Στο προηγούμενο φύλλο, με αφορμή τις «αναπτυξιακές» εκκλήσεις των ηγετών των G8, παρουσιάσαμε ορισμένα στοιχεία από την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ, από τα οποία φαίνεται ξεκάθαρα ότι η αύξηση των πωλήσεων στις ανεπτυγμένες χώρες βασίστηκε στην αλματώδη αύξηση του χρέους των νοικοκυριών, που μέσα σε μία 20ετία (1995-2007) στον πυρήνα της Ευρωζώνης (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) εκτινάχτηκε από το 73% στο 93% του διαθέσιμου εισοδήματος και στις ΗΠΑ από το 92% στο 140%. Η κρίση, που αποκαλύφτηκε με αφορμή την κατάρρευση των στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου στις ΗΠΑ το 2008 και ξέσπασε με απίστευτη βιαιότητα στις αρχές του 2009, ήταν χειρότερη από τις προηγούμενες. Αδιάψευστος μάρτυρας οι καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών, που έπειτα από κάθε κρίση αυξάνονται με όλο και πιο αργούς ρυθμούς, όπως φάνηκε από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, που παρουσιάζουν την εξέλιξη των δαπανών αυτών μετά από τις τρεις τελευταίες μεγάλες οικονομικές κρίσεις (1980, 1991, 2009).
Από τη στιγμή που η κρίση είναι δεδομένη και κανένας δεν μπορεί να την αμφισβητήσει, το ζήτημα που τίθεται είναι ποιος δρόμος θ’ ακολουθηθεί για την έξοδο απ’ αυτή. Τον τελευταίο καιρό λέγονται και γράφονται πολλά για το «νέο άνεμο» που φυσάει στην Ευρώπη, τον άνεμο της «ανάπτυξης». Η «ανάπτυξη» αναγορεύεται σε φάρμακο διά πάσαν νόσον και φυσικά κανείς δεν διανοείται να θέσει το κρίσιμο ερώτημα: Ανάπτυξη για ποιόν;
Ανάπτυξη για ποιον;
Το ερώτημα μόνο ρητορικό μπορεί να είναι, αφού και οι ίδιοι οι ιθύνοντες των διάφορων οικονομικών οργανισμών σπεύδουν να κάνουν ολοένα και πιο ξεκάθαρο το πρόσωπο της «ανάπτυξης», σε αντίθεση με τους πολιτικούς διαχειριστές των συμφερόντων της κεφαλαιοκρατίας, που εξακολουθούν να ψαρεύουν σε θολά νερά. Αν νομίζετε ότι μόνο το κακόφημο ΔΝΤ επιβάλλει αντιλαϊκά μέτρα, κάνετε λάθος. Μια ματιά στην τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, διεθνής οργανισμός των «ανεπτυγμένων» χωρών, που ιδρύθηκε το 1961) για την «ανάπτυξη», θα πείσει και τον πιο δύσπιστο για το πώς την καταλαβαίνουν οι γιάπηδες του κεφαλαίου.
Παρακάτω θα επιχειρήσουμε να… μεταφράσουμε τη γλώσσα με την οποία με τόση επιμέλεια οι οικονομικές εκθέσεις προσπαθούν ν’ απαλύνουν τις εντυπώσεις για το άγριο πογκρόμ κατά της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο, στο όνομα της «ανάπτυξης». Στην περίπτωση της έκθεσης του ΟΟΣΑ δε θα κουραστού-με καθόλου με τη… μετάφραση, γιατί οι άνθρωποι είναι αρκετά συγκεκριμένοι (περισσότερο από όσο μπορεί να φανταστεί κανείς).
Προς νέο Μεσαίωνα
Στο Μεσαίωνα τα χειρότερα εγκλήματα έγιναν στο όνομα της χριστιανικής πίστης, τώρα γίνονται στο όνομα της ανάπτυξης. Ο συλλογισμός είναι απλός. Τι είναι αυτό που βάζει φρένο στην «ανάπτυξη»; Δύο είναι τα κύρια προβλήματα, σύμφωνα με τα παπαγαλάκια του κεφαλαίου. Η διόγκωση του χρέους στον δημόσιο τομέα και οι «αγκυλώσεις» στην αγορά εργασίας. Για το πρώτο φταίει το «σπάταλο κράτος» που μοιράζει λεφτά στον κάθε… κακομοίρη και για το δεύτερο η «δογματική» προσήλωση στα «κεκτημένα» που παρουσιάζονται ούτε λίγο ούτε πολύ σαν το μεγαλύτερο κακό για την ανθρωπότητα μετά το… προπατορικό αμάρτημα! Ολ’ αυτά πρέπει να κοπούν, για να περισσέψει κρατικό παραδάκι που προορίζεται για τις τσέπες των μόνων παραγωγικών τάξεων που αναγνωρίζει η καπιταλιστική κοινωνία: των καπιταλιστών (τραπεζιτών, βιομηχάνων, μεγαλεμπόρων).
