Ούτε τις 4.000 απολύσεις του 2013 δεν έχει συμπληρώσει ακόμη ο Μητσοτάκης, ενώ η λίστα για τις 11.000 απολύσεις του 2014 θα ξεκινήσει με τους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ που δε θα κάνουν αιτήσεις για ένταξη στο ΠΕΔΥ. Τους υπολογίζουν γύρω στους 2.500 με 3.000, ενώ τον ακριβή αριθμό θα τον ξέρουν σήμερα, αφού χτες έληξε η εφταήμερη προθεσμία που είχαν οι γιατροί για να κάνουν τη σχετική δήλωση.
Οπως φαίνεται από τα νούμερα, η συγκυβέρνηση βρίσκεται ακόμη πολύ μακριά από το στόχο των 14.000 απολύσεων, ενώ πρόβλημα έχει και με τις 12.500 διαθεσιμότητες του 2014, αφού η περιβόητη «ενδοδημοτική κινητικότητα» δεν προχωράει. Λογάριαζαν να «μαζέψουν» 4.000 διαθεσιμότητες από τους ΟΤΑ (ώστε μαζί με τον ΕΟΠΥΥ να πλησιάσουν τις 12.000 και σχεδόν να καλύψουν το στόχο), όμως οι εργαζόμενοι δεν κάνουν αιτήσεις μετάταξης ή μετακίνησης, γιατί φοβούνται πρώτο ότι θα καταστούν αυτόματα υποψήφιοι για απόλυση και δεύτερο ότι μπορεί να τοποθετηθούν σε θέσεις κατώτερων προσόντων, γεγονός που θα οδηγήσει σε μείωση του μισθού τους. Και δεν έχουν καθόλου άδικο να φοβούνται την απόλυση, δεδομένου ότι έχει ήδη καθιερωθεί ο όρος του «πλεονάζοντος προσωπικού» στους ΟΤΑ.
Θεωρείται, λοιπόν, βέβαιο ότι η λίστα των 11.000 απολύσεων θα συμπληρωθεί από το μεγάλο κύμα διαθεσιμότητας του περασμένου καλοκαιριού (καθηγητές τεχνικής εκπαίδευσης, σχολικοί φύλακες κ.ά.). Ο μεγαλύτερος αριθμός τους θα απολυθεί, αλλά για να μη φορτιστεί αρνητικά το προεκλογικό κλίμα, αναμένεται να παραταθεί η περίοδος της διαθεσιμότητας (σχετική τροπολογία έχει καταθέσει ήδη ο Μητσοτάκης). Πληροφορίες κάνουν λόγο για τουλάχιστον 1.000 εκπαιδευτικούς και 1.700 σχολικούς φύλακες που θα απολυθούν. Αν προσθέσουμε 2.500 γιατρούς του ΕΟΠΥΥ, θα φτάσουμε μόλις στους μισούς από τους 11.000 που πρέπει να απολυθούν. Από πού θα βρεθούν οι υπόλοιποι μισοί, αν όχι από το «πλενονάζον προσωπικό» των ΟΤΑ, που δε θα κάνει αίτηση μετάταξης ή μετακίνησης.
Σχετικές μελέτες που έχουν ήδη γίνει στους ΟΤΑ Α’ Βαθμού φωτογραφίζουν το «πλεονάζον προσωπικό» με βάση τη μοριοδότηση και πρέπει να θεωρείται σίγουρο ότι οι εργαζόμενοι των ΟΤΑ, που ο Μιχελάκης σε συνεργασία με την ΚΕΔΕ και την ΠΟΕ-ΟΤΑ (η οποία τώρα αποστασιοποιείται) είχε παραμυθιάσει με την «εθελούσια ενδοδημοτική κινητικότητα», θα αποτελέσουν την πρώτη δεξαμενή από την οποία θα αντληθούν εργαζόμενοι προς απόλυση, μετά τις εκλογές του Μάη.
