Η παγκόσμια έκρηξη της ανεργίας είναι ένα από τα μεγαλύτερα πλήγματα που επιφέρει η παρούσα κρίση στους εργαζόμενους. Αυτό είναι πλέον τόσο γνωστό σε όλους που καταντά πλέον κοινοτυπία να το επαναλαμβάνουμε. Κάθε εργαζόμενος βλέπει πλέον με την ίδια του την καθημερινή πείρα αυτή την πικρή αλήθεια. Οι απολύσεις, η «εκ περιτροπής εργασία», οι αναγκαστικές και απλήρωτες άδειες αποτελούν πλέον μια πραγματικότητα που κάθε εργαζόμενος καλείται να συνηθίσει και να υποταχτεί σ’ αυτή, σαν να πρόκειται για συνέπεια μιας «φυσικής καταστροφής» που κανείς από τους «ειδικούς» που εμφανίζονται στα τηλεπαράθυρα και γράφουν περισπούδαστα άρθρα δε φαίνεται να γνωρίζει ακριβώς ούτε από πού προέκυψε και ποιο είναι το βάθος της, αλλά ούτε και πότε θα σταματήσει. Αυτό που δεν απασχολεί τα γεμάτα «αγωνία» λόγια των τηλεπαρουσιαστών και τους πηχιαίους τίτλους των εφημερίδων, που σπέρνουν τον τρόμο της ανεργίας, είναι πού οφείλεται αυτή η έκρηξη της ανεργίας, ποιος φταίει γι’ αυτό.
Χωρίς να διεκδικούμε κανέναν τίτλο «έγκυρου οικονομικού αναλυτή», θα επιχειρήσουμε να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα σχετικά με τη μάστιγα του 20ού αιώνα, που τον 21ο αιώνα παίρνει χαρακτήρα «φυσικής καταστροφής».
Πρώτα απ’ όλα, ας πάμε λίγα χρόνια πίσω και ας ξεκινήσουμε με τη μεγαλύτερη καπιταλιστική οικονομία στον κόσμο, την αμερικάνικη. Ας πάμε στην περίοδο της περιβόητης «ανάκαμψης», μετά την τελευταία κρίση του 2001. Πριν από ένα χρόνο, γράφαμε από αυτές εδώ τις στήλες[1], ότι η τελευταία περίοδος ανάκαμψης ήταν η χειρότερη απ’ όλες τις προηγούμενες μεταπολεμικά.
Αυτό δεν το βγάζαμε από το κεφάλι μας, αλλά το υποστήριζαν αμερικάνοι οικονομολόγοι από το «Κέντρο Δημοσιονομικών και Πολιτικών Προτεραιοτήτων»[2]. Οι οικονομολόγοι αυτοί υποστήριζαν ότι η κατάσταση στην αγορά εργασίας (τόσο όσον αφορά στην αύξηση της απασχόλησης όσο και στην αύξηση των μισθών) κατά τη διάρκεια της περιόδου ανάκαμψης από την προηγούμενη περιοδική οικονομική κρίση στις ΗΠΑ (2001) μέχρι το ξεκίνημα της παρούσας κρίσης (Δεκέμβρης 2007), ήταν η χειρότερη από όλες τις προηγούμενες περιόδους ανάκαμψης μετά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μόνη παραφωνία ήταν τα κέρδη των καπιταλιστών, τα οποία ακολουθούσαν ακριβώς αντίστροφη πορεία (αυξάνονταν με ρυθμό περίπου μιάμιση φορά περισσότερο από το μέσο ρυθμό αύξησης των προηγού-μενων περιόδων ανάκαμψης).
