Μια συνάντηση μεταξύ των προέδρων των δύο ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων του πλανήτη τραβάει πάντοτε τα φώτα της δημοσιότητας. Στα διεθνή ΜΜΕ διαβάζει κανείς απίθανες λεπτομέρειες που δεν έχουν καμιά σημασία, όμως βοηθούν να καλλιεργείται το επιδιωκόμενο κλίμα. Διότι η ανθρωπότητα πρέπει να πειστεί ότι η τύχη της κρέμεται από τα «αχαμνά» των ιμπεριαλιστών ηγετών και πως μόνη της δεν μπορεί να πετύχει τίποτα. Ο ρόλος της πρέπει να αρχίζει και να τελειώνει στην υποστήριξη του ενός ή του άλλου ιμπεριαλιστή ηγέτη και κυρίως με την υποστήριξη των… ειρηνευτικών συμφωνιών τους. Αυτών που έχουν πάντοτε ως περιεχόμενο το (ξανα)μοίρασμα των σφαιρών επιρροής!
Η συνάντηση Μπάιντεν-Πούτιν στη Γενεύη ήταν εξαρχής φανερό ότι δε θα έφερνε κάτι καινούργιο στις σχέσεις ανάμεσα στα δύο ιμπεριαλιστικά κέντρα. Ηταν περισσότερο εθιμοτυπική, καθώς ο Μπάιντεν είναι ο καινούργιος στο ιμπεριαλιστικό «τιμ». Κι επειδή σε προσωπικό επίπεδο υστερεί εμφανώς του Πούτιν, οι επιτελείς του Λευκού Οίκου έδωσαν μεγάλο βάρος στο να μην φανεί αυτό. Φρόντισαν, για παράδειγμα, να φτάσει ο Μπάιντεν στη Villa La Grange μετά τον Πούτιν, μη τυχόν και ο τελευταίος τον στήσει, όπως έχει κάνει παλαιότερα με άλλους ιμπεριαλιστές ηγέτες, θέλοντας να δείξει υπεροχή. Φρόντισαν, επίσης, να μην υπάρξει κοινή συνέντευξη Τύπου των δύο, γνωρίζοντας ότι ο Πούτιν υπερέχει του… sleepy Joe (για να θυμηθούμε τον Τραμπ) και ενδεχομένως να δοκίμαζε να τον αιφνιδιάσει βγαίνοντας έξω από το συμφωνημένο πλαίσιο.
Οι δύο ιμπεριαλιστές ηγέτες έκαναν ξεχωριστές δηλώσεις στους δημοσιογράφους και έδωσαν το στίγμα μιας συνάντησης γνωριμίας, από την οποία δε βγήκε κάτι το εντυπωσιακό.
Ο Μπάιντεν περιορίστηκε να πει ότι «έκανε αυτό που ήρθε να κάνει» και έδωσε βάρος στα… ανθρώπινα δικαιώματα, αγαπημένο θέμα όλων των αμερικανών ιμπεριαλιστών πολιτικών (δε χρειάζεται να κάνουμε σχόλιο για το τι σημαίνει «ανθρώπινα δικαιώματα» για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό). «Είπα στον πρόεδρο Πούτιν ότι η ατζέντα μου δεν είναι ενάντια στη Ρωσία ή οποιονδήποτε άλλο, είναι για τον αμερικάνικο λαό», δήλωσε ο Μπάιντεν. «Κατέστησα σαφές στον πρόεδρο Πούτιν ότι θα εξακολουθήσουμε να εγείρουμε ζητήματα θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων, γιατί αυτοί είμαστε»!
Ο Πούτιν χαρακτήρισε τον Μπάιντεν «ισορροπημένο άνδρα και επαγγελματία». «Είναι φανερό ότι είναι πολύ έμπειρος και μου φαίνεται ότι πραγματικά μιλάμε την ίδια γλώσσα». Χαρακτήρισε τις συνομιλίες «εποικοδομητικές», αλλά δεν έκανε ούτε ένα πόντο υποχώρηση στο ζήτημα του Ναβάλνι, που ήγειρε ο Μπάιντεν, ενώ αρνήθηκε ότι η ρωσική κυβέρνηση έχει ανάμιξη στις κυβερνοεπιθέσεις, ιδιαίτερα σε κρίσιμες υποδομές, όπως ισχυρίστηκε ο Μπάιντεν.
Οσο για το κλίμα μεταξύ τους, ο Πούτιν το περιέγραψε με χαρακτηριστικό τρόπο: «Ασφαλώς και δεν ισχύει ότι κοιτάξαμε ο ένας στα μάτια τον άλλο και βρήκαμε μια ψυχή ή ορκιστήκαμε αιώνια φιλία». «Μετά από δυο ώρες κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο σαν να λέγαμε: εντάξει, τι απέμεινε;» είπε ο Μπάιντεν εξηγώντας τη μικρότερη της αναμενόμενης διάρκεια της συνάντησης.
Πρακτικά, οι δύο ιμπεριαλιστές ηγέτες συμφώνησαν μόνο να επιστρέψουν οι πρεσβευτές που είχαν ανακληθεί προ διμήνου, στο πλαίσιο μιας σύγκρουσης με απελάσεις διπλωματών και από τις δύο πλευρές. Συμφώνησαν, ακόμη, να αναθέσουν σε ειδικούς να μελετήσουν το πρόβλημα των κυβερνοεπιθέσεων (άρα, βρίσκονται ακόμη μακριά από κάποια συμφωνία). Ολα τα υπόλοιπα ζητήματα απλώς τα ανέφεραν ο ένας στον άλλο «κατάμουτρα» και είναι σίγουρο ότι θα εξακολουθήσουν να τροφοδοτούν την επιθετική ρητορική που θα ανταλλάσσουν οι δυο κυβερνήσεις και οι αξιωματούχοι τους. Μια ματιά στο ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, στο οποίο η Ρωσία έχει την… τιμητική της (περισσότερες από 60 αναφορές μετρήσαμε), διαλύει κάθε αμφιβολία ότι μπορεί να υπάρξει υποχώρηση έστω και σε επίπεδο ρητορικής.
