο ελληνικό ποινικό σύστημα για το «τεκμήριο αθωότητας» και τους κανόνες της «δίκαιας δίκης». Ο κατηγορούμενος έχει ακόμη και το «δικαίωμα σιωπής», που αν το ασκήσει δεν πρέπει επουδενί να ερμηνεύεται ως τεκμήριο ενοχής του. Δεν οφείλει ο κατηγορούμενος να αποδείξει ότι είναι αθώος, αλλά η κατηγορούσα αρχή να αποδείξει ότι είναι ένοχος.
Ολ’ αυτά τα γνωρίζει πολύ καλά ο πρόεδρος, γι’ αυτό και έκανε την ύστατη προσπάθεια συντήρησης της περιρρέουσας ατμόσφαιρας περί ενοχής του Θεοφίλου, που δημιούργησε η Αντιτρομοκρατική. Πλέον, όμως, δεν βρισκόμαστε στον Αύγουστο του 2012, όταν μιλούσαν μόνο η Αντιτρομοκρατική και τα παπαγαλάκια της. Ούτε στην αρχή της δίκης, αλλά στο τέλος, με την κατηγορούσα αρχή να έχει δει όλες τις υποτιθέμενες ενδείξεις όχι απλά να αποδυναμώνονται, αλλά να εξατμίζονται. Κανένας μάρτυρας δεν αναγνώρισε τον Θεοφίλου, η Αντιτρομοκρατική κατέθεσε ότι μπορεί να μην ήταν στη ληστεία, ο προεδρεύων παραδέχτηκε ότι ενδέχεται να μη φόρεσε το καπέλο με το υποτιθέμενο DNA, η υποτιθέμενη σχέση του με τη ΣΠΦ αποδείχτηκε η γελοιωδέστερη των κατασκευών, πληθώρα μαρτύρων κατέθεσε τα πάντα για τη ζωή και τις κινήσεις του, ο ίδιος υπήρξε αναλυτικότατος (ως μη όφειλε) στην τοποθέτηση-απολογία του, εκθέτοντας ακόμη και γεγονότα της αυστηρά προσωπικής του ζωής, τι άλλο θα μπορούσε να προκύψει από τις ερωτήσεις κατά τη δεύτερη φάση της απολογίας του; Μήπως να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας;
Πάντως, την άποψη του προεδρεύοντα δεν φάνηκε να συμμερίζεται ο εκ δεξιών του εφέτης, ο οποίος όχι μόνο δεν επανέλαβε την άποψη περί της μεγάλης σημασίας της απολογίας, αλλά υπέβαλε στον Θεοφίλου μόνο μια ερώτηση: αν διόρισε τεχνικό σύμβουλο για το DNA και αν όχι γιατί, με την επισήμανση ότι το μοναδικό στοιχείο με το οποίο στηρίζονται όλες οι κατηγορίες είναι αποκλειστικά η ύπαρξη ή όχι DNA στο καπέλο.
Ο προεδρεύων απεδύθη σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ανακαλύψει «αντιφάσεις» ανάμεσα στα απολογητικά υπομνήματα του Θεοφίλου και την απολογία του στο ακροατήριο. Δείτε για τι ποιότητας «αντιφάσεις» μιλάμε. Τώρα –ρωτάει ο προεδρεύων– λέτε ότι πήγατε στη Λαμία προκειμένου να μη διαλύσετε μια σχέση, ενώ παλαιότερα υποστηρίξατε ότι στη Λαμία πήγατε για να ησυχάσετε και να μπορείτε να γράφετε τα διηγήματά σας. Τι από τα δυο ισχύει, ρωτάει με ύφος περίπου θριαμβευτικό! Μ’ ένα λογικό τρικ που θα το ζήλευαν και τα πιο ικανά στελέχη της μιντιακής προπαγάνδας, σε μείζον ζήτημα αναγορεύεται τι λέει ο Θεοφίλου για το λόγο της μετακόμισής του στη Λαμία και όχι το γεγονός ότι αποδείχτηκε πέραν κάθε αμφιβολίας, πως το σπίτι της Λαμίας δεν το είχε για να κρύβεται, αλλά ήταν ένα κανονικό σπίτι, που το επισκεπτόταν κόσμος!
Ο προεδρεύων κατέφυγε ακόμη και στον γάλλο θεωρητικό της Λογοτεχνίας Ζεράρ Ζενέτ, ρωτώντας τον Θεοφίλου αν –με βάση το σύστημα του Ζενέτ– ο αφηγητής του είναι αυτοδιοικητικός ή ετεροδιοικητικός, μολονότι ο Θεοφίλου δήλωσε πως δεν γνωρίζει τον Ζενέτ και το έργο του και πως δεν ασχολείται με τη Θεωρία της Λογοτεχνίας. Προς τι αυτή η… λογοτεχνική αγωνία του προεδρεύοντα; Μήπως για να οδηγηθεί στο συμπέρασμα, ότι ο συγγραφέας Θεοφίλου συμμετείχε σε ληστείες για να αντλήσει βιώματα για τους ήρωες των διηγημάτων του; Εκεί έχουμε φτάσει; Να ενοχοποιούνται συγγραφείς για τις πράξεις των φανταστικών ηρώων τους; Αν έχουμε φτάσει εκεί, τότε θα έχουμε ξεπεράσει όχι μόνο την τσαρική Οχράνα που φυλάκισε τον Ντοστογιέφσκι, αλλά και τη μεσαιωνική Ιερά Εξέταση.
Οι ερωτήσεις της εισαγγελέα, πιο «πεζές» απ’ αυτές του προέδρου, απεκάλυψαν αμηχανία και προφανή δυσκολία στήριξης του καταρρεύσαντος κατηγορητήριου: αν έχει πάει στην Πάρο και πότε, αν οι γονείς του του έδιναν χρήματα, αν η μητέρα του γνώριζε ότι έχει σπίτι στη Λαμία, αν είχε κινητό όταν έγιναν τα γεγονότα και αν ναι γιατί δε ζήτησε να ανοιχτεί για να φανεί σε ποιούς και πότε τηλεφώνησε! Ο Θεοφίλου απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις πειστικά, όμως, αξία έχει μόνο η τελευταία ερώτηση. Οταν συνελήφθη, είχε πάνω του το κινητό του, το οποίο κατασχέθηκε από την Αντιτρομοκρατική. Λέτε να μην το έκανε φύλλο και φτερό, να μη βρήκε σε ποιους και πότε τηλεφώνησε και από ποιες κεραίες προωθήθηκαν ή λήφθηκαν όλες οι κλήσεις; Αν είχε βρει κάτι επιλήψιμο ή έστω κάτι που θα βοηθούσε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δε θα το είχε βάλει στη δικογραφία;
Στα αξιοσημείωτα της συνεδρίασης πρέπει να προσθέσουμε τη μη υποβολή ερωτήσεων από την πολιτική αγωγή. Εκφραση αμηχανίας με υστερόβουλο τρόπο ή έντιμη παραδοχή ότι ο Θεοφίλου δεν έχει καμιά σχέση με τη ληστεία και την ανθρωποκτονία της Πάρου; Ιδωμεν.
Η συνεδρίαση θα συνεχιστεί την Τρίτη 28 Γενάρη με την αγόρευση της εισαγγελέα.