Εχουμε κατ’ επανάληψη γράψει, ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, βαδίζοντας στα χνάρια των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, κάνει συστηματικά παιχνίδι με την ανεργία. Εχουμε επίσης καταδείξει, με πολλά άρθρα μας, τα παιχνίδια που έκαναν η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και ο διοικητής του ΟΑΕΔ με την καταγεγραμμένη ανεργία. Πρόσφατα, βασιζόμενοι σε στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας του ΙΚΑ, αποδείξαμε ότι κατά τα έτη 2004 και 2005 η ανεργία όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά αντίθετα αυξήθηκε. Θυμίζουμε ότι η Στατιστική Υπηρεσία του ΙΚΑ δεν χρησιμοποιεί δείγμα από το πραγματικό υλικό, όπως κάνει η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΣΥΕ), αλλά το πραγματικό υλικό που συγκεντρώνει από τις Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις (ΑΠΔ), τις οποίες καταθέτουν στα υποκαταστήματα του ΙΚΑ οι εργοδότες–καπιταλιστές βάσει των οποίων καταβάλλουν τις ασφαλιστικές εισφορές. Επανερχόμαστε, για να αποδείξουμε, βασιζόμενοι αυτή τη φορά σε στοιχεία της ΕΣΥΕ, ότι και το 2004 και το 2005 η ανεργία αυξήθηκε σε σχέση με το 2003.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας -ιδιαίτερα ο υφυπουργός Γ. Γιακουμάτος- στήνει τις προπαγανδιστικές ντουντούκες, κάθε φορά που η ΕΣΥΕ δίνει στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα της τριμηνιαίας έρευνας για την ανεργία. Για παράδειγμα, το φθινόπωρο του 2006, που η ΕΣΥΕ έδωσε στη δημοσιότητα το ποσοστό ανεργίας του Γ’ τριμήνου της ίδιας χρονιάς, που ήταν 8,3%, έσπευσε ο Γιακουμάτος να συγκρίνει αυτό το ποσοστό με το αντίστοιχο του Α’ τριμήνου του 2004, που ήταν 11,2%, γιατί το Μάρτη του 2004 είχε αναλάβει η ΝΔ τη διαχείριση της καπιταλιστικής εξουσίας. Ισχυρίστηκε τότε ο υφυπουργός, ότι η κυβέρνηση της ΝΔ κατόρθωσε να μειώσει την ανεργία κατά 3% σε χρονικό διάστημα μικρότερο των τριών ετών, ενώ ο κυβερνητικός στόχος ήταν μείωση κατά 3% στο τέλος της τετραετίας.
Γνώριζαν, βέβαια, πολύ καλά ο Γιακουμάτος και οι σύμβουλοί του, ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιούν τα ποσοστά ανεργίας των τριμηνιαίων ερευνών της ΕΣΥΕ για να συγκρίνουν σε ετήσια βάση τα ποσοστά ανεργίας, γιατί για μια σειρά λόγους παρατηρούνται αποκλίσεις από τρίμηνο σε τρίμηνο μέσα στην ίδια χρονιά. Εξακολουθούν να τα χρησιμοποιούν, όμως, γιατί αυτό βολεύει πολιτικά την κυβέρνηση.
Ο πίνακας που δημοσιεύουμε αντλεί στοιχεία από την ΕΣΥΕ και αναφέρεται στο χρονικό διάστημα 2003-2006. Οπως βλέπουμε, υπάρχουν αποκλίσεις ανάμεσα στα τριμηνιαία ποσοστά και στα μέσα ετήσια ποσοστά ανεργίας, που φτάνουν πολλές φορές και τη μια ποσοστιαία μονάδα. Επιβεβαιώνεται έτσι αυτό που σημειώσαμε παραπάνω, ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιούνται τα τριμηνιαία ποσοστά ανεργίας για να συγκρίνονται τα ποσοστά ανεργίας ανάμεσα στις περιόδους διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ.
Οπως είναι γνωστό, το Μάρτη του 2004 η ΝΔ ανέλαβε τη διακυβέρνηση, κληρονομώντας από το ΠΑΣΟΚ για το 2003 μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας 9,3%. Σύμφωνα με τον Πίνακα, το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας του 2004 ήταν 10,48%, δηλαδή αυξημένο κατά 1,18% σε σχέση με το 2003. Το 2005 το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε μεν από 10,48% σε 9,85%, αλλά παρέμεινε μεγαλύτερο σε σχέση μ’ αυτό του 2003 που ήταν 9,3%. Επιβεβαιώνεται έτσι το συμπέρασμα που είχαμε βγάλει από την ανάλυση των στοιχείων της Στατιστικής Υπηρεσίας του ΙΚΑ, ότι το 2004 και το 2005 η ανεργία αυξήθηκε σε σχέση με το 2003. Η επιβεβαίωση στηρίζεται στα στοιχεία της ΕΣΥΕ και γι’ αυτό έχει μεγάλη βαρύτητα και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανένα, καλοπροαίρετο ή μη.
