Στο τέλος του Οκτώβρη αναμένεται να ανακοινωθεί το εκλογικό αποτέλεσμα και να ολοκληρωθεί η φαρσοκωμωδία των βουλευτικών εκλογών που πραγματοποιήθηκαν στο Αφγανιστάν στις 18 Σεπτεμβρίου. Καμιά έκπληξη απ’ όσα διαδραματίστηκαν. Ολα ήταν αναμενόμενα. Η μαζική αποχή, η εκτεταμένη νοθεία και η βία.
Σύμφωνα με την αφγανική κυβέρνηση, ψήφισαν 3.6 εκατομμύρια ψηφοφόροι, δηλαδή το 31% των 11.4 εκατομμυρίων των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Ομως το ποσοστό αυτό η κυβέρνηση Καρζάι το ανεβάζει στο 40% αφαιρώντας τα 2,2 εκατομμύρια που δεν ψήφισαν σε πολλές περιοχές για λόγους ασφάλειας. Ωστόσο, ακόμη και το 31% αμφισβητείται, γιατί υπάρχουν αναρίθμητες καταγγελίες ότι κυκλοφορούσαν από μέρες πλαστές εκλογικές κάρτες, ότι πολλοί ψήφισαν δύο και τρεις φορές, ότι ψήφιζαν ακόμη και ανήλικοι και πληρεξούσιοι των ψηφοφόρων και ότι σε πολλές περιπτώσεις το εκλογικό προσωπικό γέμιζε τις κάλπες με ψηφοδέλτια. Ηδη η Ανεξάρτητη Εκλογική Επιτροπή ανακοίνωσε ότι έχει δεχτεί πάνω από 3.000 καταγγελίες για παρατυπίες και νοθεία.
Το «Ιδρυμα για Ελεύθερες και Δίκαιες Εκλογές του Αφγανιστάν», το οποίο κινητοποίησε 7.000 ανθρώπους ως παρατηρητές, λόγω της μικρής συμμετοχής διεθνών παρατηρητών για λόγους ασφάλειας, ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, ότι «σε αρκετές περιοχές χρησιμοποιήθηκε βία από υποψήφιους, εκπροσώπους τους και ισχυρούς τοπικούς παράγοντες και έτσι υπάρχει ένας ανησυχητικός αριθμός περιπτώσεων επίσημης κυβερνητικής παρέμβασης στην εκλογική διαδικασία, ώστε το αποτέλεσμα να είναι ευνοϊκό για τους υποψήφιους της επιλογής τους» και ότι «στις περισσότερες επαρχίες στον ένα ή στον άλλο βαθμό το εκλογικό προσωπικό γέμιζε μόνο του τις κάλπες». Ακόμη ότι, εκτός από τα 1.053 εκλογικά τμήματα που δεν άνοιξαν ποτέ για λόγους ασφάλειας, κυρίως στο νότιο και ανατολικό Αφγανιστάν, άλλα 1.584 άνοιξαν αργά, ενώ σε πολλές περιοχές, ανάμεσα στις οποίες ολόκληρες επαρχίες, δεν είχαν καθόλου γυναικείο εκλογικό προσωπικό, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ψηφίσουν γυναίκες. Επίσης, υπήρχε μεγάλος αριθμός εκλογικών περιοχών όπου οι παρατηρητές και οι υποψήφιοι ξεπερνούσαν τους ψηφοφόρους.
Σε σχετικό ρεπορτάζ των «New York Times» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «σε ένα εκλογικό κέντρο στην πόλη Κουντούζ, δημοσιογράφοι και παρατηρητές παρακολουθούσαν καθώς εκπρόσωποι της Ανεξάρτητης Εκλογικής Επιτροπής και υποστηρικτές κάποιων υποψήφιων έκλεισαν για δύο ώρες τις πόρτες και γέμιζαν οι ίδιοι τις κάλπες».
Παράλληλα, σημειώθηκε μπαράζ επιθέσεων από τους Ταλιμπάν σ’ όλη τη χώρα. Στην Κανταχάρ, για παράδειγμα επικρατούσε χάος όλη την ημέρα των εκλογών, με εκρήξεις και πυροβολισμούς συνεχώς. Ακόμη και η αυτοκινητοπομπή του τοπικού κυβερνήτη χτυπήθηκε από βόμβα όταν επιχείρησε να κάνει περιοδεία στα εκλογικά κέντρα. Ο απολογισμός είναι τουλάχιστον 30 νεκροί, από τους οποίους 9 αστυνομικοί και 3 νατοϊκοί στρατιώτες.
Με τα δεδομένα αυτά, δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί ουσιαστικά το όποιο εκλογικό αποτέλεσμα και να αλλάξει το σημερινό πολιτικό σκηνικό. Η κυβέρνηση που θα προκύψει δεν θα είναι σε θέση να παίξει κανένα ουσιαστικό ρόλο, ώστε να δρομολογήσει πολιτικές διαδικασίες που θα ανοίξουν το δρόμο για μια αξιοπρεπή έξοδο των Αμερικάνων από το βάλτο του Αφγανιστάν.
Και ενώ ο Λευκός Οίκος και ο αμερικάνος διοικητής των αμερικανονατοϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, Ντέιβιντ Πετρέους, χαιρετίζουν ως «επιτυχία» και «ισχυρό μήνυμα» προς τους Ταλιμπάν την εκλογική φάρσα, στην προσπάθειά τους να δείξουν ότι σημειώνεται «πρόοδος», ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Gilles Dorronsoro στους «New York Times» (14/9/10), με τον παραπάνω τίτλο, δίνει μια αποκαλυπτική εικόνα της ζοφερής πραγματικότητας που αντιμετωπίζουν. Από το ρεπορτάζ αυτό παραθέτουμε τα πιο χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
«Η δυτική συμμαχία είναι σε τέλμα στο νότο και οι Ταλιμπάν κερδίζουν στο βορρά, εδραιώνουν τον έλεγχό τους στην ανατολή και περικυκλώνουν σιγά σιγά την Καμπούλ.
