Δεν πρόλαβε καλά καλά να ψηφιστεί το αντεργατικό νομοσχέδιο Χατζηδάκη και η κυβέρνηση φέρνει προς ψήφιση και ασφαλιστικό νομοθετικό έκτρωμα. Οπως είχαμε προειδοποιήσει σε προηγούμενο δημοσίευμα, η νέα αντιασφαλιστική θύλελλα έρχεται να υλοποιήσει τις κατευθύνσεις της Κομισιόν για παραπέρα αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και μείωση του ύψους των συντάξεων, με πρόσχημα τη «γήρανση του πληθυσμού», που απειλεί τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων, επειδή οι συνταξιούχοι «ζούνε περισσότερα χρόνια», χωρίς να υπάρχει ανάλογη αύξηση του αριθμού των ασφαλισμένων.
Η αρχή γίνεται από τις επικουρικές, που έτσι κι αλλιώς απώτερος στόχος είναι η κατάργησή τους, αλλά με τη φόρα που έχουν πάρει, δεν αποκλείεται αυτά τα μέτρα να τα επεκτείνουν σύντομα και στις κύριες συντάξεις. Εδώ αξίζει να αναγνωρίσουμε ότι «οι δικοί μας» φάνηκαν… πρωτοπόροι στις αντεργατικές μεταρρυθμίσεις , καθώς ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Πάνος Τσακλόγλου είχε παρουσιάσει από τα τέλη του ’20 μέχρι τις αρχές του ’21 το σχέδιο για ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα απονομής των επικουρικών συντάξεων, κινδυνολογώντας για τη γήρανση του πληθυσμού, προτού βγουν τα σχετικά πορίσματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Πράσινης Βίβλου, που αναφέραμε στο δημοσίευμα για τη γήρανση (που κάθε άλλο παρά καινούργια είναι και αυτά).
Σε τι συνίσταται λοιπόν αυτό το σχέδιο, το οποίο μάλιστα ο Τσακλόγλου το παρουσίαζε σαν κάτι πρωτοπόρο;
Ο Τσακλόγλου και η κυβέρνηση προσπαθούν να… διδάξουν τις νεότερες γενιές ασφαλισμένων την αξία της… αποταμίευσης! Αντί να… σκορπάνε τις εισφορές για να παίρνουν επικουρικές συντάξεις οι σημερινοί συνταξιούχοι, οι εισφορές τους θα μπαίνουν σε έναν «κουμπαρά», στον οποίο, «φασούλι το φασούλι» θα μαζεύονται εισφορές για να χρημοτοδοτήσουν τις δικές τους μελλοντικές επικουρικές συντάξεις! Μα καλά, θα αναρωτηθεί κανείς, αν θέλουν οι εργάτες και οι εργαζόμενοι να κάνουν «οικονομία» και να μαζέψουν κομπόδεμα, σε τι χρειάζεται η παρέμβαση του κράτους και η κατάργηση του σημερινού συστήματος απονομής των επικουρικών συντάξεων; Μη βιάζεστε! Η κυβέρνησή «μας» δε σκοπεύει να μας κάνει μόνο οικονόμους αλλά και… επενδυτές, καθώς τα χρήματα του «κουμπαρά» θα επενδύονται σε βάθος χρόνου σε διάφορα ασφαλιστικά προϊόντα, σε μετοχές και ομόλογα, με σκοπό την ενίσχυση της οικονομίας μας. Το ύψος των νέων επικουρικών συντάξεων θα καθορίζεται ανάλογα με το ποσό των εισφορών και των συνολικών αποδόσεων που θα έχουν οι επενδύσεις στο τέλος του εργασιακού βίου των εργαζόμενων. Μάλιστα, οι ασφαλισμένοι που θα συμμετάσχουν στο νέο σύστημα θα λειτουργούν περίπου σαν «χρηματιστές» ( ή τζογαδόροι, αν προτιμάτε), βλέποντας ανά πάσα στιγμή στην εφαρμογή του κινητού και του υπολογιστή τους την πορεία και τις αποδόσεις που έχουν τα επενδυτικά προϊόντα και τα συνολικά ποσά των εισφορών τους.
