Σε συνέντευξή του το περασμένο Σάββατο (7/3/09) στους «New York Times», ο Μπαράκ Ομπάμα δήλωσε κατηγορηματικά ότι οι ΗΠΑ δεν κερδίζουν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν και ότι πρέπει να ανοίξει η πόρτα για «μια διαδικασία συμφιλίωσης, κατά την οποία ο αμερικάνικος στρατός θα προσεγγίσει μετριοπαθή στοιχεία των Ταλιμπάν, όπως έκανε με τις σουνιτικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ».
Η πρόταση Ομπάμα, η οποία αποτελεί αναμφίβολα ένδειξη της αποτυχίας της αμερικάνικης στρατηγικής στο Αφγανιστάν, μπορεί να χαρακτηρίστηκε από μεγάλο μέρος των δυτικών ΜΜΕ «νέα τολμηρή στροφή» στην αμερικάνικη πολιτική και να χειροκροτήθηκε από τον αφγανό πρόεδρο, ο οποίος βέβαια έχει κάνει πολύ πιο ριζοσπαστικές προτάσεις, όπως τη χορήγηση αμνηστείας στο Μουλά Ομάρ, ταυτόχρονα όμως, αφγανοί πολιτικοί παράγοντες και διάφοροι άλλοι αναλυτές διατυπώνουν σοβαρές ενστάσεις και εκφράζουν έντονο σκεπτικισμό κατά πόσο η στρατηγική αυτή μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία στο Αφγανιστάν, όπου η κατάσταση είναι διαφορετική και πολύ πιο σύνθετη.
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι «μετριοπαθείς»Ταλιμπάν στους οποίους αναφέρεται ο Ομπάμα και τους οποίους θα αναζητήσει ή μάλλον ήδη αναζητά ο αμερικάνικος στρατός; Είναι φανερό από τις δηλώσεις του ότι δεν μιλάει για ένα διάλογο ούτε με το κίνημα των Ταλιμπάν συνολικά ούτε φυσικά με την ηγεσία του. Μιλάει για στοιχεία στις γραμμές των Ταλιμπάν, τα οποία είτε θα μπορέσουν να επιφέρουν αλλαγές στη στρατηγική του κινήματος είτε θα αποχωρήσουν και θα συγκροτήσουν μια οργάνωση των «μετριοπαθών Ταλιμπάν», η οποία θα συνεργαστεί με τους Αμερικάνους και την αφγανική κυβέρνηση.
Και οι δυο αυτές εκδοχές δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας. Γιατί ακόμη κι αν υπάρχουν «μετριοπαθή» στοιχεία στις γραμμές των Ταλιμπάν, όχι μόνο δεν μπορούν να επηρεάσουν τα πράγματα σε ηγετικό επίπεδο, αλλά δεν θα τολμήσουν να προχωρήσουν σε ρήξη, γιατί κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν προδότες και να υποστούν τις συνέπειες. Εκτός κι αν ο αμερικάνικος στρατός επιχειρήσει να προσεγγίσει κάποιους από τους χιλιάδες ένοπλους και φύλαρχους που κυκλοφορούν στη χώρα και δεν έχουν στενή σχέση με τους Ταλιμπάν και συγκροτήσει μια στρατιωτική δύναμη εναντίον των «κακών Ταλιμπάν».Υπενθυμίζουμε ότι η τακτική αυτή δεν απέδωσε ούτε στο Πακιστάν, όπου η κυβέρνηση επιχείρησε να συγκροτήσει πολιτοφυλακές από ντόπιους φύλαρχους για να τους στρέψει εναντίον των πακιστανών Ταλιμπάν, με αποτέλεσμα πολλοί από τους φύλαρχους αυτούς να εκτελεστούν από τους Ταλιμπάν ως προδότες και οι υπόλοιποι να εγκαταλείψουν το εγχείρημα.
Οσο για την περιβόητη λίστα, που περιλαμβάνει πρώην πρεσβευτές των Ταλιμπάν στο Πακιστάν και άλλες χώρες, πρώην στελέχη των Ταλιμπάν και κάποιους ακόμη που αναμείχθηκαν στη σαουδαραβική πρωτοβουλία για διάλογο, οι οποίοι θα μπορούσαν να παίξουν το ρόλο που θέλουν οι Αμερικάνοι, δεν προσφέρεται για αξιοποίηση. Γιατί, όπως επισημαίνουν αναλυτές που γνωρίζουν καλά τα πράγματα της περιοχής, δεν υπάρχουν ισχυροί πολέμαρχοι πρόθυμοι να αντιπαρατεθούν στρατιωτικά με τους Ταλιμπάν, ούτε πολιτικοί ηγέτες ή κληρικοί που να αναλάβουν να συγκροτήσουν μια οργάνωση «καλών Ταλιμπάν», ακόμη και με κίνητρο εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια.
