Την Παρασκευή 7 Νοέμβρη, τελείωσαν «αισίως», ύστερα από 33 μέρες (26 κανονική διάρκεια και 7 παράταση!) οι εκλογές στο Συνδικάτο Οικοδόμων Αθήνας για την ανάδειξη διοικήσεων στο συνδικάτο και τα τοπικά παραρτήματα καθώς και για εκλογή αντιπροσώπων για την Ομοσπονδία Οικοδόμων και το ΕΚΑ.
Οι εκλογές διεξήχθησαν σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης στον οικοδομικό κλάδο. Χιλιάδες οι άνεργοι και υποαπασχολούμενοι οικοδόμοι, πολλά τα προβλήματα, όμως, και γι’ αυτούς που εργάζονται. Κατασκευαστικό κεφάλαιο και εργολάβοι, αφού τα τσέπωσαν στην περίοδο της άνθισης του κατασκευαστικού-οικοδομικού κλάδου, ρουφώντας κάθε ικμάδα ζωντανής εργατικής δύναμης, χωρίς όρια και τσαλαπατώντας εργατικά δικαιώματα και κατακτήσεις, τώρα πετούν τους οικοδόμους στο δρόμο σαν στυμμένες λεμονόκουπες, χωρίς να αναγνωρίζουν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ούτε τα στοιχειώδη δικαιώματα που προβλέπει η εργατική νομοθεσία. Για όσους βέβαια εργάζονται τα παζάρια και οι πιέσεις δίνουν και παίρνουν: για τα ένσημα, τα μεροκάματα και το ωράριο.
Η κατάσταση γίνετα εκρηκτική αν αναλογιστεί κανείς και τα νέα δεδομένα που δημιουργούνται λόγω της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και τα απανωτά χτυπήματα που δέχτηκε η εργατική τάξη με τους αντεργατικούς αντιασφαλιστικούς νόμους και τις ρυθμίσεις της κυβέρνησης της ΝΔ, που στοχεύουν στην ανακατανομή του εισοδήματος προς όφελος του κεφαλαίου.
Την ίδια στιγμή, το οικοδομικό κίνημα φαίνεται να περνάει και αυτό μια βαθιά κρίση, δείχνοντας ανήμπορο να αναχαιτίσει τουλάχιστον κάποιες πλευρές αυτής της λυσσαλέας επίθεσης. Στοιχείο αυτής της κρίσης είναι όχι μόνο το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών αλλά και οι ίδιες οι εκλογές σαν διαδικασία και κατά προέκταση το ίδιο το Συνδικάτο. Στις πρόσφατες εκλογές ψήφισαν 8.395 οικοδόμοι έναντι 11.474 που είχαν ψηφίσει το 2005 και 17.500 το 2002.
Αυτή η σταθερά φθίνουσα πορεία καταγράφει κάποιες τάσεις στη σχέση των οικοδόμων με το Συνδικάτο. Μια σχέση που τα τελευταία 15 τουλάχιστον χρόνια χτίστηκε περισσότερο σε «πελατειακή» βάση, παρά έκφραζε αγωνιστικούς δεσμούς.
Τώρα που πλέον χιλιάδες οικοδόμοι βρήκαν το δρόμο για το χειμερινό βοήθημα μέσω ΚΕΠ και ΟΑΕΔ, δε μπορεί να λειτουργήσει όπως τα προηγούμενα χρόνια ο εκβιασμός του χαρτιού προτεραιότητας. Με τη σειρά της η πλαστή μαζικότητα που δημιουργήθηκε κύρια εξαιτίας αυτού του εκβιασμού έχει αρχίσει να καταρρέει, παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες της ηγεσίας του Συνδικάτου να κρατηθεί σε κάποια επίπεδα αυτή η πτώση, γιατί, πέραν των άλλων, το σημαντικό γι’ αυτούς είναι ότι κοστίζει το χάσιμο πολλών αντιπροσώπων, άρα προκαλεί κόστος στο παζάρι των εδρών ΕΚΑ και ΓΣΕΕ! Αυτού του είδους το παζάρι –που θα έλεγα ότι έχει βαθιά κοινοβουλευτικό χαρακτήρα– του ΠΑΜΕ με τις άλλες εκφράσεις του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού, ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ-Αυτόνομη Παρέμβαση, είναι και ο βασικός λόγος που οδήγησε στον εκφυλισμό την ίδια την εκλογική διαδικασία, χτίζοντας ένα χάρτινο πύργο που γρήγορα άρχισε να καταρρέει.
