Με κομμένα τα φτερά, προφανώς λόγω των σοβαρών οικονομικών επιπτώσεων από τις κυρώσεις που έχει επιβάλει από τον Οκτώβριο του 2006 η ρώσικη κυβέρνηση στη Γεωργία, ο επανεκλεγείς τον περασμένο Ιανουάριο πρόεδρος της Γεωργίας, Μιχαήλ Σακασβίλι, συναντήθηκε με το ρώσο πρόεδρο στις 21 Φεβρουαρίου. Στόχος του Σακασβίλι ήταν η βελτίωση των σχέσεων και η αποκατάσταση των οικονομικών και εμπορικών δεσμών ανάμεσα στις δύο χώρες.
Οι σχέσεις ανάμεσα στη Ρωσία και τη Γεωργία είχαν ουσιαστικά διακοπεί όταν τον Οκτώβριο του 2006 η γεωργιανή κυβέρνηση συνέλαβε και απέλασε κάποιους Ρώσους, τους οποίους χαρακτήρισε πράκτορες, και το Κρεμλίνο αντέδρασε διακόπτοντας την αεροπορική συγκοινωνία, τις ταχυδρομικές υπηρεσίες και τις εμπορικές σχέσεις με τη Γεωργία.
Η οικονομική ασφυξία που προκάλεσαν τα μέτρα αυτά στη Γεωργία, το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών της οποίας κατευθύνονταν στη Ρωσία, σε συνδυασμό με την ενεργειακή της εξάρτηση, ανάγκασαν το φανατικό αμερικανόφιλο Σακασβίλι, που επιθυμεί διακαώς την ένταξη της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, να σκύψει το κεφάλι και να ζητήσει από τον Πούτιν την άρση των κυρώσεων και την αποκατάσταση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες.
Ο Πούτιν, έχοντας, εκτός των άλλων, στα χέρια του το χαρτί της πιθανής απόσχισης της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας από τη Γεωργία, ξεκαθάρισε τους όρους για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, οι οποίοι περιλαμβάνουν και την αυστηρή εφαρμογή των συμφωνιών για την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία. Ξεκαθάρισε επίσης στο Σακασβίλι ότι δε βλέπει κανένα λόγο για την ένταξη της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ και τον προειδοποίησε ότι ένα τέτοιο βήμα θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στις σχέσεις των δύο χωρών.
Ο Σακασβίλι στη διάρκεια της πρώτης θητείας του είχε προωθήσει τη στρατιωτική συνεργασία με τις ΗΠΑ. Αμερικάνοι αξιωματικοί είχαν αναλάβει την εκπαίδευση μονάδων του γεωργιανού στρατού και το Κογκρέσο είχε εγκρίνει στρατιωτική βοήθεια. Ωστόσο, η Μόσχα, όπως αποδείχτηκε, έχει πιο γερά χαρτιά στα χέρια της, ιδιαίτερα μετά την απόσχιση του Κοσόβου, και ο Σακασβίλι αναγκάζεται να προσγειωθεί, όχι μόνο γιατί οι αμερικάνοι πάτρωνές του δεν μπορούν να του προσφέρουν την απαιτούμενη κάλυψη, αλλά και γιατί η εξουσία και το πολιτικό του μέλλον κινδύνεψε τα δυο τελευταία χρόνια και κινδυνεύει από τις εκρήξεις της λαϊκής οργής, που τροφοδοτείται συνεχώς από τη βαθιά οικονομική κρίση, τη μεγάλη ανεργία και φτώχεια.