«Να πάρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα από τη δική μου μεταρρυθμιστική εμπειρία στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, το οποίο μάλιστα και στον τίτλο του, στο όνομά του, έφερε τον όρο μεταρρύθμιση. Αξιολόγηση στο δημόσιο. Ολοι αναγνωρίζουν ότι η αξιολόγηση είναι απαραίτητη. Είναι αυτό από μόνο του μια σημαντική κατάκτηση, αν όχι όλοι, η μεγάλη πλειοψηφία. Δε συνέβαινε το ίδιο πριν από 4-5 χρόνια. Ομως, αρκετοί διαφωνούν για τη μηχανική της αξιολόγησης. Οταν, όμως, οι δημόσιοι υπάλληλοι θα αντιληφθούν ότι από τη διαδικασία της αξιολόγησης θα υπάρχουν πολλοί κερδισμένοι, ότι ο καλός και άξιος υπάλληλος, ο οποίος σήμερα αποδίδει, αλλά κανείς δεν αναγνωρίζει την αξία του, γιατί δεν υπάρχει σύστημα αξιολόγησης, θα μπορεί, παραδείγματος χάριν, να έχει ταχύτερες μισθολογικές αναβαθμίσεις και να δει πιο γρήγορη πρόοδο μέσα στην εξέλιξή του στη δημόσια διοίκηση, με αυτό τον τρόπο οι μεταρρυθμίσεις δημιουργούν και εσωτερικούς συμμάχους».
Αυτά είπε (μεταξύ πολλών άλλων) ο Μητσοτάκης, κατά την παρουσίαση βιβλίου του νεοφιλελεύθερου αντιπροέδρου της ΝΔ Κ. Χατδηδάκη. Ξύνεται στη γκλίτσα του τσοπάνη ο αρχηγός της ΝΔ. Γιατί όλοι θυμούνται το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης που με σαδιστική μανία επιχείρησε να περάσει. «Αξιολόγηση» που στο κέντρο της είχε ένα «πόιντ σίστεμ», το οποίο υποχρεωτικά έπρεπε να κατατάξει τους δημόσιους υπάλληλους σε κλίμακα με συγκεκριμένη ποσόστωση: 25% άριστα, 60% καλώς και 15% κάτω από τη βάση. Με βάση αυτή την «αξιολογική» κατάταξη, κάποιοι θα έπαιρναν την άγουσα για την απόλυση, ενώ θα οργίαζε το ρουσφέτι από τις παρατάξεις των εκάστοτε κυβερνητικών κομμάτων. Αυτό το σύστημα «αξιολόγησης» χρησιμοποιούνταν από μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, κάποιες από τις οποίες (όπως π.χ. η Microsoft) αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν, χαρακτηρίζοντάς το «κανιβαλικό», καθώς διαπίστωσαν ότι κάθε στέλεχος προσπαθούσε να διαβάλει το άλλο, για να ανέβει στην ιεραρχία εκτοπίζοντας τους υπόλοιπους, με αποτέλεσμα να μπαχαλοποιείται η λειτουργία της επιχείρησης.
Οι δημόσιοι υπάλληλοι, που ξέρουν καλύτερα από τον καθένα το χώρο, κατάλαβαν αμέσως τι θα σήμαινε η «αξιολόγηση» του Μητσοτάκη και ξεσηκώθηκαν, με αποτέλεσμα ο Μητσοτάκης να γίνει ένας από τους πιο μισητούς υπουργούς της μνημονιακής κυβέρνησης των Σαμαροβενιζέλων και ειδικά για τους δημόσιους υπάλληλους να αποτελέσει κόκκινο πανί. Ηταν τόσο καθολική η αντίδραση των εργαζόμενων σ' αυτό το έκτρωμα, που συνεχίστηκε και επί των ημερών των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, με αποτέλεσμα και η πιο ήπια «αξιολόγηση» της Γεροβασίλη να αντιμετωπιστεί με ένα τεράστιο κύμα αποχής από τους εργαζόμενους και να διεκπεραιωθεί τσάτρα-πάτρα μέσα από τις εκθέσεις των προϊσταμένων που στις περισσότερες περιπτώσεις λειτουργούσαν υπό εκβιασμό και απειλές.
Ο Μητσοτάκης επανέρχεται με νεοφιλελεύθερη εμμονή στο σχέδιο που ως μνημονιακός υπουργός πήγε να εφαρμόσει. Και βέβαια, τις διαβεβαιώσεις του ότι δεν πρόκειται να απολυθεί κανένας δημόσιος υπάλληλος δεν τις πιστεύει κανένας. Οταν τον ακούμε και τώρα να λέει ότι οι «άξιοι» θα παίρνουν προαγωγές και αυξήσεις μισθών, όλοι καταλαβαίνουν ότι οι «καλοί» θα μένουν στάσιμοι και οι «κακοί» θα παίρνουν την άγουσα για την απόλυση. Με κάτι τέτοια, ο Μητσοτάκης γίνεται ο καλύτερος προπαγανδιστής του ΣΥΡΙΖΑ στο συγκεκριμένο εργασιακό κλάδο.