«Προτείνουμε το κομμάτι της επικουρικής ασφάλισης να φύγει από το διανεμητικό σύστημα και να γίνει κεφαλαιοποιητικό. Δηλαδή, να δημιουργηθούν ατομικοί λογαριασμοί (ατομικοί κουμπαράδες) για κάθε νέο ασφαλισμένο που θα μπαίνει από την 1/1/2022 και μετά σε αυτό το σύστημα. Τα χρήματα που θα αποταμιεύονται σε αυτούς τους ατομικούς κουμπαράδες θα επενδύονται και σε βάθος χρόνου, όταν στο ποσό των εισφορών του και στην απόδοση των επενδύσεών του που έχουν γίνει σε όλα αυτά τα χρόνια…». Για τους νεοεισερχόμενους μισθωτούς, αλλά και αυτοτελώς απασχολούμενους, το καινούργιο σύστημα θα είναι υποχρεωτικό, ενώ για τους κάτω των 35 ετών ασφαλισμένους προαιρετικό. Οι άνω των 35 ετών εργαζόμενοι, θα υπάγονται στο παλιό διανεμητικό σύστημα, ενώ για όσους παραμείνουν στο παλιό διανεμητικό υποτίθεται πως δε θ’ αλλάξει ο τρόπος υπολογισμού των επικουρικών.
Οσο και αν σήμερα διατείνονται το αντίθετο, όταν «περπατήσει» το κεφαλαιοποιητικό σύστημα στις επικουρικές, θα επιχειρήσουν, παρουσιάζοντάς το σαν επιτυχία, να το εφαρμόσουν και στις κύριες συντάξεις. Αυτό είχε αφήσει να εννοηθεί τον Σεπτέμβρη του 2019 ο τότε υφυπουργός Εργασίας Νότης Μηταράκης, σε άρθρο του με τίτλο «Μεγάλη τομή στο ασφαλιστικό η κεφαλαιοποίηση στην επικουρική».
Το σύστημα των επικουρικών συντάξεων, λοιπόν, θα είναι τυπικά δημόσιο (το νέο Ταμείο θα είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου), όμως στην ουσία θα λειτουργεί με τον τρόπο των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιριών.
Οσο για τους σημερινούς συνταξιούχους, ο Τσακλόγλου μας διαβεβαιώνει -και πρέπει να τον… πιστέψουμε σίγουρα – ότι δε θα θιχτούν οι επικουρικές συντάξεις τους με το νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα, αφού αυτό θα αφορά τους νεότερους, κάτω των 35 ετών. Μα αφού, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους πάντα, θα σταματήσουν οι εισφορές των νεοεισερχόμενων στη δουλειά και των κάτω των 35 ετών εργαζόμενων να «χρηματοδοτούν» τις σημερινές επικουρικές και θα πηγαίνουν στον… κουμπαρά και στον αφαλιστικό τζόγο, πού θα βρεθούν οι πόροι να καλύψουν το κενό; Πώς θα συνεχίζουν να παίρνουν οι συνταξιούχοι κανονικά τις επικουρικές συντάξεις τους; Οπως διαβεβαιώνει ο Τσακλόγλου, αυτό θα γίνεται από ειδικό λογαριασμό και από τον τακτικό προϋπολογισμό.
Θέλουν να μας πείσουν, ότι όλα τα επόμενα χρόνια, θα βάζουν οι κυβερνήσεις λεφτά από τον κρατικό κορβανά, όπως υπόσχεται ο Τσακλόγλου, μέχρι να συνταξιοδοτηθούν όλοι όσοι θα ανήκουν στο παλιό διανεμητικό σύστημα (εργαζόμενοι άνω των 35 και όσοι είναι κάτω των 35 και επιλέξουν το παλιό). Αν είναι έτσι, γιατί κάνουν τόσο θόρυβο για την ανάγκη εξοικονόμησης πόρων για τα Ταμεία, λόγω της «γήρανσης»; Θα έδιναν ενισχύσεις μέσω του προϋπολογισμού, ώστε να μπορούν να καταβάλλονται οι συντάξεις κανονικά.
