Ο Σαέμπ Ερεκάτ δε χρειάζεται συστάσεις. Ηταν ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Παλαιστινιακής Αρχής και τώρα είναι γενικός γραμματέας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ ή PLO αν θέλετε). Κράτησε την καρέκλα του, παρά το στραπάτσο που υπέστη πριν από μερικά χρόνια, με τα «παλαιστινιακά έγγραφα» που έβγαλε στη δημοσιότητα το 2011 το Αλ Τζαζίρα, που τον έδειχναν να παραπονιέται στον αμερικάνο απεσταλμένο Ντέιβιντ Χέιλ στις 15/1/2010, στην Ιεριχώ, λέγοντας: «Οι ισραηλινοί θέλουν τη λύση των δύο κρατών, αλλά δεν εμπιστεύονται. Τη θέλουν περισσότερο από όσο νομίζεις, ορισμένες φορές περισσότερο από τους Παλαιστίνιους. Αυτό που είναι σ’ εκείνο το χαρτί τους δίνει τη μεγαλύτερη Ιερουσαλήμ στην εβραϊκή ιστορία, συμβολικό αριθμό επιστροφής προσφύγων, αποστρατιωτικοποιημένο κράτος… τι περισσότερο μπορώ να δώσω;» (βλ. https://www.eksegersi.gr/issue/630/Διεθνή/9683.Προδότες-με-πατέντα-2).
Τώρα που ο Τραμπ συναντήθηκε με τον Νετανιάχου και έδειξε να αδιαφορεί για τη λύση των δύο κρατών στην Παλαιστίνη (θα είμαι με όποια λύση γίνει αποδεκτή και από τους δύο, υποστήριξε), προκαλώντας την αγανάκτηση του Αραβικού Συνδέσμου και την κάθετη αντίθεση του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, ο Ερεκάτ διαμαρτυρήθηκε κι αυτός, υποστηρίζοντας όμως ότι η λύση του ενός κράτους μπορεί να γίνει μόνο αν αυτό είναι δημοκρατικό, κοσμικό και με ισότιμα δικαιώματα για Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς. Αυτό, όμως, είναι… ανέκδοτο και θα είναι ανέκδοτο όσο ζει και βασιλεύει ο σιωνισμός. Κι αυτό φροντίζουν οι ίδιοι οι σιωνιστές να μας το θυμίζουν, πότε σκοτώνοντας νέους που τους πετούν πέτρες, πότε γκρεμίζοντας σπίτια Παλαιστίνιων (όπως την περασμένη Κυριακή στον οικισμό Βεδουΐνων στη Χαν Αλ Αχμάρ της Δυτικής Οχθης, όπου έδωσαν εντολή κατεδάφισης 40 σπιτιών), πότε εξαπολύοντας ακόμα και γενοκτονία (όπως με τις αλλεπάλληλες πολεμικές επιχειρήσεις τους στη Λωρίδα της Γάζας). Επομένως είναι τουλάχιστον άτοπο να αναφέρεται ο Ερεκάτ σε κάτι τέτοιο, χωρίς να αναφέρει πώς θα γίνει αυτό. Δε θα μπορούσε, όμως, ένας υποτακτικός των Αμερικάνων να υποστηρίξει την Παλαιστινιακή Αντίσταση.
Ο Ερεκάτ είπε και κάτι άλλο. Καταφέρθηκε κατά της βρετανίδας πρωθυπουργού, Τερίζα Μέι, η οποία σκοπεύει να γιορτάσει τα 100 χρόνια από τη διακήρυξη Μπάλφουρ. Εδώ θα ήταν χρήσιμο να αναφέρουμε μερικά πράγματα που έχουν να κάνουν τόσο με τη διακήρυξη αυτή όσο και με την ιστορική πορεία της δημιουργίας του κράτους του Ισραήλ και της κατοχής της Παλαιστίνης με τον ενταφιασμό, παράλληλα, της λύσης των δύο κρατών. Θα είμαστε αναγκαστικά σύντομοι, όμως αναλυτικότερα θα μιλήσουμε σε υπό έκδοση μπροσούρα για το Παλαιστινιακό.
