Με αμείωτη ένταση συνεχίζονται οι διαδηλώσεις στην Υεμένη, που έχουν ήδη ξεπεράσει τις δύο βδομάδες, καθώς οι διαδηλωτές δεν δείχνουν να πτοούνται από τη βία και την τρομοκρατία, που ασκούνται από το στρατό, την αστυνομία και τους φερόμενους ως φιλοκυβερνητικούς διαδηλωτές, οι οποίοι επιτίθενται στις αντικαθεστωτικές κινητοποιήσεις με ρόπαλα, μαχαίρια, ακόμη και με όπλα. Ο απολογισμός είναι μέχρι στιγμής τουλάχιστον 13 νεκροί διαδηλωτές και δεκάδες τραυματίες.
Στις 22 Φεβρουαρίου, μια μέρα μετά το θάνατο ενός έφηβου και τον τραυματισμό τεσσάρων ανθρώπων σε συγκρούσεις με το στρατό, πραγματοποιήθηκε νέα μεγάλη διαδήλωση στο νότιο λιμάνι του Αντεν, όπου επίσης τα σχολεία και πολλά καταστήματα έκλεισαν, ενώ πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι απήργησαν.
Την ίδια μέρα, χιλιάδες διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους της πόλης Ταΐζ, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της χώρας, και κατευθύνθηκαν στην πλατεία Σαφίρ, όπου έχουν κατασκηνώσει εκατοντάδες διαδηλωτές. Χιλιάδες φοιτητές διαδήλωσαν επίσης στην πανεπιστημιούπολη της πρωτεύουσας Σανάα, ενώ εκατοντάδες φοιτητές και άλλοι πολίτες έχουν κατασκηνώσει και δηλώνουν ότι θα παραμείνουν εκεί μέχρι να παραιτηθεί ο Σάλεχ και να προκηρύξει άμεσα εκλογές. Το ίδιο βράδυ, έχασαν τη ζωή τους 2 φοιτητές και τραυματίστηκαν 20, όταν φιλοκυβερνητικοί διαδηλωτές άνοιξαν πυρ εναντίον άνω των 1.000 φοιτητών που είχαν συγκεντρωθεί κοντά στην πανεπιστημιούπολη.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής, ο επί 31 χρόνια πρόεδρος Αλί Αμπντάλα Σάλεχ, επιμένει ότι θα παραιτηθεί με τη λήξη της θητείας του το 2013, παρόλο που στις 23 Φεβρουαρίου εκδηλώθηκαν σοβαρές αντιδράσεις και στις ίδιες τις γραμμές του καθεστώτος. Εφτά βουλευτές παραιτήθηκαν από το κυβερνητικό κόμμα του Αλί Σάλεχ, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τη βία που ασκεί η κυβέρνηση εναντίον των διαδηλωτών, ενώ ο υπουργός Τουρισμού διαφοροποιήθηκε ανοιχτά δηλώντας στο Αλ –Τζαζίρα ότι «οι εκλογές πρέπει να γίνουν το Σεπτέμβριο του 2011 και όχι του 2013», ότι «ο Αλί Σάλεχ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει πια τη θύελλα», ότι «η Υεμένη χρειάζεται άμεσα ένα κοινοβουλευτικό σύστημα, που να περιλαμβάνει όλες τις διαφορετικές φωνές» και ότι «απαιτείται μια ριζική ανασυγκρότηση των υπηρεσιών Ασφάλειας».