Aντε πάλι αναλύσεις επί αναλύσεων για το νέο υπουργικό συμβούλιο του Ερντογάν και τις σηματοδοτήσεις (ή εικαζόμενες σηματοδοτήσεις) περί αλλαγής πολιτικής. Οχι μόνο στον ελληνικό αλλά και στο διεθνή Τύπο. Το τελευταίο αξίζει να σημειωθεί γιατί μας δίνει και ένα μέτρο της σημαντικότητας της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Ουδείς θα ασχολούνταν αν ένας έλληνας πρωθυπουργός έκανε ανανέωση του υπουργικού του συμβούλιου.
Νομίζουμε πως τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά, αν λάβουμε υπόψη μερικά στοιχεία που τα παραβλέπουν οι «αναλυτές». Καταρχάς, το ότι οι αλλαγές προσώπων σε βασικά υπουργεία είχαν προαναγγελθεί πριν από τις προεδρικές εκλογές. Για παράδειγμα, Τσαβούσογλου και Ακάρ έθεσαν υποψηφιότητα για την Εθνοσυνέλευση (και εκλέχτηκαν, φυσικά), επομένως ήταν δεδομένο ότι θα εγκαταλείψουν τα υπουργεία τους.
Δεύτερο, είναι γνωστό πως ο Ερντογάν δεν αφήνει κανέναν από τους στενούς συνεργάτες του να «ψηλώσει». Τους αλλάζει πόστα ή και τους «ξεφορτώνεται». Θυμάται μήπως κανείς ποια ήταν η τύχη του Αμπντουλάχ Γκιουλ, συνιδρυτή και αντιπροέδρου του ΑΚΡ (προηγουμένως είχε διατελέσει βουλευτής του Κόμματος Ευημερίας του Ερμπακάν και υπουργός στη συμμαχική κυβέρνηση της Τανσού Τσιλέρ), προέδρου επί επταετία (όσο ο Ερντογάν ήταν πρωθυπουργός) και πρωθυπουργού επί διετία (όταν ο Ερντογάν μετέτρεψε το πολίτευμα σε προεδρικό); Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, ο θεωρητικός του «νεο-οθωμανισμού» και του «στρατηγικού βάθους», υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργός, επίσης παραμερίστηκε και τώρα σέρνεται στην ουρά της αντι-ερντογανικής αντιπολίτευσης, όπου θεωρείται «η τελευταία τρύπα του ζουρνά».
Η ίδια η τελετή «αναγόρευσης» των νέων υπουργών ήταν φτιαγμένη για να αναδείξει/επιδείξει την εικόνα του παντοδύναμου ηγέτη. Ο Ερντογάν στη σκηνή καλούσε έναν-έναν τους υπουργούς που ανέβαιναν και παρατάσσονταν δεξιά και αριστερά του, όπως ένας προπονητής ποδοσφαίρου καλεί τους παίχτες που θ’ αποτελέσουν την ενδεκάδα.
Ο πολιτικά πανίσχυρος Ερντογάν θα συνεχίσει επί της ουσίας την ίδια πολιτική, προσαρμοζόμενος στις ανάγκες, όπως κάνει πάντοτε. Ισως του χρειαστεί ν’ αλλάξει κάπως το ύφος, οπότε τα νέα πρόσωπα στα υπουργεία που ασκούν εξωτερική πολιτική θα τον βοηθήσουν σ’ αυτό. Δεν είναι ο μόνος αστός ηγέτης που το κάνει. Εδώ και ενάμιση αιώνα οι αστοί πολιτικοί σε όλο τον κόσμο κάνουν το ίδιο: όταν σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν κάποια αλλαγή, αλλάζουν και τον υπουργό, ώστε να δίνουν την εντύπωση ότι όλα ξεκινούν από μηδενική βάση.