Ας δούμε, όμως, ποια είναι τα προαπαιτούμενα για την «ανάπτυξη», όπως τα αντιλαμβάνεται ο ΟΟΣΑ στην έκθεση με τίτλο «Economic Policy Reforms 2012 – Going for Growth» (Μεταρρυθμίσεις Οικονομικής Πολιτικής 2012 – Βαδίζοντας προς την Ανάπτυξη). Στο πρώτο κεφάλαιο της έκθεσης αυτής, με τίτλο «Δομικές μεταρρυθμίσεις στον καιρό της κρίσης», ο ΟΟΣΑ δε μασάει τα λόγια του. Προκαλώντας ασύστολα, οι συγγραφείς της έκθεσης μας καλούν να πούμε και ευχαριστώ στην κρίση, γιατί λειτούργησε σαν καταλύτης για δομικές μεταρρυθμίσεις, ειδικά στις χώρες του ΟΟΣΑ, στις οποίες τέτοιες μεταρρυθμίσεις «ήταν περισσότερο αναγκαίες». Τι εννοούν, όμως, με τον όρο «δομικές μεταρρυθμίσεις»;
Τα πάνω κάτω
Μια γεύση των μεταρρυθμίσεων αυτών δίνουν οι «προτεραιότητες» που κατά την έκθεση θα πρέπει ν’ ακολουθήσουν πιστά τα κράτη. Με μια πρώτη ματιά, οι προτεραιότητες αυτές δεν φαίνονται κακές: «ενεργές πολιτικές εργασίας για τη μείωση της ανεργίας», «φορολογικές μεταρρυθμίσεις φιλικές προς την ανάπτυξη». Φράσεις που ακούγονται όμορφα στ’ αυτί, ιδιαίτερα όταν πλασάρονται με «καλές προθέσεις». Οταν όμως τα πράγματα γίνονται συγκεκριμένα, οι προτεραιότητες για την ανάπτυξη αποκαλύπτουν το πραγματικό τους πρόσωπο. Οπως για την περίπτωση της Ελλάδας που η έκθεση κάνει τις εξής συστάσεις, αναλύοντας ταυτόχρονα το τι έχει γίνει για την εκπλήρωση της κάθε μιας. Αναφέρουμε επιγραμματικά ορισμένες από τις συστάσεις αυτές:
1. Ενίσχυση της συμμετοχής των ηλικιωμένων εργατών στο εργατικό δυναμικό, μέσω ασφαλιστικής μεταρρύθμισης που θα στοχεύει μεταξύ άλλων στον περιορισμό των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων.
2. Μείωση των διαφορών στην «ακαμψία» της εργατικής νομοθεσίας που προστατεύει την εργασία, προφανώς σε βάρος των εργατών που «προστατεύονται» περισσότερο. 3. Μείωση των εμποδίων στην είσοδο νέων εργαζομένων, μέσω μείωσης του «μεγάλου κόστους εργασίας»! Στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας, η έκθεση του ΟΟΣΑ συστήνει την «ενθάρρυνση» των «εκτοπισμένων εργατών» να «επανεκπαιδευτούν» για να επιστρέψουν στη δουλειά (που δεν υπάρχει…) και «μεταρρυθμίσεις στα επιδόματα ανεργίας, υπό το πρίσμα της προαγωγής των κινήτρων για εργασία». Δηλαδή, μετατροπή τους σε «φιλανθρωπικά βοηθήματα», για ν’ αναγκαστεί ο άνεργος να δεχτεί οποιαδήποτε δουλειά, ακόμα και με τις χειρότερες συνθήκες αμοιβής και εργασίας, για να μπορέσει να επιβιώσει.
Παρουσιάζοντας τα μέτρα που έχουν υλοποιηθεί ή νομοθετηθεί στις διάφορες χώρες, η έκθεση του ΟΟΣΑ δε διστάζει να τα χαιρετίσει, αναφέροντας ότι πολλά απ’ αυτά (ιδιαίτερα στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία) αποτελούν προτάσεις του ΟΟΣΑ και να υποστηρίξει ότι από τις χώρες που ήταν πιο δραστήριες στην υλοποίηση των προτεραιοτήτων τους από το 2007 «αυτές που είχαν την περισσότερη ανάγκη μεταρρυθμίσεων –δηλαδή αυτές με τα χαμηλότερα επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2007– έχουν ανταποκριθεί περισσότερο στις προτεραιότητες του Going for Growth (σ.σ. της κατεύθυνσης του ΟΟΣΑ, δηλαδή) κατά μέσο όρο, όπως φαίνεται για παράδειγμα στις περιπτώσεις της Ελλάδας, της Ουγγαρίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Πολωνίας και της Πορτογαλίας».
