Το ετήσιο διάγγελμα «προς το Εθνος» απήγγειλε την προηγούμενη βδομάδα ο Τραμπ, για τρίτη φορά κατά τη διάρκεια της θητείας του. Ηταν ξανά ένα διάγγελμα πανηγυρικό, για την Αμερική που έγινε ξανά «μεγάλη», εμφανίζοντας μια ειδυλλιακή εικόνα που απέσπασε πολλά χειροκροτήματα από τους σφουγκοκωλάριούς του.
Βασικό «ατού» του Τραμπ είναι η μείωση της ανεργίας, η οποία σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο της τελευταίας 50ετίας (μόλις στο 3,6%), αλλά και η μείωση του επίσημου ποσοστού φτώχειας στο 11.8% (μισή ποσοστιαία μονάδα πάνω από τα επίπεδα του 2000).
Oπως πολλές φορές έχουμε γράψει από αυτές εδώ τις στήλες (βλ. https://www.eksegersi.gr/issue/657/Διεθνή/13393.Φτώχεια-ρεκόρ-ακόμα-και-στην-«ανάκαμψη»), για τη μέτρηση της φτώχειας στις ΗΠΑ ισχύει η ξεπερασμένη μέθοδος υπολογισμού της δεκαετίας του ’60 (!), σύμφωνα με την οποία το όριο φτώχειας υπολογίζεται βάσει των εξόδων διατροφής.
Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, που καθιερώθηκε για πρώτη φορά τον Ιούλη του 1963 από μία ερευνήτρια του Οργανισμού Κοινωνικών Ασφαλίσεων ονόματι Μόλι Ορσάνσκι, το επίπεδο διαβίωσης κατά το οποίο το οικογενειακό εισόδημα αρχίζει να μην είναι πλέον αρκετό για να ικανοποιήσει με επάρκεια τις θρεπτικές ανάγκες των ατόμων, αποτελεί το όριο φτώχειας. Χρησιμοποιώντας τις τιμές του φθηνότερου από τα τέσσερα προγράμματα διατροφής που αναπτύχθηκαν απ' το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, το «Economy Food Plan», η Ορσάνσκι υπολόγισε το χρηματικό ποσό που απαιτείται για να καλυφθούν οι ελάχιστες ανάγκες σε διατροφή για διάφορους τύπους οικογενειών. Για να υπολογίσει τα υπόλοιπα έξοδα της οικογένειας, πέρα από τη διατροφή, η Ορσάνσκι χρησιμοποίησε τα επίσημα στατιστικά δεδομένα του 1955, σύμφωνα με τα οποία το ποσοστό του εισοδήματος που ξοδευόταν για τη διατροφή αντιστοιχούσε κατά μέσο όρο στο ένα τρίτο του μετά το φόρο (δηλαδή του καθαρού) εισοδήματος της μέσης αμερικάνικης οικογένειας της χρονιάς εκείνης. Ετσι, πολλαπλασιάζοντας με ένα συντελεστή (ίσο με τρία για τις οικογένειες με περισσότερα από τρία άτομα και μεγαλύτερο για οικογένειες με λιγότερα από τρία άτομα), η Ορσάνσκι έβγαλε το όριο φτώχειας, υπολογίζοντας το ποσό που απαιτείται για την ελάχιστη διατροφή της οικογένειας.
Ομως, σήμερα τα έξοδα για διατροφή έχουν μειωθεί σημαντικά σε σχέση με τα υπόλοιπα έξοδα (ένδυση, υγεία, εκπαίδευση κτλ). Σύμφωνα με παλαιότερο άρθρο της Usa Today (βλ. https://eu.usatoday.com/story/money/economy/2018/10/01/fighting-poverty-america-slowing-despite-recent-economic-recovery/1445296002/), το 1955 η έρευνα για τη διατροφική κατανάλωση των νοικοκυριών έδειχνε ότι μία τυπική οικογένεια ξοδεύει το ένα τρίτο των εσόδων της για φαγητό. Σήμερα, η αντίστοιχη έρευνα δείχνει ότι η δαπάνη αυτή αποτελεί γύρω στο 9,7% έως 12,6% του οικογενειακού προϋπολογισμού. Γι’ αυτόν το λόγο, πολλοί θεωρούν ότι θα πρέπει να λαμβάνεται το διπλάσιο του επίσημου ορίου φτώχειας, ως πιο ρεαλιστικό για τη μέτρησή της (βλ. https://www.stateofworkingamerica.org/index.html%3Fp=4193.html).
Από το 2010 μέχρι το 2014, το ποσοστό των ανθρώπων που ζούσαν κάτω από το όριο αυτό ήταν κοντά στο 34% και σήμερα έχει πέσει στο 28,9%, δηλαδή περίπου στο ένα τρίτο του πληθυσμού. Αν και το επίσημο ποσοστό φτώχειας δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική φτώχεια που υπάρχει στη χώρα, όπως αποδείξαμε παραπάνω, η τάση μείωσής της είναι γεγονός, βάσει των επίσημων πάντα στοιχείων. Αυτό δεν είναι κατόρθωμα του Τραμπ, αλλά ξεκίνησε από το 2014, ως αποτέλεσμα της σχετικής ανάκαμψης του αμερικάνικου καπιταλισμού μετά από τη βαθιά κρίση που βίωσε το 2008. Το ίδιο ισχύει και για τη μείωση της ανεργίας, η στατιστική της οποίας επίσης υποεκτιμά το πρόβλημα, αφού αρκεί να δουλεύει κάποιος μία ώρα τη βδομάδα για να θεωρείται εργαζόμενος! Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε στους άνεργους, τους εργαζόμενους που δουλεύουν στη μερική απασχόληση για οικονομικούς λόγους (δηλαδή επειδή δε βρίσκουν δουλειά πλήρους απασχόλησης ή δε βρίσκουν τις κατάλληλες συνθήκες εργασίας ή είναι εποχιακά εργαζόμενοι), τότε το ποσοστό ανεργίας αυξάνεται κατά ένα 70% περίπου. Ωστόσο, η μείωση της ανεργίας είναι γεγονός, που ξεκίνησε όμως πολύ πριν από τον Τραμπ (από το 2011 άρχισε να πέφτει η ανεργία).