Αστεία πράγματα. Οι «καινοτόμοι» νεοφιλελεύθεροι του υπουργείου Εργασίας δεν πάσχουν από… κρατικιστικές ιδεοληψίες. Ούτε και συμφέρει το σύστημα να γίνει κάτι τέτοιο. Αρα, ας κρατήσουμε το ότι έρχεται άγριο πετσόκομα στις σημερινές επικουρικές συντάξεις, μέχρι τελικής εξαφάνισής τους. Εξάλλου, αυτό είχε επιχειρηθεί παλιότερα με σχέδιο του υπουργού Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφη, επί κυβέρνησης Καραμανλή του νεότερου. Η κατάργησή της θα γινόταν μέσω της ενσωμάτωσής τους στο ίδιο υπερταμείο με την κύρια σύνταξη και της μετατροπής της σε ισχνό βοήθημα.
Οσον αφορά τώρα τους νεοεισερχόμενους στη δουλειά από 1/1/2022, αλλά και τους κάτω των 35 ετών που θα επιλέξουν το καινούργιο σύστημα, πώς είναι σίγουροι οι κυβερνώντες ότι οι ασφαλιστικές επενδύσεις με τα χρήματα του ατομικού λογαριασμού θα αποδίδουν τόσο πολύ, ώστε μετά από 25 ή 30 χρόνια οι επιικουρικές να είναι αρκετά μεγαλύτερες από τις σημερινές; Η οικονομική κρίση και η κατάρρευση ολόκληρων ασφαλιστικών κολοσσών (πχ στις ΗΠΑ, πριν από μια δεκαετία), που είχε ως αποτέλεσμα οι ασφαλισμένοι να χάσουν τις ασφαλιστικές οικονομίες τους, μολονότι υπήρχε «αυστηρός κρατικός έλεγχος» (από την Κεντρική Τράπεζα), φαίνεται να μην περνάνε από το μυαλό τους. Μάλλον δε θέλουν να περάσουν από το μυαλό των εργατών.
Θέλοντας να προλάβει τέτοιου είδους ανησυχίες, ο Τσακλόγλου παραδέχεται πως «η επένδυση σε χρηματοοικονομικά προϊόντα έχει διακυμάνσεις, αλλά μακροπρόθεσμα συνήθως έχει πολύ υψηλότερες αποδόσεις από αυτές των διανεμητικών συστημάτων». Οι πρώτες επικουρικές συντάξεις με το καινούργιο σύστημα, σύμφωνα με το σχέδιο του Τσακλόγλου, θα δοθούν μετά από 30 χρόνια. Ακόμη, παραδέχεται ότι αυτού του είδους οι ασφαλιστικές «επενδύσεις, έχουν μεγαλύτερο ποσοστό κινδύνου για τους νεότερους ασφαλισμένους, ενώ το ρίσκο είναι μικρότερο για όσους είναι πιο κοντά στη συνταξιοδότηση.
Ετσι, καταλήγει στο συμέρασμα, ότι «με βάση την εμπειρία άλλων χωρών, οι αποδόσεις που έχουν σε βάθος χρόνου τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα είναι υψηλότερες από τα διανεμητικά, άρα μπορούν να δώσουν υψηλότερες συντάξεις». Βέβαια, μια… αυθεντία, όπως ο άλλοτε σημιτικός «εκσυγχρονιστής» Τσακλόγλου, που τελευταία είναι στο πλευρό του Κούλη και του Χατζηδάκη (τα μεγάλα αντεργατικά πνεύματα πάντα συναντώνται!), δεν είναι υποχρεωτικό να παραθέσει νούμερα, συγκριτικά στοιχεία σε βάθος χρόνου, που να τεκμηριώνουν τα λεγόμενά του για την ανωτερότητα του κεφαλαιοποιητικού συστήματος έναντι του διανεμητικού. Ακολουθεί την πάγια διαφημιστική τακτική των α(χ)ρίστων, αλλά και των προκατόχων τους: Πετάνε καμιά αναφορά σε «διεθνείς εμπειρίες» και σε «ποσοστά επιτυχίας στας Ευρώπας», για να τσιμπήσουν οι… ιθαγενείς, και καθάρισαν.
