Στο προηγούμενο φύλλο αναφερθήκαμε στο κλείσιμο της απεργίας πείνας των 300 μεταναστών και σημειώσαμε ότι «ξεκινήσαμε από το τέλος, για να πάμε, από το επόμενο φύλλο, στην αρχή και να αποκαλύψουμε τη σκληρή σύγκρουση δυο γραμμών που διέτρεχε αυτόν τον αγώνα από την αρχή μέχρι το τέλος». Ηρθε, λοιπόν, η ώρα να ξεκινήσουμε από την αρχή, δίνοντας περιληπτικά τους βασι- κούς σταθμούς αυτού του σημαντικού αγώνα, αφού πρώτα θυμίσουμε το δικό μας βασικό συμπέρασμα: «Οι απεργοί πείνας μπορού-σαν να κερδίσουν μια καθαρή άδεια παραμονής και εργασίας. Και θα την κέρδιζαν, αν το εσωτερικό τους μέτωπο δεν υπονομευόταν συνεχώς, ιδιαίτερα τις τελευταίες δυο εβδομάδες».
Οταν πληροφορηθήκαμε, μέσω του ΦΜΚ (Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης), ότι υπάρχουν εκατοντάδες μετανάστες που αυτοοργανώθηκαν και θέλουν στήριξη για να πραγματοποιήσουν απεργία πείνας, η αλήθεια είναι πως σκεφτήκαμε ότι αυτό ήταν κάτι που οργανώθηκε με την παρότρυνση και την αποφασιστική συμβολή του ΦΜΚ. Αυτή ήταν η σκέψη και άλλων μέσα στην Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης που συγκροτήθηκε αργότερα. Οπως αποδείχτηκε, ήταν μια λαθεμένη σκέψη.
Η συγκέντρωση τόσων εκατοντάδων μεταναστών αποφασισμένων να κάνουν απεργία πείνας διεκδικώντας δικαιώματα για τους εαυτούς τους και για όλους τους μετανάστες ήταν μια κίνηση που ξεκίνησε πραγματικά από τα κάτω. Ελάχιστοι άνθρωποι πήραν την πρωτοβουλία, κινήθηκαν ανάμεσα σε φίλους τους, συζήτησαν μαζί τους, συναποφάσισαν, δούλεψαν σκληρά όλοι μαζί και έτσι συγκεντρώθηκε αυτός ο μεγάλος αριθμός υποψήφιων απεργών πείνας. Ενας αριθμός που θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος. Επέλεξαν το συμβολικό 300 και οι τελευταίοι που μπήκαν στη λίστα μπήκαν με κλήρωση ανάμεσα σε περισσότερους υποψήφιους.
Οταν συγκροτήθηκε η «κρίσιμη μάζα», απευθύνθηκαν στο ΦΜΚ, παρά τις αναστολές που είχαν αρκετοί απ’ αυτούς. Δεν είχαν άλλη επιλογή. Ηξεραν για την απεργία πείνας των 15 του 2008 και δεν είχαν άλλη δυνατότητα επαφής με το ελληνικό αντιρατσιστικό και «φιλομεταναστευτικό» κίνημα. Ζήτησαν από το ΦΜΚ να οργανώσει τις επαφές τους με άλλες οργανώσεις στην Αθήνα, ώστε να οργανωθεί μια πλατιά βάση αλληλεγγύης στον αγώνα τους. Αυτό και έγινε. Ομως, από την αρχή ακόμα, όπως εκ των υστέρων έχει γίνει γνωστό, υπήρχε μια συνεχής διελκυστίνδα ανάμεσα στους απεργούς πείνας και το ΦΜΚ, που προσπαθούσε να πάρει στα χέρια του τον απόλυτο έλεγχο της κινητοποίησης, ενεργώντας στο όνομα των απεργών πείνας, ενώ κατά τα άλλα έκλινε σε όλες τις πτώσεις τη λέξη «αδιαμεσολάβητος».
