Υπάρχουν μερικές ημερομηνίες-ορόσημα που όσο κι αν προσπαθήσουν οι κυρίαρχοι να τις ρίξουν στη λήθη, αυτές εξακολουθούν να δραπετεύουν και να νοηματοδοτούν την επικαιρότητα. Μια τέτοια ημερομηνία είναι η 3η του Δεκέμβρη του 1944, η «ματωμένη Κυριακή» του ελληνικού λαού. Τότε που τα πολυβόλα του Σκόμπι και της δωσιλογικής αστυνομίας, με την άδεια της νεο-δωσιλογικής κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου, μακέλεψαν την ειρηνική διαδήλωση του ΕΑΜ, βάζοντας μπροστά στους κομμουνιστές και τους εαμίτες το δίλημμα: ή τις αλυσίδες ή τα όπλα.
Φυσικά, αυτοί που είχαν πολεμήσει, χωρίς να λογαριάζουν τίποτα, τους ναζιφασίστες κατακτητές δεν μπορούσαν να δώσουν στο δίλημμα άλλη απάντηση: τα όπλα! Επί 33 μέρες, ο ανθός της εργατικής τάξης και της νεολαίας στην Αθήνα και τον Πειραιά, με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές, έδωσε έναν άνισο αγώνα. Το Α’ Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ με 6.500 άνδρες και η ΙΙ Μεραρχία με 3.500 άνδρες αντιμετώπισαν 60.000 άγγλους στρατιώτες, με 80 αεροπλάνα, 200 τανκ, πολυβόλα και όλμους, υποστηριζόμενους από πολεμικά πλοία που κανονιοβολούσαν τις ΕΛΑΣίτικες θέσεις, συν 6.000 στρατιώτες της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου, συν τους Χωροφύλακες και τους Χίτες, συν 12.000 Ταγματασφαλίτες, που οι Αγγλοι τους έντυσαν με δικές τους στολές εντάσσοντάς τους και επίσημα στον «εθνικό κορμό» της ελληνικής αστικής τάξης, από τον οποίο ουδέποτε είχαν αποκοπεί.
Οι κομμουνιστές πιστώνονται την καθοδήγηση και αυτού του ηρωικού αγώνα, όπως και της αντικατοχικής αντίστασης. Οι κομμουνιστές χρεώνονται και τα λάθη που έγιναν πριν το Δεκέμβρη και δεν επέτρεψαν στις δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να μετατρέψουν σε στρατιωτική νίκη την πολιτική ηγεμονία στον ελληνικό λαό. Μια οπορτουνιστική αντίληψη του συμμαχικού αγώνα οδήγησε στη συμφωνία της Καζέρτα, με την οποία ο στρατηγός Σκόμπι οριζόταν διοικητής όλων των στρατιωτικών δυνάμεων στην Ελλάδα (και του ΕΛΑΣ) και στη συμφωνία του Λιβάνου, με την οποία αναγνωρίστηκε η κυβέρνηση Παπανδρέου. Η ηγεσία του ΚΚΕ δε στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Δεν μπόρεσε να αντιληφθεί το βρόμικο παιχνίδι που έπαιζε στο κόμμα ο στρατολογημένος από τους Αγγλους Γ. Σιάντος. Δεν είχε τα εφόδια να εφαρμόσει το πρόγραμμα του κόμματος στις συνθήκες της Κατοχής, όταν είχε κατακτήσει την πολιτική ηγεμονία και οι αστικές πολιτικές δυνάμεις είτε είχαν εγκαταλείψει τη χώρα παρασιτώντας δίπλα στους άγγλους πάτρονές τους στο Κάιρο, είτε είχαν μετατραπεί σε Κουΐσλινγκ.
Εδώ και πολλά χρόνια κυριαρχούν δυο προσεγγίσεις. Από τη μια η αφήγηση των αστικών δυνάμεων, που μιλά για «κομμουνιστική ανταρσία», και από την άλλη η λαθολογία και η αριστερίστικη-βολονταριστική προσέγγιση, που γίνεται με πλήρη απόσπαση από το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, αλλά και από το στάδιο ανάπτυξης που περνούσε το ΚΚΕ, ένα νεαρό επαναστατικό κόμμα που ξαφνικά «βρέθηκε» να έχει την εμπιστοσύνη της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
Για μας τα λάθη του ΚΚΕ, ακόμη και τα πιο σοβαρά, ήταν λάθη ανάπτυξης ενός επαναστατικού κόμματος. Ο Νίκος Ζαχαριάδης, ένας κομμουνιστής ηγέτης παγκόσμιου βεληνεκούς, επιστρέφοντας από το Νταχάου εντόπισε αυτά τα λάθη και μέσα σ’ ένα χρόνο κατάφερε να ανασυγκροτήσει το χτυπημένο από την ήττα κόμμα, να κρατήσει την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού και να προχωρήσει με κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση στο δεύτερο ένοπλο αγώνα. Αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη απόδειξη για το ότι το ΚΚΕ δεν είχε χάσει τον επαναστατικό του χαρακτήρα. Αυτόν τον έχασε μετά το αναθεωρητικό πραξικόπημα του ‘56. Οσο για τους κάπηλους του Περισσού, αυτοί προσπαθούν να μακιγιάρουν την αστική πολιτική τους πίσω από μια τροτσκιστική πολεμική στην τακτική του ΚΚΕ (αλλά και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος) για όλη την ιστορική περίοδο των δεκαετιών του ’30 και του ’40. Οι δεξιοί παριστάνουν τους αριστερούς!