Τη στιγμή που θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές, θα γνωρίζετε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το περιβόητο BREXIT ή ΒRΕΜΑΙΝ. Ο,τι και να βγάλουν οι κάλπες, όποιες κι αν θα είναι οι εξελίξεις που θ’ ακολουθήσουν, το βέβαιο είναι πως η σχέση της Βρετανίας με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ θα αλλάξει. Ως ιμπεριαλιστική δύναμη, η Βρετανία δεν ανέχεται πλέον τη μετατροπή της σε ουραγό της Γερμανίας και ζητά επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης της μέσα στη λυκοσυμμαχία της ΕΕ.
Αυτό το έχει πει εδώ και καιρό ο ίδιος ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον. Και το δημοψήφισμα σ’ αυτό το παιχνίδι εντάσσεται, ως διαπραγματευτικό χαρτί. Δεν πρέπει όμως να έχουμε καμιά αυταπάτη, ότι θα ήταν ποτέ δυνατό η πορεία μιας ιμπεριαλιστικής χώρας και ο καθορισμός κρίσιμων στρατηγικών επιλογών της (μέσα ή έξω από την ΕΕ) να κριθεί με ένα δημοψήφισμα! Δημοψηφίσματα (μικρότερης σημασίας) έχουν γίνει και αλλού, αλλά δεν ήταν αυτά που αποφάσισαν για την πορεία που θα ακολουθηθεί. Οπως στην Ιρλανδία, όπου η συνθήκη της Λισαβόνας αρχικά απορρίφθηκε από το εκλογικό σώμα (στο δημοψήφισμα της 12ης Ιούνη του 2008), για να εγκριθεί ενάμιση χρόνο αργότερα, σε δεύτερο δημοψήφισμα που έγινε στις 2 Οκτώβρη 2009! Λέγαμε τότε πως ή οι Ιρλανδοί θα ενέκριναν τη συνθήκη ή θα τους έβαζαν να ψηφίζουν συνεχώς, μέχρι να βαρεθούν και να πουν Ναι.
Σε ό,τι αφορά τη Βρετανία, μέχρι στιγμής το κυρίαρχο ρεύμα -όχι μόνο στα μεγαλύτερα αστικά κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία (Συντηρητικό και Εργατικό), αλλά και μέσα στην αστική τάξη της χώρας- είναι σαφέστατα υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Αυτό φάνηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, με την «τρομοκρατία» που επιστρατεύθηκε προκειμένου να μην περάσει το «φεύγουμε». Γι’ αυτό και -παρά τις δημοσκοπήσεις που δίνουν προβάδισμα στο «έξω από την ΕΕ»- δεν αποκλείεται καθόλου τα πράγματα να αντιστραφούν και οι αναποφάσιστοι να γείρουν τη ζυγαριά υπέρ του «μέσα», μιας και λυτοί και δεμένοι έχουν βαλθεί να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι η έξοδος από την ΕΕ θα είναι καταστροφική. Ενδέχεται και οι ίδιες οι δημοσκοπήσεις να είναι «πειραγμένες», για να αυξήσουν τη συσπείρωση υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, στέλνοντας στην κάλπη ψηφοφόρους που δεν είχαν σκοπό να πάνε. Κάτι ξέρουμε κι εμείς στην Ελλάδα από τέτοια «πειράγματα» δημοσκοπήσεων, με στόχο τη δημιουργία κλίματος.
Για να δει κανείς ποια πορεία προτίθεται να τραβήξει η Βρετανία στο θέμα αυτό, είναι προτιμότερο να διαβάσει τι λένε οι ίδιοι οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου. Αυτοί είναι άλλωστε που παίρνουν τις πραγματικές αποφάσεις. Από αυτή την άποψη, έχει σημασία να διαβάσει κανείς τις δηλώσεις της γενικής γραμματέα του Συνδέσμου Βρετανικών Βιομηχανιών CBI (κάτι σαν βρετανικός ΣΕΒ), που αντιπροσωπεύει 190 χιλιάδες καπιταλιστικές επιχειρήσεις (απασχολούν το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού του ιδιωτικού τομέα), Κάρολιν Φέρμπερν. Σε παλαιότερη ομιλία της, η Φέρμπερν είχε επισημάνει τα αρνητικά αποτελέσματα ενός BREXIT:
«Μέχρι το 2020, το συνολικό κόστος για την οικονομία θα μπορούσε να φτάσει τα 100 δισ. λίρες και 950 χιλιάδες θέσεις εργασίας (σ.σ. χαμένες). Το εισόδημα των νοικοκυριών το 2020 θα μπορούσε να μειωθεί μέχρι και 3.700 λίρες από όσο θα ήταν (σ.σ. σε περίπτωση που η Βρετανία έμενε στην ΕΕ). Η οικονομία θα ανέκαμπτε αργά με την πάροδο του χρόνου, αλλά ποτέ δε θα έφτανε εκεί που θα ήταν (σ.σ. με τη Βρετανία εντός ΕΕ). Η έξοδος από την ΕΕ θα σήμαινε μικρότερη οικονομία το 2030» (21/3/2016, https://news.cbi.org.uk/news/leaving-eu-would-cause-a-serious-shock-to-uk-economy-new-pwc-analysis/).
