Ενα εφιαλτικό Προεδρικό Διάταγμα, υπογεγραμμένο από τους υπουργούς Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης και τον υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών βρίσκεται ήδη στο Συμβούλιο της Επικρατείας για επεξεργασία και έλεγχο και κάποια στιγμή, χωρίς καν να το πάρουμε είδηση, θα προωθηθεί προς υπογραφή από τον προθυμότατο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Είναι ένα νομοθέτημα, που η Εκτελεστική Εξουσία θεσπίζει μόνη της, χωρίς καν να αναζητήσει τη σύμφωνη γνώμη της Βουλής (προφανώς για να μη γίνει επικοινωνιακός θόρυβος), ενταγμένο στη γενικότερη «εκστρατεία κατά της τρομοκρατίας». Με το νομοθέτημα αυτό καταργείται πλήρως και με συνοπτικές διαδικασίες το απόρρητο σε κάθε μορφή επικοινωνίας. Αλληλογραφία, τηλεφωνήματα, φαξ, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τα πάντα παύουν πια να αποτελούν απόρρητο για κάθε υπηρεσία που θα το ζητήσει.
Αυταπάτες, βέβαια, για ύπαρξη απορρήτου δεν υπήρχαν. Είναι, όμως, ένα βήμα (πολύ σημαντικό) παραπέρα η νομιμοποίηση αυτών που έως τώρα γίνονταν παράνομα από τις μυστικές υπηρεσίες.
Ζητήσαμε από νομικούς να σχολιάσουν το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος και δημοσιεύουμε σήμερα την τοποθέτηση του Αρη Κωνσταντάκη. Θα συνεχίσουμε στο επόμενο φύλλο, με στόχο να υπάρξουν αντιδράσεις ενάντια σ’ αυτό το έκτρωμα.
Eνα ακόμη νομοθέτημα έρχεται να προστεθεί στη σειρά των αυταρχικών – αντιδημοκρατικών νομοθετημάτων που κατέκλυσαν το δίκαιό μας μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Είναι προφανές πως «η νέα Υψηλή Πύλη» απαιτεί από τους υπηκόους της πλήρη υποταγή και εναρμόνιση με τον “patriot act”. Η πρόφαση είναι πάντα η ίδια: το ψευδεπίγραφο ιδεολόγημα της ασφάλειας, μόνο που παραμένει ασαφές ποιος νοιώθει ανασφαλής, ποιος κινδυνεύει και από ποιον. Ακόμη και μια απλή ανάγνωση του συνόλου των νομοθετημάτων πείθει πως ο εχθρός είμαστε όλοι εμείς, ο κάθε πολίτης ξεχωριστά και η κάθε συλλογική προσπάθεια που αντιδρά, που αντιστέκεται, που δεν υποτάσσεται στη μαζική ύπνωση που προσπαθούν να επιβάλλουν μέσω των ΜΜΕ.
Το νέο νομοθέτημα έχει τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Διαδικασίες καθώς και τεχνικές και οργανωτικές εγγυήσεις για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών και για τη διασφάλισή του». Πρόκειται για σχέδιο προεδρικού διατάγματος που φέρει τις υπογραφές των μισών περίπου υπουργών της κυβέρνησης και βρίσκεται ήδη στο Συμβούλιο Επικρατείας για επεξεργασία.
Εάν κάποιος διαβάσει τον τίτλο του σχεδίου και τις διατάξεις που επικαλείται θα πιστέψει ότι ακολουθεί ένα νομοθέτημα για την προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών, αφού γίνεται επίκληση συνταγματικών και κοινών νομικών διατάξεων που αφορούν την προστασία και τις εγγυήσεις του απορρήτου των επικοινωνιών. Οταν όμως διαβάσουμε τις προτεινόμενες διατάξεις αντιλαμβανόμαστε με την πρώτη ματιά ότι πρόκειται για ένα οργουελικής έμπνευσης κατασκεύασμα που θέτει εκ ποδών οποιαδήποτε, έστω και την ελάχιστη, προστασία υπήρχε στην επικοινωνία και το απόρρητο που την προστάτευε.
Στο άρθρο 1 διατυπώνεται το γνωστό δόγμα του “patriot act” ότι τα δικαιώματα προστατεύονται έως του σημείου που υπεισέρχεται η εθνική ασφάλεια. Βέβαια για το τι είναι εθνική ασφάλεια ούτε κουβέντα, απλώς επαφίεται, όπως θα δούμε παρακάτω, στην κρίση της ανεξάρτητης αρχής.
Στο άρθρο 2 και υπό την μορφή ορισμών υπάρχει όλο το ζουμί του προτεινόμενου νομοθετήματος. Πρακτικά αυτό που εισάγεται είναι η δυνατότητα της «αρχής» να ζητάει την άρση του απορρήτου σε κάθε περίπτωση που κρίνει ότι τίθεται θέμα εθνικής ασφαλείας.