Οι μόνες συγκεκριμένες (λέμε τώρα) αναφορές που κάνει, εκτός από τη Δανία και την Ολλανδία που τις αναφέρει μόνο ονομαστικά, με σκοπό να γίνει περισσότερο πειστικός, είναι το «σουηδικό μοντέλο» επικουρικής ασφάλισης. Οπως έλεγε χαρακτηριστικά, «υπάρχει για παράδειγμα η Σουηδία στην οποία σε ένα διάστημα 25 ετών το σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης, παρόμοιο με αυτό με το οποίο παρέχονται οι επικουρικές συντάξεις στην Ελλάδα σήμερα (σ.σ. το διανεμητικό σύστημα), έδινε πραγματικές αποδόσεις λίγο περισσότερο από 1% , ενώ το αντίστοιχο κεφαλαιοποιητικό σύστημα είχε αποδόσεις πάνω από 5%». Φυσικά, δεν παραθέτει κάποιο σχετικό ντοκουμέντο γι’ αυτά τα ποσοστά ούτε από την Σουηδία. Οπως διαβάζουμε σε κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα στη Σουηδία, η συνταξιοδοτική εισφορά υπό κεφαλαιοποιητικό καθεστώς, όπως το περιγράφει ο Τσακλόγλου, αντιστοιχεί προς το παρόν μόνο στο 2,5% των εισοδημάτων που θεμελιώνουν δικαίωμα στη σύνταξη.
Οπως είπαμε, τον Σεπτέμβρη του 2019, ο προκάτοχος του Τσακλόγλου, Μηταράκης, άφηνε να εννοηθεί πως όταν «περπατήσει» το κεφαλαιοποιητικό σύστημα στις επικουρικές, θα επιχειρήσουν να το εφαρμόσουν και στις κύριες συντάξεις. Στην ίδια κατεύθυνση ο «εκσυγχρονιστής» Τσακλόγλου αναφέρεται στο κεφαλαιοποιητικό ασφαλιστικό σύστημα, κάνοντας λόγο μόνο χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, αποφεύγοντας επιμελώς να αναφέρει το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην ασφάλιση (και στην κύρια σύνταξη) από την Παγκόσμια Τράπεζα, που δεν είναι άλλο από τη στρατιωτικοφασιστική χούντα της Χιλής του Πινοσέτ.
Οταν όμως βρίσκονταν στην αντιπολίτευση, δεν μασούσαν τα λόγια τους. Ελεγε στις 7 Σεπτέμβρη του 2018 ο εκπρόσωπος της ΝΔ Κ. Καραγκούνης: «Θα ανατρέψουμε τον νόμο Κατρούγκαλου (σ.σ.το είδαμε…), που έτσι κι αλλιώς θα είναι προς όφελος των συνταξιούχων κι από εκει και πέρα θα δώσουμε την δυνατότητα της επικουρικής ασφάλισης, απο έναν προσωπικό κουμπαρά. Ο πρώτος που εφάρμοσε αυτό το σύστημα που ήταν το πιο επιτυχημένο παγκοσμίως, το εφάρμοσε ο δικτάτορας Πινοσέτ στη Χιλή. Ισχύει στην Ευρώπη, ισχύει και στην Αμερική». Και πρόσθετε: «Θα δοθεί η δυνατότητα επικουρικής ασφάλισης από τον ατομικό κουμπαρά. Βεβαίως χρειάζονται προϋποθέσεις, ώστε να καλύπτονται και να εξασφαλίζονται τα χρήματα. Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για μια άλλη φιλοσοφία του Ασφαλιστικού».