Η Φέρμπερν κατακρίνει όσους θεωρούν ότι είναι η ΕΕ που έχει περισσότερη ανάγκη τη Βρετανία απ’ όσο η Βρετανία την ΕΕ: «Ορισμένοι βλέπουν το γεγονός ότι εισάγουμε περισσότερα από την ΕΕ από αυτά που εξάγουμε σαν απόδειξη ότι μας χρειάζονται περισσότερο από όσο τους χρειαζόμαστε εμείς. Ομως αυτό αγνοεί το γεγονός ότι το 45% των εξαγωγών της Βρετανίας πηγαίνει στην ΕΕ -είναι η μεγαλύτερη εξαγωγική μας αγορά μέχρι στιγμής– συγκρινόμενο με το μόλις 7% των συνολικών εξαγωγών της ΕΕ που έρχονται εδώ. Ετσι, ενώ είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών να ολοκληρωθεί μια εμπορική συμφωνία, ο συσχετισμός δυνάμεων απέχει από την ισότητα».
Σε σχέση με τα δύο σενάρια που «παίζουν», σε περίπτωση που η Βρετανία αποφασίσει να εγκαταλείψει την ΕΕ, το σενάριο σύναψης μιας συμφωνίας «ελεύθερου εμπορίου» ή το σενάριο υπαγωγής των εμπορικών σχέσεων με την ΕΕ στους κανόνες που ισχύουν στον ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου), έρευνα του PwC, ερευνητικού κέντρου με έδρα το Λονδίνο, αναφέρει ότι σύμφωνα με το σενάριο του ΠΟΕ οι επενδύσεις θα έπεφταν κατά το ένα τέταρτο μέχρι το 2020 και θα εξακολουθούσαν να είναι κατά 10% χαμηλότερες μέχρι το 2030, συγκρινόμενες με περίπτωση παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ. Με μια συμφωνία «ελεύθερου εμπορίου», οι επενδύσεις θα εξακολουθούσαν να είναι κατά 16% μικρότερες μέχρι το 2020 (πάντα συγκρινόμενες με τις επενδύσεις σε περίπτωση παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ).
Οι άμεσες επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ, χωρίς να υπάρξει συμφωνία «ελεύθερου εμπορίου», θα ήταν η επιβολή δασμών στα βρετανικά προϊόντα. Αυτό επισημαίνει η Φέρμπερν: «Αν η Βρετανία αφήσει την ΕΕ χωρίς μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, το 90% των βρετανικών εξαγωγών προς την ΕΕ θα αντιμετωπίσει δασμούς. Ορισμένοι τομείς θα μπορούσαν να χτυπηθούν ιδιαίτερα σκληρά. Κάτω από τους κανόνες του ΠΟΕ (σ.σ. δηλαδή αν η Βρετανία βγει από την ΕΕ και οι σχέσεις της με την ΕΕ διέπονται από τους κανόνες του ΠΟΕ), οι εξαγωγές βρετανικών υφασμάτων στην ΕΕ θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν δασμούς της τάξης του 10% περίπου. Ο εξοπλισμός των μεταφορών θα μπορούσε να αντιμετωπίσει δασμούς της τάξης του 7% περίπου». Δασμοί όμως θα επιβάλλονταν και στα εισαγόμενα προϊόντα, με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι τιμές.
Οσο για τις υφιστάμενες εμπορικές συμφωνίες της Βρετανίας με 50 χώρες εκτός ΕΕ, αυτές θα πρέπει να γίνουν αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια. Η Φέρμπερν επισημαίνει ότι είναι αμφίβολο αν η Βρετανία θα μπορέσει να πετύχει καλύτερες συμφωνίες από αυτές που πέτυχε η ΕΕ, που είναι οικονομικός συνασπισμός. Γι’ αυτό και θεωρεί ότι τα επόμενα τουλάχιστον πέντε χρόνια η εμπορική θέση της Βρετανίας θα επιδεινωθεί.
Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα στη γενική γραμματέα του βρετανικού ΣΕΒ: «Στο CBI έχουμε ακούσει ένα εύρος εταιριών διαφορετικών μεγεθών, τομέων και περιοχών της χώρας και έχουμε ακούσει επανειλημμένα από τα μέλη μας ότι η πλειοψηφία –όχι όμως όλοι– θέλει να μείνουμε σε μια μεταρρυθμισμένη ΕΕ». Στόχος, λοιπόν, είναι ν’ αλλάξει η σχέση της Βρετανίας με την ΕΕ κι όχι η έξοδος απ’ αυτή. Το αν θα επιτευχθεί κάτι τέτοιο και σε ποιο βαθμό δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε από τώρα. Η ΕΕ δεν είναι μια σταθερή συμμαχία, ούτε αποκλείουμε να ενταθούν τόσο πολύ οι αντιθέσεις στους κόλπους της που να οδηγήσουν κάποια στιγμή ακόμα και στη διάλυσή της. Αυτό όμως δεν φαίνεται να είναι ορατό στο άμεσο μέλλον.
