Αυτό κι αν είναι είδηση: δυο βδομάδες πριν από την ορκωμοσία του Μπάιντεν, δέκα πρώην υπουργοί Αμυνας των ΗΠΑ, με επιστολή τους στον Τραμπ, τον προειδοποιούν να μην τολμήσει να χρησιμοποιήσει το στρατό στα πολιτικά του παιχνίδια. «Οι εκλογές έγιναν, έγιναν ανακαταμετρήσεις και έλεγχοι, όλες οι προσφυγές κρίθηκαν από τα δικαστήρια, οι κυβερνήτες επικύρωσαν τα αποτελέσματα και το σώμα των εκλεκτόρων ψήφισε. Εχει παρέλθει πλέον ο χρόνος της αμφισβήτησης των αποτελεσμάτων. Εφτασε η ώρα για την επίσημη καταμέτρηση των ψήφων των εκλεκτόρων (σ.σ. από το Κογκρέσο), όπως προβλέπει το Σύνταγμα», έγραψαν.
Εμφανιζόμενοι ως εκπρόσωποι του έθνους, οι πρώην επικεφαλής του Πενταγώνου σημειώνουν ότι τυχόν εμπλοκή του στρατού «θα μας οδηγούσε σε επικίνδυνα, παράνομα και αντισυνταγματικά μονοπάτια» και προειδοποιούν ότι «πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι που κατευθύνουν ή εκτελούν τέτοιες πράξεις θα λογοδοτήσουν και ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν ποινές για εγκληματική δράση για τις σοβαρότατες συνέπειες που έχουν στη δημοκρατία μας οι ενέργειες τους».
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι αυτοί που υπογράφουν δεν ανήκουν μόνο στο Δημοκρατικό Κόμμα, αλλά είναι και γνωστά γεράκια των Ρεπουμπλικανών, όπως ο Ντικ Τσέινι, υπουργός Αμυνας του πατέρα Μπους και αντιπρόεδρος του υιού Μπους, ο Ντόναλντ Ράμσφελντ (Τσέινι και Ράμσφελντ ήταν οι αρχιτέκτονες της εισβολής στο Ιράκ), ο Ρόμπερτ Γκέιτς, οι Τζέιμς Μάτις και Μαρκ Εσπερ (υπουργοί Αμυνας του ίδιου του Τραμπ) και οι Λέον Πανέτα, Ουίλιαμ Κοέν, Τσακ Χέιγκελ, Ουίλιαμ Πέρι και Αστον Κούπερ (υπουργοί Αμυνας επί Κλίντον και Ομπάμα).
Φοβούνται όλοι αυτοί οι παράγοντες του «βαθέος κράτους» της Ουάσινγκτον ότι μπορεί ο Τραμπ να κατεβάσει το στρατό στο δρόμο για να εμποδίσει τη μεταβίβαση της εξουσίας στον Μπάιντεν; Δεν αρκούνται στην προ μηνών διαβεβαίωση του αρχηγού του γενικού επιτελείου στρατηγού Μάιλι ότι ο στρατός δεν πρόκειται να εμπλακεί σε ζητήματα εκλογικών αντιπαραθέσεων;
Το πολύ που μπορεί να φοβούνται είναι κάποιο ύστατο καραγκιοζιλίκι του Τραμπ, με τη συμμετοχή και στρατιωτικών μονάδων, το οποίο και θέλουν να αποτρέψουν, για να μην πληγεί άλλο το διεθνές κύρος της αμερικάνικης ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης. Εκείνο που κυρίως τους ανησυχεί είναι η ίδια η παραμονή του Τραμπ στο πολιτικό παιχνίδι. Θέλουν αυτή η «ανορθογραφία» να εξαφανιστεί από την αμερικάνικη πολιτική σκηνή και να επιστρέψει αυτή στην παραδοσιακή λειτουργία της, με την αντιπαράθεση των δύο θεσμικών κομμάτων, Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών.
