Μιλώντας με αστικούς κοινοβουλευτικούς όρους, η συζήτηση που έγινε στη Βουλή την περασμένη Τετάρτη επί των κυβερνητικών μέτρων «αντιμετώπισης της ακρίβειας» εξελίχθηκε σε Βατερλό του Μητσοτάκη. Μιλώντας με όρους πραγματικής πολιτικής, Μητσοτάκης και Τσίπρας έδωσαν ένα αποπροσανατολιστικό σόου με επίκεντρο το «κυνήγι της κερδοσκοπίας».
Ο Μητσοτάκης είχε την αγωνία να αποδείξει ότι η κρίση είναι «εισαγόμενη» και γι’ αυτό φταίει «η διεθνής κερδοσκοπία». Επανέλαβε, λοιπόν, ότι «η πολιτική οφείλει να δράσει, ώστε η διεθνής κερδοσκοπία να σταματήσει να ποντάρει στον πόλεμο και η αγορά να επανέλθει στον πραγματικό της ρόλο, που δεν είναι άλλος από το να καθορίζονται οι τιμές με βάση τους κανόνες της προσφοράς και της ζήτησης». Φυσικά, αναφερόμενος στην «πολιτική», δεν εννοούσε την κυβέρνησή του, αλλά «ένα ενιαίο ευρωπαϊκό σχέδιο».
Στο πλαίσιο αυτού του «σχεδίου», πέταξε και το νέο: «Οι τιμές ναι, υπό προϋποθέσεις μπορούν να τεθούν υπό προσωρινό έλεγχο, γιατί αφορούν τελικά τους πολίτες και όχι τις εταιρίες, ενώ και οι τελευταίες έχουν υποχρέωση να καταθέσουν μερίδιο των συγκυριακών τους υπερκερδών για την άρση αυτής της αναταραχής».
Περίμενε ότι ο Τσίπρας θα εγείρει τέτοιο ζήτημα και προσπάθησε να τον προλάβει. Το έκανε και πιο… συγκεκριμένο στη συνέχεια της ομιλίας του: «Θα δρομολογηθεί και ο έλεγχος στα έσοδα των μεγάλων επιχειρήσεων ενέργειας, ώστε να εξεταστεί που υπήρχαν υπερκέρδη τα οποία να οφείλονται στη συγκυρία της διεθνούς αναταραχής. (…) Σας επαναλαμβάνω λοιπόν και σήμερα ότι έχω ήδη δώσει εντολή στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, που είναι ο μόνος αρμόδιος φορέας, να αρχίσει να αναλύει τα στοιχεία όλων των εταιριών ενέργειας από τον περασμένο Οκτώβριο έως σήμερα. Και με βάση το πόρισμα της ΡΑΕ θα κινηθεί η Κυβέρνηση».