Αν όμως έτσι ήταν η περίοδος «αναζωογόνησης» του αμερικάνικου καπιταλισμού, μετά την τελευταία κρίση του, ποιος θα περίμενε να είναι καλύτερα τα πράγματα, όταν αυτός θα έπεφτε σε κρίση; Γιατί ήταν δεδομένο ότι θα έπεφτε σε κρίση ο αμερικάνικος καπιταλισμός, όπως και κάθε καπιταλισμός, γιατί αυτή είναι η φύση του καπιταλισμού τα τελευταία 200 χρόνια. Να πως περιγράφει ο Economist την κατάσταση στην αγορά εργασίας στις ΗΠΑ σήμερα:
«Μέχρι στιγμής, η εικόνα της μείωσης των θέσεων εργασίας (σ.σ. στις ΗΠΑ) μοιάζει με αυτήν των πρώιμων μεταπολεμικών περιόδων ύφεσης (ξεκινώντας από το 1948, το 1953 και το 1957). Αυτές οι περίοδοι ύφεσης έφεραν τεράστιες, αλλά προσωρινές, μεταστροφές στην απασχόληση, σε μια οικονομία περισσότερο εξαρτημένη από την βιομηχανία σε σχέση με τη σημερινή. Ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού, σ’ αυτή την ύφεση έχουν χαθεί περισσότερες θέσεις εργασίας από οποιαδήποτε άλλη περίοδο ύφεσης από το 1957. Ο ρυθμός που οι άνθρωποι χάνουν τις δουλειές τους, όπως μετρήθηκε από το ποσοστό του εργατικού δυναμικού που καταγράφεται στους εβδομαδιαίους καταλόγους των ανέργων, είναι πολύ πιο γρήγορος από τις περιόδους ύφεσης του 1990 και του 2001… Πέραν τούτου, ο επίσημος δείκτης ανεργίας υποεκτιμά το ποσό της στασιμότητας περισσότερο από τις προηγούμενες περιόδους ύφεσης. Πολλές εταιρίες κόβουν τις ώρες εργασίας για να μειώσουν τα έξοδα. Η μέση εβδομαδιαία εργασία των 33.3 ωρών είναι η μικρότερη από το 1964. Η απλήρωτη άδεια γίνεται όλο και πιο συχνή και όχι μόνο στις εποχικές βιομηχανίες που είναι μια καθιερωμένη πρακτική. Μια πρόσφατη έκθεση της Watson Wyatt, μιας εταιρίας συμβού-λων, βρήκε ότι σχεδόν ο ένας στους δέκα εργοδότες σκοπεύει να μειώσει την εργάσιμη βδομάδα τους επόμενους μήνες. Το 6% των επιχειρήσεων σκοπεύει να δώσει απλήρωτη υποχρεωτική άδεια. Ενα επιπλέον 9% θα δώσει εθελούσια άδεια»[3].
Αν όμως έτσι έχουν τα πράγματα στις ΗΠΑ (που η κρίση έχει φουντώσει για τα καλά), η κατάσταση στις υπόλοιπες χώρες δεν είναι και πολύ καλύτερη. «Η τελευταία τριμηνιαία έρευνα της Manpower, μιας εταιρίας υπηρεσιών έρευνας για την απασχόληση, βρήκε ότι σε 23 από τις 33 χώρες που καλύπτει οι προθέσεις των εταιριών για προσλήψεις είναι οι πιο αδύναμες που έχουν καταγραφεί ποτέ»[3].
Στην Ευρώπη η ανεργία καλπάζει με τον επίσημο δείκτη να αυξάνεται πάνω από 13% μέσα σε ένα χρόνο στη ζώνη του ευρώ (από 7.2% τον Γενάρη του 2008, σε 8.2% τον φετινό Γενάρη) και κατά 11% στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (από 6.8% σε 7.6%). Στη Βρετανία, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, οι άνεργοι ξεπέρασαν τα 2 εκατομμύρια, σημειώνοντας ρεκόρ 12ετίας, ενώ οι αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας αυξήθηκαν κατά 600.000 τον τελευταίο χρόνο, αύξηση που δεν είχε καταγραφεί ποτέ από τότε που ξεκίνησαν να τηρούν αρχεία για τον αριθμό αυτών των αιτήσεων (δηλαδή από το 1971)![4]
Σύμφωνα πάλι με τον Economist[3], «οι διαρθρωτικές αλλαγές στις αγορές εργασίας της Ευρώπης υποδεικνύουν ότι οι θέσεις εργασίας θα μειωθούν γρηγορότερα από τις προηγούμενες περιόδους ύφεσης. Τα προσωρινά συμβόλαια απασχόλησης έχουν εξαπλωθεί ραγδαία σε πολλές χώρες, ως ένας τρόπος να περιοριστούν τα έξοδα και λόγω της δυσκολίας απολύσεων μόνιμων εργατών. Μεγάλο μέρος της μείωσης της ευρωπαϊκής ανεργίας νωρίτερα αυτή τη δεκαετία οφειλόταν στη γρήγορη εξάπλωση αυτών των συμβολαίων. Τώρα η διαδικασία γίνεται από την ανάποδη. Στην Ισπανία, το πιο ακραίο παράδειγμα αυτής της “διπλής” αγοράς εργασίας, όλες οι απώλειες θέσεων εργασίας του περασμένου χρόνου προέκυψαν από τα προσωρινά συμβόλαια. Στη Γαλλία η απασχόληση σε προσωρινά συμβόλαια έχει μειωθεί κατά το ένα πέμπτο. Οι μόνιμες θέσεις εργασίας δεν έχουν επηρεαστεί μέχρι σήμερα».