Στις 2 Νοέμβρη του 1917, η βρετανική κυβέρνηση εξέδωσε τη διακήρυξη Μπάλφουρ, με τη μορφή επιστολής από τον υπουργό των Εξωτερικών της Βρετανίας Αρθουρ Τζέιμς Μπάλφουρ προς ένα σιωνιστή ηγέτη. Σύμφωνα με την επιστολή, η βρετανική κυβέρνηση υιοθετεί την πολιτική της δημιουργίας μιας «εθνικής στέγης» για τους Εβραίους στην Παλαιστίνη. Το επόμενο διάστημα, χιλιάδες Εβραίοι έσπευσαν να μετοικήσουν στην Παλαιστίνη και πολλοί αγόρασαν γη από άραβες φεουδάρχες. Τον Απρίλη του 1936, ξέσπασε μία μεγάλη εξέγερση του παλαιστινιακού λαού που κράτησε έξι μήνες και πνίγηκε στο αίμα από τους Βρετανούς, που με εντολή της Κοινωνίας των Εθνών (πρόγονος του σημερινού ΟΗΕ) διοικούσαν την Παλαιστίνη (η εντολή αυτή πολιτογραφήθηκε ως «Βρετανική Εντολή»).
Το 1939, η Βρετανική Εντολή δεν αντέχει πλέον. Οι Βρετανοί συνειδητοποιούν ότι η αποικιοκρατικού τύπου εξουσία τους δεν μπορεί να συνεχιστεί και συγκαλούν σύνοδο στο Λονδίνο (με εκπροσώπους τόσο Αράβων όσο και Εβραίων) για να συζητήσουν το πρόβλημα. Η σύνοδος δεν καταλήγει πουθενά, αλλά λίγους μήνες αργότερα οι Βρετανοί παρουσιάζουν ένα 12σέλιδο κείμενο (το «Λευκό Χαρτί»), στο οποίο αναφέρουν (προς έκπληξη των Σιωνιστών) ότι δεν μπορεί να δημιουργηθεί εβραϊκό κράτος χωρίς τη συναίνεση των Αράβων και αντιτίθενται στη διαίρεση της Παλαιστίνης.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αλλάζει άρδην το σκηνικό. Οι άγριες διώξεις των Εβραίων από τους Ναζί οδηγούν τον ΟΗΕ, μετά από πολλούς μήνες συζητήσεων στην επιτροπή για το Παλαιστινιακό, στην υιοθέτηση του ψηφίσματος 181 του Νοέμβρη του 1947 για τη διαίρεση της Παλαιστίνης. Ηταν μία απόφαση που επιβλήθηκε εκ των πραγμάτων, μιας και η δημιουργία ενός ενιαίου κράτους (όπως υποστήριζε η Σοβιετική Ενωση αρχικά) κατέστη αδύνατη. Ομως ακόμα κι αυτή η διαίρεση δεν ήταν απόλυτη, καθώς προέβλεπε νομισματική, οικονομική και τελωνειακή ένωση και κοινή χρήση των λιμανιών και των μεταφορικών μέσων.
Η λύση αυτή δεν απέδωσε, καθώς ούτε οι άραβες αντιδραστικοί (που στηρίζονταν από τους Βρετανούς) ούτε οι σιωνιστικοί κύκλοι την αποδέχτηκαν. Οι ηγέτες των Εβραίων, αν και αρχικά υποστήριξαν την απόφαση του ΟΗΕ, έκαναν τα στραβά μάτια στις δολοφονικές επιθέσεις των παραστρατιωτικών τους οργάνων, που κατέληξαν σε σφαγές, όπως αυτή του Ντέιρ Γιασίν (στην επέτειο της οποίας γίνονται βίαιες διαδηλώσεις από τους Παλαιστίνιους ακόμα και σήμερα), όταν 250 γυναικόπαιδα και γέροι (πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού του χωριού) έπεσαν νεκροί μέσα σε μια μέρα από τους σιωνιστές.
