Σεπιντέ Φαρσί: Κράτα την ψυχή σου στο χέρι και περπάτα
Η ιρανή ντοκιμαντερίστρια Σεπιντέ Φαρσί κινηματογραφεί τις βιντεοκλήσεις της μέσω κινητού τηλεφώνου με μια νεαρή φωτογράφο στη Γάζα κατά τη διάρκεια του δίχρονου πολέμου, μέχρι που η τελευταία σκοτώνεται από ισραηλινό στοχευμένο αεροπορικό βομβαρδισμό μαζί με άλλα έξι μέλη της οικογένειάς της.
Η Σεπιντέ Φαρσί, γόνος αριστερής οικογένειας και ακτιβίστρια με έντονη αντικαθεστωτική δράση, ζει εξόριστη από το 1984 στο Παρίσι και όλη η φιλμογραφία της έχει απαγορευτεί στο Ιράν. Η θεματολογία των ταινιών της περιστρέφεται γύρω από την καταπίεση, τις διώξεις, τη λογοκρισία, τον αυταρχισμό και τον πόλεμο όχι μόνο του ιρανικού καθεστώτος αλλά γενικότερα. Ο χαρακτήρας των ταινιών της είναι ανθρωποκεντρικός χωρίς να απουσιάζουν επιλεκτικές πολιτικές αιχμές.
Για την Φαρσί, που ήταν αδύνατο να επισκεφτεί τη Γάζα, οι δύσκολες και με άπειρα εμπόδια βιντεοκλήσεις της με την νεαρή φωτορεπόρτερ Φάτμα Χασόνα, ήταν ο μόνος τρόπος για να πραγματοποιηθεί αυτή η ταινία. Μια ταινία που ο θεατής παρακολουθεί απνευστί και που αποτελεί ταυτόχρονα ένα πορτρέτο και μια καταγραφή της αβίωτης πραγματικότητας της Γάζας της γενοκτονίας. Το συγκλονιστικότερο στοιχείο της ταινίας είναι ο αφοπλιστικός τρόπος με τον οποίο η νεαρή κοπέλα περιγράφει τον καθημερινό αφανισμό δίπλα της, τον τρόμο, την πείνα, την εξοικείωση με το θάνατο, την ανθεκτικότητα και ιδιαιτερότητα των Γαζαίων, την ελπίδα και την προσδοκία μιας στοιχειώδους ζωής.
Η Φάτμα Χασόνα διηγείται με χαμόγελο το σκοτωμό δεκατριών μελών της ευρύτερης οικογένειάς της, κάποιων φίλων και γειτόνων της, τα πιο τραγικά πράγματα. Είναι φωτεινή, είναι πολύπλευρα ταλαντούχα, έχει όνειρα, θέλει να γνωρίσει όλο τον κόσμο. Ομως η Γάζα είναι το σπίτι που δε θα ήθελε να εγκαταλείψει ποτέ.
Στην ερώτηση ποια είναι η άποψη της για την 7η Οκτώβρη, η Χασόνα απαντά: «αποδείξαμε ότι μπορούμε να πολεμήσουμε ακόμα και με γυμνά χέρια». Και αμέσως μετά, όταν ζητείται η γνώμη της για τον Σινουάρ, εκφράζει την άποψη, σχεδόν καθοδηγείται σε αυτή από τη σκηνοθέτρια, ότι δεν είναι δημοφιλής! Η Φαρσί, που πριν έχει επανειλημμένα τοποθετηθεί κατά του ιρανικού καθεστώτος, σπεύδει να τοποθετήσει τον Σινουάρ περίπου στην ίδια μοίρα με τον Νετανιάχου, αφού και οι δύο θέλουν τον πόλεμο!
Η Σεπιντέ Φαρσί είναι γνώριμη πολλών διεθνών φεστιβάλ και αυτή της η ταινία έχει ήδη τιμηθεί σε αρκετά από αυτά. Παρά τη χρησιμότητά της, το ερώτημα είναι: άραγε θα είχε τόσες τιμητικές διακρίσεις αν δεν υπήρχαν οι δυτικές πολιτικές σκοπιμότητες κατά του ιρανικού καθεστώτος και αν δεν υπήρχε στην ταινία η απαξιωτική αναφορά στον δολοφονημένο ηγέτη της Χαμάς;
Αμπερ Φάρες: Coexistence My Αss (Συνύπαρξη του κώλου)
Και όμως! Η καλύτερη ίσως ταινία της χρονιάς έχει εβραϊκές καταβολές!
