
Η διπλωματική κινητικότητα που παρατηρείται τις τελευταίες μέρες, σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης, ενόψει των προεδρικών εκλογών της 25ης Μάη, δεν μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην κυβέρνηση των εθνικιστών-φασιστών του Κιέβου και το αυτονομιστικό κίνημα στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ουκρανία. Αντίθετα, η κρίση βαθαίνει και τα σύννεφα του εμφύλιου πολέμου πυκνώνουν στον ουρανό της χώρας.
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, σε τουλάχιστον δώδεκα πόλεις εξακολουθούν να έχουν τον έλεγχο οι φιλορώσοι αυτονομιστές. Η αστυνομία είτε έχει διαλυθεί είτε συνεργάζεται με τους αυτονομιστές. Ο ουκρανικός στρατός έχει περικυκλώσει την πόλη Σλαβιάνσκ, που θεωρείται προπύργιο του αυτονομιστικού κινήματος, μετά τις αποτυχημένες απόπειρες να ανακαταλάβει την πόλη, κατά τις οποίες καταρρίφθηκαν τρία ελικόπτερα, σκοτώθηκαν τέσσερις και τραυματίστηκαν 30 στρατιώτες. Υπό τον έλεγχο των αυτονομιστών παραμένει και η πόλη Κραματόρσκ, που δέχτηκε επίσης επιθέσεις από το στρατό, με τουλάχιστον δέκα νεκρούς ένοπλους αυτονομιστές και πολίτες.
Το αίμα που έχει χυθεί στις συγκρούσεις αυτές και πολύ περισσότερο οι τουλάχιστον 46 νεκροί από τον εμπρησμό του κτιρίου των συνδικάτων στην Οδησσό από νεοναζί στις 2 Μάη έχουν πολλαπλασιάσει την οργή και την εχθρότητα της πλειοψηφίας του πληθυσμού στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ουκρανία απέναντι στην κυβέρνηση του Κιέβου, που στηρίζει την παραμονή της στην εξουσία στις πλάτες των αμερικάνων πατρώνων της, αναπαράγει σε όλους τους τόνους την αμερικάνικη αντιρωσική προπαγάνδα, αποδίδοντας όλα τα δεινά της χώρας στη Ρωσία, και αντιμετωπίζει ως τρομοκράτες και εσωτερικούς εχθρούς όσους αρνούνται να τη νομιμοποιήσουν και αντιδρούν.
Απροκάλυπτη συνεργασία με τους νεοναζί
Εγκέφαλος της «αντιτρομοκρατικής» επιχείρησης του ουκρανικού στρατού στην Ανατολική Ουκρανία, που ξεκίνησε μετά την επίσκεψη του αμερικάνου αντιπροέδρου Τζον Μπάιντεν και του αρχηγού της CIA Tζον Μπρέναν στο Κίεβο στα μέσα Απρίλη, είναι το αμερικάνικο Πεντάγωνο. Οπως αποκάλυψε η γερμανική εφημερίδα «Bild» (4/5/14), δεκάδες πράκτορες της CIA και του FBI βοηθούν την κυβέρνηση του Κιέβου να «αντιμετωπίσει το οργανωμένο έγκλημα, να θέσει τέρμα στην εξέγερση στην ανατολική Ουκρανία και να δημιουργήσει μια λειτουργική δομή Ασφάλειας».