Και επειδή το εφάρμοσε ο Πινοσέτ, τι… έγινε; Οι δεξιοί νεοφιλελεύθεροι δεν έχουν τέτοια… ταμπού (θυμούνται τις… φιλελεύθερες ευαισθησίες τους και γίνονται «απόλυτοι» μόνο όταν αναφέρονται στη «σοβιετία», για να συκοφαντήσουν τη σοσιαλιστικη οικοδόμηση και τον κομμουνισμό. Αλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που συμπίπτουν οι οικονομικές τους απόψεις με τις πρακτικές και τα μονεταριστικά προγράμματα λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων, που εφάρμοσε ο μακελάρης του χιλιανού λαού. Τις θεωρίες της σχολής του Σικάγου, του Φρίντμαν και των άλλων νεοφιλελεύθερων, ήρθε να κάνει πράξη. Η ειρωνεία είναι, ότι αυτές οι προκλητικές δηλώσεις θαυμασμού του Καραγκούνη για το Ασφαλιστικό του Πινοσέτ και τη δήθεν επιτυχία του «ατομικού κουμπαρά» έγιναν στις 7 Σεπτέμβρη του 2018, λίγους μήνες μετά το ξέσπασμα των μαχητικών διαδηλώσεων στη Χιλή ενάντια στις συνέπειες του πινοσετικού κεφαλαιοποιητικού συστήματος, του λεγόμενου AFP, το οποίο κατέρρευσε μεν το 2008, όμως αρκετές συνέπειες παρέμεναν ακόμα.
Πού είδαν όλοι αυτοί την επιτυχία; Μεγάλη μάζα του λαού εξακολουθούσε να παίρνει συντάξεις πείνας των 150 δολαρίων το μήνα (η υψηλότερη ήταν 450 δολάρια) και συνέχεια το κράτος προσπαθούσε να καλύψει τις τρύπες. Οι εργαζόμενοι έφτασαν να δίνουν το 10% του μισθού τους, το οποίο έμπαινε αυτόματα σε τράπεζες, μεταλλεία και άλλες εταιρίες, με αντάλλαγμα «ανταποδοτικές» συντάξεις πείνας. Οι συνταξιούχοι δεν μπορούσαν να αυτοσυντηρηθούν, και κατέφευγαν είτε στη βοήθεια των άλλων μελών της οικογένειάς τους ή στην επαιτεία.
Oταν το 1981 πρωτοεφαρμόστηκε ο «ατομικός κουμπαράς», επί στρατιωτικοφασιστικής χούντας, υπόσχονταν ότι οι αναπληρώσεις των συντάξεων θα φτάσουν το 75% με 80% του μισθού. Εφτασαν πολύ κάτω από το μισό. Το συγκεκριμένο ασφαλιστικό σύστημα συνέχισε να υπάρχει για αρκετά χρόνια μετά την πτώση της χούντας του Πινοσέτ, ενώ κατέρρευσε το 2008, όταν τα χρήματα των ασφαλισμένων είχαν εξανεμιστεί και ο κρατικός προϋπολογισμός προσπαθούσε να σώσει ό,τι σωζόταν.
Ο υφυπουργός Τσακλόγλου και οι υπόλοιποι θιασώτες του «ασφαλιστικού κουμπαρά» δεν πρόκειται, βέβαια, να απαντήσουν στο εξής ερώτημα: Γιατί όταν εφάρμοσε το εν λόγω σύστημα ο Πινοσέτ, εξαίρεσε από αυτό δύο κατηγορίες που ήταν βασικοί στυλοβάτες του καθεστώτος του, τους μπάτσους και τους καραβανάδες, που παρέμειναν στη «σιγουριά» του παλιού διανεμητικού συστήματος; Αν ήταν αλλιώς τα πράγματα, θα τους έβαζε πρώτους και καλύτερους στο νέο σύστημα. Αυτό λέει η κοινή λογική. Εδώ, βέβαια, οι… φιλελεύθεροι δημοκράτες μας δεν έχουν ανάγκη να εξαιρέσουν αυτές τις δύο κατηγορίες ενστόλων από το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, γιατί ανήκουν στο δημόσιο τομέα.
Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι με αυτόν τον τρόπο δίνουν ακόμη περισσότερο «χώρο» στην ιδιωτική ασφάλιση, που δεν μπορεί να κερδοσκοπήσει με τα ατομικά ιδιωτικά ασφαλιστήρια (ο κόσμος δεν έχει λεφτά και η πελατεία είναι εξαιρετικά περιορισμένη). Ολες οι μέχρι τώρα αντιασφαλιστικές ανατροπές έχουν αποδεκατίσει και απαξιώσει το δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα, με αποκορύφωμα τον περιβόητο νόμο Κατρούγκαλου (επί ΣΥΡΙΖΑ βέβαια…), που καθιέρωσε την αρχή της σκληρής ανταποδοτικότητας στις συντάξεις (δίνονται ανάλογα με το ύψος των εισφορών ολόκληρου του ασφαλιστικού βίου).
Δεν είναι απαραίτητο να επαναλάβουμε όσα έχουμε γράψει για την προπαγάνδα σχετικά με τη γήρανση του πληθυσμού, στην οποία κατέφυγε ο Τσακλόγλου για να στηρίξει το σύστημά του. Σημειώνουμε ωστόσο, ότι τον έπιασε πόνος για την… έλλειψη ασφαλιστικής συνείδησης στους νεότερους εργαζόμενους, την οποία καλείται να ενισχύσει το κεφαλιαοποιητικό σύστημα! Σε δηλώσεις του στις 4/12/2020 ανέφερε: «Θέλουμε να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη των νέων ασφαλισμένων στο ασφαλιστικό σύστημα, καθώς πολλοί από αυτούς πιστεύουν ότι δεν θα πάρουν σύνταξη, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις να στρέφονται σε άτυπες μορφές απασχόλησης και ανασφάλιστη εργασία». Εχει το θράσος να ισχυρίζεται ότι η προτεινόμενη μεταρρύθμιση, με τη δημιουργία των ατομικών λογαριασμών… «δημιουργεί ισχυρό αντικίνητρο κατά της μαύρης εργασίας».
Δηλαδή, για τα πλήγματα που έχει δεχτεί η ασφαλιστική συνείδηση φταίει ο διανεμητικός χαρακτήρας του ασφαλιστικού συστήματος και όχι τα χτυπήματα που έχουν δεχτεί τα Ταμεία και τα πετσοκόμματα των συντάξεων από όλους τους μνημονιακούς νόμους, η καθιέρωση της λεγόμενης εθνικής σύνταξης πείνας των 384 ευρώ, με το «κάτι παραπάνω» ως ανταποδοτική σύνταξη. Ή μήπως η ανασφάλιστη εργασία είναι «ελεύθερη» επιλογή του εργαζόμενου, για την οποία δεν ευθύνεται καθόλου η ανεργία και οι εκβιασμοί των καπιταλιστών-εργοδοτών, που έχουν μια ολόκληρη γκάμα εισφοροδιαφυγής, από την εντελώς «μαύρη» εργασία μέχρι την εργασία με λίγες ώρες ασφαλισμένες και τις υπόλοιπες «μαύρες»; Αυτά έχουν υπόψη τους οι νεότερες γενιές εργατών και εργαζομένων, όταν λένε «δε βλέπω να καταφέρνω να πάρω σύνταξη», ανεξάρτητα από το πόσο έχουν συνειδητοποιήσει τα βαθύτερα αίτια της κατάστασης.