«Σε γενικές γραμμές, είναι σαφές σ’ εμάς τι εννοούν οι εταίροι μας στις ΗΠΑ και αυτοί καταλαβαίνουν τι λέμε εμείς, όταν πρόκειται για τις “κόκκινες γραμμές”», είπε με νόημα ο Πούτιν. Και συμπλήρωσε με κατηγορηματικότητα: «Ειλικρινά, δεν έχουμε φτάσει στο σημείο να δώσουμε λεπτομερή έμφαση και να ανακοινώσουμε κάτι». Και για να μην μείνει καμιά αμφιβολία ως προς το ποιες είναι οι ρωσικές «κόκκινες γραμμές», ο Πούτιν αναφέρθηκε στην Ουκρανία, κατηγορώντας την κυβέρνησή της ότι παραβιάζει τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός με τους αυτονομιστές του Ντονμπάς.
Ο Μπάιντεν φρόντισε να συναντηθεί με τον Πούτιν μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, για να εμφανιστεί ως ηγέτης της Δύσης. Δεν νομίζουμε, όμως, ότι ο ρωσικός ιμπεριαλισμός «μασάει» πια. Μπορεί όλοι οι ιμπεριαλιστές ηγέτες της Δύσης να υπογράφουν τα ψυχροπολεμικού ύφους ανακοινωθέντα του ΝΑΤΟ, επιμένουν όμως αυτά τα ανακοινωθέντα να είναι σε επίπεδο ρητορικής, χωρίς πρακτικές δεσμεύσεις που θα εμπόδιζαν τις δικές τους διμερείς σχέσεις με τη Ρωσία ή την Κίνα. Ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όπως η Γερμανία και η Γαλλία (ακόμη και η Ιταλία) αρνούνται να καθορίσουν την πολιτική τους μέσω του ΝΑΤΟ (δηλαδή μέσω των ΗΠΑ). Γι’ αυτό και κλαψουρίζουν κάποιοι σαν τον Ζελένσκι, τον τηλεοπτικό καραγκιόζη που έγινε πρόεδρος της Ουκρανίας, ότι ενώ υπάρχει απόφαση για είσοδο της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, δε γίνεται κανένα πρακτικό βήμα σ’ αυτή την κατεύθυνση. Πώς να γίνει τέτοιο πρακτικό βήμα, όταν για τη Ρωσία η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι περίπου casus belli, ενώ ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όπως η Γερμανία δεν διακινδυνεύουν τις οικονομικές τους σχέσεις με τη Ρωσία; Γι’ αυτό ο Ζελένσκι πρέπει να αρκεστεί στη φραστική διαβεβαίωση του Μπάιντεν ότι οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας (που δεν ικανοποιεί τους εθνικιστές του Κιέβου, γιατί ξέρουν ότι ήδη έχασαν την Κριμαία, που η Ρωσία την προσάρτησε, και την Ανατολική Ουκρανία, όπου υπάρχει απλώς εκεχειρία).
Η περίοδος του ιμπεριαλιστικού διπολισμού, όταν από τη μια μεριά στεκόταν το ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και από την άλλη το Σύμφωνο της Βαρσοβίας υπό την ηγεσία της ψευδο-ΕΣΣΔ, έχει παρέλθει. Οι παγκόσμιες ιμπεριαλιστικές σχέσεις σήμερα είναι πολυπολικές. Κι αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Μπάιντεν, γιατί είναι παλιός στην ιμπεριαλιστική πολιτική, ενώ διετέλεσε επί οκταετία αντιπρόεδρος του Ομπάμα.
Η αμερικάνικη πολιτική θα αλλάξει αναμφισβήτητα ύφος, καθώς θα τη διαχειρίζεται ένας θεσμικός ιμπεριαλιστής πολιτικός και όχι ένας καραγκιόζης τύπου Τραμπ. Επί της ουσίας, όμως, δε θ’ αλλάξει τίποτα. Αλλωστε, παρά τα καραγκιοζιλίκια του Τραμπ, το αμερικάνικο «βαθύ κράτος» καθόριζε τις κατευθύνσεις της αμερικάνικης πολιτικής. Με τον Μπάιντεν θα εκλείψουν και τα καραγκιοζιλίκια. Αυτό δε θα σημάνει αλλαγή πολιτικής, όπως γράφουν οι… μυθιστοριογράφοι των αστικών ΜΜΕ και των think tanks (με κάτι τέτοια βγάζει το παντεσπάνι του αυτός ο εσμός), αλλά μόνο αλλαγή στο ύφος άσκησης της πολιτικής.
Οσο για τον Πούτιν και την κλίκα του, έχοντας την εμπιστοσύνη της ρωσικής αστικής τάξης και έχοντας καταγράψει μια σειρά νίκες στο μέτωπο του (ξανα)μοιράσματος των σφαιρών επιρροής (η προσάρτηση της Κριμαίας και η νίκη στη Συρία είναι τα πιο πρόσφατα παραδείγματα), δεν έχουν κανένα λόγο να αλλάξουν πολιτική. Θα εξακολουθήσουν να παίζουν το δικό τους ιμπεριαλιστικό παιχνίδι, στηριζόμενοι κυρίως στην ενεργειακή και την πολεμική ισχύ.