1. Στην προδικασία και στο ακροατήριο οι μάρτυρες κλητεύονται εγγράφως σε ορισμένη ημέρα και ώρα. Η κλήση υπογράφεται από τον εκπρόσωπο της αρχής που καλεί και από το γραμματέα, και φέρει την επίσημη σφραγίδα της. Επίσης πρέπει να περιέχει συνοπτική ένδειξη της υπόθεσης για την οποία πρόκειται να εξεταστεί ο μάρτυρας, να μνημονεύει τη δικαστική αρχή στην οποία αυτός καλείται και να αναγράφει περιληπτικά τις συνέπειες που προβλέπονται αν ο μάρτυρας δεν εμφανιστεί. Η κλήση επιδίδεται στο μάρτυρα, σύμφωνα με τα άρθρα 155-161, είκοσι τέσσερις (24)ώρες τουλάχιστον πριν από την ημέρα για την οποία καλείται, αν πρόκειται για την προδικασία…
2. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις και κατά την κρίση εκείνου που ενεργεί την ανάκριση οι μάρτυρες μπορούν να κληθούν στην προδικασία και προφορικά.
Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, άρθρο 213
Επί χούντας, οι παραπάνω δικονομικές πρόνοιες θεωρούνταν ψιλά γράμματα. Οι μπάτσοι άρπαζαν όποιον ήθελαν, έκαναν ό,τι ήθελαν και δεν έδιναν λογαριασμό σε κανένα. Κάποια στιγμή, επειδή βαριόνταν να βγαίνουν παγανιά και να κουβαλάνε κόσμο, άρχισαν να στέλνουν σημειώματα: «Παρακαλείσαι να προσέλθεις δι’ υπόθεσίν σου». Τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης συνέχισαν το ίδιο βιολί. Κάποιοι από τους συντάκτες της «Κ» θυμόμαστε πολύ καλά ότι τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης παίρναμε συχνά τέτοια χαρτάκια, τα οποία πετάγαμε στο καλάθι των σκουπιδιών, διότι ο νόμος απαιτούσε να αναγράφεται συγκεκριμένα η υπόθεση για την οποία καλούμασταν. Ετσι, κάποια στιγμή αναγκάστηκαν να κόψουν αυτή τη συνήθεια που κουβαλούσαν από την περίοδο της χούντας και να στέλνουν κλήσεις σε μάρτυρες τηρώντας τον δικονομικό τύπο. Με ελάχιστες λέξεις γράφουν την υπόθεση.
Ο φοιτητής Σ. Παντσιώτης δεν πρόλαβε να κατέβει από το σπίτι της γιαγιάς του στου Γκύζη, όταν μια ομάδα μπάτσων που καραδοκούσαν έπεσαν πάνω του. Τον έριξαν κάτω, τον πάτησαν με το γόνατο στην πλάτη, του έστριψαν τα χέρια πίσω, του πέρασαν χειροπέδες και τον οδήγησαν στη ΓΑΔΑ. Σύλληψη; Οχι, προσαγωγή είπαν, για να εξεταστεί ως μάρτυρας για την υπόθεση της ληστείας στην Εθνική. Αποστολή κλήσης; Ούτε να το συζητάμε. Προφορική κλήση; Μα τι λέτε τώρα. Σ’ αρπάζουμε λες και έχεις διαπράξει αυτόφωρο αδίκημα, σε μπουζουριάζουμε επί δέκα ώρες, σε ανακρίνουμε (από πότε η ανάκριση ονομάζεται λήψη μαρτυρικής κατάθεσης;) και μετά σ’ αφήνουμε ελεύθερο, αφού δεν έχουμε τίποτα σε βάρος σου.
