Παρέλυσε το Βέλγιο τη Δευτέρα 15 Δεκέμβρη από τη γενική απεργία που κήρυξαν τα τρία μεγαλύτερα συνδικάτα της χώρας. Δεκάδες πτήσεις ματαιώθηκαν, τα λιμάνια μπλοκαρίστηκαν, σχολεία, νοσοκομεία και πολλά καταστήματα παρέμειναν κλειστά, τα τραίνα σταμάτησαν και προκλήθηκε κυκλοφοριακό χάος. Μία 24ωρη απεργία δεν αποτελεί φυσικά… εξέγερση, όταν όμως γίνεται σε μία χώρα που φαίνεται να μην την αγγίζουν τέτοια φαινόμενα, αποτελεί είδηση. Μια είδηση που έχει τη σημασία της δείχνοντας την επιθετικότητα του αστικού συστήματος εξουσίας ακόμα και στις μητροπόλεις του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.
Τον περασμένο Οκτώβρη ορκίστηκε πρωθυπουργός ο 38χρονος Σαρλ Μισέλ (ο νεότερος ηγέτης της χώρας από το 1841), που ηγείται «κεντροδεξιού» κυβερνητικού συνασπισμού και έβαλε γρήγορα πλώρη να περάσει μέτρα λιτότητας και αντιασφαλιστικές ανατροπές που ξεσήκωσαν θύελλα διαμαρτυριών το Νοέμβρη, όταν πάνω από 100 χιλιάδες διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους των Βρυξελλών για να διαμαρτυρηθούν για τα μέτρα λιτότητας και την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης. Τότε οι διαδηλώσεις είχαν «εκτραχηλιστεί» με τους διαδηλωτές να αναποδογυρίζουν αυτοκίνητα και να πετάνε πέτρες στην αστυνομία που απάντησε με υδραντλίες και δακρυγόνα.
Τώρα η απεργία δεν συνοδεύτηκε από ανάλογα επεισόδια, παρά ταύτα καταγράφηκε ένα μεγάλο κύμα διαμαρτυρίας στα αντιλαϊκά μέτρα της νέας κυβέρνησης. Μέτρα που λαμβάνονται με τη γνωστή δικαιολογία: να περιοριστούν τα ελλείμματα, να μειωθεί το χρέος. Το χρέος φυσικά τραβά την ανηφόρα έχοντας ξεπεράσει το 105% του ΑΕΠ. Το εμπορικό ισοζύγιο είναι αρνητικό και τα δημόσια έξοδα φτάνουν το 54% του ΑΕΠ, ενώ το ίδιο το ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις κατά 0.3% το 2013 και προβλέπεται να αυξηθεί μόλις κατά 0.9% το 2014.
Ομως η αύξηση των ορίων ηλικίας από τα 65 στα 67, ο περιορισμός των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, το πάγωμα των μισθών με την «προσωρινή» αναστολή της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής τους, οι περικοπές στον τομέα της Υγείας, αποτελούν μέτρα που θέτουν σε κίνδυνο την «κοινωνική ειρήνη» στη χώρα, σηματοδοτώντας την απαρχή μίας περιόδου επιδρομών στα λαϊκά εισοδήματα και δικαιώματα, παρόμοια της οποίας δεν έχει ξαναγίνει μετά το τέλος του Β’ παγκόσμιου πολέμου. Αντίθετα, κερδισμένοι είναι οι καπιταλιστές, αφού τους μειώνουν τους φόρους επί των μισθών που πληρώνουν από 33% σε 25%. Γι’ αυτό και τα συνδικάτα των καπιταλιστών τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ των «μεταρρυθμίσεων».