Οι ΗΠΑ έχουν διαθέσει μεγάλο αριθμό δυνάμεων στο νότο. Τα αμερικάνικα στρατεύματα σχεδίαζαν να δείξουν τις δυνατότητες της νέας στρατηγικής ενάντια στην εξέγερση με μια πρώτη επιτυχία στη Μάρτζα. Αντί γι’ αυτό, η περιοχή παραμένει ασταθής και ανασφαλής μήνες από τότε που άρχισε η μεγάλη επίθεση. Αυτό καθυστέρησε τα σχέδια να κινηθούν επιθετικά εναντίον της Κανταχάρ, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του Αφγανιστάν.
Εχοντας συγκεντρώσει το μεγάλο όγκο των δυνάμεών της στο νότο, η συμμαχία δεν μπορεί να περιορίσει τους Ταλιμπάν σε άλλα μέρη της χώρας.
Οταν ταξίδεψα την άνοιξη στο Αφγανιστάν, ήταν ήδη ολοφάνερο ότι οι Ταλιμπάν κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος. Οι συνθήκες ασφάλειας συνεχίζουν να επιδεινώνονται. Αυτό το καλοκαίρι, όταν επέστρεψα μόνο λίγους μήνες αργότερα, η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη.
Ο έλεγχος του νότου από τους Ταλιμπάν είναι προφανής στην αδυναμία των αμερικάνικων στρατευμάτων να αποκτήσουν κάποιο έλεγχο πέρα από τις βάσεις τους. Τους παίρνει ώρες απλά για να κινηθούν μερικές εκατοντάδες μέτρα έξω από την περίμετρο των βάσεων κατά τις περιπολίες. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν καμιά επαφή με τον πληθυσμό και δεν μπορούν να οικοδομήσουν ισχυρούς δεσμούς με τοπικές ομάδες.
Ενώ υπάρχει ακόμη ασφάλεια στην Καμπούλ, αισθάνεσαι ότι οι Ταλιμπάν σφίγγουν τον κλοιό γύρω από την πρωτεύουσα. Είναι επικίνδυνο να φύγεις με αυτοκίνητο από την πόλη. Οι Ταλιμπάν έχουν στήσει μπλόκα στους δρόμους, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες για τους ξένους να συλληφθούν, ενώ ακόμη χειρότερη μοίρα πιθανόν περιμένει τους αφγανούς αξιωματούχους.
Στις περιοχές όπου οι συγκρούσεις είναι πιο έντονες, ο πληθυσμός είναι βασικά με το μέρος των ανταρτών. Οι Ταλιμπάν είναι πιο επιθετικοί από ποτέ. Σκοτώνουν συστηματικά τους Αφγανούς που εργάζονται με τη συμμαχία.
Ακόμη χειρότερα, η έλλειψη μεταρρυθμίσεων και μια αναποτελεσματική πολιτική ενάντια στη διαφθορά αφήνουν τη συμμαχία να πολεμά για μια διεφθαρμένη κυβέρνηση χωρίς καθόλου λαϊκή υποστήριξη….
Το 80% του Αφγανιστάν έχει μείνει χωρίς καμιά κρατική δομή. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κανείς αξιόπιστος αφγανός εταίρος με τον οποίο να δουλέψουν οι ΗΠΑ. Και όπου η κυβέρνηση έχει χάσει τον έλεγχο και η αμερικανονατοϊκή συμμαχία χάνει, οι Ταλιμπάν καλύπτουν το κενό. Ως η μόνη ουσιαστική δύναμη σε πολλές περιοχές, οι Ταλιμπάν αρχίζουν να χτίζουν ένα σκιώδες κράτος. Οι υπηρεσίες τους είναι περιορισμένες αλλά αποτελεσματικές, και η κυβέρνηση της Καμπούλ δεν φαίνεται πουθενά.
Ενα εντυπωσιακό παράδειγμα είναι ότι οι διεθνείς Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις εργάζονται όλο και περισσότερο απευθείας με τους Ταλιμπάν. Οι ΜΚΟ διαπραγματεύονται απευθείας με τους ηγέτες των Ταλιμπάν για να εξασφαλίσουν πρόσβαση στον αφγανικό πληθυσμό και να υλοποιήσουν τα προγράμματά τους. Η διαδικασία έχει γίνει τόσο τυποποιημένη, ώστε οι διεθνείς ομάδες τώρα περιμένουν να πάρουν ένα χαρτί με τη σφραγίδα και την υπογραφή των Ταλιμπάν, που περιγράφει συνοπτικά τις άδειες που χορηγούνται.
Η συμμαχία δεν θα νικήσει αυτή τη συνεχώς ενισχυόμενη εθνική εξέγερση….
Είναι ανάγκη οι ΗΠΑ να αρχίσουν να βλέπουν την πραγματικότητα και να ξεκινήσουν να διαπραγματεύονται με τους Ταλιμπάν πριν να είναι πολύ αργά. Οσο περισσότερο καθυστερεί η Ουάσιγκτον να επανεξετάσει τη στήριξή της σε μια στρατιωτική λύση, τόσο χειρότερα θα γίνονται τα πράγματα και τόσο λιγότερο θα είναι πρόθυμοι οι Ταλιμπάν να διαπραγματευτούν».