Ο Τσακλόγλου προς το παρόν «σκίζει τα ρούχα του» ότι το νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα θα έχει δημόσιο χαρακτήρα. Οταν όμως αυτό το σύστημα του «κουμπαρά» και του ασφαλιστικού τζόγου προσομοιάζει στη λειτουργία της ιδιωτικής ασφάλισης, δε θα αργήσουν να μπουν στο παιχνίδι της επικουρικής (στο μέλλον και της κύριας σύνταξης) οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες που έχουν την τεχνογνωσία στις «επενδύσεις» και στα «ασφαλιστικά προϊόντα». Αυτό δείχνει η πείρα από τις κρατικές κοινωφελίτικες επιχειρήσεις, που άρχισαν να λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και στη συνέχεια ακολούθησαν μορφές ανοιχτής ιδιωτικοποίησης.
Αυτό που δεν τόλμησε να πει ανοιχτά το προηγούμενο διάστημα ο Τσακλόγλου, ανέλαβε να το κάνει το βαρύ πυροβολικό του νεοφιλελευθερισμού, ο σούπερ-Χατζηδάκης, με το δικό του μοναδικό τρόπο, μιλώντας στις 25 Φλεβάρη στην ετήσια γενική συνέλευση των ασφαλιστικών εταιριών (καθόλου τυχαία η επιλογή του χώρου βέβαια). Ο Χατζηδάκης ξεκαθάρισε πως η σημερινή κυβέρνηση στηρίζει τόσο τον 1ο όσο και τον 2ο πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά «είμαστε εξίσου ανοιχτοί στην παρουσία της ιδιωτικής ασφάλισης στις διαφορετικές της μορφές. Είναι μια ευρωπαϊκή πολιτική άλλωστε. Δεν είναι κάτι παράξενο! Παράξενη είναι η ενοχοποίηση της ιδιωτικής ασφάλισης. Ασφαλώς, χρειάζονται αυστηροί κανόνες και εποπτεία! Σίγουρα πάντως δεν μπορούμε να οδηγηθούμε στο δόγμα “πονάει δόντι, κόβει κεφάλι“. Δεν είναι δυνατόν να ενοχοποιείται ένας κλάδος στον οποίο δραστηριοποιούνται τόσες επιχειρήσεις, τόσοι ασφαλιστές, τόσοι εργαζόμενοι, προσφέροντας υπηρεσίες που έχουν ζήτηση από την κοινωνία, όπως συμβαίνει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες!».
Τους νεοφιλελεύθερους τύπου Χατζηδάκη, όταν πρόκειται να προωθήσουν τις αντιδραστικές αλλαγές τους, τους πιάνει… πόνος για κάποιες κατηγορίες εργαζομένων. Με αυτή την λογική, επειδή στον ιδιωτικό καπιταλιστικό τομέα της υγείας ή της παιδείας υπάρχουν εργαζόμενοι, πρέπει να ενισχυθούν αυτοί οι τομείς. Εχουμε δει πόσο ειλικρινές είναι το ενδιαφέρον τους για τους εκπαιδευτικούς των ιδιωτικών σχολείων, των οποίων διευκολύνουν τις απολύσεις. Εκείνο που πραγματικά τους ενδιαφέρει είναι η ενίσχυση των ασφαλιστικών εταιριών. Αυτές είναι άλλωστε που επεξεργάζονται τα «στοιχεία» και κάνουν τις μελέτες για το κεφαλαιοποιητικό σύστημα του «κουμπαρά» και του ασφαλιστικού τζόγου.
Αυτή την… ασφαλιστική συνείδηση θέλουν να καλλιεργήσουν στις νέες γενιές των εργαζόμενων ο Χατζηδάκης, ο Τσακλόγλου και όλοι οι θιασώτες της «αντιμετώπισης της γήρανσης του πληθυσμού». Τόσο πολύ αγωνιούν για τη «βιωσιμότητα» των ασφαλιστικών ταμείων, που διά στόματος Χατζηδάκη τάζουν μείωση φορολογίας κατά 50% στις ασφαλιστικές εταιρίες που θα έχουν τη φορολογική τους έδρα στην Ελλάδα, μείωση εισφορών κλπ, προκειμένου να γίνουν πιο ελκυστικά τα ασφαλιστικά συμβόλαια. Αλλωστε, η ιδιωτική ασφάλιση ανθίζει όταν ξεθεμελιώνεται η κοινωνική ασφάλιση.