Ιδια είναι και η κατάσταση στην Ιαπωνία, η οποία, όπως αναφέρει ο Economist, δεν έχει πολλούς μετανάστες. Παρολαυτά, «από το 1990, τη “χαμένη δεκαετία”, οι επιχειρήσεις βασίστηκαν όλο και περισσότερο σε τέτοια ακανόνιστα συμβόλαια, που τώρα αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο όλων των εργατών, 20% περισσότερο από το 1990. Καθώς η γιαπωνέζικη βιομηχανία κατέρρευσε, σχεδόν όλες οι θέσεις εργασίας που χάθηκαν ήταν απ’ αυτές (σ.σ. των συμβασιούχων δηλαδή). Οι περισσότεροι απολυμένοι δεν δικαιούνται επιδόματα ανεργίας… Τα χειρότερα έπονται. Η συνολική ανεργία, που βρίσκεται τώρα στο 4.1%, πιστεύεται ευρύτατα ότι θα ξεπεράσει το μεταπολεμικό ρεκόρ του 5.8% μέσα στο χρόνο»[3].
Αν όμως αυτή είναι η τάση που διαμορφώνεται στην αγορά εργασίας, με έκρηξη της ανεργίας ταυτόχρονα στις μεγαλύτερες καπιταλιστικές οικονομίες του πλανήτη, ποιες είναι οι προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια;
O Economist δε μασάει τα λόγια του για το τι μέλλει γενέσθαι. Μιλάει για παγκόσμια κρίση ανεργίας υποστηρίζοντας ότι: «Η σοβαρότητα, το εύρος και το πιθανό μήκος της ύφεσης, μαζί με τις αλλαγές στην διάρθρωση των αγορών εργασίας, τόσο στις πλούσιες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες, υποδηλώνουν ότι η ανθρωπότητα πρόκειται να υποφέρει από τη μεγαλύτερη αύξηση της ανεργίας εδώ και δεκαετίες»[3].
Οι προβλέψεις του Economist είναι δυσοίωνες ακόμα και για την περίπτωση που σταματήσει η κατηφόρα που έχουν πάρει οι ρυθμοί ανάπτυξης (που έχουν μετατραπεί σε ρυθμούς συρρίκνωσης) των οικονομιών. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «η πιστωτική κρίση διόγκωσε τον αντίκτυπο της πτώσης της ζήτησης, πιέζοντας επιχειρήσεις με προβλήματα ρευστότητας να κόψουν τα έξοδά τους πιο γρήγορα. Η υποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των εταιριών και το ξετύλιγμα του χρέους, που βρίσκονται πίσω από αυτή την κρίση, σημαίνουν ότι μια ενδεχόμενη ανάκαμψη θα είναι πολύ αδύναμη για να δημιουργήσει γρήγορα θέσεις εργασίας. Κι όταν η ζήτηση ανακάμψει, τότε η σύνθεση των θέσεων εργασίας θα μεταβληθεί»[3].
Ζητούμε συγνώμη για τα εκτενή αποσπάσματα, αλλά όταν αυτά παραδέχεται ένα από τα πιο έγκυρα (και πιο παλιά) οικονομικά έντυπα της βρετανικής κεφαλαιοκρατίας, τότε κανένα από τα «παπαγαλάκια» των καπιταλιστών δε μπορεί να τα αμφισβητήσει.
Πριν από πάνω από ένα αιώνα, ο Μαρξ, στο μνημειώδες έργο του «Το Κεφάλαιο», αναλύοντας με μαθηματική ακρίβεια τους νόμους που διέπουν την καπιταλιστική παραγωγή, υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός απαιτεί την ύπαρξη ενός «εφεδρικού στρατού» εργατών για να μπορεί να κινείται ελεύθερα.