Αμέσως, όμως, φρόντισε να υπονομεύσει την υποτιθέμενη δέσμευσή του: «Θέλω να τονίσω ότι δεν είναι μια εύκολη άσκηση. Είναι μια πολύ δύσκολη τεχνικά άσκηση, διότι η τοπική αγορά συνδέεται με την παγκόσμια, με την ευρωπαϊκή αγορά μέσα από πολυδαίδαλες διαδρομές. Δεν προσφέρεται συνεπώς ούτε για εύκολα συνθήματα, απαιτείται τεκμηριωμένη δουλειά. (…) Δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί όταν συμφωνούμε σε κάτι πρέπει να φωνασκείτε. Δεν το καταλαβαίνω! Ολοι σε αυτή την Αίθουσα συμφωνούμε ότι αυτή είναι η σωστή πολιτική. Γιατί λοιπόν φωνάζετε; Πώς θα το κάνουμε αυτό; Θα συγκρίνουμε τα κέρδη με κέρδη προηγούμενων ετών. Και εκεί που θα διαπιστωθούν υπερβάσεις, αυτές θα επιστραφούν στην κοινωνία. Διότι οι πολεμικοί καιροί απαιτούν αλληλεγγύη, απαιτούν μοίρασμα των βαρών. Δεν θα διστάσω λοιπόν ούτε εγώ ούτε το οικονομικό επιτελείο να νομοθετήσουμε έκτακτη εισφορά εκεί που υπάρχουν τέτοια κέρδη. (…) Ομως μιας και μιλάτε για υπερκέρδη, ναι, υπερκέρδη υπάρχουν στην Ελλάδα, αλλά τα μεγάλα υπερκέρδη δεν είναι στις ελληνικές επιχειρήσεις. Τα μεγάλα υπερκέρδη είναι στους πρωτογενείς πωλητές και παραγωγούς φυσικού αερίου. (…) Με άλλα λόγια αυτοί που θησαυρίζουν σήμερα είναι αυτοί που παράγουν φυσικό αέριο, η Ρωσία, οι χώρες που πουλάνε LNG. Εμείς εδώ και στην Ευρώπη, δυστυχώς, είμαστε καταναλωτές και διαμεσολαβητές. Στον βαθμό όμως όπου υπάρχουν υπερκέρδη, αυτά θα φορολογηθούν».
Ο Τσίπρας πιάστηκε από την αναφορά του Μητσοτάκη σε φορολόγηση των «πιθανών υπερκερδών» και του την έπεσε ειδικά πάνω σ’ αυτό, επικαλούμενος την Κομισιόν και άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Τον κατηγόρησε ότι «βγάζετε κάποια χρήματα από το δημόσιο ταμείο -λίγα, λέμε εμείς, αλλά δεν είναι εκεί η διαφορά μας, επαναλαμβάνω- για να επιδοτείτε την αισχροκέρδεια, να αφήνετε αλώβητο τον μηχανισμό παραγωγής αισχροκέρδειας και να έρχεστε να δίνετε ανεπαρκέστατες ενισχύσεις για τον καταναλωτή, ανεπαρκέστατες προφανώς μπροστά στις υπέρογκες αυξήσεις που έχουν ήδη εγγραφεί στα τιμολόγια». Τον κατηγόρησε για καθυστέρηση και για το ότι δεν παρουσίασε καμιά νομοθετική ρύθμιση: «Ηρθατε εδώ και μας είπατε ότι όσοι έχουν υπερκέρδη -τώρα το ανακαλύψατε, σας το λέμε από το Σεπτέμβρη- οφείλουν να καταθέσουν μερίδιο. Οικειοθελώς θα καταθέσουν μερίδιο; Δεν νομοθετείτε εσείς; Δεν είστε κυβερνήτης; Δεν τα βλέπετε αυτά τόσους μήνες;».
Του είπε πως τα στοιχεία υπάρχουν και δείχνουν πως το τελευταίο οχτάμηνο οι εταιρίες, με πρώτη και καλύτερη τη ΔΕΗ, πουλούσαν τη μεγαβατώρα με κέρδος 49 ευρώ, όταν πέρυσι το κέρδος ήταν 2-3 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Και τότε τον κάρφωσε στον πάσαλο της ατίμωσης: «Γιατί με κοιτάτε έτσι; Μιλάμε για 1,4 δισεκατομμύρια και εσείς δίνετε 600 εκατομμύρια για να επιδοτείτε την αισχροκέρδεια!». Μίλησε για τα golden boys που διόρισε η κυβέρνηση στη ΔΕΗ, για το fund που μπήκε τελευταία στο μετοχικό κεφάλαιο της ΔΕΗ και για τους «τρεις ιδιοκτήτες εταιριών ενέργειας που είδαν τους τελευταίους μήνες ουρανοκατέβατα κέρδη».