Ενας ολόκληρος μηχανισμός στηνόταν και στήθηκε και σ’ αυτές τις εκλογές για την εξασφάλιση της μέγιστης προσέλευσης: διάρκεια εκλογών πάνω από ένα μήνα, χιλιάδες τηλεφωνικές συνδιαλέξεις με μέλη του συνδικάτου για να ψηφίσουν, μεταφερόμενες κάλπες στα μεγάλα εργοτάξια, χάπενινγκ στις πιάτσες των μεταναστών και πούλμαν μεταφοράς τους για να ψηφίσουν, απόφαση της γενικής συνέλευσης με 5 ευρώ να εξοφλούνται όλες οι χρωστούμενες συνδρομές, προσλήψεις υπαλλήλων στα παραρτήματα και βέβαια για όλα αυτά να ξοδεύονται τεράστια ποσά από το ταμείο του Συνδικάτου.
Ετσι «επιτεύχθηκε» και η υπερψήφιση του Πανοικοδομικού Συνδυασμού (ΠΑΜΕ) με 8.157 ψήφους. Η «πελατειακή» σχέση, αν και δέχτηκε ένα πλήγμα, είναι ακόμα υπαρκτή. Οπως υπαρκτές είναι και όλες εκείνες οι πρακτικές εκλογικού τσαμπουκά, που εξευτελίζουν κάθε έννοια εθελοντικού συνδικαλισμού και εργατικής δημοκρατίας. Οι εφορευτικές επιτροπές των παραρτημάτων θα πρέπει να «σκυλοβαρέθηκαν» όχι μόνο από τη μαραθώνια εκλογική διαδικασία, αλλά και λόγω του ότι το έργο τους είχε αναλάβει ένας καλά οργανωμένος μηχανισμός που δεν άφηνε «μύγα να περάσει» αν δεν έ-παιρνε «έτοιμο» το ψηφοδέλτιο του Πανοικοδομικού! Ομως, μολονότι ο μηχανισμός λειτούργησε με αξιοζήλευτη επιμονή, που σε άλλες πλευρές του κινήματος (συνελεύσεις, απεργίες, ακόμη και συνεδριάσεις οργάνων) δεν βλέπουμε να δείχνει την ίδια πρεμούρα, δεν αποφεύχθηκε η αισθητή πτώση της συμμετοχής, κατά 27% περίπου.
Οι οικοδόμοι γύρισαν την πλάτη σ’ αυτή την εκφυλισμένη διαδικασία, αρνήθηκαν σ’ ένα βαθμό τα εκβιαστικά διλήμματα, το γλείψιμο που τους γινόταν και το ρόλο του άβουλου ψηφοφόρου. Εκφρασαν ταυτόχρονα ένα σιχτίρισμα για την εργασιακή κόλαση που ζουν και την ανυπαρξία κάθε οργανωμένης προσπάθειας να προστατευθούν από την ασυδοσία των εργολάβων-κατασκευαστών.
Αν ξεφύγει κανείς από μια στενή παραταξιακή λογική, που για τις «ανάγκες» της πολλές φορές βαφτίζεται το κρέας ψάρι και που, «ειρήσθω εν παρόδω», είναι ξένη προς κάθε προσπάθεια ταξικής προσέγγισης και ανάλυσης, αλλά και δημιουργίας μιας άλλης προοπτικής, για ανεξάρτητο ταξικό συνδικαλισμό, τότε έχει να παρατηρήσει τα εξής: Κυρίαρχο στοιχείο στη συμπεριφορά των οικοδόμων που απείχαν απ’ αυτές τις εκλογές, αλλά και αυτών που συμμετείχαν, είναι η λογική της ανάθεσης. Από μια τέτοια αφετηρία, οι μεν πρώτοι αρνούνται αυτή τη συμμετοχή, οι δε δεύτεροι αρνούνται τη ρήξη με μια σχέση «πελατειακού» τύπου. Το ερώτημα είναι, αν σ’ αυτή την αυθόρμητη ρήξη χιλιάδων οικοδόμων με πλευρές του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού συνυπάρχουν στοιχεία διάθεσης για αγωνιστικές διεκδικήσεις και ταξικές συγκρούσεις ή έχει κυριαρχήσει η ηττοπάθεια και ο συμβιβασμός!
