Σαρώνουν τις εργασιακές σχέσεις, εν μέσω κρίσης και ασυδοσίας των καπιταλιστών
Ο καπιταλιστής θέλει να κάνει τον εργάτη λάστιχο. Θέλει να μη χάνει ούτε ένα δευτερόλεπτο του χρόνου εργασίας. Να τον χρησιμοποιεί μόνο όποτε τον θέλει και για όσο θέλει. Αντίθετα, ο εργάτης θέλει κανονικότητα: 8 ώρες τη μέρα, 5 μέρες τη βδομάδα, 11 μήνες το χρόνο (συν 1 μήνα άδεια). Από τότε που υπάρχει καπιταλισμός αναπτύσσεται πάλη ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία γι’ αυτούς τους όρους. Μέσα απ’ αυτή την πάλη φτάσαμε κάποια στιγμή στο 8ωρο-5ήμερο-11μηνο. Ουδέποτε, όμως, οι καπιταλιστές σταμάτησαν να αμφισβητούν αυτά που κάποια στιγμή οι εργάτες μπόρεσαν να κατοχυρώσουν με συλλογικές συμβάσεις και νόμους. Ουδέποτε σταμάτησαν να παραβιάζουν στην πράξη συλλογικές συμβάσεις και εργατική νομοθεσία και στη συνέχεια να απαιτούν να κατοχυρωθεί και θεσμικά η αυθαιρεσία τους.
Την εποχή του νεοφιλελευθερισμού, από τα μέσα της δεκαετίας του ‘80 και ιδιαίτερα τη δεκαετία του ‘90, άρχισαν σε όλο τον κόσμο να προωθού-νται οι λεγόμενες «ελαστικές σχέσεις εργασίας». Οι εργασιακές σχέσεις που κάνουν τον εργάτη λάστιχο με νόμιμο τρόπο. Οι κυβερνήσεις άρχισαν να τις θεσπίζουν και ως πρόσχημα έφερναν πάντοτε «την πραγματικότητα στην αγορά εργασίας», που ήταν «απορρυθμισμένη». Πρόκειται για μια λογική που θυμίζει το γνωστό σεξιστικό σλόγκαν: «αν δε μπορείς να αποφύγεις το βιασμό, κάτσε κι απόλαυσέ τον»! Αντί να οργανώσουν τους ελεγκτικούς μηχανισμούς και να τσακίσουν στα πρόστιμα τους παρανομούντες καπιταλιστές (λέμε τώρα!), αυτοί έκαναν νόμιμο το παράνομο καθεστώς. Και βέβαια, εκκινώντας από τη νέα βάση, οι καπιταλιστές συνέχιζαν να παρανομούν σε διευρυμένο επίπεδο και να ζητούν να προσαρμοστεί και η νομοθεσία στο νέο καθεστώς ασυδοσίας που είχαν διαμορφώσει σ’ ένα τμήμα της αγοράς εργασίας, πάνω στα πιο ευάλωτα τμήματα της εργατικής τάξης.
Στη χώρα μας, ήταν το ΠΑΣΟΚ που άνοιξε το χορό αυτών των νομοθετημάτων, με το νόμο 2639/1998. Συνέχισε πάλι το ΠΑΣΟΚ με το νόμο 2956/2001 και η σκυτάλη πέρασε στη ΝΔ, που ψήφισε το νόμο 3385/2005. Ενδιαμέσως έγιναν και άλλες ρυθμίσεις, όμως ο κορμός των «ελαστικών εργασιακών σχέσεων» διαμορφώθηκε μ’ αυτούς τους τρεις νόμους. Από τότε που ξέσπασε η καπιταλιστική κρίση, θυμόμαστε όλοι τον περιβόητο Κ. Μίχαλο, πρόεδρο του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητήριου Αθήνας, να βγαίνει στα παράθυρα και να ζητά τη θέσπιση μιας σειράς αντεργατικών μέτρων, φωνάζοντας ότι η νομοθεσία στην Ελλάδα είναι… υπερπροστατευτική και λειτουργεί ως… αντικίνητρο για τους επενδυτές. Ανάλογα αιτήματα διατύπωσε και ο ΣΕΒ, με πιο κομψό τρόπο (άλλο Δασκαλόπουλος, άλλο Μίχαλος).
