Ανυποχώρητη στάση συνεχίζουν να κρατούν τα αντίπαλα στρατόπεδα στο διπλωματικό πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη, χωρίς να διαφαίνονται μέχρι στιγμής ενδείξεις προσέγγισης και αποκλιμάκωσης της έντασης, καθώς η απόσχιση της Κριμαίας θεωρείται δεδομένη μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της από τη βουλή στις 11 Μάρτη και το δημοψήφισμα της 16ης του Μάρτη.
Ο Λευκός Οίκος θεωρεί τετελεσμένο τη νέα κυβέρνηση του Κιέβου και απαιτεί από τη Μόσχα να αποσύρει τα στρατεύματά της από την Κριμαία, να πιέσει τη νέα κυβέρνηση της Κριμαίας να ακυρώσει το δημοψήφισμα και να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Γιάτσενιουκ. Τους ίδιους όρους θέτουν και οι ισχυροί της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με τη διαφορά ότι η Γερμανία επέμεινε εξαρχής στη συγκρότηση μιας «ομάδας επαφής» με διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στη Μόσχα και στο Κίεβο.
Η Μόσχα απορρίπτει τους όρους αυτούς και επιμένει ότι η κυβέρνηση Γιάτσενιουκ είναι αποτέλεσμα πραξικοπήματος και συνεπώς παράνομη και ότι το δημοψήφισμα και η απόσχιση της Κριμαίας είναι νόμιμα με βάση το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, επικαλούμενη το πρόσφατο προηγούμενο της απόσχισης του Κοσόβου από τη Σερβία με την αμέριστη υποστήριξη των Αμερικάνων και των δυτικών εταίρων τους. Αλλωστε, η Ρωσία δεν έχει κανένα λόγο να υποχωρήσει τη στιγμή που έχει εδραιώσει τον έλεγχό της στην Κριμαία και έχει στα χέρια της το χαρτί της Ανατολικής Ουκρανίας, ενώ ταυτόχρονα γνωρίζει ότι ούτε οι Αμερικάνοι ούτε οι δυτικοί εταίροι τους έχουν πρόθεση να εμπλακούν στρατιωτικά στην κρίση της Ουκρανίας.
Συνεπώς, δεν υπάρχουν σημεία προσέγγισης και οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις αντίπαλες πλευρές έχουν αποβεί μέχρι στιγμής άκαρπες, γεγονός που ανάγκασε τον αμερικάνο υπουργό Εξωτερικών να δηλώσει ότι δεν ξαναπάει στη Μόσχα αν δεν αρχίσει η ρωσική ηγεσία να υποχωρεί στις αμερικάνικες απαιτήσεις.
Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο ο Λευκός Οίκος επιχειρεί να θέσει άμεσα σε εφαρμογή το όπλο των κυρώσεων, με τη συζήτηση να επικεντρώνεται στο πόσο σκληρές θα είναι, ενώ ταυτόχρονα εκφράζονται από οικονομικούς κύκλους που πρόκειται να θιγούν τα συμφέροντά τους επιφυλάξεις και αντιδράσεις. Πιο επιφυλακτικοί και συγκρατημένοι είναι οι εταίροι τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που, όπως αποκάλυψε ρεπορτάζ του «Reuters» (12/2/ 14), έχουν ήδη συμφωνήσει στην απαγόρευση εισόδου στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης και πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων ρώσων αξιωματούχων που ευθύνονται για ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, εξαιρουμένων του προέδρου Πούτιν και του υπουργού Εξωτερικών Λαβρόφ, με τους οποίους χρειάζεται να μείνουν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας.
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η ανακοίνωση του G7 (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία και Καναδάς), με την οποία καλούν τη Ρωσία να ακυρώσει το δημοψήφισμα, δηλώνουν ότι δεν θα αναγνωρίσουν το αποτέλεσμα και προειδοποιούν ότι αν η Ρωσία προχωρήσει σε προσάρτηση της Κριμαίας θα αναλάβουν παραπέρα δράση ξεχωριστά και συλλογικά.