Το 2006 το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας ήταν 8,9%, μειωμένο δηλαδή κατά 0,4% σε σχέση με το 2003. Η μικρή αυτή μείωση, όπως κι αυτή του 0,62% του 2005 σε σχέση με το 2004, από μόνες τους δεν λένε και πολλά πράγματα. Είναι δε εξαιρετικά παρακινδυνευμένο να συμπεράνει κανείς, ότι οι μικρές αυτές στατιστικές μειώσεις καταγράφουν πραγματική τάση μείωσης της ανεργίας. Μια ματιά αν ρίξει κανείς στον Πίνακα πείθεται πολύ εύκολα. Γιατί παρατηρούμε ότι, ενώ το 2004 τα τριμηνιαία ποσοστά της ανεργίας αυξομειώνονταν, αυτό δεν παγιώθηκε το 2005, οπότε παρατηρήθηκε και αύξηση των τριμηνιαίων ποσοστών ανεργίας.
Σύμφωνα, λοιπόν με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, η ανεργία το διάστημα 2003-2006 μειώθηκε μόνο κατά 0,4% και όχι κατά 3%, όπως διατυμπανίζει η κυβέρνηση με κύριο προπαγανδιστή τον Γ. Γιακουμάτο.
Πριν από λίγο καιρό, η κυβέρνηση ψήφισε το νόμο με τον οποίο ίδρυσε το περιβόητο Ειδικό Ταμείο Καταπολέμησης της Ανεργίας. Ανάμεσα στις προϋποθέσεις που έβαλε για να ενταχθούν οι εργαζόμενοι ενός νομού στο ταμείο αυτό ήταν και το ποσοστό ανεργίας του νομού να είναι διπλάσιο του εθνικού μέσου όρου. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας έβαλε αυτό το κριτήριο, ενώ γνώριζε το εξής συμπέρασμα της ΕΣYE: «Επισημαίνουμε ότι η Ερευνα Εργατικού Δυναμικού έχει σχεδιαστεί για να παράγει αξιόπιστες εκτιμήσεις σε επίπεδο περιφέρειας. Επομένως τα δημοσιευόμενα ποσοστά ανεργίας, σε επίπεδο νομού, λόγω του μικρού μεγέθους δείγματος σε πολλούς νομούς συνοδεύονται από μεγάλο σφάλμα δειγματοληψίας. Ομως, επειδή τα τελευταία χρόνια, όλο και μεγαλύτερος αριθμός χρηστών μας ζητά, έστω και ενδεικτικά στοιχεία ανεργίας κατά νομό, η ΕΣΥΕ αποφάσισε να ανακοινώσει με το τρέχον δελτίο (Γ’ τρίμηνο του 2006) το μέσο ποσοστό ανεργίας κατά νομό».
Ο γραμματέας της ΕΣΥΕ λέει καθαρά, ότι το μέσο ποσοστό ανεργίας κατά νομό παρουσιάζει μεγάλη επισφάλεια, γι’ αυτό και δεν ήταν στις προθέσεις της ΕΣΥΕ η δημοσιοποίηση αυτού του δείκτη, αλλά το έκανε γιατί το ζητούσαν τα τελευταία χρόνια κάποιοι από τους χρήστες της. Δεν μπορούσε, βέβαια, να πει γραμματέας της ΕΣΥΕ, ότι αυτό του ζητήθηκε από την κυβέρνηση, προκειμένου να εξυπηρετηθούν πολιτικές σκοπιμότητες με την καθιέρωση του ειδικού ταμείου καταπολέμησης της ανεργίας. Επιδίωξη της κυβέρνησης ήταν να εμφανιστούν μειωμένα και μικρότερα από το διπλάσιο του εθνικού μέσου όρου τα μέσα ποσοστά ανεργίας κατά νομό, για να μειωθεί έτσι ο αριθμός των εργαζόμενων που θα επιδοτηθούν από το πολυδιαφημισμένο ειδικό ταμείο. Αποκαλύπτεται, έτσι, με τα στοιχεία και τη μεθοδολογία της ΕΣΥΕ, μέχρι ποιου σημείου έφτασε η κυβέρνηση της ΝΔ, προκειμένου να καταστήσει ανέφικτο το ειδικό ταμείο καταπολέμησης της ανεργίας για τη συντριπτική πλειοψηφία των νομών της χώρας.