Και επειδή, εκτός από την αστυνομία, και ο στρατός αποδείχτηκε στις «αντιτρομοκρατικές» επιχειρήσεις ανεπαρκής, ανίκανος ή απρόθυμος να αντιμετωπίσει τους ένοπλους αυτονομιστές και να πυροβολεί εναντίον πολιτών, έχουν επιστρατευτεί εθνικιστικές οργανώσεις, οι αποκαλούμενες δυνάμεις αυτοάμυνας της Μαϊντάν, και νεοναζί. Ο Ντμίτρι Γιάρος, ο διαβόητος ηγέτης του νεοναζιστικού Δεξιού Τομέα, ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα τη συγκρότηση παραστρατιωτικών μονάδων, σκοπός των οποίων θα είναι να βοηθούν τον τακτικό στρατό να καταστείλει τις ταραχές στην ανατολική Ουκρανία. Δημιουργήθηκε επίσης από την κυβέρνηση του Κιέβου η Εθνική Φρουρά, μια νέα στρατιωτική δομή, η οποία συγκροτείται από στρατεύματα πιστά στο νέο καθεστώς και «μονάδες αυτοάμυνας» που σχηματίστηκαν από διαδηλωτές της Μαϊντάν στο Κίεβο τον περασμένο χειμώνα. Συν τοις άλλοις, ο υπουργός Εσωτερικών Αρσεν Αβάκοφ ανακοίνωσε στις 5 Μάη την αποστολή στην Οδησσό μιας ειδικής δύναμης «εθελοντών» από 400 άντρες για να βοηθήσει στην «αποκατάσταση της τάξης». Πρόκειται για μια παραστρατιωτική δύναμη «εθελοντών» με μαύρες στολές, στην οποία στρατολογούνται υπερασπιστές της Μαϊντάν, δηλαδή νεοναζί του Δεξιού Τομέα και του κόμματος Σβόμποντα, με αποστολή την «αποκατάσταση γρήγορα του νόμου και της τάξης» στην Ανατολική Ουκρανία. Τυπικά θα υπόκεινται στον έλεγχο του υπουργείου Αμυνας, αλλά θα πληρώνονται από ένα «τοπικό φιλανθρωπικό ίδρυμα με το όνομα Πατριώτης» και μάλιστα γενναιόδωρα, με 1.300 δολάρια περίπου το μήνα, όπως αποκάλυψε ο κυβερνήτης της Οδησσού Βολοντίμιρ Νεμιρόβσκι.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στις 2 Μάη ανακοινώθηκε από την περιβόητη USAID (US Agency for International Development) η χορήγηση 1,25 εκατ. δολαρίων, επιπλέον των 10 εκατομμυρίων που έχουν ήδη χορηγηθεί, για την ενίσχυση των ΜΜΕ στην Ουκρανία, ενόψει των προεδρικών εκλογών. Το επιπλέον αυτό ποσό θα διατεθεί για «την προώθηση της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας του Τύπου και της δημοκρατικής διακυβέρνησης της Ουκρανίας», καθώς και για τη διοργάνωση δημόσιων εκδηλώσεων και συζητήσεων για τη συνταγματική μεταρρύθμιση, τα προγράμματα των υποψηφίων, την εκλογική διαδικασία, αλλά και την ενότητα της Ουκρανίας και τα αποτελέσματα της ένταξης στην ΕΕ.
Παράλληλα, συνεχίζονται από το Λευκό Οίκο, σε υψηλούς πάντα τόνους, η αντιρωσική προπαγάνδα και οι απειλές για νέες σκληρότερες κυρώσεις σε περίπτωση που το Κρεμλίνο συνεχίζει να αποσταθεροποιεί την Ανατολική Ουκρανία.
Στρατηγική ανάσχεσης του ρωσικού ιμπεριαλισμού
Ο Λευκός Οίκος πρωτοστατεί εξαρχής στην ουκρανική κρίση και όλες οι κινήσεις του εντάσσονται στη στρατηγική «ανάσχεσης» του ρωσικού ιμπεριαλισμού, η οποία αποτυπώθηκε σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμα των «New York Times» στις 20 Απρίλη. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Λευκός Οίκος έχει υιοθετήσει «μια σύγχρονη εκδοχή της στρατηγικής ανάσχεσης του Ψυχρού Πολέμου». «Ο πρόεδρος Ομπάμα επικεντρώνεται στην απομόνωση της Ρωσίας αποκόπτοντας τους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς της με τον έξω κόσμο, περιορίζοντας τις επεκτατικές προθέσεις μέσα στη γειτονιά της και κάνοντάς την κράτος-παρία… Προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι να πετύχει μια διεθνή συναίνεση εναντίον της Ρωσίας, συμπεριλαμβανόμενης ακόμη και της Κίνας…. Ο πρόεδρος Ομπάμα έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ακόμη κι αν βρεθεί μια λύση στο σημερινό αδιέξοδο σχετικά με την Κριμαία και την Ανατολική Ουκρανία, δε θα έχει ποτέ εποικοδομητική σχέση με τον πρόεδρο Πούτιν. Σαν αποτέλεσμα, ο Ομπάμα θα ασχοληθεί στα δυόμισι τελευταία χρόνια της θητείας του προσπαθώντας να ελαχιστοποιήσει την αναστάτωση που μπορεί να προκαλέσει ο Πούτιν, να διατηρήσει την όποια οριακή συνεργασία μπορεί να διασωθεί, διαφορετικά να αγνοήσει το αφεντικό του Κρεμλίνου».
«Αυτή είναι η στρατηγική που πρέπει να προωθήσουμε», δήλωσε στους NYT o Ιβο Ντάαλντερ, πρώην πρεσβευτής του Ομπάμα στο ΝΑΤΟ και τώρα πρόεδρος του Συμβουλίου του Σικάγο για τις Διεθνείς Υποθέσεις. «Εάν απλά στέκεσαι εδώ, έχεις αυτοπεποίθηση και ανεβάζεις βαθμιαία όλο και περισσότερο το κόστος για τη Ρωσία, δε θα λύσεις το πρόβλημά σου που λέγεται Κριμαία και πιθανόν το πρόβλημά σου που λέγεται Ανατολική Ουκρανία. Αλλά μπορεί να λύσεις το πρόβλημά σου που λέγεται Ρωσία».