«Οσο μεγαλύτερος είναι ο κοινωνικός πλούτος, το κεφάλαιο που λειτουργεί, η έκταση και η ένταση της αύξησής του, επομένως και το απόλυτο μέγεθος του προλεταριάτου και η παραγωγική δύναμη της εργασίας του, τόσο μεγαλύτερος είναι ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός», έγραφε ο Μάρξ τότε[5], συμπληρώνοντας ότι η ύπαρξη αυτού του «στρατού» και η ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση αυτού του ιδιότυπου «υπερπληθυσμού», αποτελούν απόλυτο και γενικό νόμο της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης. Αυτός ο νόμος μπορεί να τροποποιείται από διάφορα περιστατικά, όμως δεν παύει ποτέ να χάνει την ισχύ του.
Κι αυτό γιατί: «Κάθε κεφαλαιοκράτης έχει απόλυτο συμφέρον να στίβει μιαν ορισμένη ποσότητα εργασίας από ένα μικρότερο παρά από ένα μεγαλύτερο αριθμό εργατών, κι αν ακόμα ο μεγαλύτερος αυτός αριθμός εργατών στοιχίζει το ίδιο φτηνά ή ακόμα και φτηνότερα. Στη δεύτερη περίπτωση τα έξοδα σε σταθερό κεφάλαιο (σ.σ. μηχανήματα, πρώτες ύλες, μέσα εργασίας κτλ.) αυξάνουν στην ίδια αναλογία με τη μάζα της κινητοποιημένης εργασίας, στην πρώτη περίπτωση αυξάνουν πολύ πιο αργά. Οσο μεγαλύτερη είναι η κλίμακα της παραγωγής, τόσο πιο αποφασιστική σημασία αποχτάει αυτό το κίνητρο»[5].
Γι’ αυτό το λόγο, ακόμα και κερδοφόρες εταιρίες αναζητούν τρόπους για να μειώσουν το προσωπικό τους και να στίψουν περισσότερη ποσότητα εργασίας από λιγότερους εργάτες. Οπως έκανε η γαλλική Total που ένα μήνα μετά από τότε που ανακοίνωσε τα μεγαλύτερα ετήσια κέρδη από οποιαδήποτε γαλλική εταιρία στην ιστορία, αποφάσισε να διώξει 555 εργαζόμενους με προγράμματα εθελουσίων εξόδων και συνταξιοδοτήσεων[6]. Πριν ακόμα τους αγγίξει η κρίση, οι καπιταλιστές σπεύδουν να προλάβουν για να μην χάσουν δεκάρα τσακιστή από τα κέρδη τους που είναι το «ιερό και το όσιο» του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Η πηγή λοιπόν δεν είναι η «ανθρώπινη απληστία» που μοιράζεται εξίσου σε καπιταλιστές και εργάτες, αλλά ο ίδιος ο τρόπος και οι σχέσεις παραγωγής, που γεννούν την ανεργία είτε υπάρχει κρίση είτε όχι. Μόνο που όταν υπάρχει κρίση η ανεργία και ο εφεδρικός στρατός της χρησιμοποιού-νται για να βάλουν χαλινάρι στις διεκδικήσεις των εργατών και να ανατρέψουν προς το χειρότερο τις εργασιακές συνθήκες, δίνοντας μόνιμα χαρακτηριστικά στα μέτρα που παίρνουν την περίοδο της κρίσης. Ο αγώνας, επομένως, ενάντια στην απαξίωση του εργάτη και στη μετατροπή του σε «υπεράριθμο», αλλά και ενάντια στην επισφαλή εργασία που ολοένα και εξαπλώνεται δεν μπορεί παρά να έχει για στρατηγικό του στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού.
Κώστας Βάρλας
Παραπομπές
1. «Κόντρα», αρ.φύλλου 499, 16/2/08.
2. «Πόσο ισχυρή είναι η παρούσα οικονομική επέκταση;», άρθρο των Aviva Aron-Dine, Chad Stone, και Richard Kogan, 14/1/2008, για λογαριασμό του αμερικάνικου οικονομικού ινστιτούτου «Κέντρο Δημοσιονομικών και Πολιτικών Προτεραιοτήτων».
3. «Economist», σε άρθρο με τίτλο «Ανεργία – Οταν οι δουλειές εξαφανίζονται», 12/3/09.
4. «Guardian», 18/3/09.
5. Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τόμος 1ος, σελ. 667.
6. «Telegraph», 13/3/09.