Η υπογραφή της νέας συλλογικής σύμβασης με το συνδικάτο των εργατών της πολυεθνικής Ternium Sidor, ένα μήνα μετά την ανακοίνωση του περάσματος της πλειοψηφίας των μετοχών της εταιρίας στο κράτος, αποτελεί αναμφισβήτητα μια νίκη του αγώνα των εργατών της Σιδόρ που διαρκεί εδώ και 16 μήνες. Μετά από τις σφοδρές συγκρούσεις που έγιναν τον περασμένο Μάρτη, όταν τα «σοσιαλιστικά ΜΑΤ» έστειλαν στο νοσοκομείο 15 εργάτες και συνέλαβαν άλλους 53, και τις απεργίες που ακολούθησαν (έξι απεργίες έγιναν μόνο μέσα στο 2008), αλλά και την άκαρπη προσπάθεια του πρώην υπουργού Εργασίας να τιθασεύσει τους εργάτες, ο Τσάβες, προκειμένου να σώσει το γόητρό του, υποχώρησε και αποφάσισε να κάνει αποδεκτή την τελευταία πρόταση για αυξήσεις που είχαν κάνει οι εργάτες.
Λέμε για την τελευταία πρόταση του συνδικάτου, γιατί κατά την πορεία του αγώνα το συνδικάτο έκανε αρκετά βήματα πίσω στις διεκδικήσεις του, προκειμένου να πετύχει συμβιβασμό με την εταιρία για να υπογραφεί η συλλογική σύμβαση. Αυτό δεν το λέμε για να κατηγορήσουμε το συνδικάτο (από απόσταση δε μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για την τακτική που ακολούθησε), αλλά για να σημειώσουμε ότι οι αυξήσεις που δόθηκαν από την κυβέρνηση (53 bolivars ,δηλαδή 24.65 δολάρια την ημέρα, με τα πρώτα 33 άμεσα και τα επόμενα 20 σε δύο δόσεις μέχρι το 2009) ήταν μόλις τα 2/3 της αρχικής διεκδίκησης του συνδικάτου (80 bolivars), το οποίο αναγκάστηκε να μειώσει το αίτημά του δύο φορές κατά τη διάρκεια του αγώνα. Η αύξηση που επιτεύχθηκε ήταν πιο κοντά στην τελευταία προσφορά της εταιρίας (που πρότεινε 44 bolivars αύξηση, δηλαδή αύξηση 100% στα ημερομίσθια που ίσχυαν), η οποία είχε επίσης αναγκαστεί να διπλασιάσει την αρχική της προσφορά, παρά στο αρχικό αίτημα των εργατών. Επειδή όμως το ημερομίσθιο των μόνιμων εργατών υπερδιπλασιάστηκε, η υπογραφή της νέας συλλογικής σύμβασης αποτελεί σίγουρα μία νίκη (παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός αυξήθηκε κατά 30% τον τελευταίο χρόνο). Μια νίκη όμως που αφορά μόλις το 30% των εργατών της Σιδόρ (καθώς από τους 13.600 εργάτες μόνο οι 4.000 είναι μόνιμοι), ενώ από τους 9.600 συμβασιούχους εργάτες μόνο οι 800 έγιναν μέλη του συνδικάτου, σύμφωνα με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε, σε αντίθεση με την διεκδίκηση του συνδικάτου να ενταχθούν στη συλλογική σύμβαση όλοι οι εργάτες (η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να καταστρώσει σχέδιο ένταξης και των υπολοίπων, αλλά αυτό αποτελεί ακόμα υπόσχεση που αν σταματήσει ο αγώνας κανείς δεν εγγυάται ότι θα εφαρμοστεί).
Οσον αφορά στα υπόλοιπα αιτήματα των εργατών, φαίνεται να υιοθετήθηκαν οι διεκδικήσεις για τις υπερωρίες και τις πληρωμένες άδειες και το κράτος δεσμεύτηκε ότι θα διπλασιάσει τις συντάξεις (που ήταν κάτω του βασικού μισθού, δηλαδή των 286 δολαρίων το μήνα, πριν τον αυξήσει ο Τσάβες κατά 30% την Πρωτομαγιά) και ότι η εταιρία θα πληρώνει το 90% της περίθαλψης των συνταξιούχων και το 80% της περίθαλψης των ενεργών εργατών. Ομως, ακόμα και στα απλήρωτα μεροκάματα η κυβέρνηση πρότεινε να καλύψει 5.000 bolivars λιγότερα για κάθε εργάτη (δηλαδή πάνω από 100 μεροκάματα λιγότερα, σύμφωνα με το παλιό ημερομίσθιο) από αυτά που διεκδικούσαν οι εργάτες, γεγονός που οδήγησε τον Γραμματέα του συνδικάτου, Νέριο Φουέδες, να δηλώσει ότι «ο αγώνας συνεχίζεται».
Κι αυτή λοιπόν η νίκη των εργατών δεν ήταν «προώθηση του σοσιαλισμού» από την κυβέρνηση Τσάβες, αλλά μοιάζει περισσότερο με υποχώρηση στις διεκδικήσεις και τον πολύμηνο αγώνα των εργατών και μάλιστα με μερική υποχώρηση. Ο Τσάβες δε θα μπορούσε να κάνει αλλιώς, βλέποντας τους εργάτες αμετακίνητους στην τελευταία πρόταση του συνδικάτου (στο δημοψήφισμα που είχε διεξαχθεί στις 3 Απρίλη, για το αν θα συμφωνήσουν στην τελευταία προσφορά της εταιρίας, οι 3.338 ψήφισαν κατά και μόλις 65 υπέρ!), ενώ είχαν αρχίσει να φουντώνουν οι επικριτικές φωνές ενάντια στον υπουργό Εργασίας (που λέγεται ότι ήταν και τροτσκιστής!) ο οποίος τελικά αποπέμφθηκε.
Οσο για την «εθνικοποίηση», αυτή για την ώρα αποτελεί μια ακόμα εξαγορά μετοχών από την ιταλική Techint, η οποία καλείται να πουλήσει το 40% στο κράτος και να κρατήσει το 20%, έτσι ώστε το κράτος να κατέχει το 60% του συνόλου των μετοχών της εταιρίας (με το υπόλοιπο 20% στους εργάτες, όπως και σήμερα). Τα παζάρια φαίνεται ότι θα είναι δύσκολα, καθώς η Techint, που ελέγχει την Σιδόρ, ζητάει 3.6 δισ. δολάρια, σε αντίθεση με την κυβέρνηση, που προτίθεται να δώσει όχι περισσότερα από 800 εκατ. δολάρια (για το λόγο αυτό ο Τσάβες απείλησε ότι θα προχωρήσει σε απαλλοτρίωση).