Δεν θέλω να φανώ απαισιόδοξος, ούτε να υποτιμήσω το ρόλο που μπορούν να παίξουν δυνάμεις που έχουν αναφορά στον ταξικό συνδικαλισμό, όπως η Πρωτοβουλία Οικοδόμων, αλλά και άλλοι ταξικοί αγωνιστές. Οι αυθόρμητες εξάρσεις αλλά και οι αγωνιστικές διαθέσεις μπορεί μεν να επηρεάζονται από τη δράση πρωτοπόρων και ταξικών εργατών, δεν διαμορφώνονται όμως απ’ αυτούς. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι είναι αντικειμενικό στοιχείο της ταξικής πάλης, όρος απαραίτητος για ν’ αρχίσει το οικοδομικό κίνημα να ξεπερνά τα αδιέξοδα και την κρίση που περνά.
Η κρίση αυτή εκφράζεται σ’ όλα τα επίπεδα. Στην αδυναμία να υπάρξουν μικρές καθημερινές μάχες ενάντια στην παράταση του ωραρίου, στο κλέψιμο των ενσήμων, στα χαμηλά μεροκάματα, στον εργοδοτικό τσαμπουκά. Στην αδυναμία να γίνουν ζυμώσεις πάνω σ’ αυτά, να υπάρξουν στοιχειώδεις οργανωμένες δράσεις. Στην αδυναμία, κατ’ επέκταση, να οργανωθεί και να συντονιστεί ένας αγώνας τάξης προς τάξη για συλλογικές συμβάσεις και διαμόρφωση άλλων όρων πούλησης της εργατικής μας δύναμης σε βάρος της εργοδοσίας και του κεφαλαίου. Στην αδυναμία, τέλος, να υπερασπιστούμε την επιβίωση των ανέργων και ν’ αντιδράσουμε στην επιβολή των αντεργατικών νόμων της κυβέρνησης.
Αυτά είναι τ’ αγκάθια που απασχολούν σήμερα το οικοδομικό κίνημα και σ’ αυτά η πλειοψηφία (ΠΑΜΕ), που ελέγχει απόλυτα πλέον το συνδικάτο, περί άλλων τυρβάζει! Η ίδια έχει σοβαρές ευθύνες γι’ αυτή την κατάντια, γι’ αυτό και αναζητά σωσίβιο στις εκλογές, για ν’ «αποδείξει» ότι οι οικοδόμοι εμπιστεύονται το Συνδικάτο. Αυτά όλα, βέβαια, είναι για εσωτερική κατανάλωση και τόνωση της δικιάς τους ύπαρξης, καμιά σημασία δεν έχουν για το κίνημα και την προοπτική του. Η φούσκα της μαζικότητας φτιάχτηκε για να υπηρετήσει, εκτός των άλλων, και το μύθο περί ταξικού συνδικαλισμού.
Πάντοτε ήταν και θα είναι σε πλήρη αναντιστοιχία με τις πραγματικές παραμέτρους του κινήματος, όπως η ίδια η ζωή αποδείχνει.