Ας μην πέσουμε στην παγίδα που πάνε να στήσουν ο Τσακλόγλου, ο Χατζηδάκης και όλοι οι θιασώτες της «γήρανσης του πληθυσμού», που θέλουν να περάσουν την αντίληψη στους νέους εργαζόμενους πως η ασφάλιση είναι ατομική υπόθεση και αποτέλεσμα «έξυπνων» επενδύσεων και όχι αναφαίρετο δικαίωμα και συλλογική διεκδίκηση, ένας έμμεσος κοινωνικός μισθός. Καλλιεργούν τόσα χρόνια αυτόν τον ιδιότυπο κοινωνικό αυτοματισμό ανάμεσα σε εργαζόμενους και συνταξιούχους, παρουσιάζοντας τα πράγματα σαν να… ταΐζουν οι πρώτοι τους δεύτερους, που συνεχώς αυξάνονται, ξεχνώντας ότι αρκετές φορές είναι οι συνταξιούχοι που… ταΐζουν τα άνεργα μέλη της οικογένειας. Λες και δε θα φτάσουν κάποια στιγμή οι σημερινοί ασφαλισμένοι στη θέση των συνταξιούχων, που θα «ζουν» από τις εισφορές των επόμενων γενεών κ.ο.κ.
Αλήθεια, οι πρώτοι ασφαλισμένοι τη δεκαετία του ’50, ποιους συνταξιούχους επιδότησαν με τι εισφορές τους; Μάλλον τον… εαυτό τους, όταν βγηκαν κάποια στιγμή στη σύνταξη. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το διανεμητικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης δεν είχε παρουσιάσει προβλήματα τις πρώτες τρεισήμισι δεκαετίες, μέχρι το 1985, παρά την καταλήστευση των αποθεματικών, την εισφοροδιαφυγή, τη μη καταβολή των υποχρεώσεων του κράτους στα Ταμεία, την άσκηση κρατικής κοινωνικής πολιτικής από τα Ταμεία κλπ. Αντίθετα, το κεφαλαιοποιητικό του ατομικού «κουμπαρά» και του επενδυτικού τζόγου, όπως είδαμε στο παράδειγμα της Χιλής, οδήγησε σε πολύ λιγότερο χρονικό διάστημα στην απόλυτη εξαθλίωση των συντάξεων.
Οπως το (καταστρατηγημένο από καιρό βέβαια…) οχτάωρο και οι άλλες ρυθμίσεις που αφορούσαν τις εργασιακές σχέσεις, έτσι και η δημόσια κοινωνική ασφάλιση ανήκει στις κατακτήσεις της ταξικής πάλης, αποτελεί έμμεσο κοινωνικό μισθό και παρά τις συνεχείς ανατροπές που έχουν συμβεί, είναι το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί ένα μίνιμουμ επιβίωσης. Αν θέλουμε να μη φτάσουμε στο σημείο που έφτασαν οι εργαζόμενοι της Χιλής, πρέπει το ασφαλιστικό έκτρωμα τύπου Πινοσέτ να αντιμετωπιστεί με την ίδια εχθρότητα. Οσο προκλητική είναι η καθιέρωση των «διαπραγματεύσεων», ατομικών και συλλογικών, για τις απλήρωτες υπερωρίες, το ίδιο είναι και ο «ατομικός κουμπαράς» και οι επενδύσεις του, που μπάζουν από το παράθυρο την ιδιωτική ασφάλιση. Η κοινωνική ασφάλιση και οι αξιοπρεπείς συντάξεις πρέπει να είναι υποχρέωση των καπιταλιστών και του αστικού κράτους, χωρίς να εξαρτώνται από διακυμάνσεις και αποδόσεις κεφαλαίων.