Μόλις 14 μήνες παρέμεινε στην προεδρία της CDU η ΑΚΚ ή μίνι Μέρκελ, κατά κόσμον Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Για να αντιληφθούμε τι σημαίνει αυτό, αρκεί να θυμηθούμε ότι η Μέρκελ παρέμεινε στην προεδρία 18 χρόνια και ο προκάτοχός της Χέλμουτ Κολ 25 χρόνια. Τέλος εποχής για ένα κόμμα που είχε συνηθίσει να έχει μακρόβιες και σταθερές ηγεσίες; Θα δείξει.
Η ΑΚΚ ανακοίνωσε ότι η ίδια δε θα είναι υποψήφια για την καγκελαρία στις επόμενες εκλογές. Ως πρόεδρος της CDU θα οργανώσει τη διαδικασία για την εκλογή του υποψήφιου του κόμματος και μετά θα παραιτηθεί, ώστε ο υποψήφιος καγκελάριος να γίνει ταυτόχρονα και πρόεδρος του κόμματος. Δεν παραλείψαμε τυχαία το γυναικείο φύλλο αναφορικά με τον μελλοντικό καγκελάριο. Οι επικρατέστεροι υποψήφιοι είναι άντρες. Δύο της λεγόμενης δεξιάς πτέρυγας του κόμματος (ο βουλευτής Φρίντριχ Μερτς και ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν) και ένας της λεγόμενης κεντρώας πτέρυγας (ο τοπικός πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας Αρμιν Λάσετ, που κινείται στη γραμμή Μέρκελ).
Ισως στο μεταξύ φανεί και καμιά άλλη υποψηφιότητα, εκτός αν… η Μέρκελ πάρει πίσω την απόφασή της ότι θα εγκαταλείψει την πολιτική και διεκδικήσει μια ακόμα θητεία (και μαζί την επάνοδό της στην ηγεσία της CDU). Αν επιμείνει στην απόφασή της, τότε θα πρέπει να δώσει μια ακόμα εσωκομματική μάχη ενάντια στον Σόιμπλε. Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα δε θα είναι το ίδιο εύκολα όπως όταν κατάφερε με άνεση να εκλέξει την ΑΚΚ στην προεδρία. Τώρα, η αποτυχία της ΑΚΚ θα χρεωθεί έτσι κι αλλιώς στην ίδια τη Μέρκελ, η οποία την επέβαλε.
Ο λόγος για την παραίτηση της ΑΚΚ είναι τα γεγονότα στο ανατολικό κρατίδιο της Θουριγγίας (με πρωτεύουσα την Ερφούρτη), όπου οι τοπικοί ηγέτες της CDU συνεργάστηκαν με την ακροδεξιά AfD, επικεφαλής της οποίας στη Θουριγγία είναι ένας ανοιχτός υπερασπιστής του ναζισμού, ο Μπιερν Χάκε. Τις εκλογές στη Θουριγγία κέρδισε (με 31%) ο υποψήφιος του Linke Μπόντο Ρόμελο, που ήταν πρωθυπουργός και την προηγούμενη περίοδο, σε συνεργασία με τους σοσιαλδημοκράτες του SPD και τους Πράσινους. Επειδή τα δύο αυτά κόμματα έπαθαν καθίζηση στις εκλογές του περασμένου Οκτώβρη, οι ψήφοι του προηγούμενου κυβερνητικού συνασπισμού δεν έφταναν για το σχηματισμό νέας πλειοψηφίας. Χρειάζονταν και ψήφοι από την CDU ή από τους Φιλελευθεροδημοκράτες (FDP). Ομως, οι τοπικοί παράγοντες της CDU, της AfD και του FDP έκαναν συμφωνία και εξέλεξαν πρωθυπουργό τον Τόμας Κέμεριχ, επικεφαλής του FDP, το οποίο μόλις είχε καταφέρει να περάσει το όριο του 5% και να μπει στη Βουλή. Η πλάκα είναι πως οι τοπικοί παράγοντες της CDU και του FDP μέχρι και την τελευταία στιγμή απέκλειαν κάθε συνεργασία με την AfD, αποκοιμίζοντας τις κομματικές ηγεσίες στο Βερολίνο.