Οταν ρυθμίστηκαν όλες οι λεπτομέρειες, αποφασίστηκε να ξεκινήσει η απεργία πείνας στις 25 Γενάρη, αφού οι απεργοί μεταφερ- θούν τρεις μέρες πριν. Ως χώρος φιλοξενίας επιλέχτηκε το άδειο κτίριο της Νομικής. Ηταν μια επιλογή με την οποία εμείς είχαμε διαφωνήσει, με επιχείρημα το εχθρικό περιβάλλον που θ’ αντιμετωπίζαμε, λόγω των συσχετισμών και στο φοιτητικό κίνημα της Σχολής και στο ιδιαίτερα συντηρητικό καθηγητικό κατεστημένο. Δεν θέσαμε, όμως, κανένα βέτο και στηρίξαμε την επιλογή από τη στιγμή που έγινε μέχρι το τέλος.
Από τη μετάβασή μας ακόμα στα Χανιά, προκειμένου να συνοδεύσουμε τους μετανάστες στο ταξίδι προς την Αθήνα, διαπιστώσαμε μια μεγάλη χαλαρότητα ως προς την οργάνωση της απεργίας πείνας. Μια χαλαρότητα εντελώς αδικαιολόγητη, δεδομένων των αρνητικών πολιτικών και κοινωνικών συσχετισμών μέσα στους οποίους θα αναπτυσσόταν ο αγώνας. Πηγαίναμε για μια σφοδρή πολιτική σύγκρουση λες και πηγαίναμε σε εκδρομή. Η απεργία πείνας θα ανακοινωνόταν ως «σκληρή» και την ίδια στιγμή θα γινόταν με χυμούς και τσάι. Εκφράσαμε τη διαφωνία μας σ’ αυτό, εξηγώντας ότι –εκ των πραγμάτων– η εξέλιξη του αγώνα θα καθοριζόταν όχι από τη διακήρυξη ότι γίνεται απεργία πείνας, ούτε από τη δράση των αλληλέγγυων δυνάμεων, που δεν θα μπορούσε να ξεπεράσει κάποια στενά όρια, αλλά από την ίδια την απεργία πείνας και τους κινδύνους που αυτή θα εγκυμονούσε για τους απεργούς πείνας.
Στους απεργούς πείνας, με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή εκείνες τις πρώτες μέρες και αρχίσαμε να συζητάμε, εξηγήσαμε το ίδιο. «Αν κάποιοι από εσάς δεν πάνε στα νοσοκομεία και δεν βρεθούν σε κίνδυνο, μην περιμένετε να κερδίσετε», τους λέγαμε. Γιατί έχουμε απέναντί μας μια ανάλγητη κυβέρνηση κι ένα πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο τον τόνο δίνουν οι ρατσιστές. Τα ίδια είπαμε και στο ΦΜΚ. Εκείνο που δεν ξέραμε τότε (το πληροφορηθήκαμε αργότερα) ήταν ότι το ΦΜΚ διαβεβαίωνε τους απεργούς πείνας ότι, χωρίς να χρειαστεί να τραβήξουν κάποιο ιδι-αίτερο ζόρι, σε 20-25 μέρες θα έχουν στα χέρια τους άδειες παραμονής!
Πολιτική αφέλεια; Ανευθυνότητα; Αδιαφορία για το υποκείμενο του αγώνα και τα δικά του αιτήματα και ενδιαφέρον μόνο για μικροπολιτικά οφέλη εκείνων που θα εμφανίζονταν ως διαχειριστές της απεργίας πείνας; Οσο θα προχωρά αυτό το χρονικό, θα δίνονται και οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα. Προς το παρόν, μένουμε μόνο στην καταγραφή ενός γεγονότος που έμελλε να είναι καθοριστικό για την εξέλιξη της απεργίας πείνας. Οταν κάποιος πηγαίνει για να κάνει απεργία πείνας 20-25 μέρες, όντας σίγουρος ότι θα κερδίσει, τότε στις 40 μέρες αρχίζει ν’ αμφιβάλλει, να μπερδεύεται, να ταλαντεύεται. Ενα θέμα που θα έπρεπε να είναι λυμένο από την αρχή (η απεργία πείνας συνεχίζεται όσο χρειάζεται για να κερδίσουμε, χωρίς χρονική οροφή και με μοναδικό όριο τις αντοχές των ίδιων των απεργών πείνας), μερικές εβδομάδες αργότερα μετατράπηκε σε διακύβευμα!