Ηρθε, λοιπόν, η ώρα η νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, κυβέρνηση… αντιεξουσιαστών, με αρμόδιο υπουργό τον… μαρξιστή-λενινιστή Α. Λοβέρδο, να κάνει πράξη τις απαιτήσεις και τις προσδοκίες των καπιταλιστών. Στο προσχέδιο νόμου που με σεμνότητα έδωσε στη δημοσιότητα ο υπουργός Εργασίας την περασμένη Τρίτη, όχι μόνο διατηρείται ολόκληρο το αντεργατικό οπλοστάσιο του παρελθόντος, αλλά… επικαιροποιείται, συγκεκριμενοποιείται και αποσαφηνίζεται, έτσι που οι καπιταλιστές, μικροί και μεγάλοι, να μπορούν ν’ ανοίγουν ολόκληρη τη βεντάλια, να επιλέγουν μέτρα ή συνδυασμό μέτρων και να μπορούν να τα εφαρμόσουν άμεσα, χωρίς γραφειοκρατικά ή άλλα εμπόδια.
Αν και έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και εμφανίζει μια μιντιακή πολυπραγμοσύνη, ο Α. Λοβέρδος δεν κατάφερε να πρωτοτυπήσει στο πλασάρισμα του νομοσχέδιου. Τη στερεότυπη επιχειρηματολογία των προκατόχων του επιστράτευσε. Επικαλέστηκε το «απορρυθμισμένο εργασιακό περιβάλλον» και έκλεισε με το σύνθημα «ούτε απορρύθμιση ούτε υπερρύθμιση». Ας αφήσουμε, όμως, τη (γελοία) φλυαρία Λοβέρδου και ας πάμε στην ουσία. Την ουσία που απέκρυψε το σύνολο του αστικού Τύπου, που παρουσίασε το νομοσχέδιο ως προοδευτική τομή και ως… ανάσχεση στην ασυδοσία, ενώ πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο.
•Μπλοκάκια: Με το πρώτο κιόλας άρθρο του προσχέδιου χειροτερεύει το καθεστώς για τους εργαζόμενους με μπλοκάκι και δίνεται η δυνατότητα στους καπιταλιστές να διευρύνουν αυτό το καθεστώς. Το προηγούμενο καθεστώς (Ν. 2639/1998) προέβλεπε ότι εφόσον η εργασία με μπλοκάκι παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Τι έκανε ο Λοβέρδος; Πρόσθεσε ως προϋπόθεση το τρίμηνο. Προηγουμένως ο εργαζόμενος μπορούσε να διεκδικήσει ένσημα, δώρα και άδεια ακόμα και αν εργαζόταν για ένα μήνα, τώρα πρέπει να έχει τουλάχιστον τρίμηνο. Και μετά; Το προσχέδιο δεν αναφέρει τίποτα. Μπορεί να γίνει μια διακοπή (εικονική ασφαλώς) για κάποιες μέρες και μετά ν’ αρχίσει νέο τρίμηνο και πάει λέγοντας. Και όμως, το αληταριό του αστικού Τύπου παρουσίασε αυτή τη ρύθμιση σαν «τέρμα το μπλοκάκι»! Μάλιστα, ο Λοβέρδος καταργεί και την υποχρέωση του εργοδότη να γνωστοποιεί τη σύμβαση στην Επιθεώρηση Εργασίας εντός 15 ημερών.
•Εκ περιτροπής εργασία: Οι φλυαρίες που ορίζουν τι είναι μερική απασχόληση και πλήρης απασχόληση δεν έχουν καμιά σημασία για τους εργαζόμενους. Στη συνέχεια, όμως, αποθεώνεται το αντεργατικό πνεύμα με τη ρύθμιση για την εκ περιτροπής εργασία. Το προηγούμενο καθεστώς (Ν. 2639/1998) ήταν εξαιρετικά ασαφές, γιατί την περίοδο που φτιάχτηκε οι καπιταλιστές δεν είχαν τόσο μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτή τη ρύθμιση. Εκανε λόγο για εκ περιτροπής εργασία ανά ημέρα, εβδομάδα ή μήνα, αλλά δεν όριζε ρητά ότι η εκ περιτροπής εργασία μπορεί να εφαρμοστεί και στους πλήρως απασχολούμενους. Γι’ αυτό «αλύχταγε» τόσο καιρό ο Μίχαλος από τα τηλεπαράθυρα. Ηθελε συγκεκριμενοποίηση της ρύθμισης, γιατί στις συνθήκες της κρίσης οι καπιταλιστές θέλουν να τη χρησιμοποιήσουν, ήδη τη χρησιμοποιούν και δε θέλουν να μπλέξουν με μελλοντικές προσφυγές εργαζόμενων στα δικαστήρια.
