Λίγες ώρες πριν από την άφιξη της «μεγάλης πορείας» χιλιάδων δικηγόρων και άλλων διαδηλωτών στην Ισλαμαμπάντ, η οποία ξεκίνησε στις 12 Μαρτίου από το Καράτσι και είχε προγραμματιστεί να φτάσει στις 16 Μαρτίου στην πακιστανική πρωτεύουσα και να συνεχίσει με καθιστική διαμαρτυρία έξω από τη βουλή μέχρι την αποκατάσταση του πρώην προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου Ιφτιχάρ Τσόντρι και των άλλων απολυμένων δικαστών από το στρατηγό Μουσάραφ, η κυβέρνηση του Ασίφ Ζαρντάρι εξαναγκάστηκε σε άτακτη υποχώρηση. Νωρίς το πρωί της 16ης Μαρτίου, ο πακιστανός πρωθυπουργός Γκιλάνι σε ομιλία του προς το έθνος ανακοίνωσε ότι όλοι οι καθαιρεθέντες δικαστές θα επιστρέψουν στα καθήκοντά τους από τις 21 Μαρτίου. Επίσης υποσχέθηκε ότι θα προσβάλλει την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που απαγορεύει στο Ναουάζ Ζαρίφ, τον αρχηγό του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, της Πακιστανικής Μουσουλμανικής Λίγκας–Ν, και στον αδελφό του Σαχμπάζ να θέσουν υποψηφιότητα στις εκλογές.
Οπως φαίνεται, η πακιστανική κυβέρνηση δεν είχε άλλη επιλογή για τους εξής βασι- κούς λόγους. Καταρχήν, γιατί ούτε οι συλλήψεις εκατοντάδων δικηγόρων και στελεχών των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ούτε ο κατ’ οίκον περιορισμός των Ναουάζ και Σαχμπάζ Σαρίφ, ούτε η επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης στις επαρχίες Πουντζάμπ και Σιντ, με 100 εκατομμύρια πληθυσμό, ούτε η αστυνομική βία κατάφεραν να αποτρέψουν την πραγματοποίηση της «μεγάλης πορείας» με τη συμμετοχή χιλιάδων διαδηλωτών. Αλλά και γιατί ασκήθηκαν εντονότατες πιέσεις από τους Αμερικάνους, που ήθελαν να εκτονωθεί πάση θυσία η πολιτική κρίση, γιατί προκαλεί αποσταθεροποίηση, η οποία με τη σειρά της επιτείνει τις δυσκολίες και δημιουργεί νέα προβλήματα για το Λευκό Οίκο στο Αφγανιστάν.
Σύμφωνα με τους «Asia Times online» (17/3/09), η αιφνίδια ανακοίνωση του πακιστανού πρωθυπουργού ακολούθησε μετά από εντατικές διαπραγματεύσεις των τελευταίων ημερών, στις οποίες, εκτός των άλλων αμερικάνων διπλωματών, αναμείχθηκε η ίδια η Χίλαρι Κλίντον, που επικοινώνησε προσωπικά με τον πακιστανό πρόεδρο Ασίφ Ζαρντάρι, με το Ναουάζ Σαρίφ και με τον αρχηγό του πακιστανικού στρατού στρατηγό Παρβέζ Κιάνι.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το απόγευμα της 15ης Μαρτίου, παραμονή της άφιξης της «μεγάλης πορείας» στην πακιστανική πρωτεύουσα, παραιτήθηκαν πολλοί αξιωματικοί της αστυνομίας και τοπικοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι, λέγοντας ότι δεν είναι προετοιμασμένοι να ασκήσουν βία εναντίον των διαδηλωτών. Ανάμεσά τους ο αναπληρωτής γενικός εισαγγελέας του Πακιστάν, ο γενικός αστυνομικός επιθεωρητής της επαρχίας Πουντζάμπ και ο αναπληρωτής αστυνομικός επιθεωρητής της Λαχόρης. Ακόμη ισχυρότερο πλήγμα για την πακιστανική κυβέρνηση ήταν η παραίτηση στις 13 Μαρτίου του υπουργού Πληροφοριών, μετά την απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει το μεγαλύτερο ιδιωτικό κανάλι, το GEO, που κάλυπτε την πορεία των δικηγόρων. Για όλους αυτούς τους λόγους, ο Ζαρντάρι αναγκάστηκε να υποκύψει στις πιέσεις του στρατού και των Αμερικάνων, αφού οι διαδηλωτές αρνούνταν να κάνουν υποχωρήσεις στα αιτήματά τους.
Οι εξελίξεις αυτές προκα- λούν, εκτός των άλλων, αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό. Η Πακιστανική Μουσουλμανική Λίγκα του Ναουάζ Σαρίφ και το Jamaat-I-Islami, το μεγαλύτερο ισλαμικό κόμμα του Πακιστάν, το οποίο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οργάνωση της πορείας των δικηγόρων, ενίσχυσαν τη θέση τους. Αντίθετα, αποδυναμώθηκε η θέση του εκλεκτού της Ουάσιγκτον Ασίφ Ζαρντάρι και αμφισβητείται τώρα ακόμη περισσότερο η ήδη αμφισβητούμενη ικανότητά του να κυβερνά. Συνεπώς και η δυνατότητα του Λευκού Οίκου να χρησιμοποιεί το Πακιστάν ανάλογα με τις απαιτήσεις του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».
Η πολιτική κρίση μπορεί να εκτονώθηκε προσωρινά, όμως η πολιτική αβεβαιότητα και ρευστότητα παραμένουν, γεγονός που προκαλεί μεγάλη ανησυχία και σοβαρά προβλήματα στους Αμερικάνους, αφού όσα συμβαίνουν στο Πακιστάν επηρεάζουν άμεσα τον πόλεμο στο Αφγανιστάν.
Οι πολιτικές εξελίξεις στο Πακιστάν αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία, ενόψει της εαρινής επίθεσης των Ταλιμπάν, που αναμένεται σφοδρότερη από ποτέ, τη στιγμή που ήδη τα πράγματα είναι πολύ άσχημα για τις δυνάμεις κατοχής.
Σύμφωνα με τους «Asia Times online» (13/3/09), «οι Ταλιμπάν πολιορκούν ουσιαστικά ολόγυρα την Καμπούλ. Εχουν σημαντικό έλεγχο στις ζωτικής σημασίας περιοχές Βαρντάκ, Λογκάρ, Παρβάν και Καπίσα.
Ενας δεύτερος στρατηγικός δακτύλιος για την ενίσχυση της πολιορκίας περιλαμβάνει τις επαρχίες Κουνάρ, Νουριστάν και Γκαζνί. Στους τέσσερις ζωτικής σημασίας δρόμους εισόδου και εξόδου για τον ανεφοδιασμό των Ταλιμπάν, στις επαρχίες Νιμρόζ, Χεράτ, Νανγκαρχάρ και Κανταχάρ, υπάρχει επισης ισχυρή παρουσία μαχητών.
Επιπλέον, μετά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός με τον πακιστανικό στρατό, το Ενωμένο Μέτωπο των Ταλιμπάν που συγκροτήθηκε πρόσφατα στις πακιστανικές φυλετικές περιοχές είναι έτοιμο να στείλει 15.000 με 20.000 νέους μαχητές στο Αφγανιστάν. Αυτοί αναμένεται να αρχίσουν να περνούν τα βραχώδη και αφύλακτα σύνορα τον Απρίλιο».