Οι συντάκτες της έκθεσης δεν διστάζουν να χαιρετίσουν τη μείωση της… γενναιοδωρίας των ασφαλιστικών επιδομάτων στην Ελλάδα (!), ενώ συστήνουν τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης με «μετατόπιση του φορολογικού βάρους προς φορολογικές βάσεις που θα είναι λιγότερο επώδυνες για την εργασία και την ανάπτυξη, όπως ακίνητη περιουσία, κατανάλωση και περιβαλλοντικοί φόροι».
Ιδιαίτερη μνεία κάνει η έκθεση και στη μερική απασχόληση, επισημαίνοντας ότι «τέτοια σχήματα μπορεί να λειτουργήσουν καλύτερα και αποτελεσματικότερα αν εφαρμοστούν στο περιβάλλον των μισθολογικών διαπραγματεύσεων που επιτρέπουν σε ξεχωριστές επιχειρήσεις περισσότερες παρεκκλίσεις (όπως την επιλογή εξαιρέσεων) στην εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων, αφού αυτό θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη ευελιξία στον καθορισμό των εργασιακών συνθηκών κατά τη διάρκεια λειτουργίας αυτών των σχημάτων»! Οι καπιταλιστές, δηλαδή, να έχουν παραθυράκια να κάνουν κουρέλι τις συλλογικές συμβάσεις, για να χρησιμοποιούν κατά βούληση την εργατική δύναμη, αδιαφορώντας φυσικά για το αν οι μερικά απασχολούμενοι θα μπορέσουν να επιβιώσουν ή θα ζουν άθλια μόνο και μόνο για να «βγει η παραγωγή».
Με τέτοιες προϋποθέσεις δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ποιον θα ωφελήσει η «ανάπτυξη», όταν επιστρέψει. Πώς θα γίνει αυτό κανείς δεν ξέρει. Απλά, κάποιοι σπεκουλάρουν με την ιδέα της «κοινοτικής αλληλεγγύης», που ακούει στο όνομα «ευρωομόλογα».
Κερασάκι στην τούρτα
Η συζήτηση για τα «ευρωομόλογα» ξεκίνησε το Μάη του 2010 με άρθρο δύο οικονομολόγων (Jakob von Weizsäcker και Jacques Delpla), σύμφωνα με τους οποίους η λύση της «κρίσης χρέους» στην Ευρώπη απαιτεί τη χρησιμοποίηση ενός μίγματος των κλασικών κρατικών ομολόγων και κοινών ευρωομολόγων, με τα δεύτερα ν’ αντιστοιχούν σε τμήμα του κρατικού χρέους ίσο με το 60% του ΑΕΠ των ευρωπαϊκών χωρών (δηλαδή, ίσο με το ποσοστό του χρέους που θεωρείται ανεκτό σύμφωνα με τη συνθήκη του Μάαστριχτ). Ετσι, ένα μέρος του κρατικού χρέους θα καλύπτεται από ομόλογα με κοινή εγγύηση των χωρών της Ευρωζώνης, πράγμα όμως που απαιτεί αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Συνθήκης που απαγορεύει κάτι τέτοιο.
Ενάμιση χρόνο μετά, η Κομισιόν αντιπρότεινε την έκδοση «ομολόγων σταθερότητας», για την εξασφάλιση της οικονομικής σταθερότητας στη ζώνη του ευρώ. Στο «πράσινο χαρτί» που εξέδωσε η Κομισιόν (COM(2011) 818 final – 23/11/11) εξεταζόταν η έκδοση ομολόγων για την καθημερινή χρηματοδότηση των κεντρικών κυβερνήσεων της ζώνης του ευρώ. Δε θ’ αναφερθούμε στις τεχνικές λεπτομέρειες που αναλύονται στο έγγραφο. Αλλωστε, το έγγραφο αυτό δεν ήταν δεσμευτικό για κανέναν, αλλά αποτελούσε μια πρώτη διερεύνηση των δυνατοτήτων και των εναλλακτικών σεναρίων για τη χρηματοδότηση των κυβερνήσεων. Αυτό που έχει σημασία είναι ποιες ήταν οι προϋποθέσεις της έκδοσης των ομολόγων αυτών. Αυτές αναφέρονται ρητά στη σελίδα 4 του εγγράφου: «Οποιοδήποτε είδος Ομολόγων Σταθερότητας θα πρέπει να συνοδεύεται από μια ουσιαστικά ενισχυμένη οικονομική επιτήρηση και πολιτικό συντονισμό ως θεμελιώδες συμπλήρωμα, ώστε ν’ αποφευχθεί ο ηθικός κίνδυνος και να εξασφαλιστούν ανεκτά δημόσια οικονομικά».