Η εγκατάσταση των απεργών πείνας στη Νομική ήταν το έναυσμα για μια σφοδρή σύγκρουση με το κράτος και τους μηχανισμούς της αστικής εξουσίας. Η σύγκρουση ήταν κατά μέτωπο και στο ψηλότερο επίπεδο από πλευράς εξουσίας.
Μιας εξουσίας που, λόγω της αλαζονείας της, έκανε κρίσιμα λάθη. Πήγε να παίξει το παιχνίδι των «βανδαλισμών», της «παρεμπόδισης των μαθημάτων», των «κινδύνων για την υγεία», θεωρώντας ότι έχει να κάνει με μια συνήθη κατάληψη πανεπιστημιακού χώρου, η οποία θα κλεινόταν στον εαυτό της και θα ήταν εύκολο να απομονωθεί.
Η απάντηση από τη μεριά των δυνάμεων της απεργίας πείνας (απεργών και αλληλεγγύης) ήταν άμεση και εξωστρεφής. Ο χώρος άνοιξε για τα αστικά ΜΜΕ. Κι ενώ τα ελληνικά τις πρώτες δυο μέρες επέδειξαν αδιαφορία, δεν συνέβη το ίδιο για τα διεθνή που μυρίστηκαν ειδησεογραφικό «ψητό». Ετσι, η είδηση πως στην Ελλάδα 300 μετανάστες ξεκινούν απεργία πείνας ζητώντας νομιμοποίηση όλων των μεταναστών, έκανε το γύρο του κόσμου με απίστευτη ταχύτητα και μοναδική ευκολία και βρέθηκε πολύ ψηλά στην ατζέντα της διεθνούς ειδησεογραφίας, δημιουργώντας έναν κλοιό πίεσης για την κυβέρνηση, που έδειξε να μην έχει κανένα σχέδιο.
Το επίπεδο στο οποίο έφτασε η σύγκρουση από την πρώτη κιόλας στιγμή οριοθέτησε και το πεδίο της. Η κυβέρνηση ξεκινούσε έχοντας στο πλευρό της το σύνολο του αστικού κόσμου (θυμόμαστε όλοι την αισχρή στάση του Περισσού) και οι απεργοί πείνας ξεκινούσαν έχοντας στο πλευρό τους έναν περιορισμένο κύκλο αλληλεγγύης. Οποιος, όμως, έχει στοιχειώδεις ικανότητες πολιτικής ανάλυσης έβλεπε ταυτόχρονα τη δυναμική των δυο στρατόπεδων. Το κυβερνητικό μόνο ν’ αδυνατίσει θα μπορούσε, ενώ αυτό των απεργών πείνας είχε τεράστιες δυνατότητες ενίσχυσής του. Φτάνει να χειριζόταν με σωστό τρόπο την ίδια την απεργία πείνας, η οποία από την ίδια της τη φύση ήταν ένα «υπερόπλο».
