Αν η 11η Σεπτέμβρη ήταν ένα γεγονός που εξέπληξε τους πάντες και η 11η Μάρτη αποτέλεσε την πρώτη γροθιά στο στομάχι της Ευρώπης, η 7η Ιούλη δεν ήταν έκπληξη για κανέναν. Στην πραγματικότητα, ήταν ένα πολεμικό χτύπημα που όλοι περίμεναν ότι θα γίνει, χωρίς όμως να ξέρουν το «πότε». Οπως ακριβώς σε ένα μεγάλο πόλεμο που οι άμαχοι περιμένουν τα εχθρικά αεροπλάνα να αδειάσουν τις βόμβες τους πάνω απ’ τα σπίτια τους. Μόνο που εδώ δεν υπάρχουν εχθρικά κράτη, αλλά εχθρικά στρατόπεδα σε έναν ασύμμετρο πόλεμο. Ποιος το περίμενε μάλιστα αυτό το χτύπημα να γίνει στο κέντρο μιας αστυνομοκρατούμενης πόλης, τη στιγμή μάλιστα που συνεδρίαζαν οι ηγέτες των οχτώ πλουσιότερων χωρών του κόσμου στο Εδιμβούργο;
Τα γεγονότα είναι ήδη γνωστά με κάθε λεπτομέρεια. Επομένως, δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβουμε κι εμείς πόσοι σκοτώθηκαν και πόσοι τραυματίστηκαν, πώς οι «τρομοκράτες» κατόρθωσαν να μπουν στα μετρό και να ανατινάξουν τις βόμβες τους, πώς η Σκότλαντ Γιάρντ κατόρθωσε «σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να εντοπίσει τους δράστες» σε μια επιχείρηση αναβάθμισης του καταρρακωμένου μεγαλείου της, πώς αντέδρασε ο «υπερήφανος βρετανικός λαός» και όλη αυτή τη σαβούρα που πλασάρεται σαν «πολιτική ανάλυση» υψηλών προδιαγραφών. Η άποψή μας παρουσιάζεται αναλυτικά σε άλλες στήλες της «Κ». Εδώ αυτό που θα παρουσιάσουμε είναι κάποιες φωνές από τη Δύση πέραν κάθε υποψίας, που άγγιξαν (άλλη λιγότερο, άλλη περισσότερο) την ουσία του ζητήματος. Οτι δηλαδή είχαμε να κάνουμε με ένα χτύπημα στα πλαίσια ενός πολέμου, αποτέλεσμα της βρετανικής συμμετοχής στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Γι’ αυτό και το χτύπημα ήταν από πολλούς αναμενόμενο, πράγμα που αποτυπώθηκε στα ρεπορτάζ των εφημερίδων ακόμα και από απλούς πολίτες. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ιταλία (η τρίτη μεγαλύτερη χώρα που συμμετέχει ενεργά στον «αντιτρομοκρατικό» πόλεμο), περιμένει τη σειρά της, όπως γράφει σε πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της η «Στάμπα» την επομένη της επίθεσης.
Ξεκινάμε με τον Πίτερ Γουόκερ από το Γαλλικό Πρακτορείο, που την επομένη του χτυπήματος σε άρθρο του με τίτλο «Ενώ η Βρετανία τρεκλίζει απ’ τις εκρήξεις του Λονδίνου, πολλοί ρωτούν: πόσο φταίει η υποστήριξη της χώρας στον πόλεμο του Ιράκ;» αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Απ’ το ξεκίνημα του πολέμου στο Ιράκ το Λονδίνο προετοιμαζόταν για μια μεγάλη επίθεση. Πέρυσι, ο έκτοτε συνταξιούχος επικεφαλής της μητροπολιτικής αστυνομίας της πόλης, σερ Τζον Στίβενς, προειδοποίησε ότι παρά τις καλύτερες προσπάθειες της δύναμής του ήταν “αναπόφευκτο ότι κάποιο είδος επίθεσης θα πραγματοποιούνταν”. Για κάποιους αναλυτές η σύνδεση με το Ιράκ ήταν ξεκάθαρη. “Πιστεύω ότι μπορεί κανείς να δει ότι υπάρχει σύνδεση” δήλωσε ο Μάγκνους Ράνστορπ από το Κέντρο Μελετών Τρομοκρατίας και Πολιτικής Βίας του Πανεπιστημίου Σεντ Αντριους της Σκοτίας. “Η Βρετανία ήταν πάντα σταθερός σύμμαχος του αμερικάνικου “πολέμου κατά της τρομοκρατίας” στο Αφγανιστάν επίσης. Αυτό βοηθάει στο να γίνει στόχος”, δήλωσε ο Ράνστορπ».