Η Νόαμ Σούστερ Ελιασί είναι μια αναγνωρίσιμη ισραηλινή stand up comedian. Γεννήθηκε από αριστερούς γονείς, μια ιρανοεβραία μητέρα και ένα ρουμανοεβραίο πατέρα. Μεγάλωσε στην κοινότητα «Οαση της Ειρήνης», όπου Παλαιστίνιοι και Εβραίοι συμβιώνουν συνειδητά. Σε αυτό το «ειδυλλιακό υπόδειγμα» συμβίωσης παρελαύνουν διάφοροι, από τη Χίλαρι Κλίντον και τη Τζέιν Φόντα μέχρι τον Ρότζερ Γουότερς, για να τονίσουν την ανάγκη της ειρηνικής συνύπαρξης!
Για την έφηβη Νόαμ, που ασπάζεται με πάθος αυτή την ιδέα, ένα πεδίο ακτιβισμού που περιλαμβάνει κωμικά σκετς μέχρι την πρόσληψη της στον ΟΗΕ προκειμένου να εργαστεί προς αυτή την κατεύθυνση, έχει ανοιχτεί διάπλατα μπροστά της.
Αλλά, όση κωμική φλέβα και αν διαθέτει ένας αριστερός ακτιβιστής, πόσο εύκολο είναι να ζήσει στην κόλαση του Ισραήλ; Πόσο εύκολο είναι το γέλιο να μην εναλλάσσεται με το δάκρυ; Πόσο εύκολο είναι να σε βρίζουν όλοι οι συμπατριώτες σου, ακόμα και αν εμφανίζεσαι στο κρατικό κανάλι, και να σε αποδέχονται μόνο οι Άραβες (Παλαιστίνιοι); Πόσο εύκολο είναι να βλέπεις ότι η πόλωση, η όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης απέναντι στον Νετανιάχου αγνοεί επιδεικτικά τον «πραγματικό ελέφαντα» στο εσωτερικό του Ισραήλ, που είναι η κατοχή και ο εξανδραποδισμός των Παλαιστινίων; Πόσο εύκολο είναι να βλέπεις το κοινό σχολείο Αράβων και Εβραίων να πυρπολείται; Πόσο εύκολο είναι να βλέπεις την αλματώδη άνοδο του φασισμού, ιδιαίτερα μετά την 7η Οκτώβρη; Πόσο εύκολο είναι να ανήκεις στην μειοψηφία του 1% που αντιτάσσεται σε αυτό το αίσχος;
Η Νόαμ εγκαταλείπει τον ΟΗΕ, αρνείται την ανώδυνη ψυχαγωγία, επιλέγει τη βιτριολική πολιτική σάτιρα, κινείται στο επώδυνο μεταίχμιο του να είσαι Ισραηλινός και να αισθάνεσαι Παλαιστίνιος. Στις διαδηλώσεις επιλέγει να στέκεται κάτω από τις παλαιστινιακές σημαίες, γιατί αισθάνεται ότι εκεί είναι το σπίτι της. Στις εκλογές λέει «ας πάμε τώρα να γίνουμε προδότες του κερατά και να ψηφίσουμε το παλαιστινιακό κόμμα». Φοβάται και απλώς ξέρει ότι επειδή είναι Ισραηλινή γλιτώνει τα χειρότερα. Προσπαθεί ακόμα και μετά την 7η Οκτώβρη, κατά την οποία χάθηκαν γνωστοί της άνθρωποι, να σταθεί στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Η Λιβανοκαναδέζα Αμπερ Φάρες σκηνοθετεί με αξιώσεις ένα μίγμα κωμικών σκετς και προσωπικών βιωμάτων στο φόντο της ζοφερής, μιλιταριστικής, ισραηλινής πολιτικής πραγματικότητας και μαζί με την Νόαμ Σούστερ Ελιασί παραδίδουν στο κοινό την πιο έντιμη και ουσιαστική ταινία της χρονιάς. Μια ταινία που διαλαλεί ότι «δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη» και ότι δεν μπορεί να υπάρξει συνύπαρξη του καταπιεστή με τον καταπιεζόμενο. Ή, όπως το είπε ο Γασάν Καναφάνι, δεν μπορεί να υπάρξει να γίνει συζήτηση ανάμεσα στο ξίφος και το λαιμό.
Ε.Σ.