Μήπως ήταν άγνωστος ο Παντσιώτης; Οχι βέβαια. Το όνομά του το είχαν διοχετεύσει οι ασφαλίτες στον Τύπο. Οσοι ενεργούν ως απροκάλυπτοι ρουφιάνοι το έγραψαν. Οι περισσότεροι μαζεύτηκαν, προφανώς γιατί δεν έχουν τώρα τον «αέρα» που είχαν το 2002. Ο ίδιος ο φοιτητής εμφανίστηκε σε τηλεοπτική εκπομπή και κατήγγειλε τη «φωτογράφισή» του, δηλώνοντας ότι δεν κρύβεται αλλά κοιμάται κανονικά στο σπίτι του. Επομένως, και κλήση μπορούσαν να του στείλουν (είχαν όλο το χρόνο από τότε που διοχέτευσαν το όνομά του μέχρι τότε που τον συνέλαβαν) και προφορικά να τον καλέσουν. Δεν έκαναν ούτε το ένα ούτε το άλλο. Εκαναν μια θεαματική σύλληψη, μπροστά στα μάτια αρκετών περαστικών, οι οποίοι στη συνέχεια περιέγραψαν στα κανάλια τη σκηνή. Το έκαναν έτσι γιατί ήθελαν να στείλουν ένα τρομοκρατικό μηνυμα στην κοινωνία: «γαμάμε και δέρνουμε και λογαριασμό δεν δίνουμε».
Λίγες μέρες αργότερα, ο εργαζόμενος Γιάννης Ξύδας (γνωστός και από παλιότερη προσπάθεια να του φορτώσουν εμπρησμό τηλεοπτικού αυτοκινήτου, υπόθεση για την οποία απαλλάχτηκε με βούλευμα) συλλαμβάνεται έξω από το σπίτι του. Ενα λεφούσι ασφαλιτών πετάγεται από πολλά αυτοκίνητα, του καρφώνουν ένα πιστόλι στο κεφάλι, του βάζουν χειροπέδες και τον χώνουν σε ένα ασφαλίτικο, μαζί με ένα φίλο του που ήταν μαζί του (και αυτόν με χειροπέδες) και τη μητέρα του (αυτή τη σεβάστηκαν και δεν της έβαλαν χειροπέδες). Οδηγείται στην Ασφάλεια όπου ανακρίνεται και μετά αφήνεται ελεύθερος. Οπως του είπαν, η προσαγωγή του ως μάρτυρα έχει να κάνει με το ότι στο κινητό του Γ. Δημητράκη βρέθηκε κλήση προς το δικό του κινητό!
Για τη σύλληψή του ισχύουν όσα αναφέρθηκαν προηγούμενα για τον Σ. Παντσιώτη. Ενας μάρτυρας πρέπει να κληθεί εγγράφως και μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις προφορικά. Και βέβαια, η προφορική κλήτευση δεν σημαίνει σύλληψη και δέσμευση με χειροπέδες. Ομως, στην περίπτωση του Ξύδα υπάρχει και κάτι άλλο, πιο προκλητικό. Η υπόθεση της ληστείας έχει φύγει από τη δικαιοδοσία της Ασφάλειας και έχει περάσει στη δικαιοδοσία του ανακριτή. Μόνο ο ανακριτής μπορεί να καλέσει μάρτυρες γι’ αυτή την υπόθεση. Θα μπορούσαν να πουν, βέβαια, ότι η Ασφάλεια, υπό την εποπτεία του Διώτη, συνεχίζει την προανάκριση για παλιότερες ληστείες. Ομως, στον Ξύδα δεν υποβλήθηκε ούτε μια ερώτηση για παλιότερες ληστείες. Ολες οι ερωτήσεις αφορούσαν τη συγκεκριμένη.
Και τι να πούμε για το φίλο του και τη μητέρα του; Αυτοί με ποια ιδιότητα συνελήφθησαν και προσήχθηκαν μαζί του στην Ασφάλεια; Μόνο με τη ναζιστική λογική της πολιτικής ευθύνης μπορεί να «ποινικοποιηθεί» το φιλικό και συγγενικό περιβάλλον. Αν κάποιες φορές το κάνουν αυτό για το περιβάλλον κατηγορούμενων, τώρα αρχίζουν να το κάνουν και για το περιβάλλον μαρτύρων!
Ασφαλίτικες υπερβολές; Μπάτσικη διολίσθηση από τη νομιμότητα; Φυσικά όχι. Της προανάκρισης επόπτευε (και εποπτεύει ακόμα) ο περιώνυμος Διώτης, το τσολιαδάκι της Μάνδρου, ο παρασημοφορηθείς από το FBI. Και βέβαια, τον έλεγχο είχε ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Δ. Παπαγγελόπουλος. Αυτοί που υποτίθεται ότι αποτελούν την εγγύηση για την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών έναντι της αστυνομικής αυθαιρεσίας, όχι μόνο καλύπτουν και υποθάλπουν αυτές τις αυθαιρεσίες, αλλά αποτελούν ενεργά υποκείμενα στην άσκησή τους.
Δεν ξέρουμε αν ο Σ. Παντσιώτης και ο Γ. Ξύδας θα κάνουν μηνύσεις γι’ αυτά που υπέστησαν, ούτε είναι η δουλειά μας να υποβάλλουμε προτάσεις. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι προσωπικό του φοιτητή που υπέστη αυτή τη διαπόμπευση και την κακοποίηση (γιατί ο τρόπος που έγινε η σύλληψή του συνιστά κακοποίηση), ούτε του Ξύδα, του φίλου του και της μητέρας του. Το θέμα είναι τί κάνουμε όλοι οι άλλοι, όταν βλέπουμε τέτοια αλαζονική εξαχρείωση των διωκτικών μηχανισμών, που μόνο με την περίοδο της χούντας θα μπορούσε να συγκριθεί. Τί κάνει ο νομικός κόσμος, τί κάνει ο Δικηγορικός Σύλλογος, τί κάνουν τα κόμματα που ομνύουν στις φιλελεύθερες αρχές και στο κράτος δικαίου, τί κάνουν τα συνδικάτα, τί κάνουν οι οργανώσεις για τα κοινωνικά δικαιώματα; Δηλαδή είναι πιο σημαντικό και γίνεται τόσος ντόρος, όταν δυο ηλίθιοι ασφαλίτες μπαίνουν σε μια συνδικαλιστική σύσκεψη και δεν είναι τόσο σημαντικό όταν συλλαμβάνονται με τέτοιον τρόπο πολίτες, για να καταθέσουν ως μάρτυρες, όπως με τόσο θράσος δηλώνουν ασφαλίτες και Εισαγγελία;
Πρόσφατα, το Δίκτυο για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα κατήγγειλε ότι ασφαλίτες περίμεναν μέλος του έξω από το σπίτι του, τον προσήγαγαν δήθεν για εξακρίβωση στοιχείων και τον άφησαν ύστερα από 4,5 ώρες, αφού πρώτα τον υπέβαλαν σε «άτυπη» ανάκριση και του «πέρασαν» και μερικές απειλές (για τον πολιτικό του χώρο, όχι για τον ίδιο προσωπικά). Οι περιπτώσεις Παντσιώτη και Ξύδα εντάσσονται στην ίδια τακτική, αλλά ταυτόχρονα είναι ένα βήμα παραπέρα. Πιστοποιούν ευθέως ότι έχουν αποθρασυνθεί τόσο πολύ που δεν λογαριάζουν τίποτα. Και γιατί αποθρασύνονται; Γιατί αισθάνονται ότι έχουν πλάτες. Αισθάνονται ότι η αστική δημοκρατία τούς ζητάει να παραβιάζουν τους ίδιους της τους νόμους με τόσο προκλητικό τρόπο.
Τα όσα έγιναν το καλοκαίρι του 2002 ήταν μια μεγάλη πρόβα τζενεράλε. Τότε, η αστική δημοκρατία τούς έδωσε το ελεύθερο να ενεργούν όπως θέλουν. Τότε, η κοινοβουλευτική Αριστερά βαρούσε παλαμάκια στους «εξαρθρωτές της τρομοκρατίας». Τότε, το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι της άκρας Αριστεράς σφύριζε αδιάφορα. Γι’ αυτό αισθάνονται ότι έχουν το ελεύθερο για επιστροφή στις μεθόδους της χούντας. Το ερώτημα είναι, αν έστω και τώρα θα υπάρξει αντίσταση. ‘Η οι πολλοί θα θεωρήσουν και πάλι ότι το ζήτημα δεν τους αφορά; Αν συμπεριφερθούν και τώρα έτσι, όταν θα έρθει η σειρά τους θα είναι αργά.