Η Σαλίμ Λον απ’ τον Γκάρντιαν (12/7), σε άρθρο της με τίτλο «Η αποχώρηση θα μπορούσε να εμποδίσει την τρομοκρατία», αν και υπερασπίζεται τον «αντιτρομοκρατικό αγώνα», αναγκάζεται να παραδεχτεί ότι αιτία είναι η επιθετικότητα της Δύσης: «Ενώ επανειλημμένα σχόλια στον Τύπο διαβεβαιώνουν για την απανθρωπιά της άλλης πλευράς αυτές τις μέρες, τα δυτικά τηλεοπτικά δίκτυα δεν έκαναν καν υπαινιγμό για τις φωτογραφίες που κατέχουν, για τα μεγαλύτερα εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα που έγιναν στην Φαλούτζα, τη Νατζάφ, την Κάιμ, τα ορεινά βουνά του Αφγανιστάν, τη Τζενίν. Ναι, οι τρομοκράτες είναι βάρβαροι, αλλά ποιος είναι περισσότερο;
Ο Μπους κι ο Μπλερ και όλες οι χώρες που απειλήθηκαν με τον τρόμο, παρολαυτά, έχουν την παγκόσμια υποστήριξη να λάβουν όλα τα νόμιμα μέσα που απαιτούνται για να προστατέψουν τους πολίτες τους. Οι Μουσουλμάνοι ιδιαίτερα θέλουν να δουν ένα τέλος στην τρομοκρατική σφαγή. Τελικά, τα κύρια θύματα της τρομοκρατίας και των αμερικανοβρετανικών επιθέσεων είναι οι μουσουλμανικές χώρες. Για κάθε δυτικό που σκοτώνεται από Μουσουλμάνους τρομοκράτες απ’ το τέλος του ψυχρού πολέμου, τουλάχιστον εκατό Μουσουλμάνοι σκοτώθηκαν σε πολέμους και κατοχές που οργανώθηκαν απ’ τη Δύση. Η δράση κατά της τρομοκρατίας είναι αναγκαία, αλλά θα πετύχει μόνο αν συνοδευτεί από βήματα ανταπόκρισης στις μεγάλες στεναχώριες των Μουσουλμάνων, συμπεριλαμβανομένης της παρεμπόδισης των επιθέσεων και της κατοχής, που είναι μεταξύ των κυριότερων αιτιών της αυξητικής δύναμης της τρομοκρατίας».
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Βρετανός πρώην βουλευτής των Εργατικών, Τζορτζ Γκάλογουεϊ, που διαγράφτηκε λόγω της αντίθεσής του στον πόλεμο του Ιράκ, υποστήριξε: «Υποστηρίξαμε, όπως και οι Υπηρεσίες Ασφαλείας σ’ αυτή τη χώρα, ότι οι επιθέσεις στο Αφγανιστάν και το Ιράκ θα αύξαναν την απειλή για τρομοκρατικό χτύπημα στη Βρετανία. Τώρα οι Λονδρέζοι πλήρωσαν τραγικά το τίμημα της κυβερνητικής αδιαφορίας σ’ αυτές τις προειδοποιήσεις. Καλούμε τη βρετανική κυβέρνηση να εμποδίσει τους ανθρώπους να κάνουν κακό σ’ αυτή τη χώρα, όπως έπραξε η ισπανική κυβέρνηση με το να αποσύρει τους ανθρώπους απ’ το κακό, τελειώνοντας την κατοχή του Ιράκ και στρέφοντας την πλήρη προσοχή της στην ανάπτυξη και την πραγματική λύση των ευρύτερων εχθροπραξιών στη Μέση Ανατολή».