Ως αρχή το νομοθέτημα καθορίζει τη δικαστική, πολιτική, στρατιωτική, αστυνομική, δημόσια ή όποια άλλη αρχή δικαιούται να υποβάλει σχετική αίτηση άρσης του απορρήτου. Πρακτικά δηλαδή την άρση μπορεί να ζητήσει ο οποιοσδήποτε, από τον εισαγγελέα μέχρι τον αγροφύλακα του τελευταίου χωριού. Και βέβαια, αυτό το τελευταίο, «όποια άλλη αρχή δικαιούται», αφήνει ανοιχτό το παράθυρο στο παιχνίδι να μπουν μελλοντικά και ιδιώτες.
Βεβαίως, το επιχείρημα που θα αντιταχθεί είναι πως δεν έχει σημασία ποιος ζητάει την άρση του απορρήτου αλλά ποιος την αποφασίζει. Εδώ θα ακουστούν όλα τα συνήθη περί της ανεξάρτητης δικαιοσύνης που θα αποτελεί τον θεματοφύλακα των δικαιωμάτων. Είναι το σημείο που δίνει το άλλοθι για την παραβίαση του Συντάγματος αλλά και κάθε έννοιας δικαιωμάτων.
Αυτή που αποφασίζει την άρση του απορρήτου είναι η «ανεξάρτητη» δικαιοσύνη. Ολοι γνωρίζουμε το βαθμό ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης έναντι της κρατικής εξουσίας, όμως ακόμη και εάν δεχόμαστε, ως υπόθεση εργασίας, ότι η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, το ερώτημα που προκύπτει είναι με τι κριτήρια και με τι όρους θα αποφασίζει; Σε μία μυστική διαδικασία, χωρίς δημόσιο έλεγχο και με ανέλεγκτα στοιχεία, που μονόπλευρα και χωρίς αντίλογο θα παρουσιάζει η οποιαδήποτε αρχή, η απόφαση θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αρα είναι σαφές πως η εισαγωγή της δικαιοσύνης σ’ αυτό το άνομο παιχνίδι έχει ως μόνο σκοπό να παρακάμψει τα δεδομένα προβλήματα συνταγματικότητας του Π.Δ.
Στο άρθρο 3 του νομοθετήματος φαίνεται ανάγλυφα το άγχος της εξουσίας μήπως και κάποια μορφή επικοινωνίας ξεχαστεί και μείνει έξω από το πεδίο παρακολούθησης. Ετσι συντάσσεται ένας εξαντλητικός κατάλογος που περιλαμβάνει κάθε πιθανή μορφή επικοινωνίας, εκτός ίσως από τα σήματα καπνού. Ενδεικτικά αναφέρουμε: επιστολές, δέματα, ταχυδρομικές επιταγές, τηλέφωνα, fax, sms, mms, ιστοσελίδες, αυτόματοι τηλεφωνητές, βάσεις δεδομένων, e mail, ηλεκτρονικές συναλλαγές, τηλεγραφήματα κ.λπ. Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει τίποτα να ξεφεύγει από το άγρυπνο αυτί του μεγάλου αδελφού, για χάρη βέβαια της ασφάλειάς μας.
Το επόμενο εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο είναι η εισαγωγή, στο άρθρο 8, της υποχρέωσης ρουφιανέματος από την πλευρά του παρόχου της υπηρεσίας. Πρακτικά και μέσα από ένα σύνολο εξαντλητικών διατάξεων, υποχρεώνεται ο κάθε φορέας που παρέχει υπηρεσίες επικοινωνίας να συνεργάζεται με τις αρχές και να παρέχει όλες τις πληροφορίες που θα του ζητηθούν. Επίσης, υποχρεώνεται να προμηθευτεί με ειδικά μηχανήματα παρακολουθήσεων αλλά και να τοποθετήσει ειδικό υπάλληλο που θα ασχολείται αποκλειστικά με τις παρακολουθήσεις.
Πρόκειται σαφώς για ένα ανατριχιαστικό και παράλληλα κυνικό νομοθέτημα, που απλώς επιβεβαιώνει τον απόλυτο φόβο της εξουσίας απέναντι σε όποιον δρα και αντιστέκεται.
Δεν νομίζω να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι απειλούντες την εθνική ασφάλεια δεν είναι άλλοι από τους πολίτες αυτής της χώρας που ακόμη διατηρούν το προνόμιο να σκέφτονται και να αντιστέκονται.
Αυτό που μένει να αναρωτηθούμε ατομικά και συλλογικά είναι: θα επιτρέψουμε να περάσει;
Αρης Κωνσταντάκης