Βρέθηκε τελικά η… χρυσή τομή. Συνδικαλιστική γραφειοκρατία και καπιταλιστές, με την υψηλή εποπτεία της κυβέρνησης, συμφώνησαν να ξεκινήσουν τον «εθνικό κοινωνικό και πολιτικό διάλογο για το Ασφαλιστικό», υπό τη σκέπη του κοινού τους σπιτιού, της κακόφημης Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ). Αναμενόμενο ήταν, για να κρατηθούν κάποια προσχήματα και να μη φαίνεται τελείως ρόμπα η ΓΣΕΕ, να πασπαλίσουν λίγο την απόφασή τους με «όρους» και «προϋποθέσεις».
Σύμφωνα με την ομόφωνη γραπτή ανακοίνωση της ΟΚΕ και τις δηλώσεις του προέδρου της Ν. Αναλυτή (επί χρόνια αντιπροέδρου του ΣΕΒ, για να μην ξεχνιόμαστε), η ΟΚΕ θεωρεί το Ασφαλιστικό «εθνικής σημασίας πρόβλημα». Η ΓΣΕΕ, δηλαδή, που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί τους εργαζόμενους, συμφωνεί ένα θέμα καθαρά ταξικό να αναγορευτεί σε εθνικό.
Δηλαδή, σε θέμα που ενδιαφέρει εξίσου εργάτες και αφεντικά. Λες και θα πάρουν σύνταξη από το ΙΚΑ και οι βιομήχανοι, οι έμποροι και οι τραπεζίτες. Δεν πρόκειται για αθώα έκφραση. Είναι μια έκφραση που κρύβει πολύ περισσότερα απ’ αυτά που λέει σε πρώτη ανάγνωση. Κρύβει μια ολόκληρη αντίληψη για την κοινωνική ασφάλιση, ως κομμάτι της αξίας της εργατικής δύναμης.
Δηλαδή, σε θέμα που ενδιαφέρει εξίσου εργάτες και αφεντικά. Λες και θα πάρουν σύνταξη από το ΙΚΑ και οι βιομήχανοι, οι έμποροι και οι τραπεζίτες. Δεν πρόκειται για αθώα έκφραση. Είναι μια έκφραση που κρύβει πολύ περισσότερα απ’ αυτά που λέει σε πρώτη ανάγνωση. Κρύβει μια ολόκληρη αντίληψη για την κοινωνική ασφάλιση, ως κομμάτι της αξίας της εργατικής δύναμης.
Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία απορρίπτει την ταξική άποψη για την ασφάλιση, η οποία συμπυκνώνεται σε μερικές απλές σκέψεις: Η εργατική τάξη παράγει όλο τον κοινωνικό πλούτο. Η εργατική τάξη σηκώνει το βάρος της φορολογίας, έμμεσης και άμεσης. Γι’ αυτό και δικαιούται πλήρη ασφάλιση και χρηματοδότησή της από τους καπιταλιστές και το κράτος τους.
Αναγορεύοντας σε εθνικό το Ασφαλιστικό, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία θεωρεί ότι στη διαμόρφωση των ασφαλιστικών δεδομένων πρέπει να παίρνονται υπόψη οι «αντοχές της εθνικής οικονομίας» και βεβαίως η «ανταγωνιστικότητα». Δηλαδή, το συμφέρον των καπιταλιστών.
Στην απόφαση της ΟΚΕ αναφέρεται, επίσης, ότι «πρέπει να υπάρξουν άμεσα συναντήσεις, διμερείς και πολυμερείς, μεταξύ κυβέρνησης-φορέων και των φορέων μεταξύ τους». Δηλαδή, να συναντηθούν οι υποτιθέμενοι εκπρόσωποι των εργαζόμενων και να συζητήσουν όχι μόνο με την κυβέρνηση, αλλά και με τους εκπροσώπους των καπιταλιστών, για τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζόμενων. Δηλαδή, ο ΣΕΒ να έχει λόγο για το πότε θα βγαίνουν στη σύνταξη οι εργαζόμενοι και τί σύνταξη θα παίρνουν. Να το διαπραγματευθούμε μαζί του! Μόνο τα κέρδη δεν πρέπει να διαπραγματευόμαστε…
Ξέρετε πού οδηγεί αυτό; Στη γνωστή επωδό όλων των κυβερνήσεων: «η κυβέρνηση συναντήθηκε και συνομίλησε με όλους τους κοινωνικούς εταίρους, άκουσε τις απόψεις τους και τα αιτήματά τους και κατέληξε στις νομοθετικές ρυθμίσεις, με γνώμονα όχι τα συμφέροντα της μιας ή της άλλης κοινωνικής ομάδας, αλλά το εθνικό συμφέρον, το συμφέρον της εθνικής μας οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής». Ο «εθνικός, κοινωνικός και πολιτικός διάλογος» αποτελεί το καλύτερο άλλοθι για την κυβέρνηση.
