Σε κατάληψη του εργοστάσιου προχώρησαν από το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης οι 110 απολυμένοι εργάτες και εργάτριες των εργοστασίων «Β» και «Ολυμπιακής» των «Κλωστηρίων Ναούσης» του ομίλου Λαναρά. Οι διαθέσεις τους είχαν φανεί από τα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας, όταν πολιόρκησαν τον διευθυντή προσωπικού της εταιρίας, που πήγε για να τους επιδώσει τις απολύσεις, και τον ανάγκασαν να σκίσει τα χαρτιά για να τον αφήσουν να φύγει από το εργοστάσιο.
Βέβαια, η εταιρία δεν έκανε πίσω. Μπορεί ο προσωπάρχης να βρέθηκε στριμωγμένος και να έσκισε τα χαρτιά, φοβούμενος τα χειρότερα, όμως τα χαρτιά τυπώθηκαν πάλι και αυτή τη φορά δεν επιδόθηκαν προσωπικά στους εργάτες αλλά θυροκολλήθηκαν στα σπίτια τους. Και οι εργάτες, όμως, δεν έκαναν πίσω. Μαζεύτηκαν στο εργοστάσιο και το κατέλαβαν, δηλώνοντας ότι δεν θα φύγουν αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους, που πλέον απευθύνονται στην κυβέρνηση και όχι στους απατεώνες καπιταλιστές.
Αυτά τα αιτήματα έχουν μεγαλύτερη σημασία απ’ αυτό καθεαυτό το γεγονός της κατάληψης του εργοστάσιου. Γιατί είναι αιτήματα σε ταξική κατεύθυνση, που δεν τα έχουμε δει άλλη φορά από απολυμένους. Αιτήματα που σίγουρα φέρνουν σε δύσκολη θέση την ξεπουλημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Ιδού ο κατάλογος των αιτημάτων των Ναουσαίων κλωστοϋφαντουργών:
♦ Να συνταξιοδοτηθούν όσοι βρίσκονται στην τελευταία πενταετία και έχουν συμπληρωμένο αριθμό ενσήμων. Δηλαδή, οι άνδρες που είναι 55 και οι γυναίκες που είναι 50 ετών.
♦ Να συνταξιοδοτηθούν ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας όσοι έχουν 30 χρόνια δουλειάς και 8.800 ένσημα.
♦ Να θεωρηθεί συντάξιμος όλος ο χρόνος ανεργίας των απολυμένων.
♦ Να επιδοτούνται οι απολυμένοι με το 80% του ημερομισθίου τους μέχρι να συνταξιοδοτηθούν.
♦ Για όσους προέρχονται από ομαδικές απολύσεις να μην απαιτούνται 1000 ένσημα στα Βαρέα τα τελευταία 13 χρόνια για να βγουν στη σύνταξη.
♦ Να παγώσουν άμεσα τα στεγαστικά δάνεια των απολυμένων, ανεξαρτήτως της φορολογικής δήλωσης που κατέθεσαν τα προηγούμενα χρόνια.
Την ώρα που οι εργάτες κατελάμβαναν το εργοστάσιο, οι τοπικοί παράγοντες, ο νομάρχης και οι «γαλαζοπράσινοι» βουλευτές του νομού, συναντιόταν με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Απασχόλησης, μεταφέροντας, όπως είχαν δεσμευτεί μπροστά στους εργάτες, το διεκδικητικό τους πλαίσιο. Π. Παναγιωτόπουλος και Γ. Γιακουμάτος απέρριψαν, όπως ήταν αναμενόμενο, τα αιτήματα των εργατών, τα οποία βέβαια οι τοπικοί παράγοντες μετέφεραν με κρύα καρδιά, επειδή είχαν ακούσει μπόλικα μπινελίκια από τους εργάτες. Τί αντιπρότειναν τα στελέχη της κυβέρνησης; Τα συνηθισμένα σ’ αυτές τις περιπτώσεις: Ενα πρόγραμμα κατάρτισης και επιδοτούμενης απασχόλησης μικρής διάρκειας για 400 ανέργους, σε μια πόλη στην οποία οι ίδιες οι επίσημες κρατικές στατιστικές καταγράφουν περισσότερους από 3.000 ανέργους. Και μια… πρόταση στο Δήμο Νάουσας και τη Νομαρχία Ημαθίας, να ζητήσουν 80 επιπλέον θέσεις μερικής απασχόλησης (άλλες τόσες έχουν «μοιράσει» σε απολυμένους της ΤΡΙΚΟΛΑΝ, που εργάζονται εδώ και 4 μήνες, χωρίς μάλιστα να έχουν πληρωθεί ακόμα).
Τα αιτήματα των απολυμένων των «Κλωστηρίων Ναούσης» είναι σε ταξική κατεύθυνση. Ακουμπούν την καρδιά του προβλήματος. Ζητούν μείωση των ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση και των απαραίτητων ενσήμων, ώστε οι μεγαλύτεροι στην ηλικία άνεργοι και αυτοί που έχουν συμπληρώσει ένα σημαντικό αριθμό ενσήμων (8.800) να βγουν στη σύνταξη και να μην περιφέρονται ως εξαθλιωμένοι άνεργοι, με την αγωνία ότι όταν φτάσουν στο όριο ηλικίας θα χάσουν και αυτά που πλήρωσαν τόσα χρόνια ως εργάτες.
Ζητούν ακόμα αυτό που ουδέποτε έχει ζητήσει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία: ταμείο ανεργίας μέχρι να βγουν στη σύνταξη (ή να ξανανοίξει το εργοστάσιο, βέβαια) και επιδότηση ίση με το 80% του μισθού που έπαιρναν όσο δούλευαν. Είναι ένα αίτημα που έχουμε προβάλει ως γενικότερο αίτημα-αιχμή για την ανεργία μέσα από τις στήλες της «Κ»: επιδότηση όλων των ανέργων χωρίς προϋποθέσεις, για όσο καιρό παραμένουν άνεργοι, με επίδομα ίσο τουλάχιστον με το βασικό μισθό.
Η κατάληψη του εργοστάσιου του Λαναρά και τα αιτήματα που αυτή προβάλλει δεν πρέπει να θαφτούν (αγαπημένη μέθοδος της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας). Πρέπει να αναδειχτούν, να γίνουν παράδειγμα για όλη την εργατική τάξη, που πρέπει να κάνει δική της υπόθεση τη νίκη αυτού του αγώνα. Στη Νάουσα χτυπά η καρδιά όλης της εργατικής τάξης.