Πέταξε στα γρήγορα και κάτι για μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του ΦΠΑ (διότι «το κράτος έχει και αυτό υπερκέρδη»), ζήτησε -πάντα σε ρυθμό ξεπέτας- και κατώτατο μισθό 800 ευρώ και επανήλθε σ’ αυτό που είχε επιλέξει να είναι το κύριο θέμα του: «φορολόγηση στα ουρανοκατέβατα κέρδη». Δεν παρέλειψε, μάλιστα, να αναφέρει ότι «επτά χώρες έχουν κάνει αυτό το οποίο σας ζητώ και αρνείστε: Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ρουμανία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο».
Ζεματισμένος ο Μητσοτάκης πήρε το λόγο για ν’ απαντήσει αμέσως. Αφού είπε κάποιες μπούρδες του τύπου «μπορεί να σας έχω γίνει ο προσωπικός σας εφιάλτης, αλλά ο εφιάλτης που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα έρχεται έξω από τα σύνορα», μπήκε στο ζουμί:
«Είπατε ότι υπάρχουν υπερκέρδη 1,4 δισεκατομμύρια. Δεν γνωρίζω από πού προήλθε αυτός ο αριθμός. Δεν είμαι εγώ αρμόδιος να το πω. (…) Οι εισηγμένες επιχειρήσεις ελέγχονται από ορκωτούς ελεγκτές, οι ισολογισμοί τους δημοσιεύονται και πολύ σύντομα θα μπορέσουμε να δούμε ποιος είναι ο ισολογισμός της ΔΕΗ για το 2021 τουλάχιστον (…) δεν μπορούμε να υπερφορολογήσουμε κέρδη πριν αυτά παραχθούν. Πρέπει να τα δούμε, να τα βεβαιώσουμε και στη συνέχεια να τα φορολογήσουμε. (…) Εάν λοιπόν πράγματι η ΔΕΗ έχει σημαντικά κέρδη ως αποτέλεσμα μιας τέτοιας πολιτικής, εγώ σας λέω ότι τα κέρδη αυτά κατά 90% θα φορολογηθούν εκτάκτως από την ελληνική Κυβέρνηση. Εχω σοβαρές αμφιβολίες ότι τα νούμερα θα είναι τέτοια, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν είμαστε αρμόδιοι για να το κρίνουμε. Αρμόδιοι για τις δημοσιευμένες καταστάσεις του 2021 θα είναι οι ορκωτοί ελεγκτές και οι ίδιες οι επιχειρήσεις και τελικά η ΡΑΕ, η οποία θα πρέπει να κάνει μια πολύ δύσκολη τεχνική άσκηση, για να υπολογίσει ποια είναι αυτά τα υπερκέρδη».
Κυριολεκτικά εκτός εαυτού, κατηγόρησε τον Τσίπρα για «λαϊκίστικη χυδαιότητα». Οτι «με μία απλουστευμένη λογική στρίβετε, δείχνετε το δάχτυλο δήθεν σε κάποιους κερδοσκόπους, που μπορεί να υπάρχουν και αν υπάρχουν, όπως σας είπα, θα τα φορολογήσουμε και θα τα πάρουμε πίσω. (…) Σταματήστε λοιπόν, αυτήν τη συζήτηση με τα υπερκέρδη από τη στιγμή που συμφωνήσαμε ότι τα υπερκέρδη ουσιαστικά θα φορολογηθούν εν τω συνόλω, αφού προσδιορίσουμε πόσα είναι».
Για τον Τσίπρα δεν ήταν καθόλου δύσκολο να ξαναπάρει το λόγο και να τον κολλήσει στον τοίχο: «Σήμερα ανακαλύπτετε τα υπερκέρδη. Είναι ένα βήμα. Είναι μια πρόοδος ότι τα ανακαλύπτετε. (…) Να σας δούμε, λοιπόν, εδώ, διότι σήμερα φέρατε μέτρα, αλλά αυτό το 90% που είπατε δεν το φέρνετε στα μέτρα, δεν το φέρνετε ως πρόταση. (…) Το μεγάλο ερώτημα είναι πότε θα το φέρετε. Και το κρίσιμο ερώτημα είναι αν θα έχει αναδρομική ισχύ. Θα μιλάμε για τα κέρδη, τα οποία θα κάνουν από εδώ και στο εξής; Και όλα αυτά τα οποία συνέβησαν όλο το προηγούμενο διάστημα καλώς καμωμένα; Αυτό απαντήστε το στην τριτολογία σας, αν θα κάνετε τριτολογία».
