Τέσσερις μέρες πριν τις εκλογές, απαντώντας σε δηλώσεις της Πετραλιά, η πολιτική εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ για θέματα Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Εύη Χριστοφιλοπούλου, δήλωσε μεταξύ άλλων τα εξής: «Παρά το γεγονός ότι επανειλημμένα έχουμε ρωτήσει την κυβέρνηση για την οικονομική κατάσταση των Ταμείων, δεν έχουμε πάρει απαντήσεις. Ακόμα όμως και έτσι, δεν θα αναζητήσουμε άλλοθι ανικανότητας, όπως έκανε η απερχόμενη κυβέρνηση, αλλά, λαού θέλοντος, θα κάνουμε καταγραφή των οικονομικών δεδομένων των Ταμείων, για να έχουμε πλήρη και σαφή εικόνα της πραγματικής οικονομικής τους κατάστασης, ούτως ώστε να ενημερωθεί ο Ελληνας πολίτης και να είμαστε σε θέση να λάβουμε τις καλύτερες αποφάσεις».
Οπως μπορεί να δει ακόμα και ο «αμύητος» στη σιβυλλική γλώσσα των αστών πολιτικών, το ΠΑΣΟΚ δεν δεσμεύεται για τίποτα στο Ασφαλιστικό. Ολα ξεκινούν από μηδενική βάση. Ολα τίθενται υπό την αίρεση των αριθμών. Το ΠΑΣΟΚ, που κατηγορεί τη ΝΔ ότι έκανε την «απογραφή» για να αθετήσει τις προεκλογικές της υποσχέσεις, προαναγγέλλει «καταγραφή» και μετά… ό,τι ήθελε προκύψει.
Δηλώνει η Χριστοφιλοπούλου, ότι δεν γνωρίζουν την ακριβή οικονομική κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων. Λέει ψέματα. Ορθά κοφτά. Το ΠΑΣΟΚ είναι σε θέση να γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα την οικονομική κατάσταση των Ταμείων, όχι μόνο γιατί στελέχη της συνδικαλιστικής του γραφειοκρατίας συμμετέχουν στις διοικήσεις τους, αλλά και γιατί ελέγχει πολιτικά την Ομοσπονδία των εργαζόμενων στα ασφαλιστικά ταμεία (ο πρόεδρός της Γ. Κουτρουμάνης είναι και υποψήφιός του στις εκλογές).
Η δήθεν άγνοια για την οικονομική κατάσταση των Ταμείων είναι το πρόσχημα του ΠΑΣΟΚ για να μιλήσει για «καταγραφή», η οποία θα δώσει «πλήρη και σαφή εικόνα της πραγματικής οικονομικής κατάστασης», βάσει της οποίας «θα ενημερωθεί ο έλληνας πολίτης» και μετά θα παρθούν «οι καλύτερες αποφάσεις». Εχει κανείς αμφιβολία ότι βαδίζουμε για μια ακόμα αντιασφαλιστική ανατροπή, στο όνομα της οικτρής οικονομικής κατάστασης των ασφαλιστικών ταμείων; Για τον ίδιο λόγο δεν έγιναν και όλες οι προηγούμενες ανατροπές; Το 1990 και το 1992 από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, το 2002 από την κυβέρνηση Σημίτη και το 2008 από την κυβέρνηση Καραμανλή. Κάθε φορά, οι κυβερνήσεις επικαλούνται την οικονομική κατάσταση των Ταμείων, για να πάρουν μέτρα σε βάρος εργαζόμενων και συνταξιούχων. Κάθε φορά που τους ακούμε να μιλούν για τα οικονομικά προβλήματα των Ταμείων, ξέρουμε ότι ετοιμάζουν αντιασφαλιστικές ρυθμίσεις, είτε σαρωτικές είτε σε επιμέρους τομείς.