«Εκ περιτροπής απασχόληση θεωρείται η απασχόληση κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή κατά λιγότερες εβδομάδες το μήνα ή κατά λιγότερους μήνες το έτος ή και συνδυασμός αυτών κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας», προβλέπει το προσχέδιο Λοβέρδου, που ορίζει επίσης ότι ο εργοδότης μπορεί να τη χρησιμοποιήσει μέχρι 6 μήνες το χρόνο!
Οι καπιταλιστές απαιτούσαν επίσης μια ρύθμιση που θα αποθεώνει το διευθυντικό τους δικαίωμα και δεν θα τους μπλέκει σε τριβές με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Η εκ περιτροπής εργασία προϋπέθετε και πριν «διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων». Ο Λοβέρδος έρχεται και αποσαφηνίζει αυτό το σημείο έτσι που να βολεύονται οι καπιταλιστές. Ως εκπρόσωποι των εργαζομένων ορίζονται η πιο αντιπροσωπευτική οργάνωση της επιχείρησης, το συμβούλιο εργαζομένων και αν λείπουν «η ενημέρωση και διαβούλευση γίνεται με το σύνολο των εργαζομένων»! Πώς γίνεται; «Σε τόπο και χρόνο που ορίζει ο εργοδότης», ο οποίος μπορεί να κάνει την ενημέρωση «με γενική ανακοίνωση σε εμφανές και προσιτό σημείο της επιχείρησης». Ο εργοδότης βγάζει μια ανακοίνωση, καλεί μετά τους εργάτες, τους ανακοινώνει την εκ περιτροπής εργασία, «ακούει» τη γνώμη τους (ποιος τολμά να μιλήσει;) κι αυτό είναι όλο!
•Μερική απασχόληση: Στη μερική απασχόληση, ένα καθεστώς έτσι κι αλλιώς αντεργατικό, ο Λοβέρδος εισάγει μια μεγαλοπρεπέστατη εξαίρεση. Ενώ προβλέπεται ότι το ωράριο των μερικώς απασχολούμενων πρέπει να είναι συνεχές, εξαιρεί τους οδηγούς και τους συνοδούς σχολικών λεωφορείων και τους καθηγητές στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών και μέσης εκπαίδευσης! Σχολάρχες και φροντιστηριάρχες θα μπορούν να απασχολούν αυτούς τους εργαζόμενους με σπαστό ωράριο. Π.χ. δυο ώρες το πρωί και δυο το μεσημέρι. Μόνο όσο τους χρειάζονται και όποτε τους χρειάζονται. Και τι θα κάνουν στο ενδιάμεσο οι εργαζόμενοι; Ας κόψουν το λαιμό τους. Εκείνο που μετράει είναι το κέρδος του εργοδότη και όχι οι ανάγκες του εργαζόμενου.
Κυριολεκτικά για ξεκάρφωμα προστίθεται στο ισχύον καθεστώς μια διάταξη, σύμφωνα με την οποία το ωρομίσθιο όσων δουλεύουν κάτω από 4 ώρες την ημέρα προσαυξάνεται κατά 7,5%. Ο τετραωρίτης παίρνει τουλάχιστον ένα ένσημο μερικής απασχόλησης, ενώ ο εργαζόμενος κάτω από 4 ώρες παίρνει λιγότερα ένσημα σε μηνιαία βάση, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην ασφάλισή του. Αυτό γιατί το «ξέχασε» ο ευαίσθητος υπουργός;
Και το προσχέδιο Λοβέρδου απαγορεύει τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου, ενώ καταργεί την ισχύουσα υποχρέωση των καπιταλιστών να υποβάλλουν καταστάσεις στην Επιθεώρηση Εργασίας. Κατά τα άλλα, θέλει να ελέγξει τους εργοδότες!
