Η μεγαλύτερη επιχείρηση καταστολής των δύο τελευταίων δεκαετιών εναντίον Ισλαμιστών και διαφωνούντων βρίσκεται σε εξέλιξη στην Αίγυπτο, στο πλαίσιο της οποίας έχουν φυλακιστεί 18.000 άνθρωποι τους τελευταίους οχτώ μήνες, μετά την ανατροπή του Μοχάμεντ Μόρσι από το στρατό, σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Associated Press» (16/3/14), το οποίο επικαλείται στοιχεία από κορυφαίες πηγές του αιγυπτιακού στρατού και του υπουργείου Εσωτερικών. Ανάμεσα στους κρατούμενους είναι 3.000 ηγετικά και μεσαία στελέχη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας καθώς και εκατοντάδες γυναίκες και ανήλικοι. Τα στοιχεία αυτά συμπίπτουν με τις πρόσφατες εκτιμήσεις οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το πογκρόμ εναντίον της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και όσων εκφράζουν έμπρακτα την αντίθεσή τους στη στρατιωτική χούντα, με πρόσχημα την καταπολέμηση της «τρομοκρατίας» αλλά στην πραγματικότητα με στόχο την εξόντωση των ισχυρότερων πολιτικών της αντιπάλων, είναι το μεγαλύτερο κύμα συλλήψεων από τη δεκαετία του ’90, όταν το καθεστώς Μουμπάρακ είχε κλείσει στη φυλακή τουλάχιστον 20.000 ανθρώπους στην προσπάθειά του να καταστείλει μια ισλαμική εξέγερση. Με αποτέλεσμα, οι φυλακές να έχουν πλημμηρύσει και το δικαστικό σύστημα να έχει παραλύσει. Πολλοί κρατούνται για μήνες σε κρατητήρια αστυνομικών τμημάτων ή σε αυτοσχέδιες φυλακές που στήνονται σε στρατόπεδα εκπαίδευσης της αστυνομίας, ενώ οι περισσότεροι κρατούνται για μήνες χωρίς να τους αποδίδονται κατηγορίες. Σε συνθήκες άθλιες, χωρίς στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής, με δεκάδες να στοιβάζονται σε κελιά που δεν τους επιτρέπουν ούτε να ξαπλώσουν.
Ιδού πώς περιγράφει την εικόνα του 20χρονου γιου του, που κρατείται από το Γενάρη επειδή συμμετείχε σε διαδήλωση υπέρ του Μόρσι, ένας πατέρας στο ρεπορτάζ του «Associated Press»: «Ο γιος μου μοιάζει τώρα με άνθρωπο των σπηλαίων. Τα μαλλιά και τα νύχια του είναι μακριά, έχει γένια και είναι βρώμικος. Αυτός και 22 ακόμη κρατούνται σε ένα κελί 3Χ3 σε αστυνομικό τμήμα στη νότια πόλη Ασιούτ. Είναι γιος μου, αλλά η δυσωδία σε κείνο το μέρος είναι τόση που με κάνει να θέλω να φύγω αμέσως».
Το σκηνικό συμπληρώνεται με την κακοποίηση των κρατουμένων. Τα ηλεκτροσόκ, οι ξυλοδαρμοί, η στέρηση ύπνου, οι βρισιές, οι απειλές βιασμού είναι στην ημερήσια διάταξη, ενώ οι κρατούμενοι στερούνται ακόμη και βασικά είδη, όπως κρεβάτι, κουβέρτες, εφημερίδες και τη δυνατότητα άσκησης. Η κτηνώδης μεταχείριση των κρατουμένων από την αστυνομία δεν υπόκειται σε κανένα έλεγχο, ακόμη και μέσα στις δικαστικές αίθουσες. Ενδεικτικά, στις 10 Μάρτη, η αστυνομία ξυλοκόπησε ενώπιον του δικαστηρίου τρεις γνωστούς αγωνιστές, που είχαν πρωτοστατήσει στη λαϊκή εξέγερση το Γενάρη του 2011, επειδή επέμεναν να τους αφαιρεθούν οι χειροπέδες στη διάρκεια της δίκης, και στη συνέχεια οι δικαστές απέρριψαν το αίτημα των κρατουμένων να παρ-θούν μέτρα σε βάρος των μπάτσων.
