Λίβυος με διπλή υπηκοότητα –λιβυκή και αμερικάνικη– είναι ο νέος πρωθυπουργός του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου, ο οποίος αντικατέστησε τον Μαχμούντ Τζιμπρίλ, ύστερα από την παραίτησή του μετά την πτώση της Σύρτης και την «απελευθέρωση» της χώρας. Ο Αμπντέλ Ραχίμ ελ Κεΐμπ, ο οποίος έχει διδάξει ως καθηγητής για πολλά χρόνια σε διάφορα αμερικάνικα πανεπιστήμια, έχει στενούς δεσμούς με επίσημους φορείς του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Σύμφωνα με το ιστοσελίδα Antiwar (1/11), την επιστημονική έρευνα του Κεΐμπ έχουν χρηματοδοτήσει, μεταξύ άλλων, το αμερικάνικο υπουργείο Ενέργειας, το Εθνικό Ιδρυμα Επιστημών κ.ά. Με την αντικατάσταση του μη αποδεκτού πλέον Μαχμούντ Τζιμπρίλ από έναν τεχνοκράτη ενισχύεται η θέση των Αμερικάνων έναντι των υπόλοιπων ιμπεριαλιστών στο μοίρασμα της πίτας της ανοικοδόμησης και της εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου της χώρας.
Η τοποθέτηση του Κεΐμπ στην πρωθυπουργία της Λιβύης έρχεται λίγες μέρες μετά τις δηλώσεις του οικονομολόγου Αχμέντ αλ Ναγγάρ από το Αιγυπτιακό Κέντρο Στρατηγικών και Πολιτικών Σπουδών Αλ Αχράμ, ότι η καταστροφή των υποδομών της βιομηχανίας εξόρυξης πετρελαίου από τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς ήταν προσχεδιασμένη από το ΝΑΤΟ, ώστε η λιβυκή πετρελαιοβιομηχανία να είναι εξαρτημένη από ξένες επενδύσεις προκειμένου να λειτουργήσει μετά το τέλος του πολέμου.
Μετά την πτώση της Σύρτης και το «τέλος» του πολέμου, αυξάνονται συνεχώς οι συγκρούσεις μεταξύ ενόπλων ομάδων των αντικανταφικών. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times (1/11), τη Δευτέρα 31 Οκτωβρίου, ένοπλες ομάδες από τη Ζιντάν και τη Μισράτα συγκρούστηκαν μεταξύ τους στο αεροδρόμιο της Τρίπολης με αποτέλεσμα τρεις νεκρούς. Σε άλλο σημείο της πόλης, κοντά σ’ ένα νοσοκομείο, ένοπλη σύρραξη μεταξύ αντικανταφικών άφησε πίσω της ένα νεκρό και πέντε τραυματίες. Στη Σύρτη ένοπλες ομάδες από τη Μισράτα και τη Βεγγάζη συγκρού-στηκαν μεταξύ τους για το μοίρασμα του πλιάτσικου που γίνεται στην πόλη, μετά την πτώση της στα χέρια του νέου καθεστώτος.
Τέτοια γεγονότα δείχνουν τον κατακερματισμό των αντικανταφικών και την έλλειψη κεντρικής εξουσίας παρά την ενίσχυση του ΕΜΣ από το ΝΑΤΟ και την αναγόρευσή του σε ντε φάκτο κυβέρνηση της χώρας. Οι διάφορες μιλίτσιες λειτουρ- γούν αυτόνομα και ελέγχονται από τα τοπικά στρατιωτικά συμβούλια των περιοχών από τις οποίες προέρχονται. Τα συμβούλια παίζουν το ρόλο τοπικής διακυβέρνησης των πόλεων στις οποίες ανήκουν. Επί της ουσίας, το ΕΜΣ ασκεί την εξουσία στη Βεγγάζη, η οποία είναι η πόλη-προπύργιό του, ενώ στην Τρίπολη την εξουσία ασκεί κυρίως το στρατιωτικό συμβούλιο της πόλης, το οποίο πρόσκειται στους ισλαμιστές.
Αυτή η κατάσταση οδηγεί το ΕΜΣ να επιδιώκει τον αφοπλισμό των πολιτοφυλακών και το σχηματισμό εθνικού στρατού υπό τη διοίκησή του, κάτι που συναντά την έντονη αντίδραση των άλλων πόλων εξουσίας. Εκπρόσωποι Τύπου των ισχυρότερων τοπικών συμβουλίων της χώρας δηλώνουν, σύμφωνα με άρθρο των New York Times (1/11), ότι θα διατηρήσουν τις ένοπλες ομάδες τους τουλάχιστον μέχρι την εκλογή νέας κυβέρνησης και τη σύνταξη νέου συντάγματος. Εκπρόσωπος τύπου του ΕΜΣ δήλωσε ότι «κανείς δεν θέλει να παραδώσει τα όπλα του τώρα, ενώ πολλές φυλές και πόλεις συγκεντρώνουν οπλισμό για παν ενδεχόμενο».
Παράλληλα, οι θύλακες κανταφικών στις περισσότερες πόλεις παραμένουν. Ειδικότερα σε πόλεις όπως η Μπάνι Ουαλίντ, όπου μετά την κατάληψή της από τους πρώην αντικαθεστωτικούς ο ντόπιος πληθυσμός υπέστη πλιάτσικο, εξευτελισμούς και εκδικητικές δολοφονίες, ακόμη και οι κάτοικοι που κράτησαν ουδέτερη στάση τώρα έχουν στραφεί εναντίον τους. Κάτοικος της περιοχής δήλωσε στο γαλλικό πρακτορείο AFP: «Σταματήσαμε να πολεμάμε μόλις ξεμείναμε από πυρομαχικά. Μετά ασφαλίσαμε το μονοπάτι για να φύγουν οι εθελοντές από άλλες περιοχές. Οι περισσότεροι κάτοικοι της πόλης έκρυψαν τα όπλα που έχουν και έμειναν σπίτι. Αλλοι πήγαν με τους αντάρτες (σ.σ. κανταφικοί)». Ενοπλες συγκρούσεις μικρής κλίμακας μεταξύ υποστηρικτών του Καντάφι και αντικανταφικών συμβαίνουν καθημερινά στα περίχωρα της πόλης.
Παράλληλα, βγαίνει στην επιφάνεια σταδιακά η αντιπαλότητα μεταξύ των διάφορων φυλών, οι οποίες φτάνουν τις 140, από τις οποίες τουλάχιστον οι 30 είναι αρκετά πολυπληθείς. Εκτός από τις αντιθέσεις μεταξύ των διάφορων φυλών, υπάρχουν και οι αντιθέσεις μεταξύ των δύο κυρίαρχων εθνοτικών ομάδων, των Αράβων και των Βέρβερων. Ο Καντάφι είχε καταφέρει κατα τη διάρκεια της εξουσίας του, με διάφορους τρόπους, να περιορίσει αυτή την αντιπαλότητα, είτε με χρηματισμό είτε με καταστολή. Μετά την πτώση του Καντάφι, αυτή η αντιπαλότητα επανέρχεται στο προσκήνιο, παίζοντας αποσταθεροποιητικό ρόλο. Σ’ όλα αυτά πρόστίθεται η διαμάχη μεταξύ κοσμικών και ισλαμιστών εντός του στρατοπέδου των πρώην αντικαθεστωτικών, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τη ρευστότητα της κατάστασης στη χώρα.