Ο Μητσοτάκης τριτομίλησε και το μόνο που βρήκε να πει είναι πως «θα είναι λάθος να πιστεύουμε ότι σήμερα οποιοσδήποτε προϋπολογισμός, ακόμα και των πιο ισχυρών χωρών στην Ευρώπη, είναι σε θέση να απορροφήσει πλήρως αυξήσεις του κόστους της ενέργειας, όπως αυτές που έχουμε βιώσει τον τελευταίο χρόνο, ειδικά το τελευταίο εξάμηνο και ακόμη πιο έντονα τους τελευταίους μήνες»! Τη φορολογία των υπερκερδών την ξεπέρασε σαν ζήτημα που συμφωνούν όλοι: «Για το ζήτημα των υπερκερδών, χαίρομαι που συμφωνήσαμε. Ξέρετε, είναι λίγο άχαρο μερικές φορές να έχετε γράψει μια ομιλία, να πρέπει να τη διαβάσετε, αλλά να μην έχετε λάβει υπόψη αυτά τα οποία έχω πει εγώ στην πρωτολογία μου. Διότι γράψατε μια πρωτολογία κατηγορώντας με για υπερκέρδη, χωρίς να έχετε ακούσει αυτό που σας είπα, ότι θα φορολογήσουμε τα υπερκέρδη, αφού τα βρούμε πρώτα!».
Την επί της ουσίας απάντηση την έδωσε ο Βαρουφάκης μετά από λίγη ώρα: «Χαίρομαι πολύ που ο ΣΥΡΙΖΑ και -νομίζω- το ΚΙΝΑΛ, αλλά και ο κύριος Πρωθυπουργός, μιλούν πλέον γι’ αυτό που εμείς πρώτοι παρουσιάσαμε στη Βουλή -δεν έχει σημασία αν πρώτοι ή δεύτεροι είμαστε εμείς ή εσείς- για τον φόρο έκτακτης κερδοφορίας στα αρπακτικά, τα ολιγοπώλια όπως τους λέτε εσείς, δηλαδή στους κ. Μυτιληναίο, Περιστέρη, Βαρδινογιάννη και στη ΔΕΗ που δεν είναι δημόσια πλέον».
«Εσείς τι νομίζετε ότι κάνουν οι σπουδαίοι λογιστές αυτής της εταιρίας που έχουν πάρει τη ΔΕΗ αυτή τη στιγμή που άκουσαν τον κύριο Πρωθυπουργό; Εγώ θα σας πω τι θα κάνουν. Δεν θα υπάρξει το περίπου ένα δισεκατομμύριο κέρδος και θα βρουν έναν τρόπο να μην υπάρξει. Αυτή είναι η δουλειά τους. Το έχουν σπουδάσει το άθλημα. Και τότε τι θα κάνετε; Τι φόρο θα τους βάλετε;».
«Αυτή η διαφορά μεταξύ του μηδενικού οριακού κόστους και του τεράστιου, υπέρογκου ποσού που πληρώνουν οι καταναλωτές είτε χονδρικής είτε λιανικής, δεν είναι υπερκέρδος; Αυτό γιατί το αφήνετε να εξελίσσεται, γιατί το αφήνετε να συσσωρεύεται στα λογιστικά βιβλία ιδιωτικών εταιριών, των οποίων οι λογιστές είναι “μανούλες’’, είναι άψογοι στο να το μετατρέπουν σε μηδενικό κέρδος;».
