«Για πρώτη φορά, παύουν να υπάρχουν πατρίκιοι και πληβείοι στους όρους συνταξιοδότησης. Και μπαίνουν ενιαίοι κανόνες», έλεγε αναφερόμενος στους νέους ασφαλιστικούς νόμους, μιλώντας σε εκλεκτό ακροατήριο τραπεζιτών και λοιπών καπιταλιστών (εκδήλωση της Eurobank, 19.7.10), ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου. Βέβαια, η εξαίρεση των συντεχνιών από τις χειρότερες ρυθμίσεις (δικηγόροι, μηχανικοί, γιατροί, δημοσιογράφοι) αποδεικνύει το αντίθετο, όμως μια ρύθμιση που έγινε κυριολεκτικά στη ζούλα κάνει τα πράγματα ακόμα πιο προκλητικά.
Εχετε ξαναδεί υπουργό να «βελτιώνει» μια διάταξη ενός –κατά γενική ομολογία– αντεργατικού νόμου και να μη κάνει αυτό το γεγονός σημαία του; Ασήμαντα πράγματα άλλαξε ο Λοβέρδος και έστησε ολόκληρη προπαγανδιστική εκστρατεία, με τη βοήθεια βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και ΜΜΕ. Κι ενώ με ρύθμιση «βελτίωσε» τα ποσσοστά αναπλήρωσης του νέου συστήματος, δεν έκανε κανένα ντόρο. Γιατί; Γιατί η «βελτίωση» είναι από άχρηστη έως ασήμαντη για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζόμενων, ενώ αντίθετα είναι γενναιόδωρη για τους γιάπηδες με τα πολλά χρόνια ασφάλισης και τις υψηλές συντάξιμες αποδοχές.
Οπως θα θυμούνται οι αναγνώστες της «Κ», που έχουν παρακολουθήσει συστηματικά τις διάφορες φάσεις διαμόρφωσης του νέου ασφαλιστικού, στο προσχέδιο νόμου που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 10 Μάη, προβλέπονταν 12 ασφαλιστικές κλάσεις, τα δε ποσοστά αναπλήρωσης είχαν έντονο ταξικό άρωμα. Ανατρεπόταν ολόκληρη η έως τότε λογική της Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με την οποία τηρούνταν ένα στοιχείο αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζόμενων και έτσι το ποσοστό αναπλήρωσης ήταν μεγαλύτερο στις χαμηλότερες κλάσεις και μειωνόταν όσο ανεβαίναμε. Ετσι, αλάφραινε λίγο η (δεδομένη) ληστεία του συστήματος για τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους, σε σχέση με τους υψηλόμισθους. Στο προσχέδιο Λοβέρδου, όσο αυξανόταν η κλάση τόσο αυξανόταν το ποσοστό αναπλήρωσης, γεγονός που έκανε ακόμα και αστούς αναλυτές, όπως ο πρόεδρος της Ενωσης Αναλογιστών και διευθύνων σύμβουλος της Hewitt στην Ελλάδα, Π. Ζαμπέλης να σημειώνουν: «Για κάθε ένα ευρώ εισφορών, ο υψηλόμισθος παίρνει διπλάσια σύνταξη απ’ ό,τι ο χαμηλόμισθος για το ίδιο ευρώ»!
Στη συνέχεια και αφού προηγήθηκαν τα παζάρια με την τρόικα, ο Λοβέρδος κατήργησε τις 12 κλάσεις και στη θέση τους έβαλε μία κλάση για όλους τους ασφαλισμένους. Την τελευταία μέρα της συζήτησης στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, όμως, έκανε την εξής προσθήκη: «Το τελικό ποσό σύνταξης καθορίζεται για όλα τα έτη με βάση το συντελεστή που αντιστοιχεί στο τελευταίο πλήρες έτος ασφάλισης». Δηλαδή, αν ένας εργαζόμενος βγει στη σύνταξη με π.χ. 21 χρόνια ασφάλισης, το ποσοστό αναπλήρωσής του δεν θα υπολογίζεται με 0,8% για τα 15 πρώτα χρόνια, με 0,86% για τα επόμενα 3 χρόνια και με 0,92% για τα τρία τελευταία χρόνια (που κάνει συνολικά 17,34%), αλλά για όλα τα χρόνια με 0,92%.
Το αποτέλεσμα το βλέπετε χαρακτηριστικά στον πίνακα. Στην πρώτη στήλη έχουμε τα χρόνια ασφάλισης. Στη δεύτερη στήλη έχουμε τα ποσοστά αναπλήρωσης, όπως διαμορφώθηκαν τελικά, μετά την προαναφερθείσα προσθήκη. Στην τρίτη στήλη έχουμε τα ποσοστά αναπλήρωσης όπως εισήχθησαν στη Βουλή (δηλαδή πριν την προσθήκη). Τέλος, στην τέταρτη στήλη έχουμε τα ποσοστά αναπλήρωσης όπως ίσχυαν μέχρι την ψήφιση του νόμου Λοβέρδου.
Παρατηρώντας προσεκτικά τον πίνακα, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί οι Λοβέρδος και Κουτρουμάνης πέρασαν στα μουλωχτά αυτή την προσθήκη, χωρίς να προσπαθήσουν να κάνουν κανέναν προπαγανδιστικό θόρυβο. Γιατί ευνοεί εκείνους που έχουν πολλά χρόνια ασφάλισης και υψηλές συντάξιμες αποδοχές. Για παράδειγμα, για ένα μεγαλοστέλεχος τράπεζας με 40 χρόνια δουλειάς και συντάξιμες αποδοχές 2.500 ευρώ, η βελτίωση στη σύνταξη είναι 495 ευρώ το μήνα. Αντίθετα, για έναν εργαζόμενο με 25 χρόνια ασφάλισης (7.500 ένσημα) και συντάξιμες αποδοχές 800 ευρώ, η βελτίωση στη σύνταξη είναι μόλις 43,61 ευρώ το μήνα. Οσο για τον εργαζόμενο με 15 χρόνια ασφάλισης (4.500 ένσημα), όριο στο οποίο στριμώχνονται και θα στριμώχνονται όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα (λόγω ανεργίας και υποαπασχόλησης), αυτός δεν θα δει ούτε ένα ευρώ βελτίωση στη σύνταξή του.
Η κυβέρνηση φρόντισε να «γλυκάνει» το νέο ασφαλιστικό για τους γιάπηδες και τα golden boys. Αντίθετα, για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων ισχύει αυτό που με περισσό θράσος δήλωσε ο υφυπουργός Εργασίας Γ. Κουτρουμάνης: «Θεωρώ ότι ο ΟΓΑ μέχρι σήμερα έχει ένα από τα καλύτερα συστήματα ασφάλισης. Υπήρξε καμία επιφύλαξη ή εκ του αποτελέσματος μπορεί να πει κάποιος ότι στον ΟΓΑ δεν είναι εξασφαλισμένες οι συντάξεις; Είναι διασφαλισμένες περισσότερο από κάθε άλλο Ταμείο». Τα άθλια προνοιακά βοηθήματα του ΟΓΑ είναι το πρότυπο που επιφυλάσσει η κυβέρνηση για τους εργάτες.