Αφήσαμε για το τέλος το γνωστό δημοσιογράφο του Ιντιπέντεντ, Ρόμπερτ Φισκ. Τον περισσότερο διεισδυτικό απ’ όλους, που εστιάζεται στην ουσία, σε άρθρο του με τίτλο «Η Συμμαχία του Μπλερ με το Μπους βομβαρδίστηκε» (8/7/05):
«”Εάν βομβαρδίσετε τις πόλεις μας” έλεγε ο Μπιν Λάντεν σε μία απ’ τις πρόσφατες βιντεοκασέτες “θα βομβαρδίσουμε τις δικές σας”. Ηταν ξεκάθαρο ότι η Βρετανία θα ήταν στόχος απ’ τη στιγμή που ο Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ αποφάσισε να ενωθεί με τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» του προέδρου Μπους και την εισβολή του στο Ιράκ. Είχαμε, όπως λένε, ήδη προειδοποιηθεί. Η σύνοδος του G-8 επιλέχθηκε προφανώς, πολύ πιο πριν, σαν η μέρα της επίθεσης.
Είναι ανώφελο να μας λέει ο Μπλερ ότι “δεν θα πετύχουν ποτέ να καταστρέψουν ό,τι αγαπάμε”. Δεν προσπαθούν να καταστρέψουν “ό,τι αγαπάμε”. Προσπαθούν να εξαναγκάσουν την κοινή γνώμη να επιβάλει στο Μπλερ την αποχώρηση από το Ιράκ, έξω από τη συμμαχία με τις ΗΠΑ, έξω από την προσκόλληση στην πολιτική του Μπους για τη Μέση Ανατολή. Οι Ισπανοί πλήρωσαν το τίμημα της υποστήριξής τους στον Μπους – και η επακόλουθη αποχώρηση της Ισπανίας απ’ το Ιράκ απέδειξε ότι οι βόμβες της Μαδρίτης πέτυχαν τους στόχους τους – ενώ οι Αυστραλοί υπέφεραν στο Μπαλί.
Είναι εύκολο στον Μπλερ να αποκαλεί τους χθεσινούς βομβαρδισμούς “βάρβαρους” – και ήταν – αλλά τί ήταν οι νεκροί πολίτες της αγγλοαμερικάνικης εισβολής στο Ιράκ το 2003, τα παιδιά που διαμελίστηκαν απ’ τις βόμβες διασποράς, οι αθώοι Ιρακινοί που πυροβολήθηκαν στα αμερικάνικα στρατιωτικά μπλόκα; Οταν αυτοί πεθαίνουν, είναι “παράπλευρη απώλεια”, ενώ όταν “εμείς” πεθαίνουμε, είναι “βάρβαρη τρομοκρατία”. Εάν μαχόμαστε κατά της εξέγερσης στο Ιράκ τί είναι αυτό που μας κάνει να πιστέψουμε ότι η εξέγερση δεν θα έρθει και σε μας; Ενα πράγμα είναι σίγουρο: Εάν ο Μπλερ πιστεύει ότι με το να “πολεμά την τρομοκρατία” στο Ιράκ μπορούμε να είμαστε πιο αποτελεσματικά προστατευμένοι στη Βρετανία, αυτό το επιχείρημα δε στέκει πλέον.