Τι υπάρχει από την άλλη μεριά; Ενας συνασπισμός δευτεροκλασάτων βουλευτών (εργατικών και συντηρητικών), ο πρώην δήμαρχος του Λονδίνου και ορισμένα μίντια και οργανισμοί που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου με σλόγκαν όπως «να πάρουμε πίσω τον έλεγχο της οικονομίας και του εμπορίου μας» (αυτό υποστηρίζει το μεγαλύτερο αντι-ΕΕ ρεύμα, το Vote Leave – Ψηφίστε ν’ Αποχωρήσουμε) ή «ας κάνουμε την 23η Ιούνη ημέρα της ανεξαρτησίας μας» (σλόγκαν του Leave.Eu – Να Φύγουμε από ΕΕ). Ολοι αυτοί οραματίζονται μια Μεγάλη Βρετανία ως ανεξάρτητο ιμπεριαλιστικό πόλο στη διεθνή αγορά, απαλλαγμένη από την ασφυκτική κυριαρχία των Βρυξελλών. Δεν αντιτίθενται στον ιμπεριαλιστικό σχηματισμό της ΕΕ, αλλά στην υποβαθμισμένη θέση της Βρετανίας μέσα σ’ αυτόν. Φτάνουν στο σημείο ακόμα και να κινδυνολογήσουν με το αντιμεταναστευτικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί: «Ο πρώην επικεφαλής της Ιντερπόλ, Ρόναλντ Νομπλ, έχει πει ότι: “Τα ανοιχτά ευρωπαϊκά σύνορα… είναι στην πράξη μια ανοιχτή διεθνής ζώνη χωρίς διαβατήρια για τους τρομοκράτες“ και ότι είναι “σαν να κρεμάμε ένα σήμα καλωσορίσματος των τρομοκρατών στην Ευρώπη“» (προπαγανδιστικό φυλλάδιο της Vote Leave, https://d3n8a8pro7vhmx.cloudfront.net/themes/55fd82d8ebad646cec000001/ attachments/original/1463496002/Why_Vote_Leave.pdf?1463496002).
Στην ουσία, υπερασπιστές και αντίπαλοι της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Και οι μεν και οι δε σκέφτονται υπό το πρίσμα της αποτελεσματικότερης ιμπεριαλιστικής πολιτικής που θα πρέπει να ακολουθήσει η Βρετανία. Και οι μεν και οι δε προσπαθούν να τρομοκρατήσουν τους ψηφοφόρους ότι αυτοί θα πληρώσουν το μάρμαρο. Στην πραγματικότητα, όμως, τα αντιλαϊκά μέτρα (ορισμένα από τα οποία ήδη εφαρμόζονται, όπως περικοπές κοινωνικών δαπανών, μειώσεις μισθών κτλ) δε θα αποφευχθούν σε καμιά περίπτωση. Γιατί είναι η οικονομική κρίση που μαστίζει τις ευρωπαϊκές χώρες (της Βρετανίας μη εξαιρουμένης) που τα επιβάλλει.
Για εμάς, το ζήτημα της εξόδου από την ΕΕ ανήκει στα καθήκοντα της κομμουνιστικής επανάστασης. Αυτό ισχύει σε όλες τις χώρες (ιμπεριαλιστικές ή μη) ανεξάρτητα αν σήμερα κάτι τέτοιο φαντάζει ανεδαφικό. Οπως μια καπιταλιστική χώρα δε θα είναι λιγότερο καπιταλιστική βγαίνοντας από την ΕΕ, έτσι και μια καπιταλιστική χώρα δεν μπορεί να αλλάξει χαρακτήρα μέσω οποιασδήποτε αλλαγής συσχετισμών μέσα στη λυκοσυμμαχία της ΕΕ. Αυτό το έχει αποδείξει αμέτρητες φορές η ίδια η ζωή, από τότε που ο Λένιν έγραφε:
«Από τη σκοπιά των οικονομικών συνθηκών του Ιμπεριαλισμού -π.χ. η εξαγωγή άνευ ενδιαφέροντος κεφαλαίου και η διαίρεση του κόσμου από τις “ανεπτυγμένες“ και “πολιτισμένες“ αποικιακές δυνάμεις- οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, κάτω από τον καπιταλισμό είναι είτε αδύνατες είτε αντιδραστικές (…) Eνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης κάτω από τoν καπιταλισμό είναι ισοδύναμες με μια συμφωνία για διαίρεση των αποικιών. Κάτω από τον καπιταλισμό, εντούτοις, καμία άλλη βάση και καμία άλλη αρχή της μοιρασιάς δεν είναι πιθανή εκτός από την δύναμη» («Σοσιαλδημοκράτης», αριθ. 44, 23 Αυγούστου 1915).