Σε αντίθεση με το Ιράκ, όπου οι οργανώσεις της αντίστασης δεν είχαν ενιαίο ηγετικό πυρήνα και η αμερικάνικη τακτική του «διαίρει και βασίλευε» πάτησε πάνω στις αντιθέσεις Σιιτών και Σουνιτών, στο Αφγανιστάν τη βάση της αντίστασης αποτελούν οι Παστούν και η ηγεσία της, επικεφαλής της οποίας είναι ο Μουλάς Ομάρ, αποτελείται από ισχυρούς λαοφιλείς πολέμαρχους και κληρικούς με μεγάλη επιρροή. Ο ηγετικός αυτός πυρήνας και η στρατηγική που έχει χαράξει δεν είναι καθόλου εύκολο να αμφισβητηθούν, εκτός των άλλων, λόγω των επιτυχιών στα πολεμικά μέτωπα και της κατακόρυφης αύξησης της επιρροής των Ταλιμπάν στη διάρκεια του 2008. Η ηγεσία των Ταλιμπάν ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο με τη συγκρότηση τον περασμένο μήνα, μετά από έκκληση του Μουλά Ομάρ, της «Σούρας των Μουτζαχεντίν», μιας νέας συμμαχίας των πακιστανών Ταλιμπάν, με στόχο τη συγκέντρωση των δυνάμεών τους εναντίον των αμερικανονατοϊκών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν, ενόψει της άφιξης των 17.000 επιπλέον αμερικάνων στρατιωτών που έχει ανακοινώσει ο Ομπάμα.
Για όλους αυτούς τους λόγους, αφγανοί πολιτικοί παράγοντες με δηλώσεις τους και διάφοροι άλλοι ειδικοί πολιτικοί αναλυτές στην αρθρογραφία τους συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η προσπάθεια αναζήτησης «μετριοπαθών» Ταλιμπάν θα αποτύχει.
Ενδεικτικά, ο Ashraf Ghani, πρώην υπουργός οικονομικών στο Αφγανιστάν και υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές τον ερχόμενο Αύγουστο, δήλωσε: «Δεν γνωρίζω ούτε μια ειρηνευτική διαδικασία που να κατέληξε με επιτυχία από θέση αδυναμίας ή αδιεξόδου» (Guardian, 8/3/09).
O Haroun Mir, αφγανός πολιτικός αναλυτής και πρώην σύμβουλος του δολοφονημένου Μουτζαχεντίν πολέμαρχου Ahmad Shah Massoud, δήλωσε: «Ακόμη και οι ευκαιριακοί αντάρτες δεν θα πεισθούν να καταθέσουν τα όπλα, τη στιγμή που οι Ταλιμπάν οσμίζονται τη νίκη εναντίον της αφγανικής κυβέρνησης και των ξένων υποστηρικτών της. Η συμφιλίωση ήταν μια σπουδαία ιδέα το 2003 ή το 2004, όταν η κυβέρνηση είχε το πάνω χέρι, όμως τώρα όλα πηγαίνουν όπως θέλουν οι Tαλιμπάν. Αυτοί βρίσκονται στις παρυφές της Καμπούλ και δεν έχουν κανένα κίνητρο να συνεργαστούν με την κυβερνητική πλευρά». (Guardian, 8/3/09)
O Μουλάς Abdul Salam Zaeef, πρώην υπουργός των Ταλιμπάν και διπλωμάτης, ο οποίος, αφού πέρασε κάποια χρόνια στο Γκουαντανάμο, διαχώρισε τη θέση του από τους Ταλιμπάν και συνεργάζεται με την αφγανική κυβέρνηση, δήλωσε: «Καταρχάς, ο Ομπάμα παραδέχτηκε ότι οι Αμερικάνοι δεν μπορούν να κερδίσουν στο Αφγανιστάν και ότι ο πόλεμος δεν είναι η λύση. Αν, λοιπόν, δεν μπορούν να κερδίσουν, τι πρέπει να κάνουν; Αυτόματα πρέπει να αναζητήσουν μια εναλλακτική λύση, η οποία είναι ότι πρέπει να λύσουν τη σύγκρουση μέσω διαπραγματεύσεων με βάση τον αμοιβαίο σεβασμό». Και συνέχισε προτείνοντας μερικά συγκεκριμένα μέτρα. «Πρώτα, οι ΗΠΑ πρέπει να κλείσουν τις φυλακές όπου οι Ταλιμπάν αντιμετωπίζονται με βαρβαρότητα, ιδιαίτερα τις εγκαταστάσεις στο Γκουαντανάμο και στην αεροπορική βάση Μπαγκράμ βόρεια της Καμπούλ. Πρέπει επίσης να διαγραφούν τα ονόματα του Μουλά Ομάρ και άλλων ηγετών των Ταλιμπάν από τις μαύρες λίστες των ΗΠΑ και του ΟΗΕ και να αποσυρθεί η χρηματική επικήρυξή τους. Αν οι Αμερικάνοι σκέπτονται, όπως είπε και ο Ομπάμα, να διαχωρίσουν τους Ταλιμπάν σε σκληροπυρηνικούς και μετριοπαθείς, αυτό δεν θα γίνει αποδεκτό από κανένα, γιατί είναι σαν να λες σε δυο αδέλφια ότι αγαπάς το ένα και θέλεις να παίζεις μαζί του, ενώ θέλεις να σκοτώσεις το άλλο».
Τέλος, ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, Gari Mohammad Yousuf, με δήλωσή του στην πακιστανική εφημερίδα «The News» (10/3/09), χαρακτήρισε την πρόταση Ομπάμα δείγμα αδυναμίας και την υιοθέτηση μιας στρατηγικής παρόμοιας με του Ιράκ «παράλογη». «Δεν χρειάζεται –είπε– καμιά απάντηση ή αντίδραση από μας, γιατί είναι παράλογη. Οι Ταλιμπάν είναι ενωμένοι, έχουν ένα ηγέτη, μια πολιτική, ένα σκοπό, να πετάξουν τις ξένες δυνάμεις από τη χώρα τους. Δε γνωρίζω γιατί μιλούν για μετριοπαθείς Ταλιμπάν και τι σημαίνει αυτό».