Ενώ, όμως, η αλληλεγγύη εκείνη τη στιγμή ξεκινούσε να διευρύνει τον στενό αρχικό της πυρήνα, ελκύοντας ευρύτερες δυνάμεις, το ΦΜΚ έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να απομονώσει τους απερ
γούς πείνας από τους εν δυνάμει συμπαραστάτες τους. Στην πραγματικότητα, ήθελε να κρατήσει τη Νομική κλειστή στον κόσμο και επικαλούνταν διάφορες βλακώδεις δικαιολογίες. Είχαμε ακόμη και τραγελαφικά φαινόμενα, με υστερικές αντιδράσεις μελών του ΦΜΚ, που αντιμετωπίστηκαν ψύχραιμα από την Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης. Ετσι, από τις μέρες της Νομικής, χάρη και στη σφοδρή επίθεση που επιχειρού-σε το σύστημα, ο κύκλος της αλληλεγγύης άρχισε να διευρύνεται. Από άποψη οργανωμένων δυνάμεων του λεγόμενου αντικαπιταλιστικού χώρου δεν άλλαξε τίποτα (κάποιες αδιαφόρησαν προκλητικά, ενώ άλλες απομακρύνθηκαν όταν διαπίστωσαν ότι δεν υπάρχει πεδίο πολιτικής σπέκουλας), ήταν πολλοί όμως οι απλοί άνθρωποι που άρχισαν να περνούν από τη Νομική, να φέρνουν απαραίτητα είδη, να επιδιώκουν την επαφή με τους απεργούς πείνας.
Ηταν αυτή η επαφή που προσπαθούσε να αποτρέψει το ΦΜΚ, φτάνοντας στο σημείο της αισχρής υποτίμησης και προσβολής των απεργών πείνας, με την επίκληση του επιχειρήματος ότι «μπορεί να τους φέρουν φαγητό». Λες και η απεργία πείνας ήταν καταναγκαστικό έργο και όχι ελεύθερη επιλογή των συγκεκριμένων μεταναστών. Στην πραγματικότητα, το ΦΜΚ φοβόταν μήπως χάσει την αποκλειστική διαμεσολάβηση αυτού του –κατά τα άλλα… αδιαμεσολάβητου– αγώνα. Κάτι που δεν κατάφερε, γιατί οι ίδιοι οι απεργοί πείνας άρχισαν να αναπτύσσουν τις δικές τους επαφές με το σύνολο της αλληλεγγύης, αρνούμενοι να αυτοφυλακιστούν και να επικοινωνούν μόνο με τη μεσολάβηση μιας μικρής σέχτας, τα μέλη της οποίας μάλιστα δεν διακρίνονταν για την πολιτική τους οξυδέρκεια, ούτε για τις ικανότητές τους (πλην ενός-δύο).
Βλέποντας ότι χάνει από νωρίς το επικοινωνιακό παιχνίδι, η κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει σε καταστολή. Τα γεγονότα είναι γνωστά και δεν θα τα επαναλάβουμε εδώ. Θα σταθούμε, όμως, στην πρώτη υπονόμευση από το εσωτερικό του μετώπου της απεργίας πείνας.
Ο πρύτανης του ΕΚΠΑ, αντιμέτωπος με μια καταστολή που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες, μηχανεύτηκε τη λύση της μεταφοράς των απεργών πείνας σε άλλο χώρο που θα ήταν μάλιστα και καλύτερος, όπως έλεγε. Η κυβέρνηση, έχοντας τους δικούς της φόβους για μια επιχείρηση εκκένωσης της Νομικής με απρόβλεπτες συνέπειες, δέχτηκε να παιχτεί αυτό το παιχνίδι, το οποίο, επιπροσθέτως, της έδινε την ευκαιρία να ξαναπάρει επικοινωνιακά την πρωτοβουλία. Κι ενώ άμεσο καθήκον της αλληλεγγύης ήταν ν’ ακυρώσει αυτή την προσπάθεια, όπως ακύρωσε τις προηγούμενες («βανδαλισμοί», «παρεμπόδιση λειτουργίας σχολής», «κίνδυνος λοιμωδών νοσημάτων»), χωρίς ν’ ακολουθηθούν οι στοιχειώδεις συλλογικές διαδικασίες, το Δίκτυο και το ΦΜΚ κινήθηκαν αυτόνομα, υπονομεύοντας τον αγώνα. Μπήκαν στη διαδικασία αναζήτησης χώρου για να μεταφερθούν οι απεργοί πείνας, σε συνεργασία με την πρυτανεία, η οποία βρισκόταν σε απευθείας επαφή με την κυβέρνηση και δεν έκανε τίποτα χωρίς την έγκρισή της (μεσολαβητής ο προεδρεύων της συνόδου των πρυτάνεων Παπαθεοδώρου, που μιλούσε απευθείας με υπουργούς).