Αυτό το στόχο υπηρέτησαν και οι συνοπτικές διαδικασίες με τις οποίες ο Μιτς ΜακΚόνελ, επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία, που τόσο στήριξε τον Τραμπ σε κρίσιμες στιγμές (αρκεί να θυμηθούμε την πρόταση καθαίρεσης που ενέκριναν οι Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο, υπό τη μπαγκέτα της Πελόζι, και την απέρριψε χωρίς συζήτηση η Γερουσία, υπό τη μπαγκέτα του ΜακΚόνελ), πέταξε στα σκουπίδια το βέτο του Τραμπ στον στρατιωτικό προϋπολογισμό και οδήγησε το σώμα στη συντεταγμένη υπερψήφιση του προϋπολογισμού.
Υπάρχουν, βέβαια, έντεκα ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές που δηλώνουν ότι θα αντιταχθούν στην επικύρωση του εκλογικού αποτελέσματος από το Κογκρέσο. Αν όμως δει κανείς ποιοι κινούν τα νήματα αυτής της ομάδας θα κατανοήσει πως στόχος τους δεν είναι να μπλοκάρουν το εκλογικό αποτέλεσμα και τη μεταβίβαση της προεδρίας στον Μπάιντεν, αλλά να αγκαλιάσουν το τεράστιο εκλογικό κοινό του Τραμπ, επενδύοντας σ’ αυτό για το 2024. Ο γερουσιαστής του Μιζούρι Τζος Χόλεϊ και ο γερουσιαστής του Τέξας Τεντ Κρουζ θεωρούνται φαβορί για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών το 2024. Ο Κρουζ υπήρξε σφοδρός αντίπαλος του Τραμπ, τον οποίο τώρα «χαϊδεύει». Και οι δύο δεκάρα δε δίνουν για τον Τραμπ, λιγουρεύονται όμως το κοινό του «τραμπισμού» και επενδύουν σ’ αυτό με αδίστακτο τρόπο, πράγμα που δεν είναι καθόλου σπάνιο στην αμερικάνικη πολιτική σκηνή. Αφού κάνουν την επένδυσή τους για το μέλλον, θα είναι οι πρώτοι που θα καρφώσουν τον Τραμπ στον πάσαλο της ατίμωσης, προκειμένου να του κόψουν κάθε δυνατότητα να γίνει «ιδιοκτήτης» του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και να καθορίσει αυτός ποιος θα είναι υποψήφιος το 2024.
Στην πραγματικότητα, όλοι θέλουν να ξεφορτωθούν τον Τραμπ και την «αλαλούμικη» συμπεριφορά του. Το έχει καταλάβει και ο ίδιος, γι’ αυτό και ξεσπάει συνεχώς από το Twitter. Τα βάζει με το ανώτατο δικαστήριο που δεν τον στήριξε (μολονότι τρεις δικαστές χρωστούν σ’ αυτόν το διορισμό τους).
Τα βάζει ακόμα και με το αγαπημένο του FoxNews, που επίσης τον εγκατέλειψε. Εχει πλάκα να διαβάζεις τον Τραμπ να κατατάσσει το FoxNews στην ίδια κατηγορία με το CNN που τον πολέμησε.
Ξέρετε ποιο είναι το χειρότερο; Οτι μόλις ολοκληρωθεί η μεταβίβαση της προεδρίας στον Μπάιντεν και ο Τραμπ αποσυρθεί σε κάποιο από τα παλάτια του, για να πνίξει τον πόνο του με γκολφ και ξέφρενα πάρτι με «κολ γκερλ», θα υποστούμε μια προπαγανδιστική καταιγίδα για το πόσο σπουδαία δημοκρατία είναι οι ΗΠΑ, πόσο βαθιοί είναι οι συνταγματικοί της θεσμοί κτλ. κτλ. Ηδη κάποια παπαγαλάκια, όπως ο γνωστός Alexis της Πρεσβείας, άρχισαν κιόλας.