Η Πρωτοβουλία Οικοδόμων πήρε μέρος σ’ αυτές τις εκλογές, όπως και το 2005. Είχε σημαντική πτώση των δυνάμεών της. 217 την ψήφισαν το 2005, 129 στις φετινές εκλογές. Εχασε επίσης την έδρα στην κεντρική διοίκηση, που είχε εκλέξει στις προηγούμενες εκλογές. Είναι μια αρνητική εξέλιξη που δεν ερμηνεύεται απλά σαν αποτέλεσμα της μείωσης της συμμετοχής. Είναι ανάγκη ν’ ανοίξει σοβαρή συζήτηση στο εσωτερικό της και τα συμπεράσματά της να γίνουν αντικείμενο συζήτησης με τους οικοδόμους. Σ’ αυτή τη συζήτηση πρέπει να κυριαρχήσει η αγωνία για το μέλλον του οικοδομικού κινήματος και όχι τα στενά παραταξιακά συμφέροντα. Μπορεί για τον γραφειοκρατικό συνδικαλισμό να είναι εκ προοιμίου δεδομένο να εμφανίζει τον ίσκιο για το μπόι του, όμως εμείς δεν πρέπει να έχουμε κανένα τέτοιο άγχος, γιατί ξεκινάμε από άλλες αφετηρίες και πρεσβεύουμε μια άλλη άποψη για το συνδικαλισμό.
Δε θα μπω καν στη λογική να περιγράψω τις δυσκολίες που ενέχει μια απόφαση συμμετοχής στις εκλογές στο Συνδικάτο Οικοδόμων για μια συλλογικότητα που θέλει να δράσει κόντρα στο γραφειοκρατικό συνδικαλισμό. Αυτές τις γνωρίζαμε, ήταν δεδομένο ότι θα ‘ρθουμε αντιμέτωποι μ’ ένα μηχανισμό που χρησιμοποιεί θεμιτά και αθέμιτα μέσα για να κυριαρχήσει. Ούτε μπορούσαμε να κινηθούμε στη λογική του. Το ερώτημα είναι, αν καταφέραμε με τη δράση μας να ξεπεράσουμε την κρίση του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού ή αν με τον τρόπο μας γίναμε στοιχείο της κρίσης του. Δεν αναφέρομαι μόνο στην απόφαση συμμετοχής στις εκλογές (προσωπικά διαφώνησα), αλλά στη συνολική μας δράση. Μια δράση που ήταν μεν αξιόλογη, αλλά περιορισμένη, κατά τη γνώμη μου. Και επαφή με τα εργοτάξια υπήρχε και δράση σ’ αυτά για την παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας και οργάνωση κάποιων συσκέψεων και συγκεντρώσεων, που δεν ξεπερνούσαν όμως τις λογικές της ανάθεσης. Οι όποιες αυτοτελείς δράσεις περιορίστηκαν στο ρόλο του μοχλού πίεσης προς το Συνδικάτο και κινούνταν στη λογική της αλλαγής των συσχετισμών.
Με τα εφόδια του χτες δεν μπορούμε ν’ απαντήσουμε στις ανάγκες του σήμερα, ούτε να διαμορφώσουμε τους όρους ανάπτυξης του ανεξάρτητου ταξικού συνδικαλισμού. Εμείς δεν διεκδικούμε για τον εαυτό μας το ρόλο του συνεπή εκπροσώπου, αλλά αυτού που θα συμβάλλει να οργανωθεί η πάλη των εργατών μέσα στα εργοτάξια, για να πειστούν μέσα από την ίδια τους την πείρα για τη δύναμη που έχουν. Να γίνουμε οι ίδιοι οργανωτές αυτής της πάλης και να έρθουμε σ’ επαφή με κόσμο που δρα σ’ αυτή την κατεύθυνση. Να συμβάλλουμε με τη ζύμωση και τη δράση μας στο ξεπέρασμα του γραφειοκρατικού μοντέλου και της ηγεσίας που το διαχειρίζεται. Η πρακτική μας να διαπαιδαγωγεί στις αξίες της ενότητας, της αλληλεγγύης και της εργατικής δημοκρατίας και να τονώνει την αυτοπεποίθηση των εργατών.
Μπροστά μας έρχονται δύσκολες μέρες. Η ανεργία φουντώνει και η επίθεση του κεφαλαίου θα ενταθεί στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κρίσης. Αλλο δρόμο και επιλογή δεν έχουμε εκτός από την οργάνωση και τον αγώνα. Εναν αγώνα που πρέπει να συμβάλλουμε όχι μόνο να γίνει, αλλά και να έχει νικηφόρα προοπτική, κόντρα στις μορφές χειραγώγησης που επιβάλλει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Αντώνης Καραμποΐκης