Μιλά σήμερα το ΠΑΣΟΚ για άγνοια της πραγματικής οικονομικής κατάστασης των Ταμείων, για απογραφή και νέες αποφάσεις. Ξέχασαν τι έλεγαν το 2002, όταν ψήφιζαν το νόμο Ρέππα; Ελεγαν πως έλυσαν τα προβλήματα του ΙΚΑ για τα επόμενα 30 χρόνια. Το παραμύθι ότι τα έκανε μαντάρα η κυβέρνηση της ΝΔ να σταματήσει. Η ΝΔ εφάρμοσε με θρησκευτική ευλάβεια το νόμο Ρέππα. Ούτε το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων έπληξε Ταμεία, όπως π.χ. το ΙΚΑ. Ούτε έ-πληξε το σύστημα τόσο πολύ που σήμερα να χρειάζονται νέες αποφάσεις. Εχουμε γράψει και άλλη φορά, ότι το χαρτοφυλάκιο του ΙΚΑ είναι περίπου 12% των αποθεματικών του. Επομένως, δεν προέκυψε από εκεί η ζημιά.
Η ΝΔ, βέβαια, έκανε χαριστικές ρυθμίσεις για τους φοροκλέπτες καπιταλιστές, μικρούς και μεγάλους. Ομως, τέτοιες ρυθμίσεις έκανε και το ΠΑΣΟΚ, με συχνότητα μία ρύθμιση κάθε δυο χρόνια. Πάντα υπόσχονταν ότι αυτή η ρύθμιση είναι η τελευταία και σε δυο χρόνια έφερναν καινούργια. Δεν είναι, λοιπόν, η ΝΔ που χρεοκόπησε το ΙΚΑ. Είναι η πολιτική όλων των κυβερνήσεων ληστρική. Το ΠΑΣΟΚ συνέχισε αυτό που παρέλαβε από τη ΝΔ (χωρίς να καταργήσει τους αντιασφαλιστικούς της νόμους, όπως υποσχόταν ο Ανδρ. Παπανδρέου το 1993) και η ΝΔ συνέχισε αυτό που παρέλαβε από το ΠΑΣΟΚ. Συνέχισαν να μη πληρώνουν τα καταληστευθέντα αποθεματικά των Ταμείων, να αφήνουν ασύδοτους τους καπιταλιστές να φοροδιαφεύγουν και να φοροκλέβουν, να ασκούν κρατική κοινωνική πολιτική στις πλάτες των ασφαλιστικών ταμείων, να μην εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις του κράτους, είτε αυτές οι υποχρεώσεις αφορούν κρατική χρηματοδότηση (θεσπισμένη με νόμους) είτε αφορούν εισφορές που οφείλει να καταβάλλει το κράτος ως εργοδότης, να ευνοούν την ημιαπασχόληση και τις «ευέλικτες» μορφές εργασίες, που πλήττουν τις ασφαλιστικές εισφορές, να προωθούν τα stage με την ανασφάλιστη εργασία δεκάδων χιλιάδων νέων, κ.λπ. κ.λπ.
Καθ’ όλη την προεκλογική περίοδο, το ΠΑΣΟΚ αρνήθηκε να μιλήσει συγκεκριμένα για το Ασφαλιστικό. Επίσημα δεν το άνοιξε καθόλου. Μόνο όταν δεχόταν ερωτήσεις ο Παπανδρέου έδινε κάποιες αόριστες απαντήσεις. Απάντησε, για παράδειγμα, στη ΔΕΘ, ότι δεν είναι στις προθέσεις του να αυξήσει τα όρια ηλικίας. Ομως, αν ρίξει κανείς μια ματιά στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ (υπάρχει και στην ιστοσελίδα του), θα διαβάσει: «Η παραμονή στην εργασία και μετά τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος θα πρέπει να αποτελεί δικαίωμα για κάθε εργαζόμενο, με παράλληλα κίνητρα για την παραμονή αυτή, με προσαύξηση της σύνταξης». Την αύξηση των ορίων ηλικίας με εκβιαστικό τρόπο τη βαφτίζουν «δικαίωμα του εργαζόμενου». Οταν οι συντάξεις εξευτελιστούν ακόμη περισσότερο, θα αναγκάζεται ο εργαζόμενος να παραμένει κι άλλα χρόνια στη δουλειά (αν καταφέρει, βέβαια, να βρει δουλειά σ’ αυτή την ηλικία), για να πάρει μερικές πενταροδεκάρες ακόμα. Σε μια εποχή έκρηξης της παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας, οι «σοσιαλιστές» βαφτίζουν δικαίωμα τη δουλειά μeτά τα 65, μέχρι ακόμη και τα 70!
