«Περιμένοντας τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν». Με τον τίτλο αυτό δόθηκε στη δημοσιότητα στα τέλη Σεπτεμβρίου μια νέα έκθεση, 23 σελίδων, για την πορεία του πολέμου στο Αφγανιστάν, του Gilles Dorronsoro, από τους πιο έμπειρους μελετητές των αμερικάνικων πολέμων και ειδικού για το Αφγανιστάν στο Carnegie Endowment for International Peace. H δημοσιοποίηση της έκθεσης συνέπεσε με την αποχώρηση των 33.000 αμερικάνων στρατιωτών που είχαν αποσταλεί πριν από δύο χρόνια στο Αφγανιστάν για την διαβόητη επιχείρηση «Surge» (μέγα κύμα) εναντίον των Ταλιμπάν στο νότιο και ανατολικό Αφγανιστάν, το άδοξο τέλος της οποίας καθώς και η κατακόρυφη αύξηση των επιθέσεων εναντίον νατοϊκών στρατιωτών από αφγανούς συναδέλφους τους αποκαλύπτουν την πλήρη αποτυχία της αμερικάνικης στρατηγικής εξόδου από το βάλτο του Αφγανιστάν και επιβεβαιώνουν τα απαισιόδοξα συμπεράσματα της έκθεσης.
Ο συντάκτης της έκθεσης, μεταξύ άλλων, επισημαίνει ότι η αποχώρηση έχει γίνει αναγκαιότητα παρά επιλογή, με εναλλακτική λύση την εμπλοκή σε μια όλο και πιο βάρβαρη στρατιωτική κατοχή. Οτι η εξέγερση είναι ανθεκτική και η στοχευμένη εξόντωση χιλιάδων Ταλιμπάν έχει μόνο παροδικές, τοπικές επιπτώσεις. Οτι το πρόγραμμα «επανένταξης» ανταρτών έχει αποτύχει και είναι βαθιά αντιπαραγωγικό, τροφοδοτώντας τη διαφθορά και την αταξία, χωρίς να αποδυναμώνει την εξέγερση. Οτι το καθεστώς Καρζάι θα αντιμετωπίσει τρεις μεγάλες κρίσεις καθώς τα νατοϊκά στρατεύματα θα αποχωρούν: οικονομική κρίση, που επισπεύδεται από την απότομη μείωση της δυτικής βοήθειας, θεσμική κρίση με το τέλος της θητείας του Καρζάι το 2014 και τις ενδείξεις ότι μεγάλο τμήμα της πολιτικής ελίτ ετοιμάζεται ήδη να εγκαταλείψει τη χώρα και κρίση ασφάλειας καθώς μεγάλα τμήματα της χώρας θα φύγουν από τον κυβερνητικό έλεγχο παρά το τεράστιο επίσημο μέγεθος των δυνάμεων Ασφάλειας. Προβλέπει ότι την ερχόμενη άνοιξη το ανατολικό Αφγανιστάν και η περιοχή γύρω από την Καμπούλ θα απειληθούν σοβαρά από μια προέλαση των Ταλιμπάν, ότι η κατάσταση θα χειροτερέψει μετά το 2014, όταν τα περισσότερα αμερικάνικα στρατεύματα θα έχουν αποχωρήσει, και ότι το σημερινό καθεστώς είναι πολύ πιθανόν να καταρρεύσει μέσα σε λίγα χρόνια. Επίσης, προειδοποιεί ότι ο πολιτικός κατακερματισμός, είτε με τη μορφή πολιτοφυλακών είτε με την εγκατάσταση κρησφύγετων στο βορρά, στρώνει το έδαφος για ένα μακρόχρονο εμφύλιο πόλεμο και ότι οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να προωθήσουν τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους μέσα και γύρω από το Αφγανιστάν, αν δεν θελήσουν να διαπραγματευτούν με τους Ταλιμπάν, παρόλο που κάτι τέτοιο είναι απίθανο πριν από την αποχώρηση των στρατευμάτων.
Ιδού μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα της έκθεσης:
«Η αποχώρηση είναι αναπόφευκτη, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, λόγω της βαθιάς δυσαρέσκειας της κοινής γνώμης και της αμετάκλητης αποχώρησης των ευρωπαίων συμμάχων…».