Στο μεταξύ, κλιμακώνοντας την επιχείρηση καταστολής εναντίον της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, αιγυπτιακό δικαστήριο, εκτελώντας διατεταγμένη υπηρεσία, επέβαλε τη θανατική ποινή σε 529 από τους 545 κατηγορού-μενους, με τις κατηγορίες της δολοφονίας αστυνομικού, της απόπειρας δολοφονίας εναντίον δύο άλλων αστυνομικών, της επίθεσης εναντίον αστυνομικού τμήματος, της πρόκλησης ζημιών σε δημόσια και ιδιωτική περιουσία και άλλες πράξεις βίας. Οι 16 από τους κατηγορούμενους αθωώθηκαν. Από τους 545 κατηγορούμενους μόνο οι 153 ήταν κρατούμενοι και απ’ αυτούς μόνο οι 123 ήταν παρόντες στη δίκη. Οι υπόλοιποι είτε δεν προσήχθησαν στο δικαστήριο είτε είχαν αφεθεί ελεύ-θεροι με εγγύηση και δεν παρουσιάστηκαν είτε διαφεύγουν και καταδικάστηκαν ε-ρήμην. Οι περισσότεροι είχαν συλληφθεί κατά τις συγκρούσεις που ξέσπασαν στη νότια επαρχία Μίνυα, προπύργιο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, μετά τη βίαιη διάλυση από το στρατό στις 14 Αυγούστου δύο μεγάλων καθιστικών εκδηλώσεων διαμαρτυρίας για την ανατροπή του προέδρου Μόρσι, με 600 τουλάχιστον νεκρούς διαδηλωτές. Η καταδικαστική απόφαση αποστέλλεται στο μεγάλο Μουφτή, την ανώτατη θρησκευτική αρχή της Αιγύπτου, για επικύρωση, του οποίου η απόφαση δεν είναι δεσμευτική, και στη συνέχεια μπορεί να ασκηθεί έφεση.
Η δίκη πραγματοποιήθηκε σε δύο συνεδριάσεις χωρίς συνηγόρους υπεράσπισης, μάρτυρες και απολογίες των παρόντων κατηγορουμένων. Η πρώτη συνεδρίαση πραγματοποιήθηκε στις 22 Μάρτη, κατά την οποία ο πρόεδρος του δικαστηρίου απέρριψε φωνάζοντας οργισμένος το αίτημα των συνηγόρων να τους δοθεί περισσότερος χρόνος να εξετάσουν την άνω των 3.000 σελίδων δικογραφία και στη συνέχεια τους αφαιρέθηκε ο λόγος με το πρόσχημα ότι παρακώλυαν τη διαδικασία με διακοπές. Στη δεύτερη συνεδρίαση στις 24 Μάρτη, κατά την οποία ανακοινώθηκε η θανατική ποινή, το δικαστήριο είχε περικυκλωθεί από αστυνομικές δυνάμεις και είχε απαγορευτεί η είσοδος των συνηγόρων υπεράσπισης με εντολή του προέδρου του δικαστηρίου.
Η μαζική επιβολή της θανατικής ποινής σε μια δίκη εξπρές, κατά την οποία παραβιάστηκαν όλοι οι νόμοι και οι κανονισμοί του αστικού δικαίου, προκάλεσε σοκ ακόμη και σε μεγάλο τμήμα των αντιπάλων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και έντονες α-ντιδράσεις από αιγυπτιακές και διεθνείς οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. «Είναι η πιο σύντομη δίκη και ο αριθμός των καταδικασθέντων σε θάνατο ο μεγαλύτερος στην ιστορία της Δικαιοσύνης» δήλωσε ο Ναμπίλ Αμπντέλ Σαλάμ, συνήγορος μερικών από τους ηγέτες της Μουσουλμανικής Αδελφότητας συμπεριλαμβανομένου του Μόρσι. Ακόμη και το αμερικάνικο υπουργείο Εξωτερικών αναγκάστηκε να πάρει αποστάσεις δηλώνοντας διά του εκπροσώπου του ότι η απόφαση αυτή «αψηφά τη λογική» και ότι «παρόλο που υπάρχει δυνατότητα να α-σκηθούν εφέσεις, απλά δε φαίνεται ότι είναι δυνατόν να γίνει μια δίκαιη επανεξέταση των αποδεικτικών στοιχείων και των μαρτυριών, συνεπής με τα διεθνή στάνταρντ, μετά από τη διήμερη δίκη».