Από την άλλη, οι άραβες αντιδραστικοί δε δέχτηκαν εξαρχής να συνεργαστούν με τον ΟΗΕ, απαιτώντας ένα και μόνο κράτος που θα εμπόδιζε τη μετανάστευση των Εβραίων από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Παλαιστίνη. Εφτασαν μάλιστα στο σημείο να κηρύξουν μποϊκοτάζ στα εβραϊκά προϊόντα, πριν ακόμα σχηματιστεί το κράτος του Ισραήλ (ένα μποϊκοτάζ σε εντελώς διαφορετική βάση από αυτό που υποστηρίζουν τώρα οι Παλαιστίνιοι, μετά από εξήντα χρόνια κατοχής), ενώ ο Μουφτής της Ιερουσαλήμ είχε διαπρέψει ως συνεργάτης των Ναζί!
Λίγες μέρες μετά τη σφαγή του Ντέιρ Γιασίν (στις 13 Απρίλη του 1948), δέκα νοσοκομειακά οχήματα που μετέφεραν Εβραίους δέχτηκαν επίθεση από άραβες ενόπλους σε γειτονιά της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 76 γιατροί, νοσοκόμες και ασθενείς που πήγαιναν στο νοσοκομείο Hadassah. Αυτά θα πρέπει να τα έχουν υπόψη τους όσοι ανιστόρητοι κατακεραυνώνουν την απόφαση της Σοβιετικής Ενωσης να υποστηρίξει τη διαίρεση της Παλαιστίνης σε δύο κράτη.
Οι μεταναστευτικές ροές Εβραίων στην Παλαιστίνη άλλαξαν την πληθυσμιακή αναλογία στην περιοχή, με αποτέλεσμα το 1948 (όταν δημιουργήθηκε το κράτος του Ισραήλ) οι Εβραίοι να αποτελούν το ένα τρίτο του πληθυσμού. Οι Βρετανοί προτίμησαν να κρατήσουν εχθρική στάση απέναντι στους Εβραίους, όχι επειδή κόπτονταν για το καλό των Παλαιστίνιων, αλλά επειδή επέλεξαν να κάνουν χάρη στα αραβικά αντιδραστικά καθεστώτα, που ήθελαν να μοιραστούν την Παλαιστίνη. Γι’ αυτό και εξαπέλυσαν τον πρώτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο το 1948, μία μέρα μετά από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, τον οποίο όμως έχασαν πανηγυρικά.
Οι σιωνιστές, υπό την ηγεσία του Μπεν Γκουριόν, κατέλαβαν το 77% της παλαιστινιακής γης, ενώ σύμφωνα με την απόφαση του ΟΗΕ προηγουμένως κατείχαν το 56%. Ταυτόχρονα, κατέλαβαν τη Δυτική Ιερουσαλήμ που βρισκόταν κάτω από την κηδεμονία του ΟΗΕ. Κάπου εκεί ενταφιάστηκε και το σχέδιο του ΟΗΕ για διαίρεση της Παλαιστίνης, που δεν έγινε ποτέ πράξη.
Ομως, η ακόμα βαρύτερη ήττα των Παλαιστίνιων ήρθε με τον πόλεμο των έξι ημερών, τον Ιούνη του 1967, μεταξύ του Ισραήλ και της Ενωμένης Αραβικής Δημοκρατίας, που την αποτελούσαν η Αίγυπτος και η Συρία και την υποστήριξαν στη συνέχεια το Ιράκ και η Ιορδανία (δηλαδή οι ίδιες χώρες που εξαπέλυσαν τον πρώτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο). Οι σιωνιστές, κάτω από την άμεση καθοδήγηση του αμερικάνικου στόλου της Μεσογείου, καταφέρνουν μέσα σε μια μέρα να καταστρέψουν την αιγυπτιακή αεροπορία. Μέσα στις επόμενες μέρες καταλαμβάνουν ολόκληρη τη Δυτική Οχθη, τη Λωρίδα της Γάζας, το Σινά και αποσπούν τα υψώματα του Γκολάν από τη Συρία φτάνοντας μέχρι το Σουέζ στην Αίγυπτο. Στις 28 του Ιούνη, προσαρτούν ολόκληρη την Ιερουσαλήμ στο κράτος τους. Το έγκλημα της κατοχής είχε ολοκληρωθεί και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με την Παλαιστίνη να ματώνει αλλά να μην σταματά ποτέ να αντιστέκεται.