Το να συγχρονίσει κανείς αυτές τις βόμβες με τη σύνοδο του G8, όταν όλος ο κόσμος επικεντρωνόταν στη Βρετανία, δεν ήταν κάποιο χτύπημα που απαιτούσε ιδιαίτερη εξυπνάδα. Δε χρειάζεται να έχεις PhD για να επιλέξεις μια ακόμα στιγμή χειραψίας Μπους-Μπλερ για να διαλέξεις να αποκλείσεις την πρωτεύουσα με εκρηκτικά και να σφάξεις τους κατοίκους της. Η σύνοδος του G8 εξαγγέλθηκε τόσο παλιά ώστε να δώσει στους βομβιστές όλο το χρόνο που χρειάζονταν για να προετοιμαστούν. Ενα συντονισμένο σύστημα επιθέσεων αυτού του είδους που είδαμε χθες χρειάζεται βδομάδες για να σχεδιαστεί. Μπορούμε να ξεχάσουμε την ηλίθια φαντασιοπληξία ότι προγραμματίστηκαν για να συμπέσουν με την απόφαση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο Μπιν Λάντεν και οι υποστηρικτές του δε στήνουν μια τέτοια επιχείρηση σαν αυτή πάνω στη βάση μιας μικρής πιθανότητας η Γαλλία να χάσει την υποψηφιότητά της να φιλοξενήσει τους αγώνες. Η Αλ-Κάιντα δεν παίζει ποδόσφαιρο.
Οχι αυτό θα χρειαζόταν μήνες – να διαλέξει κανείς ασφαλή σπίτια, να προετοιμάσει εκρηκτικά, να αναγνωρίσει στόχους, να εξασφαλίσει ασφάλεια, να επιλέξει τους βομβιστές, να σχεδιάσει τις επικοινωνίες. Συντονισμένο και πολύπλοκο σχέδιο – και η συνηθισμένη παντελής αδιαφορία για τις ζωές των αθώων – είναι χαρακτηριστικό της Αλ-Κάιντα.
Ας αναλογιστούμε το γεγονός ότι η χθεσινή μέρα – το άνοιγμα του G8 – αντιπροσωπεύει την πλήρη αποτυχία των υπηρεσιών ασφαλείας μας. Αυτές αποτελούνται απ’ τους ίδιους “ειδικούς” πληροφοριοδότες που ισχυρίζονταν ότι υπήρξαν όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ. Αυτοί είναι που απέτυχαν παντελώς να αποκαλύψουν ένα μακρόχρονο σχέδιο να σκοτωθούν Λονδρέζοι. Τρένα, αεροπλάνα, λεωφορεία, αυτοκίνητα, μετρό. Η συγκοινωνία εμφανίζεται να αποτελεί επιστήμη των σκοτεινών ενεργειών της Αλ-Κάιντα. Κανένας δε μπορεί να ψάξει 3 εκατομμύρια ταξιδιώτες στο Λονδίνο κάθε μέρα. Κανένας δε μπορεί να σταματήσει τον κάθε τουρίστα.…
Με το να συνεχίσουμε να υποκρινόμαστε ότι οι εχθροί της Βρετανίας θέλουν να καταστρέψουν “αυτό που αγαπάμε” ενθαρρύνουμε το ρατσισμό. Αυτό που αντιμετωπίζουμε εδώ είναι ένα συγκεκριμένο, άμεσο, συγκεντρωμένο χτύπημα στο Λονδίνο σαν αποτέλεσμα του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, στον οποίο μας εγκλώβισε ο Μπλερ. Λίγο πριν από τις αμερικάνικες προεδρικές εκλογές, ο Μπιν Λάντεν ρώτησε: “Γιατί δεν επιτιθόμαστε στη Σουηδία;”. Τυχερή Σουηδία. Δεν έχει Οσάμα Μπιν Λάντεν εκεί. Ούτε και Τόνι Μπλερ».