Τρία χρόνια μετά την καταστροφική αμερικάνικη επίθεση στη Φαλούτζα, ο Patrick Cockburn , γνωστός για την εγκυρότητα και την αντικειμενικότητα των άρθρων του δημοσιογράφος της βρετανικής εφημερίδας «Independent» κατάφερε να μπει στη Φαλούτζα και μας μεταφέρει μια εικόνα αποκάλυψης από την πολιορκημένη πόλη.
Στη Φαλούτζα είναι πιο δύσκολο να μπεις από οποιαδήποτε άλλη πόλη στον κόσμο. Στο δρόμο από τη Βαγδάτη μέτρησα 27 σημεία ελέγχου, όλα επανδρωμένα με πάνοπλους στρατιώτες και αστυνομικούς. «Η πολιορκία είναι ολοκληρωτική», μας επισημαίνει ο γιατρός Καμάλ στο Νοσοκομείο Φαλούτζα καθώς καταρτίζει μια λίστα με τις ανάγκες του, που περιλαμβάνει τα πάντα, από φάρμακα και οξυγόνο μέχρι ηλεκτρικό ρεύμα και καθαρό νερό.
Την τελευταία φορά που προσπάθησα να ταξιδέψω στη Φαλούτζα, πριν από μερικά χρόνια, έπεσα σε επίθεση ενός αμερικάνικου κονβόι μεταφοράς καυσίμων και χρειάστηκε να βγω μπουσουλώντας από το αυτοκίνητο και να ξαπλώσω δίπλα στο δρόμο μαζί με τον οδηγό μου ενώ αμερικάνοι στρατιώτες και αντάρτες αντάλλασαν πυρά. Ο δρόμος είναι τώρα πολύ πιο ασφαλής, όμως κανείς δεν μπορεί να μπεί στη Φαλούτζα αν δεν κατάγεται από κει και δεν μπορεί να το αποδείξει με ειδικά επεξεργασμένη ταυτότητα. Η πόλη παραμένει αποκλεισμένη από το Νοέμβριο του 2004, όταν οι αμερικάνοι πεζοναύτες επιτέθηκαν στην πόλη και μετέτρεψαν το μεγαλύτερο μέρος της σε ερείπια.
Οι δρόμοι της, με τους τοίχους τρύπιους από τις σφαίρες και τα κτίρια σωρούς από κομμάτια μπετόν, σου δίνουν την εντύπωση ότι οι μάχες τελείωσαν μόλις πριν από λίγες βδομάδες.
Πήγα να ρίξω μια ματιά στη γέφυρα του Ευφράτη από τους ατσάλινους δοκούς της οποίας κάτοικοι της Φαλούτζα είχαν κρεμάσει τα καμένα σώματα δύο αμερικάνων μισθοφόρων που είχαν σκοτωθεί από αντάρτες, γεγονός που προκάλεσε την πρώτη επίθεση στη Φαλούτζα. Η γέφυρα βρίσκεται ακόμη εκεί και από πάνω της δεσπόζουν τα ερείπια ενός βομβαρδισμένου κτιρίου, του οποίου η κατεστραμμένη σκεπή και κομμάτια από μπετόν με σκουριασμένα σίδερα κρέμονται πάνω από το δρόμο.
Ο αστυνομικός διοικητής της Φαλούτζα, ο συνταγματάρχης Φεϊζάλ Ισμαήλ Χασάν αλ-Ζουμπάι, προσπαθούσε να μου δείξει ότι η πόλη του ανοικοδομείται. Ομως, καθώς κοιτούσαμε τη γέφυρα, συγκεντρώθηκε ένα μικρό πλήθος και ένας ηλικιωμένος φώναξε: «Δεν έχουμε καθόλου ηλεκτρικό ρεύμα, δεν έχουμε καθόλου νερό». Κάποιοι άλλοι επιβεβαίωσαν ότι η Φαλούτζα έχει ηλεκτρικό ρεύμα μόνο μια ώρα την ημέρα. Ο συνταγματάρχης Φεϊζάλ απάντησε ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι για το ρεύμα και το νερό, υποσχέθηκε όμως σε έναν άντρα ότι το συρματόπλεγμα που είχε τοποθετηθεί έξω από το εστιατόριό του θα αφαιρεθεί.
Η κατάσταση στη Φαλούτζα μπορεί να είναι καλύτερη από πριν, όμως ο δρόμος είναι ακόμη πολύ μακρύς. Νοσοκομειακοί γιατροί βεβαιώνουν ότι δέχονται λιγότερα θύματα από σφαίρες ή εκρήξεις βομβών τους τελευταίους έξι μήνες, από τότε που το κίνημα των Επαγρυπνούντων (η σουνιτική μιλίτσια) απομάκρυνε την Αλ-Κάιντα από την πόλη, όμως οι άνθρωποι βγαίνουν με επιφύλαξη ακόμη στους δρόμους, επειδή φοβούνται ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να πέσουν πυροβολισμοί.