Φυσικά, οι αντιδράσεις τόσο των Αμερικάνων όσο και της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα μείνουν στα λόγια και δεν μπορούν να ασκήσουν καμιά ουσιαστική πίεση στη στρατιωτική χούντα, γιατί είναι πολύτιμος σύμμαχός τους, συνεχίζοντας με συνέπεια τη συνεργασία με το Ισραήλ και αποδεικνύοντας με τον ασφυκτικό αποκλεισμό της Λωρίδας της Γάζας και τη μαζική καταστροφή των τούνελ ότι είναι φανατικότεροι του Μουμπάρακ πολέμιοι της παλαιστινιακής αντίστασης.
Στις 25 του Μάρτη, μια μέρα μετά την επιβολή της θανατικής ποινής στους 529 κατηγορούμενους, ξεκίνησε με την ίδια σύνθεση η δίκη μιας δεύτερης ομάδας 683 κατηγορουμένων με ανάλογες κατηγορίες, μεταξύ των οποίων είναι ο 70χρονος πνευματικός ηγέτης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας Μοχάμεντ Μπαντί και άλλα ηγετικά στελέχη της, οι οποίοι κρατούνται σε φυλακή του Καΐρου και δεν προσήχθησαν στο δικαστήριο για λόγους υποτίθεται ασφάλειας. Από τους κατηγορούμενους μόνο 77 ήταν παρόντες στην πρώτη συνεδρίαση του δικαστηρίου, από την οποία απείχαν οι συνήγοροι υπεράσπισης κατηγορώντας το δικαστήριο για παραβίαση της ποινικής διαδικασίας. Η δίκη διακόπηκε για τις 28 Απρίλη, οπότε θα ανακοινωθεί η απόφαση του δικαστηρίου, η οποία θεωρείται προδιαγεγραμμένη, αφού διεξάγεται με τις ίδιες συνθήκες και με την ίδια σύνθεση του δικαστηρίου.
Με τις αποφάσεις αυτές, η στρατιωτική χούντα έχει στόχο όχι μόνο να εξοντώσει τους πολιτικούς αντιπάλους της αλλά και να στείλει ένα τρομοκρατικό μήνυμα συνολικά στην κοινωνία, να παραλύσει κάθε αντίδραση και αντίσταση στην εξουσία της. Η δήλωση που έκανε ανώνυμα ένας από τους δικαστές της υπόθεσης αυτής στο «Associated Press» (24/3/14) είναι αποκαλυπτική: «Οι γρήγορες και σκληρές ετυμηγορίες λειτουργούν προληπτικά. Τώρα κανείς δεν θα τολμά να σκεφτεί να επιτεθεί σε αστυνομικό τμήμα ή κρατικό ινστι- τούτο μετά τις θανατικές ποινές που έπεσαν στα κεφάλια της ομάδας τους. Βρισκόμαστε σε έκτακτες περιστάσεις. Δεν έχουμε χρόνο να καλούμε κάθε εναγόμενο, να αποδεικνύουμε την παρουσία του (σ.μ στα γεγονότα) και να επιβεβαιώνουμε ποιοι είναι οι δικηγόροι τους».
Σημειωτέον ότι μόνο ένας αξιωματικός της αστυνομίας κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση την περασμένη βδομάδα για το θάνατο 37 κρατουμένων τον περασμένο Αύγουστο, που είχαν ψεκαστεί με χημικά και πέθαναν οι περισσότεροι από ασφυξία κλεισμένοι για έξι ώρες σε κλειστό φορτηγό της αστυνομίας με θερμοκρασία 40 βαθμών. Κανείς άλλος δεν έχει κριθεί υ- πεύθυνος για το θάνατο χιλιάδων διαδηλωτών από το Γενάρη του 2011 που ξέσπασε η λαϊκή εξέγερση και για τα βασανιστήρια κρατουμένων.