«Η σιγή σας είναι ένοχη. Μιλάω και για τους τρεις σας. Ξέρετε γιατί είναι ένοχη; Διότι από πίσω κρύβεται ο κ. Περιστέρης, κρύβεται ο κ. Λάτσης, κρύβεται ο κ. Βαρδινογιάννης, κρύβεται ο κ. Μυτιληναίος και η CVC, οι οποίοι αυτήν τη στιγμή έχουν υπερκέρδη στη βάση αυτού, με τους λογιστές τους να εξασφαλίζουν ότι ακόμα και να βάλετε έναν έκτακτο φόρο σε πλεονάζοντα κέρδη, δεν θα πληρώσουν και πάρα πολλά».
Παραθέσαμε σκόπιμα αυτήν την εκτενή περιγραφή της κοινοβουλευτικής συζήτησης για να φανεί καθαρά πως γίνεται μια κουβέντα και μια προεκλογικού τύπου αντιπαράθεση επί ενός εδάφους εξαρχής υπονομευμένου. Κάθε συζήτηση περί «αισχροκέρδειας», άλλωστε, είναι υπονομευμένη. Πού τελειώνει το «νόμιμο» και αρχίζει το «αισχρό» κέρδος;
Ο παραγωγικός ιστός του καπιταλισμού έχει τόσα πλοκάμια που κανένας δεν μπορεί να βγάλει άκρη. Δεν θέλουν κιόλας. Οι αστικές κυβερνήσεις, κάθε χρώματος, λειτουργούν για να υπηρετούν την κερδοφορία του κεφαλαίου. Αν χρειαστεί να τηρηθούν κάποιες κοινωνικές ισορροπίες, οι αστικές κυβερνήσεις ξέρουν πώς να χειριστούν το ζήτημα.
Οταν ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε τα τελευταία μέτρα, φιλανθρωπικού χαρακτήρα, πριν μπει αναγκαστικά στην αποπροσανατολιστική φιλολογία περί «φορολόγησης των υπερκερδών», δείξαμε μέσα από συγκεκριμένα παραδείγματα ότι πρόκειται για κοροϊδία και κυνισμό της κυβέρνησης του κεφαλαίου.
Σημειώσαμε ότι ακόμα κι αυτά τα αισχρά και άθλια φιλανθρωπικά φιλοδωρήματα που ανακοίνωσαν θα βγουν από την υπερφορολόγηση του λαού. Είναι σαν τον ληστή που σε απειλεί με όπλο, σου παίρνει το πορτοφόλι όπου μόλις είχες βάλεις το δεκαπενθήμερο που σήκωσες από την τράπεζα και τραβά από το πορτοφόλι ένα δεκάρικο και σου το δίνει… για να πάρεις ταξί.
Η αντίθεση «ανάγκες της κοινωνίας» VS «αντοχές της οικονομίας» είναι μια ψευδεπίγραφη αντίθεση και ο Μητσοτάκης δεν είναι ο πρώτος που τη σερβίρει σαν… σοφία. Η κοινωνία παράγει όλο τον πλούτο, αλλά η «οικονομία», δηλαδή οι καπιταλιστές και το κράτος τους, τον αρπάζει. Στη θέση αυτής της ψευδεπίγραφης αντίθεσης πρέπει να βάλουμε την πραγματική αντίθεση ανάμεσα στην εργατική τάξη και τα άλλα εργαζόμενα στρώματα, από τη μια, που παράγουν όλο τον κοινωνικό πλούτο, και τους καπιταλιστές που αρπάζουν αυτόν τον πλούτο, απευθείας ή μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής του κράτους τους.
Ξανά, λοιπόν, με την ίδια κατακλείδα:
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συμπεριφέρεται σαν φεουδάρχης που όταν βγαίνει από την κυριακάτικη λειτουργία πετάει μερικά κέρματα στους φτωχούς που ζητιανεύουν. Εκείνοι που δεν έφτασαν στο σημείο της ζητιανιάς σκύβουν το κεφάλι και μοιράζουν μια πατάτα στα τέσσερα.