Το πιο σημαντικό στην απόφαση της ΟΚΕ είναι ότι αναλαμβάνει «να συνεισφέρει τις υπηρεσίες στον τομέα της επιστημονικής ανάλυσης-τεκμηρίωσης, αξιοποιώντας το συνταγματικό ρόλο και την ανεξαρτησία της». Βέβαια, ο ρόλος της ΟΚΕ δεν είναι να κάνει αναλύσεις και μελέτες, αλλά να εκφέρει γνώμη επί νομοσχεδίων και κυβερνητικών σχεδίων (π.χ. για έγγραφα στρατηγικού χαρακτήρα που στέλνονται στην ΕΕ), αλλά ας το παραβλέψουμε αυτό και ας έλθουμε στην ουσία των μελετών που θα κάνει για το Ασφαλιστικό. Γιατί η κυβέρνηση επέλεξε την ΟΚΕ και δεν έφτιαχνε μια ακόμη επιτροπή σαν όλες αυτές που έχουν φτιαχτεί στο παρελθόν (επιτροπή Φακιολά, επιτροπή Σπράου κ.λπ.); Η απάντηση είναι απλή: για να έχουν οι όποιες μελέτες τη σφραγίδα της αμεροληψίας και της συνεργασίας των κοινωνικών εταίρων.
Θα μας αντιτείνει κάποιος, ότι στην επιστημονική επιτροπή που θα συστήσει η ΟΚΕ θα συμμετάσχουν και επιστημονικοί συνεργάτες της ΓΣΕΕ, οι οποίοι δεν θα τολμήσουν να συμφωνήσουν με αντεργατικές ρυθμίσεις. Αν και το τελευταίο σηκώνει πολλή συζήτηση, ας δεχτούμε ότι είναι έτσι. Αυτό καθόλου δεν ενοχλεί την κυβέρνηση. Πρώτο, γιατί όλοι οι ειδικοί θα συμφωνήσουν στις διαπιστώσεις για την κατάσταση της Κοινωνικής Ασφάλισης. Θα συμφωνήσουν, δηλαδή, σε μια εικόνα κρίσης και επισφάλειας, που δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να νομιμοποιήσει την παρέμβασή της. Από εκεί και πέρα, μπορούν άνετα να διαφωνήσουν, όπως γίνεται πολύ συχνά στην ΟΚΕ. Οι εκπρόσωποι κυβέρνησης και καπιταλιστών, ομονοούντες όπως πάντα σε… επιστημονικό επίπεδο θα καταγράψουν τις δικές τους προτάσεις και οι επιστημονικοί εκπρόσωποι της ΓΣΕΕ θα καταγράψουν τις δικές τους ως δεύτερη άποψη. Θα πάρει τη μελέτη με τις δυο απόψεις η ΓΣΕΕ και θα τη χειριστεί με τον τρόπο που περιγράψαμε παραπάνω.
Θα τις χειριστεί προπαγανδιστικά κυρίως. Οπως έκαναν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις με ανάλογες μελέτες. Θυμίζουμε, ότι και στην περιβόητη επιτροπή Φακιολά είχαν πάρει μέρος εκπρόσωποι της ΓΣΕΕ (σε αγαστή συνεργασία ΠΑΣΚΕ και ΕΣΑΚ τότε), οι οποίοι έβγαλαν χωριστό πόρισμα με το οποίο ουδείς ασχολήθηκε. Εκείνο που απασχόλησε την επικαιρότητα ήταν το πόρισμα του κυρίου καθηγητή (το ίδιο έγινε αργότερα με τον άλλο κύριο καθηγητή, τον Σπράο).
Κοντολογίς, αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση σε πρώτη φάση είναι η ιδεολογική προετοιμασία της νέας αντιασφαλιστικής ανατροπής, που σε αυτή τη φάση φαίνεται να την παραπέμπει στην επόμενη κοινοβουλευτική θητεία (λέμε «σ’ αυτή τη φάση», γιατί ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει τι θα γίνει, με δεδομένες τις πιέσεις από την Κομισιόν). Η ιδεολογική προετοιμασία γίνεται μέσα απ’ αυτές τις μελέτες, οι οποίες παράγουν και αναπαράγουν μια κινδυνολογία, η οποία κουκουλώνει κάθε ταξική αναφορά. Τί μένει; Οτι πρέπει να παρθούν μέτρα που να μειώνουν τις δαπάνες της Ασφάλισης, προκειμένου να μη καταρρεύσει το σύστημα. Οταν ο ταξικός λόγος απουσιάζει τελείως και όλη η δημόσια συζήτηση κινείται γύρω από την αναζήτηση «ρεαλιστικών λύσεων», όταν ουδείς θυμάται έστω να ζητήσει να επιστραφούν στα Ταμεία τα κλεμμένα δεκάδες τρισεκατομμύρια (σε δραχμές), τότε είναι πολύ πιο εύκολο να εμφιλοχωρήσει η απογοήτευση, ο φόβος, η παραίτηση, η αδράνεια.