Τη στρατηγική αυτή υπηρετεί τόσο η πολιτική ένταξης της Ουκρανίας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ όσο και η πολιτική κλιμάκωσης των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, η οποία δεν έχει σοβαρό κόστος για τις ΗΠΑ, καθώς το μεταξύ τους εμπόριο ανήλθε μόλις στα 26 δισ. δολάρια το 2012, ενώ την ίδια χρονιά το εμπόριο Ρωσίας-ΕΕ ανήλθε στα 370 δισ. Η πολιτική των κυρώσεων πλήττει πρωτίστως τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις της Ρωσίας με τους ισχυρούς της ΕΕ και πρώτη απ’ όλους τη Γερμανία. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Λευκός Οίκος επιδιώκει να χτυπήσει με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Να πλήξει και να αποδυναμώσει οικονομικά και πολιτικά όχι μόνο τη Ρωσία αλλά και τους ιμπεριαλιστές ανταγωνιστές του στην ΕΕ και ταυτόχρονα να διευρύνει το ρήγμα μεταξύ τους. Ωστόσο, η πολιτική αυτή δεν είναι εύκολο να υλοποιηθεί, γιατί σκοντάφτει στις αντιθέσεις και στον άγριο ανταγωνισμό μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Γι’ αυτό παρατηρείται από την πλευρά της ΕΕ απροθυμία σύμπλευσης με τις ΗΠΑ σε σκληρότερες κυρώσεις, αλλά και χαμηλοί τόνοι απέναντι στη Ρωσία, ιδιαίτερα από τη Γερμανία, η οποία αναλαμβάνει συχνά και ρόλο μεσολαβητή.
Κίνηση τακτικής
Από την πλευρά της, η ρωσική ηγεσία, η οποία κρατά μέχρι τώρα χαμηλούς τόνους, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Ο ρώσος πρόεδρος, μετά τη συνάντησή του με τον ελβετό ομόλογό του και πρόεδρο του Οργανισμού για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), Ντιντιέ Μπουρκχάλτερ, στις 7 Μάη, απηύθυνε έκκληση στους φιλορώσους αυτονομιστές να αναβάλουν για αργότερα το δημοψήφισμα για αυτονομία, που έχει προγραμματιστεί για τις 11 Μάη, ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες. Επεσήμανε, επίσης, ότι οι προεδρικές εκλογές που έχουν ανακοινωθεί από την κυβέρνηση του Κιέβου είναι μια «κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση από μόνη της, αλλά δε θα αλλάξουν τίποτα αν ο λαός στην Ουκρανία δεν καταλάβει πώς θα διασφαλιστούν τα δικαιώματά του μετά τις εκλογές» και επανέλαβε τη γνωστή ρωσική θέση, ότι πρέπει να προηγηθούν οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Τέλος, κάλεσε την κυβέρνηση του Κιέβου να προχωρήσει σε άμεσο τερματισμό των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Ανατολική Ουκρανία και εξέφρασε την υποστήριξή του στην πρόταση Μέρκελ για ένα στρογγυλό τραπέζι με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων πλευρών (και εκπροσώπων του αυτονομιστικού κινήματος, όπως απαιτεί η Ρωσία), προκειμένου να ανοίξει ο διάλογος για την αποκλιμάκωση της έντασης.
Κατά την εκτίμησή μας, πρόκειται για μια κίνηση τακτικής της ρωσικής ηγεσίας, με την οποία κερδίζει χρόνο, χωρίς να αλλάζουν τα δεδομένα. Γιατί, ακόμη και αν αναβληθεί το δημοψήφισμα, ακόμη κι αν διεξαχθούν οι προεδρικές εκλογές και προκύψει μια νομότυπη κυβερνητική εξουσία, η ουκρανική πληγή θα παραμείνει ανοιχτή, καθώς οι παράγοντες (ιμπεριαλιστική ανάμιξη, εθνικισμός, φτώχεια) που προκάλεσαν την κρίση και τροφοδοτούν το αυτονομιστικό κίνημα στην Ανατολική Ουκρανία θα παραμείνουν αμετάβλητοι. Στους παράγοντες αυτούς πρέπει να προστεθεί η νεοναζιστική θηριωδία στην Οδησσό και η ανοιχτή και απροκάλυπτη συνεργασία της κυβέρνησης του Κιέβου με ακραίους εθνικιστές και νεοναζί, που, εκτός των άλλων, συμμετέχουν στη στρατιωτική καταστολή του αυτονομιστικού κινήματος.








