«Κρίνεται ότι κατά τον χρόνο κράτησης ουδόλως διαφοροποιήθηκε το συνειδησιακό υπόβαθρο που ώθησε τον κρατούμενο στην τέλεση των προαναφερθέντων παράνομων πράξεων και δεν έχει μεταμεληθεί, αφού εξακολουθεί να αναφέρεται σε πολιτική και όχι ποινική ευθύνη. Εξ αυτού, κρίνεται ότι η χορήγηση σ’ αυτόν τακτικής αδείας απουσίας δεν πρόκειται να συμβάλει στην προσωπική και κοινωνική του εξέλιξη. Συνεπώς το παρόν Συμβούλιο, βασιζόμενο στην εκτίμηση της προσωπικότητας και της τρέχουσας διαγωγής του κρατουμένου, κρίνει ότι δεν συντρέχουν λόγοι που να δικαιολογούν την προσδοκία ότι ο κρατούμενος δεν θα κάνει κακή χρήση της άδειας. Επισημαίνεται επιπλέον ότι το υπόλοιπο της επιβληθείσας ποινής είναι μεγάλο, γεγονός που ενισχύει την κρίση του Συμβουλίου τούτου περί ύπαρξης κίνδυνου φυγής κατά την διάρκεια της αδείας».
Μ' αυτό το σκεπτικό στον πυρήνα του, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιά, με τέσσερις μήνες καθυστέρηση από τη συνεδρίασή του, έκανε δεκτό το βέτο της εισαγγελέα στην κατά πλειοψηφία απόφαση του Συμβουλίου Φυλακής Κορυδαλλού, που χορηγούσε στον Δημήτρη Κουφοντίνα την άδεια που δικαιούται εδώ και εφτά χρόνια, και απέρριψε -για μια ακόμα φορά- την άδεια.
Το σκεπτικό κουρελιάζει -και πάλι- τον Σωφρονιστικό Κώδικα, που δε θέτει τέτοιες προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας. Οταν δεν μπορούν να βρουν κανέναν προσχηματικό τυπικό λόγο, βγάζουν τη μάσκα και αποφασίζουν -δικτατορικά- ότι ο Κουφοντίνας δε δικαιούται άδεια γιατί δεν υπογράφει δήλωση μετάνοιας. Κι αυτό καθίσταται δυνατό επειδή η «πρώτη φορά Αριστερά» διατηρεί αλώβητο το φασιστικό νόμο Δένδια που θέσπισε το εισαγγελικό βέτο στις άδειες.