•Προσωρινή απασχόληση – Δουλεμπόριο: Οχι μόνο διατηρείται άθιχτο το καθεστώς (άρθρα 20-25 Ν. 2956/2001), αλλά γίνεται χειρότερο. Εννοείται πως η πρόβλεψη ότι το νοίκιασμα εργαζόμενου «επιτρέπεται μόνο για συγκεκριμένους λόγους που δικαιολογούνται από έκτακτες, πρόσκαιρες και εποχιακές ανάγκες» έχει καθαρά φιλολογική σημασία, όταν ακόμη και το κράτος παραβιάζει τη συνταγματική ρύθμιση που απαγορεύει την πρόσληψη προσωπικού ορισμένου χρόνου για πάγιες ανάγκες και προσλαμβάνει αφειδώς τέτοιο προσωπικό, τόσο επί ΝΔ όσο και επί ΠΑΣΟΚ, βαφτίζοντάς το προσωπικό για κάλυψη έκτακτων, πρόσκαιρων και εποχιακών αναγκών. Οταν ο πρώτος διδάξας είναι το κράτος, υπάρχει περίπτωση να μη κάνουν το ίδιο οι δουλέμποροι; Το μόνο βέβαιο είναι ότι θα προσλαμβάνονται εργαζόμενοι-δούλοι που θα καλύπτουν πάγιες ανάγκες, οι οποίες θα βαφτίζονται έκτακτες, πρόσκαιρες, εποχιακές.
Εως τώρα (άρθρο 22 Ν. 2956/2001) επιτρεπόταν δυο διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου (8+8 μήνες). Μετά, η σύμβαση μετατρεπόταν υποχρεωτικά σε αορίστου χρόνου. Ο Λοβέρδος από τη μια διευρύνει το διάστημα στους 18 μήνες (12+6) και από την άλλη ανοίγει ένα τεράστιο παράθυρο για διαιώνιση της δουλεμπορικής σύμβασης. Αν μεσολαβήσει ένα διάστημα μη απασχόλησης 45 ημερών, μπορεί να ξεκινήσει νέο 18μηνο, στον ίδιο εργοδότη, στο ίδιο αντικείμενο. Ετσι, η προσδοκία του εργαζόμενου ότι κάποια στιγμή θα μπορούσε να γίνει αορίστου χρόνου στον έμμεσο εργοδότη και να φύγει από τα νύχια του δουλέμπορου, πάει περίπατο. Μετά από ένα διάλειμμα 45 ημερών (στο οποίο, όπως ο καθένας μπορεί να καταλάβει θα εργάζεται «μαύρα»), θα ξαναρχίζει γι’ αυτόν ο κύκλος του 18μηνου, που δεν θα έχει τέλος. Ο Λοβέρδος καταφέρνει να κάνει σκόνη την κοινοτική οδηγία που ενσωματώθηκε στα ΠΔ Παυλόπουλου και Παναγιωτόπουλου, που απαγορεύει τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου για κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών. Ξέρετε εσείς καμιά ανάγκη που να είναι έκτακτη και να διαρκεί επί 3 συναπτά έτη (18+18 μήνες), με ένα διάλειμμα 45 ημερών;
Το προσχέδιο Λοβέρδου δεν μπορούσε να μην έχει και τις φωτογραφικές του διατάξεις. Αναφέραμε παραπάνω αυτή για τους οδηγούς των σχολικών και τους καθηγητές των φροντιστηρίων. Δε μπορούσαν να μείνουν παραπονεμένοι οι μεγαλοξενοδόχοι. Γι’ αυτούς δεν ισχύει ούτε το 45ήμερο, αν απασχολήσουν το προσωπικό «σε ολιγοήμερες κοινωνικές εκδηλώσεις». Εχει ένα γκρουπ, ένα συνέδριο, ένα γάμο; Παίρνει το προσωπικό για λίγες μέρες και δεν έχει καμιά υποχρέωση. Ακόμα και αν δεν έχει μεσολαβήσει 45ήμερο ανάμεσα στις δυο συμβάσεις!