Φυσικά, επρόκειτο για μια νίκη της AfD, η οποία «ξεπλενόταν» και έβλεπε τα πανιά της να φουσκώνουν. Από κόμμα-παρίας του γερμανικού αστικού πολιτικού συστήματος μετατρεπόταν σε κόμμα εξουσίας, σε συνεργασία με την CSU και το FDP, γεγονός που θα της επέτρεπε να μαζέψει περισσότερες ψήφους και σε τοπικό και σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Πριν καν προλάβουν να αντιδράσουν η ΑΚΚ και η Μέρκελ, μια υφυπουργός της καγκελαρίας, προερχόμενη από το κόμμα των βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), η Ντοροτέα Μπερ, έσπευσε να συγχαρεί τον νέο πρωθυπουργό της Θουριγγίας. Το μπάχαλο είχε γίνει. Η ΑΚΚ, η Μέρκελ και ο πρόεδρος του FDP Κρίστιαν Λίντνερ αποδοκίμασαν τα τοπικά στελέχη των κομμάτων τους, δήλωσαν ότι αυτά ενήργησαν κόντρα στις υποδείξεις των ηγεσιών και ζήτησαν ακύρωση της εκλογής και επανάληψη της ψηφοφορίας. Η Μέρκελ έδιωξε αμέσως έναν υπουργό της (Κρίστιαν Χίρτε), ο οποίος δήλωσε ότι «για ακόμα μια φορά η κοκκινοπράσινη συμμαχία της Θουριγγίας έχασε για τα καλά». Η ζημιά, όμως, είχε γίνει και η ΑΚΚ χρεώθηκε όλη την την ευθύνη: με την παραίτησή της αποδέχτηκε ότι δεν έχει το απαραίτητο πολιτικό βάρος για να ελέγχει το κόμμα της.
Η εμφάνιση ενός ακροδεξιού-κρυφοναζιστικού κόμματος και η βαθμιαία ενίσχυσή του στοιχειώνει το παραδοσιακό αστικό πολιτικό σύστημα της Γερμανίας. Μέχρι τώρα, η AfD μάζευε ψήφους κυρίως από το SPD, που αντιμετωπίζει χρόνια κρίση και αλλάζει τους προέδρους σαν τα πουκάμισα. Με την αποχώρηση της Μέρκελ, οι χριστιανοδημοκράτες φοβούνται ότι και το δικό τους κόμμα θα χάσει σημαντική δύναμη, την οποία θα αρπάξει η AfD. Γι’ αυτό και ξεσηκώθηκε η Μέρκελ ενάντια στα καμώματα των στελεχών της στη Θουριγγία. Καταγγελία έκανε ακόμα και ο Μάρκους Ζέντερ, πρόεδρος της CSU, του εδώ και πολλά χρόνια σταθερού συμμάχου της χριστιανοδημοκρατίας.
Οι ηγέτες των παραδοσιακών αστικών κομμάτων ξέρουν πολύ καλά τις πραγματικές αιτίες αυτών των ανακατατάξεων. Είναι η κρίση και η καθήλωση των μισθών των γερμανών εργαζόμενων, οι λεγόμενες «ευέλικτες θέσεις εργασίας», η μείωση των κοινωνικών δαπανών. Οι κρυφοναζί σπεκουλάρουν ασύστολα με αυτή την πραγματικότητα και εισπράττουν σε ψήφους τη δυσαρέσκεια μιας εργατικής τάξης βυθισμένης στον ατομισμό και επιρρεπούς στην ιμπεριαλιστική λογική. Επειδή, όμως, η μονοπωλιακή αστική τάξη της Γερμανίας απαιτεί να μην υπάρξει καμιά αλλαγή πολιτικής, καμιά χαλάρωση της σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, οι ηγέτες των παραδοσιακών αστικών κομμάτων προσπαθούν να διασώσουν την πολιτική τους επιρροή αποκλειστικά με πολιτικάντικα παιχνίδια.