Εκείνο που πρέπει να σημειωθεί στην περίπτωση του Ερντογάν είναι πως έχει την απόλυτη εμπιστοσύνη του λεγόμενου «βαθέος κράτους» της Τουρκίας. Από τον πανίσχυρο (πολιτικά και οικονομικά) στρατό άντλησε και τον νέο υπουργό Αμυνας, που είναι ο έως προχθές αρχηγός του γενικού επιτελείου Γιασάρ Γκιουλέρ (αρχηγός του γενικού επιτελείου ήταν και ο Χουλουσί Ακάρ όταν έγινε υπουργός Αμυνας). Από τη ΜΙΤ, την επίσης πανίσχυρη μυστική υπηρεσία της Τουρκίας, προέρχεται ο νέος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν. Παράλληλα με τη θητεία στη ΜΙΤ, έγινε μυστικοσύμβουλος και άνθρωπος ειδικών αποστολών του Ερντογάν. Είναι αμερικανοσπουδαγμένος και τα προηγούμενα χρόνια έκανε μυστικές διπλωματικές διαπραγματεύσεις, λογοδοτώντας στον ίδιο τον Ερντογάν και όχι στον ΥΠΕΞ Τσαβούσογλου. Ο έμπιστος Ιμπραχίμ Καλίν τοποθετήθηκε διοικητής της ΜΙΤ, ένα ακόμη δείγμα του ότι ο Ερντογάν και ο στενός του κύκλος έχουν την απόλυτη εμπιστοσύνη του τουρκικού «βαθέος κράτους» (αποτέλεσμα φυσιολογικό μετά από 21 χρόνια στην εξουσία – αν δεν υπήρχε εμπιστοσύνη, θα είχαν ξαποστείλει τον Ερντογάν με ένα ακόμα στρατιωτικό πραξικόπημα).
Το ύφος άσκησης της εξωτερικής πολιτικής από τους δύο υπουργούς μπορεί ν’ αλλάξει, δεν πρόκειται όμως ν’ αλλάξει η ουσία της. Η Τουρκία θα εξακολουθήσει να διεκδικεί από τους ιμπεριαλιστές αυτά που η ηγεσία της θεωρεί ότι δικαιούται ως περιφερειακή δύναμη. Το τι θα καταφέρει εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όμως το ειδικό της βάρος προεξοφλεί ότι κάποια ανταλλάγματα από τους ιμπεριαλιστές της Δύσης θα τα πάρει. Ας μην ξεχνάμε ότι στην πιο κρίσιμη φάση του διιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, η Τουρκία έδειξε τη νατοφροσύνη της, γεγονός που έχει εκτιμηθεί δημόσια από τους ιμπεριαλιστές ηγέτες της Δύσης. Μόνο κάποιες σκουριασμένες εθνικιστικές γραφίδες στην Ελλάδα ισχυρίζονται το αντίθετο και βλέπουν έναν «απομονωμένο» Ερντογάν, τρώγοντας διαρκώς σφαλιάρες από την πραγματικότητα.
Το μόνο στοιχείο που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε νέο είναι η τοποθέτηση του Μεχμέτ Σιμσέκ στο υπουργείο Οικονομικών. Πρώην μεγαλοστέλεχος της Merrill Lynch, ο Σιμσέκ είχε χρησιμοποιηθεί στο ίδιο πόστο και το 2008. Το καθήκον που έχει είναι να συμμαζέψει κάπως την κατάσταση, ώστε να μη χρειαστεί προσφυγή στο ΔΝΤ. Κι αν η προσφυγή στο ΔΝΤ καταστεί αναπόφευκτη, να διαπραγματευτεί τους όρους. «Δεν υπάρχει άλλη επιλογή από την επιστροφή σε ένα ορθολογικό έδαφος», διακήρυξε ο εκλεκτός των «αγορών» αναλαμβάνοντας το υπουργείο Οικονομικών. Συμμάζεμα της κατάστασης σημαίνει πιο σκληρή δημοσιονομική πολιτική. Θα στενάξουν η εργατική τάξη και οι πολυάριθμες πληβειακές μάζες της Τουρκίας.
Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσεται και η φημολογούμενη τοποθέτηση της Χαφιζέ Γκαγέ Ερκάν ως διοικήτριας της Τράπεζας της Τουρκίας. Η 40χρονη Ερκάν (που συναντήθηκε ήδη με τον Σιμσέκ και αναμένεται να συναντηθεί και με τον Ερντογάν) γεννήθηκε στην Ιστανμπούλ, σπούδασε στο Πρίνστον και κάνει εδώ και χρόνια καριέρα στις ΗΠΑ, ως υψηλόβαθμο στέλεχος επιχειρήσεων του χρηματιστικού κεφάλαιου (συνδιευθύνουσα σύμβουλος στην First Republic Bank και πρώην διαχειριστική διευθύντρια στη Goldman Sachs).