Τελικά, η αποχώρηση είναι το αποτέλεσμα μιας αποτυχημένης στρατηγικής και η συμμαχία αφήνει πίσω μια κατάσταση σε ορισμένα σημεία χειρότερη απ’ αυτήν πριν από το 2001… Ακόμη και η περιβόητη surge, όπως σχεδιάστηκε το 2009, δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να αντιστρέψει τη δυναμική των πραγμάτων. Το αποτέλεσμα της surge ήταν περιορισμένο στρατιωτικά και καταστροφικό πολιτικά, καθώς το υπερβολικό κόστος της οδήγησε τη συμμαχία να ορίσει μονομερώς ημερομηνία αποχώρησης, περιορίζοντας την ικανότητά της να διαπραγματευτεί με την εξέγερση.
Επιπλέον, η εξέγερση δεν έχει αποδυναμωθεί σημαντικά από τις πρόσφατες στρατιωτικές επιχειρήσεις και παραμένει ζωτική απειλή για την κυβέρνηση της Καμπούλ, ιδιαίτερα επειδή δεν υπάρχει κανένα σημάδι μείωσης της πακιστανικής υποστήριξης στους Ταλιμπάν. Στην πραγματικότητα, η αποχώρηση θα μεταφραστεί αυτόματα σε μια προέλαση των Ταλιμπάν, ιδιαίτερα στις ανατολικές και νότιες περιοχές, όπως τη Χέλμαντ, όπου οι αντάρτες περιορίζονται μόνο από τις συνεχείς προσπάθειες των συμμαχικών δυνάμεων…
Συνεπώς, στην καλύτερη περίπτωση, η αφγανική κυβέρνηση θα μπορέσει να εγγυηθεί την ασφάλεια των μεγάλων πόλεων και λίγων εκ φύσεως φιλοκυβερνητικών περιοχών, αλλά θα χάσει τον έλεγχο των αγροτικών περιοχών των Παστούν και των επαρχιών που συνορεύουν με το Πακιστάν, χωρίς καμιά προοπτική να τον ανακτήσει. Οι διεθνείς ομάδες μαχητών του ιερού πολέμου θα απολαμβάνουν ένα εκτεταμένο καταφύγιο στα αφγανοπακιστανικά σύνορα, εναντίον των οποίων οι αντιτρομοκρατικές τεχνικές, όπως η χρήση των τηλεκατευθυνόμενων βομβαρδιστικών και οι επιδρομές, θα είναι μόνο οριακά αποτελεσματικές. Μακροπρόθεσμα, είναι αδύνατο να ελέγξεις μια εκτεταμένη γεωγραφική περιφέρεια και εκατομμύρια κατοίκους χωρίς κάποια υποστήριξη στο έδαφος, ειδικά όταν ο πληθυσμός είναι ολοφάνερα αντίθετος σε τέτοιες επιχειρήσεις….
Στις αρχές του 2010, η surge ξεκίνησε με πρόσθετα αμερικάνικα στρατεύματα που στάλθηκαν στο Αφγανιστάν, με την ελπίδα να αντιστρέψει το συσχετισμό δυνάμεων, να πιέσει τους αντάρτες να υποστηρίξουν την αφγανική κυβέρνηση και να της επιτρέψουν να συγκροτήσει το στρατό της και να βελτιώσει τη διακυβέρνηση. Στρατιωτικές επιχειρήσεις πρωτοφανούς σφοδρότητας πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια του 2010 και 2011και υπήρξε σημαντική αύξηση απωλειών στους αντάρτες, στα συμμαχικά στρατεύματα και στους πολίτες.
Κάτω από την πίεση της εξέγερσης, ευνοήθηκαν οι στρατιωτικές λύσεις σε βάρος μιας πολιτικής προσέγγισης. Οι αμερικάνικες δυνάμεις έδωσαν προτεραιότητα στην τακτική που πίστευαν ότι δούλεψε καλά στο Ιράκ: τη συστηματική εξόντωση ηγετικών στελεχών της εξέγερσης με νυκτερινές επιδρομές. Χιλιάδες Ταλιμπάν, επικεφαλής ομάδων και τοπικοί αξιωματούχοι μέλη της σκιώδους κυβέρνησης, δολοφονήθηκαν.