Το ισχύον νομικό πλαίσιο (Ν. 2956/2001, άρθρ. 22, παρ. 2) προέβλεπε ότι οι αποδοχές αυτών των εργαζόμενων δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις προσδιοριζόμενες στις κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις. Ο Λοβέρδος θεωρεί… περιττή αυτή την πρόβλεψη και την εξαλείφει. Βέβαια, η συγκεκριμένη διάταξη στην πράξη παραβιαζόταν πάντοτε. Οι εργαζόμενοι δεν πληρώνονταν όχι μόνο με τα κλαδικά, αλλά ούτε με τα βασικά (γνωστή η δράση των δουλεμπόρων). Στα ευρωόργανα (Κομισιόν, Συμβούλιο, Κοινοβούλιο) επί έξι χρόνια είχε μπλοκαριστεί η σχετική ρύθμιση και τελικά αφαιρέθηκε από την οδηγία 104/ 2008 η υποχρέωση να πληρώνονται οι νοικιαζόμενοι εργαζόμενοι με βάση τις κλαδικές αποδοχές του πόστου που καλύπτουν. Πριν ακόμα ενσωματωθεί αυτή η οδηγία στο ελληνικό Δίκαιο, ο Λοβέρδος σπεύδει να εξαλείψει τη σχετική διάταξη που για ξεκάρφωμα είχε βάλει το ΠΑΣΟΚ το 2001. Ο εργαζόμενος σε δουλεμπορική εταιρία δε μπορεί να ελπίζει ούτε σ’ ένα συμβατικό μισθό ανάλογο με τη δουλειά που κάνει. Αν πάρει το βασικό, θα πρέπει να είναι κι ευχαριστημένος.
•Διαθεσιμότητα: Το ισχύον καθεστώς παραμένει ως έχει, ενώ για την «ενημέρωση-διαβούλευση» ισχύουν όσα και για την εκ περιτροπής εργασία.
•Διευθέτηση χρόνου εργασίας: Η περιβόητη διευθέτηση εισήχθη με το Ν. 2639/ 2001 του ΠΑΣΟΚ και «βελτιώθηκε» με το νόμο 3385/2005 της ΝΔ. Ο Λοβέρδος ανέλαβε να «βελτιώσει» το μηχανισμό επιβολής της διευθέτησης, έτσι που να γίνεται πράξη η αποθέωση του διευθυντικού δικαιώματος των καπιταλιστών. Ηταν το σημείο που κόλλαγε η διευθέτηση στην πράξη, επειδή δεν ήταν εύκολο να τη δεχτεί η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αφήνοντας λοιπόν εντελώς άθιχτο το ουσιαστικό –και άκρως αντεργατικό– πλαίσιο της διευθέτησης, ο Λοβέρδος θεσπίζει καταρχάς τη δυνατότητα να υπογράφει τη διευθέτηση μια «ένωση προσώπων» από 5 εργαζόμενους, σε επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 20 εργαζόμενους! Δηλαδή, ο καπιταλιστής μπορεί να περάσει τη διευθέτηση χρησιμοποιώντας 5 τσάτσους ή 5 τρομοκρατημένους εργαζόμενους! Αν σκαλώσει η «διαβούλευση», έως τώρα αρμόδια να δώσει λύση ήταν μια επιτροπή που αποτελούνταν από έναν κοινωνικό επιθεωρητή, δυο εκπροσώπους από το Εργατικό Κέντρο και δυο εκπροσώπους των εργοδοτών. Ο Λοβέρδος καταργεί αυτή την επιτροπή, που γενικά δεν «περπατούσε» και οι καπιταλιστές γκρίνιαζαν, και στη θέση της βάζει τον ΟΜΕΔ. Δοκιμασμένο όργανο ταξικής συνεργασίας, που σίγουρα θα μπορεί να εκτιμήσει τις «ανάγκες» μιας επιχείρησης που ζητάει διευθέτηση.
Και όμως, αυτό το αντεργατικό έκτρωμα, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ το βρήκε απλώς… λειψό. Σημείωσε ότι «έχει καταρχήν αρκετές θετικές ρυθμίσεις και περιορισμούς της εργοδοτικής αυθαιρεσίας» (!!!) αλλά «δεν συμπεριέλαβε μια σειρά από σοβαρά θέματα», τα οποία η ΓΣΕΕ θα «διαπραγματευθεί» από εδώ και πέρα. Για «θετικό βήμα στο να ρυθμιστεί η ζούγκλα των ευέλικτων μορφών απασχόλησης» έκανε λόγο ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γ. Παναγόπουλος. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία μιλάει μόνο για κάποιες ρυθμίσεις του Ν. 3385/2005 της ΝΔ, ενώ δε ζητά κατάργηση του προηγούμενου αντεργατικού θεσμικού πλαισίου!