Ο συνταγματάρχης Φεϊζάλ, πρώην αξιωματικός των Ειδικών Δυνάμεων του Σαντάμ Χουσεϊν, παραδέχεται ευδιάθετα ότι πριν γίνει αστυνομικός διοικητής πολεμούσε τους Αμερικάνους. Ο αδελφός του, ο Αμπού Μαρούφ, πρώην αντάρτης, ελέγχει 13.000 άντρες του κινήματος Επαγρυπνούντων εναντίον της Αλ-Κάιντα μέσα και γύρω από τη Φαλούτζα. Ο συνταγματάρχης τόνισε ότι οι δρόμοι της Φαλούτζα είναι απόλυτα ασφαλείς, όμως το κονβόι του κινούνταν με μεγάλη ταχύτητα, έχοντας επικεφαλής ένα αστυνομικό με κουκούλα στην οροφή ενός οχήματος, κρατώντας ένα πολυβόλο και χειρονομώντας ξέφρενα στα επερχόμενα οχήματα να ανοίξουν δρόμο.
Ο αστυνομικός σταθμός είναι μεγάλος και προστατεύεται με περίφραξη από μπετόν και χώμα. Μόλις μπήκαμε στην εσωτερική αυλή αντιληφθήκαμε ότι οι συλλήψεις συνεχίζονται, παρόλο που μάχη κατά της Αλ-Κάιντα μπορεί να τελείωσε. Από ένα άλλο μέρος του αστυνομικού σταθμού εμφανίστηκε μια σειρά 20 κρατουμένων, με τα μάτια δεμένα, κρατώντας από πίσω ο ένας τα ρούχα του άλλου. Οι κρατούμενοι μου θύμισαν φωτογραφίες αντρών που τυφλώθηκαν από αέριο στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και βάδιζαν παραπατώντας πίσω από ένα άντρα που έβλεπε και ήταν φύλακας στη φυλακή.
Κάποτε η Φαλούτζα είχε 600.000 πληθυσμό, όμως σήμερα κανείς αξιωματούχος στην πόλη δε γνωρίζει πόσοι έχουν απομείνει. Ο συνταγματάρχης Φεϊζάλ ευελπιστεί ότι θα γίνουν επενδύσεις και μας οδήγησε σε ένα λευκό, καινούργιο κτίριο, που ονομάζεται Κέντρο Ανάπτυξης Επιχειρήσεων της Φαλούτζα, το οποίο χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από το αμερικάνικο υπουργείο Εξωτερικών. Ψηλοί αμερικάνοι στρατιώτες φρουρούν μια σύσκεψη ανάπτυξης επιχειρήσεων. «Εχει προσελκύσει έναν αμερικάνο επενδυτή μέχρι σήμερα», μας είπε ένας αμερικάνος σύμβουλος με στρατιωτική στολή. «Το ονομά μου είναι Σαράχ και είμαι στις ψυχολογικές επιχειρήσεις», μας είπε ένας άλλος αμερικάνος αξιωματικός και μας ξενάγησε με περηφάνεια σε ένα νέο ραδιοφωνικό σταθμό, το ράδιο Φαλούτζα.
Στο άλλο άκρο της πόλης, διασχίσαμε τη σιδερένια γέφυρα, που κατασκευάστηκε γύρω στα 1930 και τώρα ο μόνος σύνδεσμος με την άλλη πλευρά του Ευφράτη. Υπάρχει μια καινούργια γέφυρα μισό μίλι πιο κάτω, αλλά, όπως λένε οι ντόπιοι, τη χρησιμοποιούν οι Αμερικάνοι ως πάρκινγκ για τα οχήματά τους. Στην άλλη πλευρά της γέφυρας είναι το νοσοκομείο, τη διοίκηση του οποίου κατηγορούσαν οι Αμερικάνοι διοικητές ότι παραφούσκωνε συστηματικά τον αριθμό των θυμάτων από τους αμερικάνικους βομβαρδισμούς.
Οταν ρώτησα το γιατρό Καμάλ τι έλειπε από το νοσοκομείο, μου απάντησε με αγριωπό ύφος: «Φάρμακα, καύσιμα, ηλεκτρικό ρεύμα, γεννήτριες, σύστημα καθαρισμού του νερού, οξυγόνο και ιατρικός εξοπλισμός». Ηταν δύσκολο να μη σκεφτώ ότι η αμερικάνικη βοήθεια έπρεπε να είχε πάει στο νοσοκομείο παρά στο κέντρο ανάπτυξης επιχειρήσεων.
Ο συνταγματάρχης Φεϊζάλ μας είπε ότι η κατάσταση βελτιώνεται, αλλά αποδοκιμάστηκε από μαυροφορεμένες γυναίκες, που φώναζαν ότι τα παιδιά τους δε θεραπεύονται. «Κάθε μέρα πεθαίνουν 20 παιδιά εδώ. 7 μέσα σ’ αυτό το δωμάτιο», φώναξε μια γυναίκα.
Οι γιατροί μας είπαν ότι κάνουν ό,τι μπορούν για τους ασθενείς τους. «Οι Αμερικάνοι δε μας προσφέρουν τίποτα. Μας φέρνουν μόνο καταστροφή», είπε μια μητέρα, που νανούριζε ένα παιδί.