Ο λόγος που οδήγησε σ’ αυτή την απόφαση ήταν έρευνα των δικαστικών αρχών του κρατιδίου, η οποία μετά από τη μελέτη δεκάδων φακέλων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εκτός από τους οπαδούς, «η διοίκηση, οι παίχτες, αλλά και οι εργαζόμενοι, ήταν άμεσα συνδεδεμένοι, είτε ως ενεργά μέλη είτε ως συμπαθούντες, σε νέο-ναζιστικές ομάδες». Η αναφορά στην είδηση συνοδευόταν από θετικά σχόλια για τη γερμανική δικαιοσύνη. Κατεβλήθη προσπάθεια να πειστούν οι φίλαθλοι ότι το γερμανικό κράτος προσπαθεί με έμπρακτο τρόπο να περιορίσει τη δράση των νεοναζιστικών συμμοριών στις εξέδρες των γηπέδων. Σε ορισμένα δημοσιεύματα είχαμε και μπηχτές προς την ΟΥΕΦΑ, που αρκείται σε σποτάκια και επικοινωνιακές κινήσεις κατά του ρατσισμού και των νεοναζί και δεν παίρνει δραστικά μέτρα για να αντιμετωπίσει τη δράση τους.
Η στήλη δε νομίζει ότι θα δυσκολευτεί για να αποδείξει την υποκρισία της γερμανικής δικαιοσύνης. Καταρχάς, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αστική δημοκρατία στη Γερμανία έχει ένα συλλογικό αίσθημα ενοχής απέναντι στο ναζισμό που έχει συνδεθεί με τρομακτικά δεινά για τη Γερμανία, γι’ αυτό και προσπαθεί να περιορίσει τη δράση των νεοναζί (δεν τους έχει κι ανάγκη, άλλωστε). Οι καπιταλιστές θα ήθελαν τους νεοναζί σαν δύναμη κρούσης εναντίον του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, στην περίπτωση που δε θα κατάφερναν να το αντιμετωπίσουν στο πεδίο της ταξικής πάλης. Μέχρι να υπάρξει τέτοια συνθήκη, όπως στο Μεσοπόλεμο, οι νεοναζιστικές συμμορίες θα πρέπει να είναι στο «σκοτάδι» και όχι στο φως.
Η οικονομική κρίση είναι ο βασικός λόγος που έχει οδηγήσει σε έξαρση τα κρούσματα ποδοσφαιρικής βίας από οργανωμένες νεοναζιστικές συμμορίες, ιδιαίτερα στο κομμάτι της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Δε νομίζουμε ότι υπάρχει κάποιος που να πιστεύει ότι η γερμανική αστική δικαιοσύνη έχει λόγους να αντιταχθεί στα σχέδια εξαθλίωσης του γερμανικού λαού και της νεολαίας.
Το τρίτο στοιχείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας είναι το δόγμα του «NO Politica», που προσπαθούν να επιβάλουν τα τελευταία χρόνια η ΦΙΦΑ και η ΟΥΕΦΑ στις εξέδρες των γηπέδων και το οποίο αναγκάζει να ληφθούν μέτρα κατά της δράσης των νεοναζί. Εχουμε γράψει αρκετές φορές στο παρελθόν, ότι η εμπορική εκτόξευση της μπίζνας που λέγεται ποδόσφαιρο προσπαθεί να αποκόψει το άθλημα από οποιαδήποτε κοινωνική και πολιτική διάσταση και να μετατρέψει τους φιλάθλους και τους οπαδούς σε θεατές που θα πληρώνουν ένα εισιτήριο για να δουν ένα όμορφο ποδοσφαιρικό θέαμα. Συνεπώς, η απαγόρευση της δράσης των νεοναζιστικών συμμοριών είναι αναγκαία, ιδιαίτερα όταν αυτοί δεν αρκούνται σε «πολιτικά μηνύματα» μέσω πανό ή ανακοινώσεων, αλλά προσπαθούν να επιβληθούν και με έμπρακτο τρόπο, ανοίγοντας κεφάλια διαιτητών και αντίπαλων οπαδών.
Ως γνωστόν, η δράση γεννάει αντίδραση και τα νεοναζιστικά καθάρματα συνήθως παίρνουν σκληρή απάντηση και τσακίζονται από τους αντιφασίστες οπαδούς των ομάδων. Η ΦΙΦΑ και η ΟΥΕΦΑ με την εφαρμογή του «ΝΟ Politica» έχουν πραγματικό στόχο τους αντιφασίστες οπαδούς και τον περιορισμό της δικής τους δράσης στις εξέδρες των γηπέδων, που πλέον είναι ο μοναδικός χώρος που συγκεντρώνεται ένας σημαντικός αριθμός νεολαίων. Η αστική ιδεολογία, ανεξάρτητα από τις εκφράσεις της, από την κοινοβουλευτική διαδικασία μέχρι τις νεοναζιστικές και φασιστικές συμμορίες, μπορεί να διαχέεται και να «δηλητηριάζει» το λαό και τη νεολαία με πολλούς τρόπους και μάλιστα με πολύ καλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με την πολιτική δουλειά στις εξέδρες των γηπέδων. Με το «ΝΟ Politica» προσπαθούν να πετύχουν με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Αφενός να περιορίσουν την πολιτική δράση σε ένα μη προνομιακό για την αστική ιδεολογία χώρο και αφετέρου να δημιουργήσουν «αποστειρωμένες» ποδοσφαιρικές εξέδρες, στις οποίες οι φίλαθλοι-θεατές, πληρώνοντας ένα τσουχτερό εισιτήριο, θα μπορούν να παρακολουθήσουν με την ησυχία τους ένα όμορφο θέαμα.
Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, πίσω από τις «αναλύσεις» και το θαυμασμό του δημοσιογραφικού εσμού για τη γερμανική δικαιοσύνη, να δούμε τη φάκα και όχι το τυρί.