Στην οικονομική γλώσσα «ηθικός κίνδυνος» σημαίνει ανάληψη υπερβολικού ρίσκου εξαιτίας κόστους που δεν προέρχεται απ’ αυτόν που αναλαμβάνει τον κίνδυνο. Ετσι, τα ευρωομόλογα ή τα «ομόλογα σταθερότητας», ακόμα κι αν αποφασιστεί να εκδο- θούν, θ’ αποτελούν το κερασάκι στην τούρτα της αυστηρής επιτήρησης. Στην ουσία, δεν διαφέρουν και πολύ από την τωρινή κατάσταση, που οι κυβερνήσεις των χωρών με μεγάλο δημοσιονομικό πρόβλημα (όπως η Ελλάδα) χρηματοδοτούνται από το μηχανισμό στήριξης, οι δόσεις όμως εξαρτώνται από το κατά πόσο θα εφαρμοστούν κατά γράμμα τα αντιλαϊκά προγράμματα λιτότητας που σχεδιάζονται από την τρόικα. Η διαφορά είναι ότι σε περίπτωση έκδοσης τέτοιων ομολόγων το χρέος των ευρωπαϊκών χωρών «ενοποιείται», πράγμα που με τίποτα δε θέλει η Γερμανία, για λόγους που χαρακτηριστικά επισημαίνουν οι Financial Times Deutscheland (αναδημοσίευση από το Spiegel, 25/5/12): «Οι Γερμανοί εξακολουθούν να κερδίζουν από την κρίση μέσω γελοιωδώς χαμηλών επιτοκίων που υπάρχουν μόνο και μόνο επειδή οι άλλες χώρες του ευρώ είναι σε κρίση και όλοι προστρέχουν στα γερμανικά ομόλογα. Αυτό, όμως, δε θα κρατήσει για πολύ, όπως δείχνουν τα πτωτικά οικονομικά δεδομένα. Αν η καγκελάριος δεν σταματήσει σύντομα, η γερμανική οικονομία θα δει τον ευατό της μέσα στην κρίση».
Για την ώρα η Γερμανία δεν μετακινείται από την άρνησή της για κοινή εγγύηση του χρέους των κυβερνήσεων, χαρακτηρίζοντας τα ευρωομόλογα ως «λάθος συνταγή, σε λάθος χρόνο, με λανθασμένες παράπλευρες επιπτώσεις», όπως δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας. Αντί των ομολόγων αυτών, ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας αντιπρότεινε έναν άλλο τύπο ευρωομολόγων. Στο ντιμπέιτ που είχε με τον Σαρκοζί πριν τις εκλογές (Le Monde, 3/5/12), ο Ολάντ συγκεκριμενοποίησε αυτό που πλανιόταν στον αέρα, εμφανίζοντας ως πρώτο σημείο το «να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε επιτέλους αυτά τα ευρωομόλογα, αυτή την ικανότητα δανεισμού που θα έπρεπε να δοθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση για να χρηματοδοτήσει έργα υποδομών, έργα εξοικονόμησης ενέργειας, έργα βιομηχανικά».
Λεφτά για τους καπιταλιστές θέλει ο Ολάντ και όχι για τους… συνταξιού-χους που… επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Γι’ αυτό σπεύδει και ο ίδιος να επισημάνει, ότι σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα θα πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, δηλαδή να εφαρμόσει κατά γράμμα όσα Μνημόνια υπογράφτηκαν και αυτά που πρόκειται να υπογραφούν. Τέτοια λεφτά δεν αποκλείεται να πέσουν στο τραπέζι (τα ομόλογα «έργου» δεν τα αποκλείει πλέον ούτε η Γερμανία, κάνοντας μια κίνηση συμβιβασμού με τη Γαλλία), αν και για την ώρα το παζάρι συνεχίζεται και σ’ αυτό το μέτωπο και μέχρι στιγμής μόνο 230 εκατ. ευρώ έχει ανακοινωθεί ότι θα εκδο- θούν πιλοτικά με τη μορφή «ομολόγων έργων». Ποσό εντελώς γελοίο, αν το συγκρίνουμε ακόμα και με το πολυκουτσουρεμένο Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων στην Ελλάδα, που φτάνει τα 577 εκ. ευρώ (για το 2012)! Δηλαδή, το ποσό που αποφάσισαν για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης δεν φτάνει ούτε στο μισό του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων της Ελλάδας!
Το ερώτημα που τίθεται είναι ένα. Μπορούν τα οποιαδήποτε ομόλογα να εξασφαλίσουν το ξεπέρασμα της κρίσης στην Ευρώπη (έστω και σε βάρος των εργαζομένων); Αυτό θα επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε στο επόμενο φύλλο, κάνοντας ταυτόχρονα μια γενική παρουσιάση της κατάστασης του πιστωτικού συστήματος στην Ευρώπη, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών.
Κώστας Βάρλας