Μιλώντας με την αοριστία, ο Παπανδρέου αναφέρθηκε σε βασική σύνταξη που θα είναι ίδια για όλους, ενώ από εκεί και πέρα «ανάλογα με τη δουλειά, ανάλογα με τις εισφορές, μπορεί να αυξηθεί η τελική σύνταξη του συνταξιούχου, του εργαζομένου» (συνέντευξη στη ΔΕΘ). Αυτό που ακούγεται τόσο ωραίο, δεν είναι παρά μια αφαιρετική περιγραφή του «συστήματος των τριών πυλώνων». Του συστήματος που πριν από δεκαετίες εισηγήθηκε το ΔΝΤ και εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στη Χιλή της χούντας του Πινοσέτ. Στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ, το οποίο αφιερώνει μόλις τέσσερις γενικόλογες παραγράφους στο Ασφαλιστικό, τα πράγματα περιγράφονται πιο καθαρά:
«Δεσμευόμαστε για την ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων με στόχο να πάμε σταδιακά σε κατά βάση τρία Ταμεία για την κύρια ασφάλιση και σε ομαδοποίηση των επικουρικών Ταμείων. Την ενθάρρυνση των πρωτοβουλιών για ίδρυση ισχυρών επαγγελματικών ταμείων από τους κοινωνικούς εταίρους. Τη δημιουργία μιας πιο ανταποδοτικής βάσης στις εισφορές, για να αποθαρρυνθεί η πρόωρη συνταξιοδότηση και να ενθαρρυνθεί η εθελούσια παραμονή στην εργασία. Περισσότερες ημέρες ασφάλισης και περισσότερες εισφορές θα πρέπει να οδηγούν οπωσδήποτε και σε μεγαλύτερη σύνταξη».
Οι «τρεις πυλώνες» είναι οι εξής: α) Μια βασική σύνταξη, ίση για όλους, την οποία θα εγγυάται το κράτος. β) Μια εργασιακή σύνταξη, σε αυστηρά ανταποδοτική βάση (δηλαδή όπως υπολογίζουν τις «συντάξεις» οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες), η οποία θα χρηματοδοτείται από εισφορές εργαζόμενων και εργοδοτών. γ) Σύνταξη από «επαγγελματικό ταμείο», στη δημιουργία του οποίου θα εμπλακεί και ο ιδιωτικός ασφαλιστικός τομέας. Η σύνταξη αυτή θα χρηματοδοτείται αποκλειστικά από τον εργαζόμενο ή εν μέρει και από τον εργοδότη, αν υπάρξει σχετική συλλογική συμφωνία (πρότυπο «επαγγελματικών ταμείων» είναι αυτά των ΗΠΑ, όπου υπάρχουν μόνο τέτοια Ταμεία).
Λέει κι άλλα τα πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ, όπως «αναμόρφωση του κανονισμού βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, με τη νέα λίστα να διασφαλίζει την ίση μεταχείριση των εργαζομένων Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα και να αποτυπώνει τις πραγματικές σημερινές συνθήκες εργασίας, μέσα από επιστημονική τεκμηρίωση» κ.λπ. Μας αρκεί, όμως, μόνο η βασική φιλοσοφία του για το ασφαλιστικό σύστημα, που προοιωνίζεται νέες ανατροπές σε βάρος των εργαζόμενων και των συνταξιούχων. Το αν θα επιχειρήσει μια τέτοια ανατροπή σύντομα ή θα την πάει λίγο πίσω δεν έχει καμιά σημασία. Σημασία έχουν οι προθέσεις, σημασία έχει το ότι η σημερινή αθλιότητα δεν πρόκειται να βελτιωθεί έστω και οριακά.