Ε, όχι! Είμαστε εργάτες, φτωχοί αγρότες, εργαζόμενοι μικροαστοί. Με τη δουλειά μας δημιουργούμε όλο τον πλούτο που συσσωρεύεται στη χώρα. Που είναι τόσος πολύς, ώστε το μεγαλύτερο μέρος του εξάγεται με τη μορφή κέρδους στο εξωτερικό. Δεν πρέπει να δεχτούμε να μας αντιμετωπίζουν σαν επαίτες. Πετώντας κάπου-κάπου κάποιο εφάπαξ επίδομα στους πλέον εξαθλιωμένους και βάζοντας όλους τους υπόλοιπους να πληρώσουν και αυτό το επίδομα και κυρίως τα κέρδη των κεφαλαιοκρατών και των παρασίτων που έχουν στην υπηρεσία τους.
Από το 2010 (για να μην πάμε πιο πίσω) εξελίχτηκε μια πρωτοφανούς βιαιότητας συντηρητική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού, η οποία στηρίχτηκε στο μεγαλύτερο βαθμό στη μαζική φτωχοποίηση εργαζόμενων και συνταξιούχων και κατά δεύτερο λόγο στη φτωχοποίηση των μικροαστικών στρωμάτων του χωριού και της πόλης. Το 2014, παραμονές πάσχα, η κυβέρνηση των Σαμαροβενιζέλων μοίρασε τα πρώτα πεντακοσάρικα στους πιο φτωχούς, που τα βάφτισε «κοινωνικό μέρισμα». Αυτήν την τακτική ακολούθησαν όλες οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν.
Υποτίθεται ότι η χώρα βγήκε από τα Μνημόνια, όμως οι μνημονιακοί νόμοι δεν καταργήθηκαν. Η μνημονιακή πραγματικότητα ζει και βασιλεύει. Και τώρα αυτή η πραγματικότητα μπολιάζεται με τις συνέπειες της κρίσης, η οποία εξελισσόταν προπολεμικά και βάθυνε απότομα με την έκρηξη του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Τα δισεκατομμύρια στροβιλίζονται σαν πεταλούδες στον αέρα, όταν προορίζονται για την αγορά πανάκριβων οπλικών συστημάτων. Τα μονοπώλια της ενέργειας κερδοσκοπούν ασύστολα, γιατί μόνον αυτόν τον «τρόπο» ξέρουν. Και οι λαοί σύντομα θα πουν και το ψωμί ψωμάκι, καθώς Ουκρανία και Ρωσία είναι οι μεγαλύτεροι σιτοβολώνες της Γης και η Ουκρανία ο μεγαλύτερος παραγωγός ηλιέλαιου. Η ενέργεια είναι βασικό μέσο παραγωγής και η αύξηση στις τιμές παραγωγής και πώλησής της θα σπρώξει αλυσιδωτά όλες τις τιμές προς τα πάνω. Οχι μόνο στα βιομηχανικά αλλά και στα αγροτικά προϊόντα που παράγονται κι αυτά με τη χρήση ενέργειας και βιομηχανικών εφοδίων που παρήχθησαν με τη χρήση ενέργειας.
Για την εργατική τάξη δύο δρόμοι ανοίγονται.
Ο ένας είναι ο δρόμος της ταξικής υποταγής, με την προσμονή κάποιου επιδόματος που δε θα φτάνει ούτε για «ζήτω».
Ο άλλος είναι ο δρόμος της ταξικής πάλης, με αιχμή την αύξηση μισθών και συντάξεων και τη δραστική μείωση της έμμεσης φορολογίας.
Από την επιλογή δρόμου θα εξαρτηθούν τα πάντα.