Παρόλο που στον πόλεμο της προπαγάνδας στο επίκεντρο βρίσκεται το μέλλον της Κριμαίας, η διπλωματική πίεση που ασκείται αυτή τη στιγμή στη Ρωσία έχει στόχο κυρίως να αποτρέψει ανάλογες αποσχιστικές κινήσεις στην ανατολική Ουκρανία, όπου ήδη εκδηλώνονται τέτοιες τάσεις και μπορεί να πάρουν απρόβλεπτες διαστάσεις. Στην Κριμαία έχουν δημιουργηθεί τετελεσμένα που δεν αλλάζουν. Αλλωστε, οι Αμερικάνοι και οι εταίροι τους γνωρίζουν καλά ότι όσα κερδίζονται με τα όπλα (με την ισχυρή ρωσική παρουσία στην Κριμαία) δεν ανακτώνται με τη διπλωματία. Αυτό που μπορούν στην καλύτερη περίπτωση να πετύχουν και ίσως γι αυτό κλιμακώνουν την πίεση, ακόμη και με στρατιωτικά μέσα (αμερικάνικα ναυτικά γυμνάσια στη Μαύρη Θάλασσα, κατασκοπευτικά AWACS στα σύνορα Πολωνίας και Ρουμανίας), είναι ένα συμβιβασμό τύπου Νότιας Οσετίας και Αμπχαζίας στη Γεωργία, δηλαδή μια ανεξάρτητη τυπικά Κριμαία στην επικράτεια της Ουκρανίας, αλλά ουσιαστικά υπό τον έλεγχο της Ρωσίας. Οσο για την ανατολική Ουκρανία, με το ρωσικό και ρωσόφωνο στην πλειοψηφία πληθυσμό, ακόμη κι αν δεν υπάρξουν άλλες εξελίξεις, η κατάσταση θα παραμείνει ασταθής και ρευστή, πολύ περισσότερο όταν αρχίζουν οι δραστικές περικοπές που θα επιβάλλουν οι δανειστές (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Ευρωπαϊκή Ενωση, ΗΠΑ) στους ήδη πενιχρούς μισθούς, στις συντάξεις και στις κοινωνικές παροχές.
Οσα συμβαίνουν στην Ουκρανία είναι μόνο η αρχή της κρίσης και οι εξελίξεις είναι απρόβλεπτες στο σκληρό μπραντ ντε φερ Ρωσίας – ΗΠΑ και Ε.Ε για τον έλεγχο της Ουκρανίας. Με τον ουκρανικό και ρώσικο εθνικισμό να δηλητηριάζουν τη συνείδηση του λαού, να τον διχάζουν και να τον ρίχνουν στην αγκαλιά του ενός ή του άλλου αντιπάλου, από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη.
Παρεμπιπτόντως, να σημειωθεί ότι ο ηγέτης του νεοναζιστικού Δεξιού Τομέα Ντμίτρο Γιάρος θα είναι υποψήφιος πρόεδρος στις εκλογές της 25ης Μάη και ότι προετοιμάζεται συνέδριο στο οποίο ο Δεξιός Τομέας θα μετασχηματιστεί σε πολιτικό κόμμα και θα πάρει μέρος στις εκλογές με υποψήφιους σ’ όλη τη χώρα, όπως ανακοίνωσε εκ μέρους της ηγεσίας ο Andriy Tarasenko, προσθέτοντας: «Παραμένουμε οι ηγέτες αυτής της επανάστασης. Κινητοποιούμαστε, προετοιμαζόμαστε για να αντιδράσουμε σε περίπτωση ξένης επίθεσης. Είμαστε έτοιμοι για ολομέτωπο πόλεμο με τη Ρωσία»
Υπενθυμίζουμε ότι ο Ντμίτρ Γιάρος έχει οριστεί από τη νέα κυβέρνηση αναπληρωτής Γραμματέας στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας της Ουκρανίας, εκτός των άλλων, θεωρεί το φασιστικό κόμμα «Σβόμποντα» «πολύ φιλελεύθερο» και υποστηρίζει την απαγόρευση του φιλορωσικού Κόμματος των Περιφερειών και του αποκαλούμενου Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας.