Νεοδημοκράτες και Πασόκοι σκίζουν τα ρούχα τους, ότι δεν τίθεται θέμα μονιμότητας των δημόσιων υπαλλήλων (κεντρική διοίκηση, οργανισμοί και ΝΠΔΔ, ΟΤΑ), διότι η μονιμότητά τους είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη. Πράγματι, υπάρχει η σχετική συνταγματική διάταξη και σήμερα δεν αλλάζει. Αλλάζει, όμως, αύριο και ήδη υπάρχουν ζητήματα που επιβάλλουν μια νέα, έστω και περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση (διάταξη για τους ιδιοκτήτες ΜΜΕ, ασυμβίβαστο βουλευτών), οπότε άμα ξεκινήσει η διαδικασία εύκολα μπαίνει και η άρση της μονιμότητας των δημόσιων υπαλλήλων. Γι’ αυτό και αναπτύσσεται η σχετική φιλολογία.
Ας θυμηθούμε, ότι μέχρι πριν μερικά χρόνια ουδείς έθετε θέμα κατάργησης της μονιμότητας των εργαζόμενων στις ΔΕΚΟ (οι συμβάσεις τους είναι ιδιωτικού δικαίου, αορίστου χρόνου), σήμερα, όμως, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ θεωρούν τη σχετική ρύθμιση, που υπάρχει στους γενικούς κανονισμούς προσωπικού των ΔΕΚΟ (όλοι έχουν κυρωθεί με νόμους) αναχρονισμό. Και γιατί τη θεωρούν αναχρονισμό. Γιατί, όπως λένε, οι ΔΕΚΟ πρέπει να λειτουργούν ανταγωνιστικά και η μονιμότητα αποτελεί αντικίνητρο για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Τα ίδια, λοιπόν, θα πουν και για το στενό δημόσιο τομέα. Μήπως δεν λένε ότι τα νοσοκομεία πρέπει να λειτουργούν ανταγωνιστικά, οι υπηρεσίες των ΟΤΑ πρέπει να γίνουν ανταγωνιστικές, η εκπαίδευση πρέπει να κινηθεί σε ανταγωνιστική βάση; Το επόμενο βήμα θα είναι να τεθεί θέμα άρσης της μονιμότητας. Να τεθεί για τους νεοπροσλαμβανόμενους αρχικά, ώστε να δημιουργηθούν δημόσιοι υπάλληλοι δυο ταχυτήτων. Και τότε δεν θα έχουμε το φαινόμενο των συμβασιούχων που κάποια στιγμή γίνονται αορίστου χρόνου (με μονιμότητα), αλλά το φαινόμενο δημόσιων υπαλλήλων αορίστου χρόνου χωρίς μονιμότητα, δίπλα στις δυο προηγούμενες κατηγορίες).
Είναι, λοιπόν, αφελής όποιος δίνει βάση στις διαβεβαιώσεις περί συνταγματικής κατοχύρωσης της μονιμότητας στο δημόσιο, που αφειδώς προσφέρει ο Πρ. Παυλόπουλος. Τη μονιμότητα οι εργαζόμενοι πρέπει να την υπερασπιστούν πρωτίστως «ιδεολογικά». Να αποδείξουν δηλαδή ότι πρόκειται για ρύθμιση προοδευτική από την άποψη των εργατικών συμφερόντων. Και όχι να βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο, να θεωρούν ότι περίπου τους κάνουν χάρη που τους ανέχονται και ότι υπερασπίζονται κάποιο «προνόμιο», κάποιο «κεκτημένο». Αν δεν υπάρξει μια τέτοια «ιδεολογική» αντεπίθεση, αν τη μονιμότητα δεν την υπερασπιστούμε ως έκφανση του δικαιώματος στη δουλειά, διεκδικώντας ταυτόχρονα την απαγόρευση των απολύσεων παντού (και στον ιδιωτικό τομέα), τότε αργά ή γρήγορα θα βρεθούμε μπροστά σε νέες δυσάρεστες εκπλήξεις. Το μέγα πρόβλημα για το εργατικό κίνημα σήμερα είναι ότι δεν έχει στόχους, δεν παίρνει πρωτοβουλίες, σέρνεται πίσω από τα αστικά ιδεολογήματα και αφήνει τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία να διαφθείρει συνειδήσεις, να υπονομεύει και να διαλύει τα πάντα.