Μολονότι προειδοποιήθηκαν να μη κάνουν τίποτα χωρίς προηγουμένως να συνεδριάσει η Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης, Δίκτυο και ΦΜΚ πήγαν και είδαν το κτίριο Υπατία! Εστειλαν έτσι ένα καθαρό μήνυμα στην κυβέρνηση, πως δεν πρόκειται να κρατήσουμε τη Νομική. Εδειξαν στον αντίπαλο «τα χαρτιά μας». Επόμενο ήταν η κυβέρνηση ν’ αυξήσει την πίεση.
Ελάχιστες ώρες μετά την επίσκεψη στην Υπατία, το άσυλο είχε αρθεί. Ούτε μια στοιχειώδη καθυστέρηση δεν δέχτηκαν να κάνουν οι «μεσολαβητές», που απολογούμενοι «καθάρισαν» με τη λέξη «λάθος» (ως συνήθως). Βέβαια, η πρόταση μεταφοράς στην Υπατία απορρίφθηκε και απ’ αυτούς που μπήκαν στη διαπραγμάτευση (με δική τους πρωτοβουλία, το επαναλαμβάνουμε), γιατί οι όροι ήταν όροι παράδοσης: τριήμερη παραμονή, έξω οι αλληλέγγυοι, αστυνομικός έλεγχος στην είσοδο. Ομως, στον αντίπαλο είχε ήδη μεταφερθεί η εικόνα ενός στρατόπεδου έτοιμου να κάνει πίσω με το πρώτο στρίμωγμα. Ο αντίπαλος το αξιοποίησε στο έπακρο και σε ελάχιστες ώρες η Νομική ήταν περικυκλωμένη, με ελάχιστους αλληλέγγυους μέσα και τους υπόλοιπους να τρέχουν αλαφιασμένοι να συγκεντρωθούν στη γύρω περιοχή, αποκλεισμένοι από τους μπάτσους.
Η διαπραγμάτευση που έγινε το βράδυ και κράτησε μέχρι τα χαράματα ήταν πια αναγκαστική. Εγινε με τους χειρότερους όρους και πέτυχε το μάξιμουμ που θα μπορούσε να πετύχει. Ολες οι συλλογικότητες που συμμετείχαν στην Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης ήταν πλήρως ενήμερες (και είχαν τη δυνατότητα να εκπροσωπούνται στην ομάδα που διαπραγματευόταν). Εκ των πραγμάτων, ένας ελιγμός απεμπλοκής από την πολιορκημένη Νομική ήταν αναγκαίος κι αυτός έγινε με τους καλύτερους όρους για τους απεργούς πείνας και την αλληλεγγύη.
Τι θα γινόταν αν Δίκτυο και ΦΜΚ δεν έμπαιναν σε παζάρια με την πρυτανεία για εγκατάλειψη της Νομικής; Κανείς δεν μπορεί με υποθέσεις να μιλήσει για το τελικό αποτέλεσμα. Η Ιστορία δεν γράφεται με «αν». Είναι σίγουρο, όμως, ότι η εξέλιξη θα ήταν διαφορετική και θα ήταν υπέρ του αγώνα. Εκείνο, όμως, που είναι πέραν κάθε αμφιβολίας είναι το γεγονός ότι εκείνη τη μέρα αποκαλύφθηκαν καθαρά οι δυο γραμμές μέσα σ’ αυτόν τον αγώνα. Μια γραμμή οπορτουνισμού, δειλίας, υποχωρητικότητας και συνδιαλλαγής με τον αντίπαλο και μια γραμμή αγωνιστικής συνέπειας.
Στο επόμενο: Καφές με την Αννα στο Παγκράτι…