Αρκούν όμως αυτά (μείωση ποσοστών φτώχειας και ανεργίας) για να στοιχειοθετήσουν την ειδυλλιακή εικόνα που κατασκευάζει ο Τραμπ; Σε καμία περίπτωση. Αυτό δεν το λέμε μόνο εμείς, αλλά και ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ στις ΗΠΑ, επί θεμάτων ακραίας φτώχειας και ανθρώπινων δικαιωμάτων, Φίλιπ Αλστον, ο οποίος παρακολουθεί την εξέλιξή τους χρόνια τώρα. Οπως είχαμε γράψει πριν από ενάμιση χρόνο (βλ. https://www.eksegersi.gr/issue/965/Διεθνή/30883.Ποιος-θα-πληρώσει-το-μάρμαρο), ο Αλστον, που επισκέφτηκε τις ΗΠΑ μετά από πρόσκληση της αμερικάνικης ομοσπονδιακής κυβέρνησης, περιέγραψε ένα τοπίο που καμία σχέση δεν έχει με τις φανταχτερές εικόνες που παρουσιάζει ο Τραμπ. Μίλησε για ανθρώπους που ζουν σε δραματική κατάσταση, ορισμένες φορές κυνηγημένοι από τις Αρχές που τους στέλνουν ειδοποιήσεις μικροπαραβάσεων, υποχρεώνοντάς τους να πληρώσουν υπέρογκα γι’ αυτούς ποσά, πράγμα που φαίνεται να γίνεται σκόπιμα, για να γεμίσουν τα κρατικά ταμεία. Φυσικά, δεν τα πληρώνουν κι έτσι οδηγούνται στις φυλακές λόγω απλήρωτων χρεών. Ο Αλστον αναφέρθηκε σε φτωχογειτονιές με άθλιο αποχετευτικό σύστημα, που κανείς δεν επισκευάζει, γιατί δεν είναι της αρμοδιότητάς του, σε ανθρώπους που μένουν χωρίς δόντια, γιατί δεν έχουν να πληρώσουν, και σε πολλά άλλα, που ο χώρος της εφημερίδας δεν επαρκεί για να τα παραθέσουμε.
Τα συμπεράσματα της επίσκεψης Αλστον δημοσιεύτηκαν στις αρχές Μάη του 2018, σε έκθεση που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (βλ. https://www.ohchr.org/EN/NewsEvents/Pages/DisplayNews.aspx?NewsID=22533), στην οποία επανέλαβε πολλά από αυτά που είχε δηλώσει τον Δεκέμβρη, υποστηρίζοντας ότι συντελείται δραματική αλλαγή κατεύθυνσης προς την επιβράβευση των πλουσίων και την τιμωρία των φτωχών, των οποίων μπλοκάρονται ακόμα και στοιχειώδεις ανάγκες. Ο Αλστον προειδοποίησε ότι από τις περικοπές των κοινωνικών δαπανών της κυβέρνησης Τραμπ δε θα γλιτώσουν ούτε οι μικροαστοί (η λεγόμενη «μεσαία τάξη»).
Η δε Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, στην ετήσια έκθεσή της το 2018 (βλ. https://www.theguardian.com/business/2018/may/22/federal-reserve-emergency-expense-economic-survey), επεσήμανε το μεγάλο αριθμό ανθρώπων που είναι ευάλωτοι σε οποιαδήποτε διάβρωση του λεγόμενου «δικτύου προστασίας». Υπολόγισε ότι τέσσερις στους δέκα Αμερικανούς είναι τόσο ζορισμένοι, που δε θα μπορούσαν να καλύψουν ένα έκτακτο έξοδο αξίας 400 δολαρίων χωρίς να δανειστούν χρήματα ή να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Οτι η περιβόητη «ανάκαμψη», για την οποία πανηγυρίζει ο Τραμπ, είναι απόλυτα ασταθής. Στο επόμενο ξέσπασμα της κρίσης θα καταρρεύσει όλο αυτό το σαθρό οικοδόμημα. Και είναι η λειτουργία του καπιταλισμού που κάνει αναπόφευκτο αυτό το ξέσπασμα της περιοδικής κρίσης του συστήματος, από τη στιγμή που οι περιορισμένες καταναλωτικές δυνατότητες των νοικοκυριών μπαίνουν φρένο στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας.
ΥΓ. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ο Τραμπ ανακάλυψε τη… βελτίωση των σχέσεων με την Κίνα! Για τη Βόρεια Κορέα, που κάποτε καμάρωνε, δεν είπε κουβέντα, αφού τελικά… έκοψε η σούπα, καθώς οι διαπραγματεύσεις πάνε κατά διαβόλου!