Το ζήτημα των απολύσεων, όμως, θα απασχολήσει και τα επόμενα χρόνια. Ο καθένας μπορεί να καταλάβει γιατί ο Μητσοτάκης βγαίνει και διαβεβαιώνει ότι οι απολύσεις θα είναι 15.000 «και τέρμα». Τι άλλο θα μπορούσε να πει σε προεκλογική περίοδο; Ο ίδιος έχει κατ’ επανάληψη πει ότι τις 15.000 απολύσεις δεν τις επέβαλε η τρόικα, αλλά η ανάγκη εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης με την αντικατάσταση προσωπικού χαμηλών προσόντων με προσωπικό υψηλών προσόντων (αυτό, βέβαια, δεν κολλάει στην περίπτωση των εκπαιδευτικών της ΤΕΕ ή των σχολικών φυλάκων, αλλά ένας Μητσοτάκης δε δίνει σημασία σε κάτι τέτοια). Αυτό τον στόχο, τον στόχο της συνέχισης των απολύσεων και τα επόμενα χρόνια, ώστε να βαθύνει η κινεζοποίηση και στο δημόσιο τομέα, εξυπηρετεί και η κακόφημη «αξιολόγηση» που θεσπίζεται.
Ο χαρακτηρισμός κακόφημη δικαιολογείται από το ίδιο το περιεχόμενο της ρύθμισης, αφού δεν εισάγεται μια –ψευδεπίγραφη έστω– αξιολόγηση με βάση κάποια αντικειμενικά κριτήρια, αλλά μια αξιολόγηση που θα οδηγεί υποχρεωτικά σε κατηγοριοποίηση των εργαζόμενων, με βάση προκαθορισμένες νόρμες. Με τους βαθμούς 9 έως 10 θα αξιολογείται ποσοστό έως και 25% των υπαλλήλων. Ούτε ένας παραπάνω. Με τους βαθμούς 7 έως 8 θα αξιολογείται ποσοστό έως και 60% των υπαλλήλων. Με τους βαθμούς 1 έως 6 θα αξιολογείται ποσοστό έως και 15% των υπαλλήλων. Τα ποσοστά θα υπολογίζονται επί του συνόλου των υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια Γενική Διεύθυνση και αρμόδιος για τον επιμερισμό τους ανά Διεύθυνση και Τμήμα θα είναι ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης. Δεν έχει νόημα να μιλήσουμε για τα κριτήρια αυτής της αξιολόγησης-κατηγοριοποίησης. Είναι τόσο ασαφή ώστε να μπορούν να χωρέσουν τα πάντα, ακόμη και τη δίωξη εργαζόμενων που δεν είναι yes-men ή αναπτύσσουν συνδικαλιστική και πολιτική δράση (κι ας είναι οι καλύτεροι στη δουλειά τους). Οταν κριτήριο αξιολόγησης είναι, για παράδειγμα, «οι αρμοδιότητες των οργανικών μονάδων σε σχέση με τις προτεραιότητες της ασκούμενης πολιτικής», μπορεί κανείς να καταλάβει τι μπορεί να γίνει σε βάρος εργαζόμενων που δε θα συναινούν ακόμη και σε παράνομες εντολές των πολιτικών και ιεραρχικών τους προϊσταμένων.
Θα θεωρούνται «βαρίδι» για τη μονάδα που υπηρετούν. Μάλιστα, αν ο αξιολογητής δεν εφαρμόσει ό,τι προβλέπεται για τα ανώτατα ποσοστά αριστούχων, μετρίων και κακών υπαλλήλων, θα διώκεται πειθαρχικά για το αδίκημα της παράβασης υπαλληλικού καθήκοντος!
Με βάση αυτή την «αξιολόγηση», ένα 15% των εργαζόμενων θα πρέπει υποχρεωτικά να βαθμολογείται «κάτω από τη βάση» και απ’ αυτό το ποσοστό των «άχρηστων» θα δημιουργηθεί μια τεράστια δεξαμενή από την οποία θα αντλούνται εργαζόμενοι για διαθεσιμότητα ή για απόλυση.
Αυτοί οι εργαζόμενοι θα βρίσκονται υπό διαρκή ομηρεία, αλλά δε θα είναι καλύτερη η κατάσταση του 60% των «μετρίων», οι οποίοι θα πρέπει να μετατραπούν σε ανεγκέφαλα ρομπότ, προκειμένου να μην κατρακυλήσουν στο 15% των «άχρηστων». Ετσι, στο δημόσιο θα βασιλεύσει ένα στρατωτικού τύπου καθεστώς, στο πλαίσιο του οποίου θα ανθίζουν το ρουσφέτι, η απόλυτη υποταγή, ακόμη και ο κανιβαλισμός μεταξύ εργαζόμενων.