Τα όρια αυτής της προσέγγισης έχουν γίνει τώρα φανερά. Στο μεγαλύτερο μέρος τους οι στόχοι της surge δεν εκπληρώθηκαν, εν μέρει λόγω της πακιστανικής υποστήριξης στους Ταλιμπάν. Η μόνη πρόοδος σημειώθηκε σε πολύ τοπικό επίπεδο και δεν θα επιβιώσει μετά την αποχώρηση των αμερικάνικων στρατευμάτων. Με ένα πληθυσμό μαζικά αντίθετο στις επιδρομές, αυτή η τακτική συνέπεσε με την εγκατάλειψη της προσπάθειας να κερδηθούν οι καρδιές και τα μυαλά…
Οι στοχευμένες δολοφονίες χιλιάδων Ταλιμπάν είχαν μόνο παροδικές τοπικές επιπτώσεις , γιατί η ηγεσία της εξέγερσης ζει στο Πακιστάν υπό την προστασία του πακιστανικού στρατού και δεν έχει άμεσα επιπτώσεις από τα χτυπήματα. Επιπλέον, τα μεσαία στελέχη αντικαθίστανται γρήγορα. ..Είναι επίσης πολιτική των Ταλιμπάν (όπως τη δεκαετία του ’90) να αντικαθιστούν τακτικά τα τοπικά και επαρχιακά στελέχη για να αποφεύγουν τη δημιουργία ισχυρών τοπικών παραγόντων και προβλημάτων διαφθοράς.
Περισσότερο από στρατιωτική οργάνωση τα μέλη των Ταλιμπάν αποτελούν ένα πολιτικό κόμμα, γεγονός που εξηγεί τη μεταχείριση του πληθυσμού μέσω του νομικού συστήματος και των φόρων, για παράδειγμα. Οι συμμαχικές δυνάμεις δεν κατάφεραν να διαλύσουν αυτή τη σκιώδη κυβέρνηση, ώστε η καρδιά της οργάνωσης διατηρήθηκε. Η έλλειψη αξιοσημείωτης προόδου στη διακυβέρνηση από την αφγανική κυβέρνηση εμπόδισε τη στρατιωτική πρόοδο να έχει μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα. Και ενώ ο ρυθμός των επιχειρήσεων πέτυχε να σπείρει σύγχυση ανάμεσα στους Ταλιμπάν σε τοπικό επίπεδο, για παράδειγμα στην Κανταχάρ ή στη Χέλμαντ, το νομικό τους σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί, με εφετεία και ένα ταχύ και γενικά αδιάφθορο σύστημα δικαιοσύνης. Σύμφωνα με διάφορες πηγές, ο αριθμός των περιοχών στις οποίες οι Ταλιμπάν διαχειρίζονται αποτελεσματικά τη δικαιοσύνη είναι 150 σε σύνολο 398.
Ενας καλός δείκτης της αντοχής της εξέγερσης είναι η αποτυχία της αμερικάνικης πολιτικής «επανένταξης»… Οσοι δέχονται να «επανενταχτούν» καταθέτουν τα βαριά όπλα τους, υπογράφουν έναν όρκο πίστης, παίρνουν μισθό 120 δολάρια για τρεις μήνες, συμμετέχουν σ’ ένα πρόγραμμα «επανένταξης και παρέχονται μικρά δάνεια στις κοινότητες που τους δέχονται…
Η συμμαχία θεωρεί το πρόγραμμα αυτό επιτυχημένο, όμως είναι βαθιά αντιπαραγωγικό και τροφοδοτεί τη διαφθορά και την αταξία, χωρίς να αποδυναμώνει την εξέγερση. Επιπλέον, τα στατιστικά στοιχεία είναι χαμηλά. Το 2011, έγιναν περίπου 3.000 «επανεντάξεις» σ’ όλη τη χώρα… Στο μεταξύ, η εξέγερση έχει στρατολογήσει δεκάδες χιλιάδες μαχητές. Συν τοις άλλοις, αυτοί που έχουν πάει με το μέρος της κυβέρνησης δεν είναι σημαντικοί διοικητές και το πρόγραμμα δεν έχει καμιά μετρήσιμη επίπτωση στην εξέγερση. Επιπλέον, η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που έχουν «επανενταχτεί» προέρχονται από το βόρειο και δυτικό Αφγανιστάν, από τις πιο ήσυχες σχετικά περιοχές, γεγονός που δείχνει ότι το πρόγραμμα δεν λειτουργεί όπως έχει σχεδιαστεί. Αντίθετα, στην Κανταχάρ και στη Χέλμαντ, όπου η συμμαχική προσπάθεια είναι πολύ ισχυρή , οι «επανεντάξεις» είναι πρακτικά ανύπαρκτες».